1 E i figliuoli di (Israel) Ruben e Gad aveano molte pecore; e aveano in animali una grande facultà. E avendo veduto Iazer e Galaad terra con buona pastura, atta a nutricar animali, | 1 Οι δε υιοι Ρουβην και οι υιοι Γαδ ειχον πληθος κτηνων πολυ σφοδρα? και οτε ειδον την γην Ιαζηρ και την γην Γαλααδ, οτι, ιδου, ο τοπος ητο τοπος δια κτηνη, |
2 vennero a Moisè e ad Eleazaro sacerdote ed alli principi della moltitudine, e dissero: | 2 οι υιοι Γαδ και οι υιοι Ρουβην ελθοντες ειπον προς τον Μωυσην και προς Ελεαζαρ τον ιερεα και προς τους αρχοντας της συναγωγης, λεγοντες, |
3 Atarot e Dibon, lazer e Nemra, Esebon ed Eleale e Saban e Nebo e Beon, | 3 Η Αταρωθ και Δαιβων και Ιαζηρ και Νιμρα και Εσεβων και Ελεαλη και Σεβαμ και Νεβω και Βαιων, |
4 la terra che avea percosso Iddio nel cospetto de' figliuoli d'Israel, si è regione abbondevole alla pastura degli animali; e noi, servi tuoi, aviamo molte giumente. | 4 η γη την οποιαν επαταξεν ο Κυριος εμπροσθεν της συναγωγης του Ισραηλ, ειναι γη κτηνοτροφος και οι δουλοι σου εχουσι κτηνη? |
5 Perciò ti pregiamo, se potemo grazia in te trovare nel cospetto tuo, che tu ci die questa re gione per possessione; nè non ci fare passare il Giordano. | 5 δια τουτο, ειπον, εαν ευρηκαμεν χαριν εμπροσθεν σου, ας δοθη η γη αυτη εις τους δουλους σου δια ιδιοκτησιαν? μη διαβιβασης ημας τον Ιορδανην. |
6 Ai quali rispuose Moisè, dicendo: li vostri fratelli andarono a combattere, e voi rimanerete qui? | 6 Και ειπεν ο Μωυσης προς τους υιους Γαδ και προς τους υιους Ρουβην, Οι αδελφοι σας θελουσιν υπαγει εις πολεμον και σεις θελετε μεινει εδω; |
7 Perchè sovvertite la mente del popolo, acciò che non passi nella terra che Iddio promesse loro? | 7 και δια τι δειλιαζετε την καρδιαν των υιων Ισραηλ, δια να μη περασωσιν εις την γην, την οποιαν ο Κυριος εδωκεν εις αυτους; |
8 Non fecero così anco i vostri padri, quando mandati furono di Cadesbarne a vedere la terra (di promessione)? | 8 ουτως εκαμον οι πατερες σας, οτε απεστειλα αυτους απο Καδης-βαρνη δια να ιδωσι την γην? |
9 E quando vennero insino alla valle di Botri, veduta ogni regione, sovvertirono i figliuoli d'Israel, e non voleano andare nella terra che Iddio prometteo loro. | 9 και ανεβησαν μεχρι της φαραγγος Εσχωλ, και ιδοντες την γην εδειλιασαν την καρδιαν των υιων Ισραηλ, δια να μη εισελθωσιν εις την γην την οποιαν ο Κυριος εδωκεν εις αυτους? |
10 E Iddio s'adirò contro di loro, e giurò, e disse: | 10 και εξηφθη η οργη του Κυριου εν τη ημερα εκεινη, και ωμοσε λεγων, |
11 Se vederanno questi uomini che sono venuti di Egitto, da venti anni in su, la terra ch' io giurai ad Abraam e Isaac e Iacob: e non mi volsero seguitare, | 11 Δεν θελουσιν ιδει οι ανδρες οι αναβαντες εξ Αιγυπτου, απο εικοσι ετων και επανω, την γην την οποιαν ωμοσα προς τον Αβρααμ, προς τον Ισαακ και προς τον Ιακωβ? διοτι δεν με ηκολουθησαν εντελως? |
