Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Acts of the Apostles 28


font
NEW AMERICAN BIBLEGREEK BIBLE
1 Once we had reached safety we learned that the island was called Malta.1 Και αφου διεσωθησαν, τοτε εγνωρισαν οτι η νησος ονομαζεται Μελιτη.
2 The natives showed us extraordinary hospitality; they lit a fire and welcomed all of us because it had begun to rain and was cold.2 Οι δε βαρβαροι εδειξαν εις ημας ου την τυχουσαν φιλανθρωπιαν? διοτι αναψαντες πυραν, υπεδεχθησαν παντας ημας δια την επικειμενην βροχην και δια το ψυχος.
3 Paul had gathered a bundle of brushwood and was putting it on the fire when a viper, escaping from the heat, fastened on his hand.3 Οτε δε ο Παυλος, συσσωρευσας πληθος φρυγανων, εβαλεν επι την πυραν, εχιδνα εξελθουσα εκ της θερμοτητος προσεκολληθη εις την χειρα αυτου.
4 When the natives saw the snake hanging from his hand, they said to one another, "This man must certainly be a murderer; though he escaped the sea, Justice has not let him remain alive."4 Ως δε ειδον οι βαρβαροι το θηριον κρεμαμενον εκ της χειρος αυτου, ελεγον προς αλληλους? Βεβαιως φονευς ειναι ο ανθρωπος ουτος, τον οποιον διασωθεντα εκ της θαλασσης η θεια δικη δεν αφηκε να ζη.
5 But he shook the snake off into the fire and suffered no harm.5 Και αυτος μεν απετιναξε το θηριον εις το πυρ και δεν επαθεν ουδεν κακον?
6 They were expecting him to swell up or suddenly to fall down dead but, after waiting a long time and seeing nothing unusual happen to him, they changed their minds and began to say that he was a god.6 εκεινοι δε επροσμενον οτι εμελλε να πρησθη η εξαιφνης να πεση κατω νεκρος. Αφου ομως επροσμενον πολλην ωραν και εβλεπον οτι ουδεν κακον εγινετο εις αυτον, μεταβαλοντες στοχασμον ελεγον οτι ειναι Θεος.
7 In the vicinity of that place were lands belonging to a man named Publius, the chief of the island. He welcomed us and received us cordially as his guests for three days.7 Εις τα περιξ δε του τοπου εκεινου ησαν κτηματα του πρωτου της νησου ονομαζομενου Ποπλιου, οστις αναδεχθεις ημας, εξενισε φιλοφρονως τρεις ημερας.
8 It so happened that the father of Publius was sick with a fever and dysentery. Paul visited him and, after praying, laid his hands on him and healed him.8 Συνεβη δε να ηναι κατακειτος ο πατηρ του Ποπλιου, πασχων πυρετον και δυσεντεριαν? προς τον οποιον εισελθων ο Παυλος και προσευχηθεις, επεθεσεν επ' αυτον τας χειρας και ιατρευσεν αυτον.
9 After this had taken place, the rest of the sick on the island came to Paul and were cured.9 Τουτου λοιπον γενομενου και οι λοιποι, οσοι ειχον ασθενειας εν τη νησω, προσηρχοντο και εθεραπευοντο?
10 They paid us great honor and when we eventually set sail they brought us the provisions we needed.10 οιτινες και με τιμας πολλας ετιμησαν ημας και οτε εμελλομεν να αναχωρησωμεν, εφωδιασαν με τα χρειωδη.
11 Three months later we set sail on a ship that had wintered at the island. It was an Alexandrian ship with the Dioscuri as its figurehead.11 Μετα δε τρεις μηνας απεπλευσαμεν επι πλοιου Αλεξανδρινου, με σημαιαν των Διοσκουρων, το οποιον ειχε παραχειμασει εν τη νησω,
12 We put in at Syracuse and stayed there three days,12 και φθασαντες εις τας Συρακουσας, εμειναμεν τρεις ημερας?
13 and from there we sailed round the coast and arrived at Rhegium. After a day, a south wind came up and in two days we reached Puteoli.13 εκειθεν δε περιπλευσαντες κατηντησαμεν εις Ρηγιον, και μετα μιαν ημεραν, πνευσαντος νοτου, την δευτεραν ημεραν ηλθομεν εις Ποτιολους?
14 There we found some brothers and were urged to stay with them for seven days. And thus we came to Rome.14 οπου ευροντες αδελφους, παρεκαλεσθημεν να μεινωμεν παρ' αυτοις επτα ημερας, και ουτως ηλθομεν εις την Ρωμην.
15 The brothers from there heard about us and came as far as the Forum of Appius and Three Taverns to meet us. On seeing them, Paul gave thanks to God and took courage.15 Εκειθεν δε ακουσαντες οι αδελφοι τα περι ημων, εξηλθον εις απαντησιν ημων εως του Αππιου Φορου και των Τριων Ταβερνων, τους οποιους ιδων ο Παυλος, ηυχαριστησε τον Θεον και ελαβε θαρρος.
16 When he entered Rome, Paul was allowed to live by himself, with the soldier who was guarding him.16 Οτε δε ηλθομεν εις Ρωμην, ο εκατονταρχος παρεδωκε τους δεσμιους εις τον στρατοπεδαρχην? εις τον Παυλον ομως συνεχωρηθη να μενη καθ' εαυτον μετα του στρατιωτου, οστις εφυλαττεν αυτον.
