Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Lettera agli Efesini - מכתב לאפסים 12


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 וַיְהִי עַד־כֹּה וְעַד־כֹּה בְּהִתְאַסֵּף רִבְבוֹת עָם עַד כִּי־לָחֲצוּ אִישׁ אֶת־רֵעֵהוּ וַיָּחֶל לְדַבֵּר אֶל־תַּלְמִידָיו בָּרִאשׁוֹנָה הִשָּׁמְרוּ לְנַפְשֹׁתֵיכֶם מִשְּׂאוֹר הַפְּרוּשִׁים שֶׁהוּא הַחֲנֻפָּה1 Εν τω μεταξυ αφου συνηθροισθησαν αι μυριαδες του οχλου, ωστε κατεπατουν αλληλους, ηρχισε να λεγη προς τους μαθητας αυτου πρωτον? Προσεχετε εις εαυτους απο της ζυμης των Φαρισαιων, ητις ειναι υποκρισις.
2 וְאֵין דָּבָר מְכֻסֶּה אֲשֶׁר לֹא יִגָּלֶה וְאֵין נֶעְלָם אֲשֶׁר לֹא יִוָּדֵעַ2 Αλλα δεν ειναι ουδεν κεκαλυμμενον, το οποιον δεν θελει ανακαλυφθη, και κρυπτον, το οποιον δεν θελει γνωρισθη?
3 לָכֵן כָּל־אֲשֶׁר דִּבַּרְתֶּם בַּחשֶׁךְ בָּאוֹר יִשָּׁמֵעַ וְאֶת־אֲשֶׁר לְחַשְׁתֶּם לָאֹזֶן בַּחֲדָרִים קָרֹא יִקָּרֵא עַל־הַגַּגּוֹת3 οθεν οσα ειπετε εν τω σκοτει εν τω φωτι θελουσιν ακουσθη, και ο, τι ελαλησατε προς το ωτιον εν τοις ταμειοις θελει κηρυχθη επι των δωματων.
4 וַאֲנִי אֹמֵר לָכֶם יְדִידָי אַל־תִּירְאוּ מִן־הַמְמִיתִים אֶת־הַגּוּף וְאַחֲרֵי־זֹאת אֵין־לְאֵל יָדָם לַעֲשׂוֹת עוֹד דָּבָר4 Λεγω δε προς εσας τους φιλους μου? Μη φοβηθητε απο των αποκτεινοντων το σωμα και μετα ταυτα μη δυναμενων περισσοτερον τι να πραξωσι.
5 אֲבָל אוֹרֶה אֶתְכֶם אֵת אֲשֶׁר תִּירָאוּ יְראוּ אֶת־אֲשֶׁר יֶשׁ־לוֹ שָׁלְטָן אַחֲרֵי הֲמִיתוֹ לְהַשְׁלִיךְ אֶל־גֵּיהִנֹּם הֵן אֲנִי אֹמֵר לָכֶם אוֹתוֹ תִּירָאוּן5 Θελω δε σας δειξει ποιον να φοβηθητε? Φοβηθητε εκεινον, οστις αφου αποκτεινη, εχει εξουσιαν να ριψη εις την γεενναν? ναι, σας λεγω, τουτον φοβηθητε.
6 הֲלֹא חָמֵשׁ צִפֳּרִים תִּמָּכַרְנָה בִּשְׁנֵי אִסָּרִים וְאֵין־אַחַת מֵהֶן נִשְׁכַּחַת לִפְנֵי הָאֱלֹהִים6 Δεν πωλουνται πεντε στρουθια δια δυο ασσαρια; και εν εξ αυτων δεν ειναι λελησμονημενον ενωπιον του Θεου?
7 וְאַתֶּם גַּם־שַׂעֲרוֹת רֹאשְׁכֶם נִמְנוֹת כֻּלָּן לָכֵן אַל־תִּירָאוּ יְקַרְתֶּם מִצִּפֳּרִים רַבּוֹת7 αλλα και αι τριχες της κεφαλης υμων ειναι πασαι ηριθμημεναι. Μη φοβεισθε λοιπον? απο πολλων στρουθιων διαφερετε.
