Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Geremia 14


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Parola del Signore rivolta a Geremia sul fatto della siccità.1 Ο λογος του Κυριου ο γενομενος προς Ιερεμιαν περι της ανομβριας.
2 La Giudea è in duolo, sono prostrate le sue porte e giacciono cupe al suolo, e un grido si è alzato da Gerusalemme.2 Ο Ιουδας πενθει και αι πυλαι αυτου ειναι περιλυποι? κοιτονται κατα γης μελανειμονουσαι? και ανεβη η κραυγη της Ιερουσαλημ.
3 I maggiorenti mandarono i loro inferiori per acqua, vennero ad attingere e non trovarono acqua, riportarono i loro vasi vuoti, restarono confusi ed afflitti e si copersero il capo.3 Και οι μεγιστανες αυτης απεστειλαν τους νεους αυτων δια υδωρ? ηλθον εις τα φρεατα, δεν ευρηκαν υδωρ? επεστρεψαν με τα αγγεια αυτων κενα? ησχυνθησαν και ενετραπησαν και εσκεπασαν τας κεφαλας αυτων.
4 A causa della squallidezza della terra, perchè pioggia non è venuta, i campagnuoli sono rimasti costernati e si copersero il capo.4 Επειδη η γη εσχισθη, διοτι δεν ητο βροχη επι της γης, οι γεωργοι ησχυνθησαν, εσκεπασαν τας κεφαλας αυτων.
5 Anche la cerva nel campo figliò e abbandonò i suoi parti, perchè l'erba era venuta a mancare.5 Και η ελαφος ετι, γεννησασα εν τη πεδιαδι, εγκατελιπε το τεκνον αυτης, επειδη χορτος δεν ητο.
6 Gli onagri, ritti sulle vette, boccheggiavano al vento come draghi, cogli occhi spenti, perchè non c'era più erba.6 Και οι αγριοι ονοι εσταθησαν επι τους υψηλους τοπους, ερροφουν τον αερα ως θωες? οι οφθαλμοι αυτων εμαρανθησαν, επειδη χορτος δεν ητο.
7 Se le nostre iniquità ci condannano, o Signore, opera in riguardo al tuo nome, perchè i nostri pervertimenti sono molti, noi abbiamo peccato contro di te.7 Κυριε, αν και αι ανομιαι ημων καταμαρτυρωσιν εναντιον ημων, καμε ομως δια το ονομα σου? διοτι αι αποστασιαι ημων επληθυνθησαν? εις σε ημαρτησαμεν.
8 O aspettazione d'Israele, suo salvatore nel tempo dell'angustia, perchè saresti in questa terra come un avventizio, come un viandante che si ferma ad albergare?8 Ελπις του Ισραηλ, σωτηρ αυτου εν καιρω θλιψεως, δια τι ηθελες εισθαι ως παροικος εν τη γη και ως οδοιπορος εκκλινων εις καταλυμα;
9 Perchè saresti come un uomo smarrito, come un forte impotente a salvare? Ma tu, o Signore, sei in mezzo di noi, il tuo nome è invocato sopra di noi: non ci abbandonare!9 Δια τι ηθελες εισθαι ως ανθρωπος εκστατικος, ως ισχυρος μη δυναμενος να σωση; Αλλα συ, Κυριε, εν μεσω ημων εισαι, και το ονομα σου εκληθη εφ' ημας? μη εγκαταλιπης ημας.
10 Così dice il Signore a questo popolo che ha amato di andare a zonzo con i piedi senza mai stare cheto e perciò non è piaciuto al Signore: ora è il momento che ricorderà la loro iniquità, li visiterà per castigare i loro peccati.10 Ουτω λεγει Κυριος προς τον λαον τουτον? Επειδη ηγαπησαν να πλανωνται και δεν εκρατησαν τους ποδας αυτων, δια τουτο ο Κυριος δεν ηυδοκησεν εις αυτους? τωρα θελει ενθυμηθη την ανομιαν αυτων και επισκεφθη τας αμαρτιας αυτων.
11 E il Signore mi disse: «Non pregare più in favore di questo popolo.11 Και ειπε Κυριος προς εμε, Μη προσευχου υπερ του λαου τουτου δια καλον.
12 Quando digiuneranno, non esaudirò più le loro orazioni; e se offriranno olocausti e vittime, non li accetterò, perchè li consumerò colla spada, la fame e la peste».12 Και εαν νηστευσωσι, δεν θελω εισακουσει της κραυγης αυτων? και εαν προσφερωσιν ολοκαυτωματα και προσφοραν, δεν θελω ευδοκησει εις αυτα? αλλα θελω καταναλωσει αυτους εν μαχαιρα και εν πεινη και εν λοιμω.
13 E io dissi: «Ah, ah, ah, Signore Dio! I profeti dicon loro: - Non vedrete la spada, e la fame non ci sarà, ma la pace di sicuro, la pace vi darà in questo luogo -».13 Και ειπα, Ω, Κυριε Θεε, ιδου, οι προφηται λεγουσι προς αυτους, δεν θελετε ιδει μαχαιραν ουδε θελει εισθαι πεινα εις εσας, αλλα θελω σας δωσει ειρηνην ασφαλη εν τω τοπω τουτω.