12 se non Caleb figliuolo di Iefone Cenezeo, e Iosuè figliuolo di Nun: questi fecero la mia volontà. | 12 εκτος Χαλεβ υιου Ιεφοννη του Κενεζιτου και Ιησου υιου του Ναυη? διοτι ηκολουθησαν εντελως τον Κυριον. |
13 E perciò s'adirò Iddio sopra Israel; e me nogli per lo deserto quarant' anni, insino a tanto che fosse consumata tutta quella generazione, la quale avea fatto il male nel cospetto di Dio. | 13 Και εξηφθη η οργη του Κυριου κατα του Ισραηλ, και εκαμεν αυτους να περιπλανωνται εις την ερημον τεσσαρακοντα ετη, εωσου εξωλοθρευθη πασα η γενεα, ητις ειχε πραξει το κακον ενωπιον του Κυριου. |
14 E voi vi siete levati per li vostri padri, come superbi e come peccatori, perchè venite ad aumentare il furore di Dio contro Israel. | 14 Και ιδου, σεις εσηκωθητε αντι των πατερων σας, γενεα ανθρωπων αμαρτωλων, δια να εξαψητε περισσοτερον την φλογα της οργης του Κυριου κατα του Ισραηλ. |
15 Se voi non volete seguitarlo, nella solitudine lo popolo abbandonerà; e voi sarete cagione (di tutto il peccato e) della morte di tutti. | 15 Επειδη, εαν εκκλινητε απ' αυτου, ετι παλιν θελει αφησει τον Ισραηλ εν τη ερημω και θελετε εξολοθρευσει παντα τον λαον τουτον. |
16 E loro respuosero: noi faremo le case alle pecore, e le stalle alle giumente, e alli fanciulli nostri le terre forti e murate. | 16 Και προσηλθον εις αυτον και ειπον, Θελομεν οικοδομησει ενταυθα μανδρας δια τα κτηνη ημων και πολεις δια τα παιδια ημων? |
17 E noi verremo, armati, andare alla battaglia innanzi de' figliuoli d'Israel, insino a tanto che gli metteremo in terra sua; e li nostri figliuoli ri marranno, e tutto quello che noi abbiamo, nelle cittade murate, per le insidie degli abitatori. | 17 ημεις δε ωπλισμενοι θελομεν προχωρει προθυμοι εμπροσθεν των υιων Ισραηλ, εωσου φερωμεν αυτους εις τον τοπον αυτων? τα δε παιδια ημων θελουσι κατοικει εις τετειχισμενας πολεις, δια τους κατοικους του τοπου? |
18 Noi non torneremo nelle nostre case, persino che non mettiamo i figliuoli d'Israel in posses ione della terra loro. | 18 δεν θελομεν επιστρεψει εις τας οικιας ημων, εωσου οι υιοι Ισραηλ κληρονομησωσιν εκαστος την κληρονομιαν αυτου? |
19 E non volemo alcuna cosa di là dal Gior dano, perciò che avemo qui la nostra eredità nella plaga orientale. | 19 διοτι ημεις δεν θελομεν να κληρονομησωμεν μετ' αυτων περαν του Ιορδανου και επεκεινα? διοτι η κληρονομια ημων επεσεν εις ημας εντευθεν του Ιορδανου προς ανατολας. |
20 Ai quali rispuose Moisè: se voi farete come a noi promettete, cioè che armati vegnate in presenza di Dio a combattere, | 20 Και ειπε προς αυτους ο Μωυσης, Εαν καμητε κατα τον λογον τουτον, εαν προχωρητε ωπλισμενοι εμπροσθεν του Κυριου εις πολεμον, |