8 וַאֲנִי אֹמֵר לָכֶם כֹּל אֲשֶׁר יוֹדֶה בִי לִפְנֵי הָאָדָם גַּם בֶּן־הָאָדָם יוֹדֶה בוֹ לִפְנֵי מַלְאֲכֵי אֱלֹהִים8 Σας λεγω δε? Πας οστις με ομολογηση εμπροσθεν των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει ομολογησει αυτον εμπροσθεν των αγγελων του Θεου?
9 וַאֲשֶׁר יְכַחֵשׁ בִּי לִפְנֵי הָאָדָם הוּא יְכֻחַשׁ לִפְנֵי מַלְאֲכֵי אֱלֹהִים9 οστις δε με αρνηθη ενωπιον των ανθρωπων, και ο Υιος του ανθρωπου θελει αρνηθη αυτον ενωπιον των αγγελων του Θεου.
10 וְכֹל אֲשֶׁר יְדַבֵּר דְּבַר־חֶרְפָּה עַל־בֶּן־הָאָדָם יִסָּלַח לוֹ וְהַמְגַדֵּף אֶת־רוּחַ הַקֹּדֶשׁ לֹא יִסָּלַח לוֹ10 Και πας οστις θελει ειπει λογον κατα του Υιου του ανθρωπου, θελει συγχωρηθη εις αυτον? οστις ομως βλασφημηση κατα του Αγιου Πνευματος, εις αυτον δεν θελει συγχωρηθη.
11 וְכַאֲשֶׁר יָבִיאוּ אֶתְכֶם אֶל־בָּתֵּי הַכְּנֵסִיּוֹת וְלִפְנֵי הָרָשֻׁיּוֹת וְהַשִּׁלְטוֹנִים אַל־תִּדְאֲגוּ אֵיךְ אוֹ־בַמֶּה תִצְטַדְּקוּ וּמַה־תְּדַבֵּרוּ11 Οταν δε σας φερωσιν εις τας συναγωγας και τας αρχας και τας εξουσιας, μη μεριμνατε πως η τι να απολογηθητε, η τι να ειπητε?
12 כִּי־רוּחַ הַקֹּדֶשׁ הוּא יוֹרֶה אֶתְכֶם בַּשָּׁעָה הַהִיא אֶת־הַנָּכוֹן לְדַבֵּר12 διοτι το Αγιον Πνευμα θελει σας διδαξει εν αυτη τη ωρα τι πρεπει να ειπητε.
13 וַיֹּאמֶר אֵלָיו אֶחָד מִן־הָעָם רַבִּי אֱמֹר־נָא אֶל־אָחִי וִיחַלֵּק אִתִּי אֶת־הַיְרֻשָּׁה13 Ειπε δε τις προς αυτον εκ του οχλου? Διδασκαλε, ειπε προς τον αδελφον μου να μοιρασθη μετ' εμου την κληρονομιαν.
14 וַיֹּאמֶר אֵלָיו בֶּן־אָדָם מִי שָׂמַנִי עֲלֵיכֶם לְשֹׁפֵט וְלִמְחַלֵּק14 Ο δε ειπε προς αυτον? Ανθρωπε, τις με κατεστησε δικαστην η μεριστην εφ' υμας;
15 וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם רְאוּ וְהִשָּׁמְרוּ לָכֶם מִבְּצֹעַ בָּצַע כִּי חַיֵּי הָאָדָם אֵינָם תְּלוּיִם בְּהַרְבּוֹת נְכָסָיו15 Και ειπε προς αυτους? Προσεχετε και φυλαττεσθε απο της πλεονεξιας? διοτι εαν τις εχη περισσα, η ζωη αυτου δεν συνισταται εκ των υπαρχοντων αυτου.
16 וַיִּשָּׂא מְשָׁלוֹ וַיֹּאמֶר אֲלֵיהֶם לֵאמֹר שְׂדֵה אִישׁ עָשִׁיר אֶחָד עָשָׂה תְּבוּאָה הַרְבֵּה16 Ειπε δε προς αυτους παραβολην, λεγων? Ανθρωπου τινος πλουσιου ηυτυχησαν τα χωραφια?