17 Three days later he called together the leaders of the Jews. When they had gathered he said to them, "My brothers, although I had done nothing against our people or our ancestral customs, I was handed over to the Romans as a prisoner from Jerusalem.17 Μετα δε τρεις ημερας συνεκαλεσεν ο Παυλος τους οντας των Ιουδαιων πρωτους? και αφου συνηλθον, ελεγε προς αυτους? Ανδρες αδελφοι, εγω ουδεν εναντιον πραξας εις τον λαον η εις τα εθιμα τα πατρωα, παρεδοθην εξ Ιεροσολυμων δεσμιος εις τας χειρας των Ρωμαιων?
18 After trying my case the Romans wanted to release me, because they found nothing against me deserving the death penalty.18 οιτινες αφου με ανεκριναν, ηθελον να με απολυσωσι, διοτι ουδεμια αιτια θανατου υπηρχεν εν εμοι.
19 But when the Jews objected, I was obliged to appeal to Caesar, even though I had no accusation to make against my own nation.19 Επειδη δε αντελεγον οι Ιουδαιοι, ηναγκασθην να επικαλεσθω τον Καισαρα, ουχι ως εχων να κατηγορησω κατα τι το εθνος μου.
20 This is the reason, then, I have requested to see you and to speak with you, for it is on account of the hope of Israel that I wear these chains."20 Δια ταυτην λοιπον την αιτιαν σας εκαλεσα, δια να σας ιδω και ομιλησω? διοτι ενεκα της ελπιδος του Ισραηλ φορω ταυτην την αλυσιν.
21 They answered him, "We have received no letters from Judea about you, nor has any of the brothers arrived with a damaging report or rumor about you.21 Οι δε ειπον προς αυτον? ημεις ουτε γραμματα ελαβομεν περι σου απο της Ιουδαιας, ουτε ελθων τις εκ των αδελφων απηγγειλεν η ελαλησε τι κακον περι σου.
22 But we should like to hear you present your views, for we know that this sect is denounced everywhere."22 Επιθυμουμεν δε να ακουσωμεν παρα σου τι φρονεις διοτι περι της αιρεσεως ταυτης ειναι γνωστον εις ημας οτι πανταχου αντιλεγεται.
23 So they arranged a day with him and came to his lodgings in great numbers. From early morning until evening, he expounded his position to them, bearing witness to the kingdom of God and trying to convince them about Jesus from the law of Moses and the prophets.23 Και αφου διωρισαν εις αυτον ημεραν, ηλθον προς αυτον πολλοι εις το καταλυμα, εις τους οποιους εξεθεσε δια μαρτυριων την βασιλειαν του Θεου και επειθεν αυτους εις τα περι του Ιησου απο τε του νομου του Μωυσεως και των προφητων απο πρωι εως εσπερας.
24 Some were convinced by what he had said, while others did not believe.24 Και αλλοι μεν επειθοντο εις τα λεγομενα, αλλοι δε ηπιστουν.
25 Without reaching any agreement among themselves they began to leave; then Paul made one final statement. "Well did the holy Spirit speak to your ancestors through the prophet Isaiah, saying:25 Ασυμφωνοι δε οντες προς αλληλους ανεχωρουν, αφου ο Παυλος ειπεν ενα λογον, οτι καλως ελαλησε το Πνευμα το Αγιον προς τους πατερας ημων δια Ησαιου του προφητου,
26 'Go to this people and say: You shall indeed hear but not understand. You shall indeed look but never see.26 λεγον? Υπαγε προς τον λαον τουτον και ειπε? Με την ακοην θελετε ακουσει και δεν θελετε εννοησει, και βλεποντες θελετε ιδει και δεν θελετε καταλαβει?
27 Gross is the heart of this people; they will not hear with their ears; they have closed their eyes, so they may not see with their eyes and hear with their ears and understand with their heart and be converted, and I heal them.'27 διοτι επαχυνθη η καρδια του λαου τουτου, και με τα ωτα βαρεως ηκουσαν και τους οφθαλμους αυτων εκλεισαν, μηποτε ιδωσι με τους οφθαλμους και ακουσωσι με τα ωτα και νοησωσι με την καρδιαν και επιστρεψωσι, και ιατρευσω αυτους.
28 Let it be known to you that this salvation of God has been sent to the Gentiles; they will listen."28 Γνωστον λοιπον εστω εις εσας οτι εις τα εθνη απεσταλη το σωτηριον του Θεου, αυτοι και θελουσιν ακουσει.
29 29 Και αφου ειπε ταυτα ανεχωρησαν οι Ιουδαιοι εχοντες πολλην συζητησιν προς αλληλους.
30 He remained for two full years in his lodgings. He received all who came to him,30 Εμεινε δε ο Παυλος δυο ολοκληρα ετη εν ιδιαιτερα μισθωτη οικια και εδεχετο παντας τους ερχομενους προς αυτον,
31 and with complete assurance and without hindrance he proclaimed the kingdom of God and taught about the Lord Jesus Christ.31 κηρυττων την βασιλειαν του Θεου και διδασκων μετα πασης παρρησιας ακωλυτως τα περι του Κυριου Ιησου Χριστου.