14 E il Signore disse a me: «Falsamente i profeti profetizzano in nome mio; io non ho dato loro nessuna missione e nessun ordine e non ho parlato a loro: visione bugiarda, fattucchieria, impostura e illusione del loro cuore profetizzano a voi.14 Και ειπε Κυριος προς εμε, Ψευδη προφητευουσιν οι προφηται εν τω ονοματι μου? εγω δεν απεστειλα αυτους ουδε προσεταξα εις αυτους ουδε ελαλησα προς αυτους? αυτοι προφητευουσιν εις εσας ορασιν ψευδη και μαντειαν και ματαιοτητα και την δολιοτητα της καρδιας αυτων.
15 Per questo, così dice il Signore, sul conto dei profeti che profetizzano in mio nome senza averne avuto la missione da me, che dicono: - Nè spada, nè fame vi sarà in questa terra.- Quei profeti, di spada e di fame periranno.15 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος περι των προφητων των προφητευοντων εν τω ονοματι μου, ενω εγω δεν απεστειλα, αυτους αλλ' αυτοι λεγουσι, Μαχαιρα και πεινα δεν θελει εισθαι εν τω τοπω τουτω? εν μαχαιρα και εν πεινη θελουσι συντελεσθη οι προφηται εκεινοι.
16 E le popolazioni a cui vanno facendo delle profezie giaceranno vittime della spada e della fame, gettate nelle vie di Gerusalemme senza alcuno che le seppellisca, essi, le loro mogli, i figli e le figlie, e sopra di loro rovescerò il loro male.16 Ο δε λαος, εις τους οποιους αυτοι προφητευουσι, θελουσιν εισθαι ερριμμενοι εν ταις οδοις της Ιερουσαλημ υπο πεινης και μαχαιρας? και δεν θελει εισθαι ο θαπτων αυτους, τας γυναικας αυτων και τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων? και θελω εκχεει επ' αυτους την κακιαν αυτων.
17 E tu dirai loro questa parola: - Gli occhi miei versino lacrime, notte e giorno senza tregua, perchè da una grande rovina è stata colpita la figlia del popolo mio, da una percossa grandemente funesta.-17 Δια τουτο θελεις ειπει προς αυτους τον λογον τουτον? Ας χυσωσιν οι οφθαλμοι μου δακρυα, νυκτα και ημεραν, και ας μη παυσωσι? διοτι η παρθενος, η θυγατηρ του λαου μου, συνετριφθη συντριμμα μεγα, πληγην οδυνηραν σφοδρα.
18 Se esco per i campi, ecco gli uccisi dalla spada; se ritorno in città, ecco gli sfiniti dalla fame; anche il profeta, anche il sacerdote sono andati raminghi in paesi sconosciuti».18 Εαν εξελθω εις την πεδιαδα, τοτε ιδου, οι πεφονευμενοι εν μαχαιρα? και εαν εισελθω εις την πολιν, τοτε ιδου, οι νενεκρωμενοι υπο της πεινης, ο δε προφητης ετι και ο ιερευς εμπορευονται επι της γης και δεν αισθανονται.
19 Hai tu proprio rigettato Giuda? L'anima tua ha preso in avversione Sion? Perchè dunque ci hai percossi irrimediabilmente? Abbiamo aspettato la pace e non c'è bene; un momento di ristoro, ed ecco trepidazione?19 Απερριψας πανταπασι τον Ιουδαν; απεστραφη την Σιων η ψυχη σου; Δια τι επαταξας ημας, και δεν υπαρχει θεραπεια εις ημας; επροσμενομεν ειρηνην, αλλ' ουδεν αγαθον? και τον καιρον της θεραπειας, και ιδου, ταραχη.
20 Noi riconosciamo, o Signore, le nostre empietà e le iniquità dei nostri padri, perchè abbiamo peccato contro di te.20 Γνωριζομεν, Κυριε, την ασεβειαν ημων, την ανομιαν των πατερων ημων, οτι ημαρτησαμεν εις σε.
21 Per riguardo al tuo nome non esporci all'oltraggio; non farci vilipendere in onta al soglio della tua gloria; ricorda e non rompere l'alleanza che hai fatto con noi.21 Μη αποστραφης ημας, δια το ονομα σου? μη ατιμασης τον θρονον της δοξης σου? ενθυμηθητι, μη διασκεδασης την διαθηκην σου την προς ημας.
22 Sono forse tra i simulacri dei gentili coloro che fanno piovere? o avrebbero potere i cieli di dare le piogge? E non sei tu, o Dio nostro, in cui abbiamo sperato? perchè sei tu che hai fatto tutte queste cose.22 Υπαρχει μεταξυ των ματαιοτητων των εθνων διδους βροχην; η οι ουρανοι διδουσιν υετους; δεν εισαι συ αυτος ο δοτηρ, Κυριε Θεε ημων; δια τουτο θελομεν σε προσμενει? διοτι συ εκαμες παντα ταυτα.