17 וַיַּחְשֹׁב בְּלִבּוֹ לֵאמֹר מָה־אֶעֱשֶׂה כִּי אֵין־לִי מָקוֹם לִכְנוֹס בּוֹ אֶת־תְּבוּאָתִי17 Και διελογιζετο εν εαυτω λεγων? Τι να καμω, διοτι δεν εχω που να συναξω τους καρπους μου;
18 וַיֹּאמֶר אֶת־זֹאת אֶעֱשֶׂה הָרֹס אֶת־אֲסָמַי וּבָנֹה גְּדוֹלִים מֵהֶם וְאֶכְנְסָה שָׁמָּה אֶת־כָּל־יְבוּלִי וְטוּבִי18 Και ειπε? Τουτο θελω καμει? θελω χαλασει τας αποθηκας μου και θελω οικοδομησει μεγαλητερας και συναξει εκει παντα τα γεννηματα μου και τα αγαθα μου,
19 וְאֹמַר לְנַפְשִׁי נַפְשִׁי יֶשׁ־לָךְ עֲתוּדוֹת הַרְבֵּה לְשָׁנִים רַבּוֹת הִנָּפְשִׁי אִכְלִי שְׁתִי וְשִׂישִׂי19 και θελω ειπει προς την ψυχην μου? Ψυχη, εχεις πολλα αγαθα εναποτεταμιευμενα δι' ετη πολλα? αναπαυου, φαγε, πιε, ευφραινου.
20 וְהָאֱלֹהִים אָמַר לוֹ אַתָּה הַכְּסִיל בְּעֶצֶם הַלַּיְלָה הַזֶּה יִדְרְשׁוּ מִמְּךָ אֶת־נַפְשֶׁךָ וַאֲשֶׁר הֲכִינוֹתָ לְּךָ לְמִי יִהְיֶה20 Ειπε δε προς αυτον ο Θεος? Αφρον, ταυτην την νυκτα την ψυχην σου απαιτουσιν απο σου? οσα δε ητοιμασας, τινος θελουσιν εισθαι;
21 זֶה חֵלֶק הָאֹצֵר לוֹ אֹצָרוֹת וְלֹא יַעְשִׁיר בֵּאלֹהִים21 Ουτω θελει εισθαι οστις θησαυριζει εις εαυτον και δεν πλουτει εις Θεον.
22 וַיֹּאמֶר אֶל־תַּלְמִידָיו לָכֵן אֲנִי אֹמֵר לָכֶם אַל־תִּדְאֲגוּ לְנַפְשְׁכֶם מַה־תֹּאכְלוּ וּלְגוּפְכֶם מַה־תִּלְבָּשׁוּ22 Ειπε δε προς τους μαθητας αυτου? Δια τουτο λεγω προς εσας, Μη μεριμνατε δια την ζωην σας, τι να φαγητε, μηδε δια το σωμα, τι να ενδυθητε.
23 הַנֶּפֶשׁ יְקָרָה הִיא מִן־הַמָּזוֹן וְהַגּוּף יָקָר מִן־הַמַּלְבּוּשׁ23 Η ζωη ειναι τιμιωτερον της τροφης και το σωμα του ενδυματος.
24 הִתְבּוֹנְנוּ אֶל־הָעֹרְבִים אֲשֶׁר אֵינָם זֹרְעִים וְאֵינָם קֹצְרִים וְגַם־אֵין לָהֶם מְגוּרָה וְאוֹצָר וְהָאֱלֹהִים מְכַלְכֵּל אוֹתָם וּמַה־יְקָרִים אַתֶּם מִן־הָעוֹף24 Παρατηρησατε τους κορακας, οτι δεν σπειρουσιν ουδε θεριζουσιν, οιτινες δεν εχουσι ταμειον ουδε αποθηκην, και ο Θεος τρεφει αυτους? ποσω μαλλον σεις διαφερετε των πτηνων.
