Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

Prima lettera ai Tessalonicesi - (מכתב ראשון לסלוניקים) 10


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 אֶחָי חֵפֶץ לְבָבִי וּתְפִלָּתִי לֵאלֹהִים בְּעַד יִשְׂרָאֵל אֲשֶׁר יִוָּשֵׁעוּ1 Αδελφοι, η επιθυμια της καρδιας μου και η δεησις η προς τον Θεον υπερ του Ισραηλ ειναι δια την σωτηριαν αυτων?
2 כִּי מֵעִיד אֲנִי עֲלֵיהֶם שֶׁיֵּשׁ לָהֶם קִנְאָה לֵאלֹהִים אַךְ לֹא־בְדָעַת2 διοτι μαρτυρω περι αυτων οτι εχουσι ζηλον Θεου, αλλ' ουχι κατ' επιγνωσιν.
3 כִּי אֶת־צִדְקַת אֱלֹהִים לֹא יָדָעוּ וַיְבַקְשׁוּ לְהָקִים אֶת־צִדְקָתָם וּבַעֲבוּר זֹאת לְצִדְקַת אֱלֹהִים לֹא נִכְנָעוּ3 Επειδη μη γνωριζοντες την δικαιοσυνην του Θεου, και ζητουντες να συστησωσι την ιδιαν αυτων δικαιοσυνην, δεν υπεταχθησαν εις την δικαιοσυνην του Θεου.
4 כִּי הַמָּשִׁיחַ הוּא תַּכְלִית הַתּוֹרָה לִצְדָקָה לְכָל־הַמַּאֲמִין בּוֹ4 Επειδη το τελος του νομου ειναι ο Χριστος προς δικαιοσυνην εις παντα τον πιστευοντα.
5 כִּי־משֶׁה כָּתַב עַל־דְּבַר הַצְּדָקָה מִתּוֹךְ הַתּוֹרָה אֲשֶׁר יַעֲשֶׂה אֹתָם הָאָדָם וָחַי בָּהֶם5 Διοτι ο Μωυσης γραφει την δικαιοσυνην την εκ του νομου, λεγων οτι ο ανθρωπος ο καμνων ταυτα θελει ζησει δι' αυτων?
6 וְהַצְּדָקָה אֲשֶׁר מִתּוֹךְ הָאֱמוּנָה כֹּה אֹמֶרֶת אַל־תֹּאמַר בִּלְבָבְךָ מִי־יַעֲלֶה הַשָּׁמָיְמָה הֲלֹא זֹאת הִיא לְהוֹרִיד אֶת־הַמָּשִׁיחַ6 η εκ πιστεως ομως δικαιοσυνη λεγει ουτω? Μη ειπης εν τη καρδια σου, Τις θελει αναβη εις τον ουρανον; τουτεστι δια να καταβιβαση τον Χριστον.
7 אוֹ מִי יֵרֵד לַתְּהוֹם זֹאת הִיא לְהַעֲלוֹת אֶת־הַמָּשִׁיחַ מִן־הַמֵּתִים7 η, Τις θελει καταβη εις την αβυσσον; τουτεστι δια να αναβιβαση τον Χριστον εκ νεκρων.
8 אֲבָל מַה־הִיא אֹמֶרֶת קָרוֹב אֵלֶיךָ הַדָּבָר בְּפִיךָ וּבִלְבָבֶךָ הוּא דְּבַר הָאֱמוּנָה אֲשֶׁר אֲנַחְנוּ מְבַשְּׂרִים8 Αλλα τι λεγει; Πλησιον σου ειναι ο λογος, εν τω στοματι σου και εν τη καρδια σου? τουτεστιν ο λογος της πιστεως, τον οποιον κηρυττομεν.
9 כִּי אִם־תּוֹדֶה בְּפִיךָ אֲשֶׁר יֵשׁוּעַ הוּא הָאָדוֹן וְתַאֲמִין בִּלְבָבְךָ אֲשֶׁר הָאֱלֹהִים הֱעִירוֹ מִן־הַמֵּתִים אָז תִּוָּשֵׁעַ9 Οτι εαν ομολογησης δια του στοματος σου τον Κυριον Ιησουν, και πιστευσης εν τη καρδια σου οτι ο Θεος ανεστησεν αυτον εκ νεκρων, θελεις σωθη?
10 כִּי בִלְבָבוֹ יַאֲמִין הָאָדָם וְהָיְתָה לּוֹ לִצְדָקָה וּבְפִיהוּ יוֹדֶה וְהָיְתָה־לּוֹ לִישׁוּעָה10 διοτι με την καρδιαν πιστευει τις προς δικαιοσυνην, και με το στομα γινεται ομολογια προς σωτηριαν.