21 tutti coloro che possono combattere passino lo Giordano, insino a tanto che Iddio istruggerà i nimici suoi, | 21 και διαβητε παντες, ωπλισμενοι τον Ιορδανην εμπροσθεν του Κυριου, εωσου εκδιωξη τους εχθρους αυτου απ' εμπροσθεν αυτου, |
22 e soggiogate tutta la terra; allora sarete senza colpa in presenza di Dio e (di tutto il popolo) d'Israel; e allora averete la terra che voi volete nel cospetto di Dio. | 22 και υποταχθη η γη εμπροσθεν του Κυριου? τοτε μετα ταυτα θελετε επιστρεψει και θελετε εισθαι αθωοι ενωπιον του Κυριου και ενωπιον του Ισραηλ, και θελετε εχει την γην ταυτην ιδιοκτησιαν σας ενωπιον του Κυριου? |
23 Se voi non farete quello che voi promettete, senza dubbio sappiate che voi farete grande peccato verso Dio; ed egli vi pagherà del vestro peccato (che averete commesso verso Iddio). | 23 εαν ομως δεν καμητε ουτως, ιδου, θελετε αμαρτησει ενωπιον του Κυριου? και ας ησθε βεβαιοι οτι θελει σας ευρη η αμαρτια σας? |
24 Andate, ed edificate le terre ai vostri piccolini; e alle pecore e alle giumente le stalle; e quello che voi avete detto adempiete. | 24 οικοδομησατε πολεις δια τα παιδια σας και μανδρας δια τα προβατα σας και καμετε εκεινο, το οποιον εξηλθεν εκ του στοματος σας. |
25 Dissero i figliuoli di Gad e di Ruben a Moisè: noi siamo tuoi servi, noi faremo quello che ci comanderai, Signore nostro. | 25 Και ειπον οι υιοι Γαδ και οι υιοι Ρουβην προς τον Μωυσην, λεγοντες, Οι δουλοι σου θελουσι καμει καθως ο κυριος μου προσταζει? |
26 E i piccoli e le donne nostre e le pecore e le giumente lascieremo nelle terre di Galaad. | 26 τα παιδια ημων, αι γυναικες ημων, τα ποιμνια ημων και παντα τα κτηνη ημων θελουσι μενει ενταυθα εις τας πολεις του Γαλααδ? |
27 E noi, servi tuoi, armati anderemo alla battaglia, così come tu, Signore, parlerai. | 27 οι δουλοι σου ομως θελουσι διαβη παντες ωπλισμενοι, παρατεταγμενοι ενωπιον του Κυριου εις μαχην, καθως λεγει ο κυριος μου. |
28 Comando Moisè ad Eleazaro sacerdote, e a Iosuè figliuolo di Nun, e a' principi delle famiglie per tutte le tribù, e disse: | 28 Τοτε ο Μωυσης εδωκε προσταγην περι αυτων εις Ελεαζαρ τον ιερεα και εις τον Ιησουν υιον του Ναυη και εις τους αρχηγους των πατριων των φυλων των υιων Ισραηλ? |
29 Se i figliuoli di Gad e di Ruben passeranno con esso noi il Giordano armati, e tutti alla battaglia in presenza di Dio, quando avrete la terra soggetta, date loro Galaad in possessione. | 29 και ειπε προς αυτους ο Μωυσης, Εαν οι υιοι Γαδ και οι υιοι Ρουβην διαβωσι με σας τον Ιορδανην, παντες ωπλισμενοι εις μαχην, εμπροσθεν του Κυριου, και κατακυριευθη η γη εμπροσθεν σας, τοτε θελετε δωσει εις αυτους την γην Γαλααδ εις ιδιοκτησιαν? |
30 Se non vogliono passare con voi a combat tere nella terra di Canaan, infra voi abbiano la loro eredità. | 30 εαν ομως δεν θελωσι να διαβωσιν ωπλισμενοι με σας, τοτε θελουσι λαβει κληρονομιαν μεταξυ σας εν τη γη Χανααν. |