25 וּמִי־זֶה מִכֶּם אֲשֶׁר בְּדַאֲגָתוֹ יוּכַל לְהוֹסִיף אַמָּה אַחַת עַל־קוֹמָתוֹ25 Και τις εξ υμων μεριμνων δυναται να προσθεση εις το αναστημα αυτου μιαν πηχυν;
26 וְעַתָּה הֵן־מְעַט מִזְעָר אֵין בִּיכָלְתְּכֶם וְלַיּוֹתֵר מַה־תִּדְאָגוּ26 Εαν λοιπον ουδε το ελαχιστον δυνασθε, τι μεριμνατε περι των λοιπων;
27 הִתְבּוֹנְנוּ אֶל־הַשּׁוֹשַׁנִּים הַצֹּמְחוֹת וְאֵינָן טֹוֺת וְאֵינָן אֹרְגוֹת וַאֲנִי אֹמֵר לָכֶם כִּי גַם־שְׁלֹמֹה בְּכָל־הֲדָרוֹ לֹא־הָיָה לָבוּשׁ כְּאַחַת מֵהֵנָּה27 Παρατηρησατε τα κρινα πως αυξανουσι? δεν κοπιαζουσιν ουδε κλωθουσι? σας λεγω ομως, ουδε ο Σολομων εν παση τη δοξη αυτου ενεδυθη ως εν τουτων.
28 וְאִם־כָּכָה יַלְבִּישׁ אֱלֹהִים אֶת־חֲצִיר הַשָּׂדֶה אֲשֶׁר הַיּוֹם יֶשְׁנוֹ וּמָחָר יֻשְׁלַךְ לְתוֹךְ הַתַּנּוּר אַף כִּי־אֶתְכֶם קְטַנֵּי הָאֱמוּנָה28 Αλλ' εαν τον χορτον, οστις σημερον ειναι εν τω αγρω και αυριον ριπτεται εις κλιβανον, ο Θεος ενδυη ουτω, ποσω μαλλον εσας, ολιγοπιστοι.
29 גַּם־אַתֶּם אַל־תִּדְרְשׁוּ מַה־תֹּאכְלוּ וּמַה־תִּשְׁתּוּ וְאַל־תְּהַלְּכוּ בִּגְדֹלוֹת29 Και σεις μη ζητειτε τι να φαγητε η τι να πιητε, και μη ησθε μετεωροι?
30 כִּי אֶת־כָּל־אֵלֶּה מְבַקְשִׁים גּוֹיֵי הָאָרֶץ וַאֲבִיכֶם הוּא יוֹדֵעַ כִּי־צְרִיכִים אַתֶּם לָאֵלֶּה30 διοτι ταυτα παντα ζητουσι τα εθνη του κοσμου? υμων δε ο Πατηρ εξευρει οτι εχετε χρειαν τουτων?
31 אַךְ בַּקְּשׁוּ אֶת־מַלְכוּת הָאֱלֹהִים וְנוֹסַף לָכֶם כָּל־אֵלֶּה31 πλην ζητειτε την βασιλειαν του Θεου, και ταυτα παντα θελουσι σας προστεθη.
32 אַל־תִּירָא הָעֵדֶר הַקָּטָן כִּי רָצָה אֲבִיכֶם לָתֵת לָכֶם אֵת הַמַּלְכוּת32 Μη φοβου, μικρον ποιμνιον? διοτι ο Πατηρ σας ηυδοκησε να σας δωση την βασιλειαν.
33 מִכְרוּ אֶת־רְכוּשְׁכֶם וּתְנוּ צְדָקָה עֲשֹוּ לָכֶם כִּיסִים אֲשֶׁר לֹא יִבְלוּ וְאוֹצָר בַּשָּׁמַיִם אֲשֶׁר לֹא יִגָּרַע לְעוֹלָם אֲשֶׁר גַּנָּב לֹא־יִקְרַב אֵלָיו וְסָס לֹא יֹאכְלֵהוּ33 Πωλησατε τα υπαρχοντα σας και δοτε ελεημοσυνην. Καμετε εις εαυτους βαλαντια τα οποια δεν παλαιουνται, θησαυρον εν τοις ουρανοις οστις δεν εκλειπει, οπου κλεπτης δεν πλησιαζει ουδε ο σκωληξ διαφθειρει?
34 כִּי בַמָּקוֹם אֲשֶׁר אוֹצַרְכֶם בּוֹ שָׁם יִהְיֶה גַם־לְבַבְכֶם34 διοτι οπου ειναι ο θησαυρος σας, εκει θελει εισθαι και η καρδια σας.