11 כִּי הַכָּתוּב אֹמֵר כָּל־הַמַּאֲמִין בּוֹ לֹא יֵבוֹשׁ11 Διοτι λεγει η γραφη? Πας ο πιστευων επ' αυτον δεν θελει καταισχυνθη.
12 וְאֵין הַבְדֵּל בָּזֶה בֵּין הַיְּהוּדִי לַיְּוָנִי כִּי אָדוֹן אֶחָד לְכֻלָּם וְהוּא עָשִׁיר לְכָל־קֹרְאָיו12 Επειδη δεν ειναι διαφορα Ιουδαιου τε και Ελληνος? διοτι ο αυτος Κυριος ειναι παντων, πλουσιος προς παντας τους επικαλουμενους αυτον?
13 כִּי־כֹל אֲשֶׁר־יִקְרָא בְּשֵׁם־יְהוָֹה יִמָּלֵט13 διοτι Πας οστις επικαλεσθη το ονομα του Κυριου θελει σωθη.
14 וְעַתָּה אֵיךְ יִקְרְאוּ אֶל־אֲשֶׁר לֹא־הֶאֱמִינוּ בוֹ וְאֵיךְ יַאֲמִינוּ בַּאֲשֶׁר לֹא שָׁמְעוּ אֶת־שִׁמְעוֹ וְאֵיךְ יִשְׁמְעוּ בְּאֵין מַגִּיד14 Πως λοιπον θελουσιν επικαλεσθη εκεινον, εις τον οποιον δεν επιστευσαν; και πως θελουσι πιστευσει εις εκεινον, περι του οποιου δεν ηκουσαν; και πως θελουσιν ακουσει χωρις να υπαρχη ο κηρυττων;
15 וְאֵיךְ יַגִּידוּ אִם־אֵינָם שְׁלוּחִים כַּכָּתוּב מַה־נָּאווּ רַגְלֵי מְבַשֵּׂר שָׁלוֹם מְבַשֵּׂר טוֹב15 Και πως θελουσι κηρυξει, εαν δεν αποσταλωσι; Καθως ειναι γεγραμμενον? Ποσον ωραιοι οι ποδες των ευαγγελιζομενων ειρηνην, των ευαγγελιζομενων τα αγαθα.
16 אַךְ לֹא־כֻלָּם שָׁמְעוּ לְקוֹל הַבְּשׂוֹרָה כִּי יְשַׁעְיָהוּ אָמַר יְהוָֹה מִי הֶאֱמִין לִשְׁמֻעָתֵנוּ16 Αλλα δεν υπηκουσαν παντες εις το ευαγγελιον. Διοτι ο Ησαιας λεγει? Κυριε, τις επιστευσεν εις το κηρυγμα ημων;
17 לָכֵן הָאֱמוּנָה בָאָה מִתּוֹךְ הַשְּׁמוּעָה וְהַשְּׁמוּעָה עַל־יְדֵי דְבַר־אֱלֹהִים17 Αρα η πιστις ειναι εξ ακοης, η δε ακοη δια του λογου του Θεου.
18 וְאֹמַר הֲכִי לֹא שָׁמָעוּ אָמְנָם בְּכָל־הָאָרֶץ יָצָא קַוָּם וּבִקְצֵה תֵבֵל מִלֵּיהֶם18 Λεγω ομως, Μη δεν ηκουσαν; Μαλιστα εις πασαν την γην εξηλθεν ο φθογγος αυτων, Και εις τα περατα της οικουμενης οι λογοι αυτων.
19 וְאֹמַר הֲכִי יִשְׂרָאֵל לֹא יָדָע הִנֵּה־כְבָר משֶׁה אָמַר אֲנִי אַקְנִיאֲכֶם בְּלֹא־עָם בְּגוֹי נָבָל אַכְעִיסְכֶם19 Αλλα λεγω, Μη δεν εγνωρισεν ο Ισραηλ; Πρωτος ο Μωυσης λεγει? Εγω θελω σας παροξυνει εις ζηλοτυπιαν με τους μη εθνος, Θελω σας παροργισει με εθνος ασυνετον.
20 וִישַׁעְיָהוּ מְלָאוֹ לִבּוֹ לֵאמֹר נִמְצֵאתִי לְלֹא בִקְשֻׁנִי נִדְרַשְׁתִּי לְלוֹא שָׁאָלוּ20 Ο δε Ησαιας αποτολμα και λεγει? Ευρεθην παρα των μη ζητουντων με, εφανερωθην εις τους μη ερωτωντας περι εμου.
21 וְעַל־יִשְׂרָאֵל הוּא אֹמֵר פֵּרַשְׂתִּי יָדַי כָּל־הַיּוֹם אֶל־עַם סוֹרֵר וּמֹרֶה21 Προς δε τον Ισραηλ λεγει? Ολην την ημεραν εξετεινα τας χειρας μου προς λαον απειθουντα και αντιλεγοντα.