31 Respuosero i figliuoli di Gad e di Ruben: secondo ch' hae parlato il nostro Signore, così faranno i servi suoi. | 31 Και απεκριθησαν οι υιοι Γαδ και οι υιοι Ρουβην λεγοντες, Ως ειπεν ο Κυριος εις τους δουλους σου, ουτω θελομεν καμει? |
32 Noi armati anderemo in presenza di Dio nella terra di Canaan; e noi confessiamo già d'avere in possessione di là dal Giordano. | 32 ημεις θελομεν διαβη ωπλισμενοι εμπροσθεν του Κυριου εις την γην Χανααν, δια να εχωμεν την ιδιοκτησιαν της κληρονομιας ημων εντευθεν του Ιορδανου. |
33 Diede Moisè ai figliuoli di Gad e di Ruben, e alla mezza parte della tribù di Manasse figliuolo di Iosef, lo regno di Seon re degli Amorrei, e il regno di Og del re di Basan, e tutta la terra loro per tutto il circuito. | 33 Και εδωκεν εις αυτους ο Μωυσης, εις τους υιους Γαδ και εις τους υιους Ρουβην και εις το ημισυ της φυλης Μανασση υιου του Ιωσηφ, το βασιλειον του Σηων βασιλεως των Αμορραιων και το βασιλειον του Ωγ βασιλεως της Βασαν, την γην μετα των πολεων αυτης εν τοις οριοις, τας πολεις της γης κυκλω. |
34 E li figliuoli di Gad edificarono Dibon e Atarot e Aroer, | 34 Και οι υιοι Γαδ ωκοδομησαν την Δαιβων και την Αταρωθ και την Αροηρ |
35 ed Etrot e Sofan e lazer e Iegbaa, | 35 και την Ατρωθ-σοφαν και την Ιαζηρ και την Ιογβεα |
36 e Betnemra e Betaran, città murate, e le stalle alle loro pecore. | 36 και την Βαιθ-νιμρα και την Βαιθ-αραν, πολεις οχυρας, και μανδρας προβατων. |
37 E i figliuoli di Ruben edificarono Esebon ed Eleale e Cariataim, | 37 Και οι υιοι Ρουβην ωκοδομησαν την Εσεβων και την Ελεαλη και την Κιριαθαιμ |
38 e Nabo e Baalmeon, con i nomi voltati, e Sabama: imponevano i nomi alle terre le quali edificavano. | 38 και την Νεβω και την Βααλ-μεων, μεταβαλλοντες τα ονοματα αυτων, και την Σιβμα? και εδωκαν αλλα ονοματα εις τας πολεις, τας οποιας ωκοδομησαν. |
39 I figliuoli di Machir figliuolo di Manasse an darono in Galaad, e guastaronla, morto l'Amorreo abitatore di quella. | 39 Και οι υιοι Μαχειρ υιου του Μανασση υπηγαν εις την Γαλααδ και εκυριευσαν αυτην, εκδιωξαντες τον Αμορραιον τον εν αυτη. |
40 Diede dunque Moisè la terra di Galaad a Machir figliuolo di Manasse, il quale abitò in essa. | 40 Και εδωκεν ο Μωυσης την Γαλααδ εις Μαχειρ τον υιον του Μανασση? και κατωκησεν εν αυτη. |
41 lair figliuolo di Manasse andò e occupoe tutte le ville, le quali appelloe AVOTIAIR, cioè le ville di lair. | 41 Και Ιαειρ ο υιος του Μανασση υπηγε και εκυριευσε τας μικρας πολεις αυτης? και ωνομασεν αυτας Αβωθ-ιαειρ. |
42 Nobe andò, e tolse Canat colle sue perti nenze, e chiamolle per suo nome NOBE. | 42 Και ο Νοβα υπηγε και εκυριευσε την Καιναθ και τα χωρια αυτης? και ωνομασεν αυτην Νοβα, απο του ονοματος αυτου. |