35 מָתְנֵיכֶם יִהְיוּ חֲגוּרִים וְהַנֵּרוֹת דֹּלְקִים35 Ας ηναι αι οσφυες σας περιεζωσμεναι και οι λυχνοι καιομενοι?
36 וְאַתֶּם הֱיוּ דֹמִים לָאֲנָשִׁים הַמְחַכִּים לַאֲדֹנֵיהֶם מָתַי יָשׁוּב מִן־הַחֲתֻנָּה וְכַאֲשֶׁר יָבוֹא וְדָפַק יִפְתְחוּ־לוֹ כְּרָגַע36 και σεις ομοιοι με ανθρωπους, οιτινες προσμενουσι τον κυριον αυτων, ποτε θελει επιστρεψει εκ των γαμων, δια να ανοιξωσιν ευθυς εις αυτον οταν ελθη και κρουση.
37 אַשְׁרֵי הָעֲבָדִים הָהֵם אֲשֶׁר בְּבוֹא הָאָדוֹן יִמְצָאֵם שֹׁקְדִים אָמֵן אֹמֵר אֲנִי לָכֶם כִּי יֶאֱזֹר מָתְנָיו וְיוֹשִׁיבֵם וְיֵלֵךְ לְשָׁרֵת אוֹתָם37 Μακαριοι οι δουλοι εκεινοι, τους οποιους ελθων ο κυριος θελει ευρει αγρυπνουντας. Αληθως σας λεγω, οτι θελει περιζωσθη και καθισει αυτους εις την τραπεζαν, και ελθων εις το μεσον θελει υπηρετησει αυτους.
38 וְאִם־יָבוֹא בָּאַשְׁמֻרָה הַשֵּׁנִית אוֹ בָּאַשְׁמֻרָה הַשְּׁלִישִׁית וְכֵן יִמְצָא אַשְׁרֵי הָעֲבָדִים הָהֵם38 Και εαν ελθη εν τη δευτερα φυλακη και εν τη τριτη φυλακη ελθη και ευρη ουτω, μακαριοι ειναι οι δουλοι εκεινοι.
39 וְזֹאת דְּעוּ אֲשֶׁר אִם־יָדֹעַ יֵדַע בַּעַל הַבַּיִת בְּאֵיזוֹ שָׁעָה יָבוֹא הַגַּנָּב כִּי־עַתָּה שָׁקַד שָׁקוֹד וְלֹא־יִתֵּן לַחְתֹּר אֶת־בֵּיתוֹ39 Τουτο δε γινωσκετε, οτι εαν ηξευρεν ο οικοδεσποτης ποιαν ωραν ο κλεπτης ερχεται, ηθελεν αγρυπνησει και δεν ηθελεν αφησει να διορυχθη ο οικος αυτου.
40 לָכֵן גַּם־אַתֶּם הֱיוּ נְכוֹנִים כִּי בְשָׁעָה אֲשֶׁר לֹא פִלַּלְתֶּם יָבוֹא בֶּן־הָאָדָם40 Και σεις λοιπον γινεσθε ετοιμοι? διοτι καθ' ην ωραν δεν στοχαζεσθε, ερχεται ο Υιος του ανθρωπου.
41 וַיֹּאמֶר פֶּטְרוֹס אֲדֹנֵינוּ הֲלָנוּ אַתָּה אֹמֵר אֶת־הַמָּשָׁל הַזֶּה אִם־גַּם לְכָל־אָדָם41 Ειπε δε προς αυτον ο Πετρος? Κυριε, προς ημας λεγεις την παραβολην ταυτην η και προς παντας;
42 וַיֹּאמֶר הָאָדוֹן מִי־הוּא אֵפוֹא הַסֹּכֵן הַנֶּאֱמָן וְהַנָּבוֹן אֲשֶׁר יַפְקִידֵהוּ הָאָדוֹן עַל־עֲבֻדָּתוֹ לָתֵת אֶת־אֲרֻחָתָם בְּעִתּוֹ42 Και ο Κυριος ειπε? Τις λοιπον ειναι ο πιστος οικονομος και φρονιμος, τον οποιον θελει καταστησει ο κυριος αυτου επι των υπηρετων αυτου, δια να διδη εν καιρω την διωρισμενην τροφην;
43 אַשְׁרֵי הָעֶבֶד הַהוּא אֲשֶׁר בְּבֹא אֲדֹנָיו יִמְצָאֵהוּ עֹשֶׂה כֵּן43 Μακαριος ο δουλος εκεινος, τον οποιον ελθων ο κυριος αυτου θελει ευρει πραττοντα ουτως.
44 אֱמֶת אֹמֵר אֲנִי לָכֶם כִּי עַל־כֹּל אֲשֶׁר־יֶשׁ־לוֹ יַפְקִידֵהוּ44 Αληθως σας λεγω, οτι θελει καταστησει αυτον επι παντων των υπαρχοντων αυτου.
45 וְהָעֶבֶד הַהוּא אִם־יֹאמַר בְּלִבּוֹ בּשֵׁשׁ אֲדֹנִי לָבוֹא וְהֵחֵל לְהַכּוֹת אֶת־הָעֲבָדִים וְאֶת־הַשְּׁפָחוֹת וְלֶאֱכֹל וְלִשְׁתּוֹת וְלִשְׁכֹּר45 Εαν δε ειπη ο δουλος εκεινος εν τη καρδια αυτου, Βραδυνει να ελθη ο κυριος μου? και αρχιση να δερη τους δουλους και τας δουλας, και να τρωγη και να πινη και να μεθυη,
46 בּוֹא יָבוֹא אֲדֹנֵי הָעֶבֶד הַהוּא בְּיוֹם לֹא־יְצַפֶּה וּבְשָׁעָה לֹא יֵדָע וִישַׁסֵּף אוֹתוֹ וְיָשִׂים אֶת־חֶלְקוֹ עִם הַסּוֹרְרִים46 θελει ελθει ο κυριος του δουλου εκεινου, καθ' ην ημεραν δεν προσμενει και καθ' ην ωραν δεν εξευρει, και θελει αποχωρισει αυτον, και το μερος αυτου θελει θεσει μετα των απιστων.
47 וְהָעֶבֶד הַהוּא אֲשֶׁר יָדַע אֶת־רְצוֹן אֲדֹנָיו וְלֹא הֵכִין וְלֹא־עָשָׂה כִרְצוֹנוֹ יֻכֶּה מַכּוֹת רַבּוֹת47 Εκεινος δε ο δουλος, οστις γνωρισας το θελημα του κυριου αυτου δεν ητοιμασεν ουδε εκαμε κατα το θελημα αυτου, θελει δαρθη πολυ?
48 וַאֲשֶׁר לֹא־יָדַע וְעָשָׂה דְבָרִים אֲשֶׁר עֲלֵיהֶם בִּן־הַכּוֹת הוּא לֹא־יֻכֶּה כִּי אִם־מְעָט כִּי כָל־אִישׁ אֲשֶׁר נִתַּן־לוֹ הַרְבֵּה דָּרוֹשׁ יִדָּרֵשׁ מִמֶּנּוּ הַרְבֵּה וַאֲשֶׁר הִפְקִידוּ בְיָדוֹ הַרְבֵּה יִשְׁאֲלוּ מֵאִתּוֹ יוֹתֵר48 οστις ομως μη γνωρισας επραξεν αξια δαρμων, θελει δαρθη ολιγον? εις παντα δε, εις τον οποιον εδοθη πολυ, πολυ θελει ζητηθη παρ' αυτου, και εις οντινα ενεπιστευθη πολυ, περισσοτερον θελουσιν απαιτησει παρ' αυτου.
49 לְהַפִּיל אֵשׁ עַל־הָאָרֶץ בָּאתִי וּמֶה־חָפֵץ אֲנִי כִּי כְבָר בָּעָרָה49 Πυρ ηλθον να βαλω εις την γην, και τι θελω, εαν ηδη ανηφθη;
50 וְעָלַי טְבִילָה לְהִטָּבֵל וּמַה־יֵּצַר לִי עַד כִּי־תִשְׁלָם50 Βαπτισμα δε εχω να βαπτισθω, και πως στενοχωρουμαι εωσου εκτελεσθη.
51 הַחשְׁבִים אַתֶּם כִּי־בָאתִי לָתֵת שָׁלוֹם בָּאָרֶץ אֲנִי אֹמֵר לָכֶם לֹא כִּי אִם־מַחֲלֹקֶת51 Νομιζετε οτι ηλθον να δωσω ειρηνην εν τη γη; ουχι, σας λεγω, αλλα διαχωρισμον.
52 כִּי מֵעַתָּה חֲמִשָּׁה בְּבַיִת אֶחָד יֵחָלֵקוּ שְׁלשָׁה עַל־שְׁנַיִם וּשְׁנַיִם עַל־שְׁלשָׁה52 Διοτι απο του νυν θελουσιν εισθαι πεντε εν οικω ενι διακεχωρισμενοι, οι τρεις κατα των δυο και οι δυο κατα των τριων?
53 הָאָב יֵחָלֵק עַל־הַבֵּן וְהַבֵּן עַל־הָאָב הָאֵם עַל־הַבַּת וְהַבַּת עַל־הָאֵם הֶחָמוֹת עַל־הַכַּלָּה וְהַכַּלָּה עַל־הֶחָמוֹת53 Θελει διαχωρισθη πατηρ κατα υιου και υιος κατα πατρος, μητηρ κατα θυγατρος και θυγατηρ κατα μητρος, πενθερα κατα της νυμφης αυτης και νυμφη κατα της πενθερας αυτης.
54 וַיֹּאמֶר גַּם אֶל־הֲמוֹן הָעָם כִּרְאֹתְכֶם אֶת־הֶעָנָן עֹלֶה בַמַּעֲרָב וַאֲמַרְתֶּם גֶּשֶׁם בָּא וְכֵן יִהְיֶה54 Ελεγε και προς τους οχλους? Οταν ιδητε την νεφελην ανυψουμενην απο δυσμων, ευθυς λεγετε, Βροχη ερχεται, και γινεται ουτω?
55 וְאִם־נָשְׁבָה רוּחַ הַנֶּגֶב תֹּאמְרוּ הִנֵּה חֹם בָּא וְגַם יָבוֹא55 και οταν νοτον πνεοντα, λεγετε οτι καυσων θελει εισθαι, και γινεται.
56 הַחֲנֵפִים אֶת־פְּנֵי הָאָרֶץ וְהַשָּׁמַיִם יְדַעְתֶּם לִבְחֹן וְאֶת־הָעֵת הַזֹּאת אֵיךְ לֹא תִבְחָנוּ56 Υποκριται, το προσωπον της γης και του ουρανου εξευρετε να διακρινητε, τον δε καιρον τουτον πως δεν διακρινετε;
57 לָמָה אַף־מִנַּפְשְׁכֶם לֹא תִשְׁפְּטוּ אֶת־הַיּשֶׁר57 Δια τι δε και αφ' εαυτων δεν κρινετε το δικαιον;
58 כִּי כַּאֲשֶׁר תֵּלֵךְ אֶל־הַשַּׂר עִם־אִישׁ רִיבֶךָ בְּעוֹדְךָ בַדֶּרֶךְ הִשְׁתַּדֵּל לְהִנָּצֵל מִמֶּנּוּ פֶּן־יִסְחַב אוֹתְךָ אֶל־הַשֹּׁפֵט וְהַשֹּׁפֵט יִמְסָרְךָ אֶל־הַשּׁוֹטֵר וְהַשּׁוֹטֵר יַשְׁלִיכְךָ אֶל־בֵּית הַכֶּלֶא58 Ενω λοιπον υπαγεις μετα του αντιδικου σου προς τον αρχοντα, προσπαθησον καθ' οδον να απαλλαχθης απ' αυτου, μηποτε σε συρη προς τον κριτην, και ο κριτης σε παραδωση εις τον υπηρετην, και ο υπηρετης σε βαλη εις φυλακην.
59 וַאֲנִי אֹמֵר לְךָ לֹא תֵצֵא מִשָּׁם עַד אִם־שִׁלַּמְתָּ גַּם אֶת־הַפְּרוּטָה הָאַחֲרוֹנָה59 Σοι λεγω, δεν θελεις εξελθει εκειθεν, εωσου αποδωσης και το εσχατον λεπτον.