Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Α´ - 1 Maccabei - Maccabees I 16


font
LXXBIBBIA CEI 1974
1 και ανεβη ιωαννης εκ γαζαρων και απηγγειλεν σιμωνι τω πατρι αυτου α συνετελεσεν κενδεβαιος1 Allora Giovanni salì da Ghezer e riferì a Simone suo padre quanto faceva Cendebèo.
2 και εκαλεσεν σιμων τους δυο υιους αυτου τους πρεσβυτερους ιουδαν και ιωαννην και ειπεν αυτοις εγω και οι αδελφοι μου και ο οικος του πατρος μου επολεμησαμεν τους πολεμους ισραηλ απο νεοτητος εως της σημερον ημερας και ευοδωθη εν ταις χερσιν ημων ρυσασθαι τον ισραηλ πλεονακις2 Simone chiamò i suoi due figli maggiori Giuda e Giovanni e disse loro: "Io e i miei fratelli e la casa di mio padre abbiamo combattuto le battaglie d'Israele dalla gioventù fino ad oggi e riuscì nelle nostre mani l'impresa di salvare Israele ripetutamente;
3 νυνι δε γεγηρακα και υμεις δε εν τω ελεει ικανοι εστε εν τοις ετεσιν γινεσθε αντ' εμου και του αδελφου μου και εξελθοντες υπερμαχειτε υπερ του εθνους ημων η δε εκ του ουρανου βοηθεια εστω μεθ' υμων3 ora io sono vecchio e voi, per misericordia del Cielo, siete nell'età buona; prendete il posto mio e di mio fratello e fatevi avanti a combattere per il vostro popolo; l'aiuto del Cielo sia con voi".
4 και επελεξεν εκ της χωρας εικοσι χιλιαδας ανδρων πολεμιστων και ιππεις και επορευθησαν επι τον κενδεβαιον και εκοιμηθησαν εν μωδειν4 Giovanni arruolò nella regione ventimila uomini esperti nelle armi e cavalieri; partirono contro Cendebèo e passarono la notte in Modin.
5 και ανασταντες το πρωι επορευθησαν εις το πεδιον και ιδου δυναμις πολλη εις συναντησιν αυτοις πεζικη και ιππεις και χειμαρρους ην ανα μεσον αυτων5 Alzatisi il mattino, proseguirono per la pianura ed ecco venire incontro a loro un esercito ingente, fanti e cavalleria; ma un torrente li separava.
6 και παρενεβαλε κατα προσωπον αυτων αυτος και ο λαος αυτου και ειδεν τον λαον δειλουμενον διαπερασαι τον χειμαρρουν και διεπερασεν πρωτος και ειδον αυτον οι ανδρες και διεπερασαν κατοπισθεν αυτου6 Giovanni con la sua gente pose il campo di fronte. Vedendo che il grosso esitava ad attraversare il torrente, passò per primo. Lo videro i suoi uomini e passarono dopo di lui.
7 και διειλεν τον λαον και τους ιππεις εν μεσω των πεζων ην δε ιππος των υπεναντιων πολλη σφοδρα7 Egli divise la moltitudine e pose i cavalieri in mezzo ai fanti, perché la cavalleria degli avversari era molto numerosa.
8 και εσαλπισαν ταις σαλπιγξιν και ετροπωθη κενδεβαιος και η παρεμβολη αυτου και επεσον εξ αυτων τραυματιαι πολλοι οι δε καταλειφθεντες εφυγον εις το οχυρωμα8 Poi diedero fiato alle trombe: Cendebèo e il suo schieramento furono respinti; molti della loro parte caddero colpiti a morte e i superstiti si rifugiarono nella fortezza.
9 τοτε ετραυματισθη ιουδας ο αδελφος ιωαννου ιωαννης δε κατεδιωξεν αυτους εως ηλθεν εις κεδρων ην ωκοδομησεν9 Fu ferito allora anche Giuda, fratello di Giovanni. Giovanni invece li inseguì, finché giunse a Cedron che Cendebèo aveva ricostruito.
10 και εφυγον εις τους πυργους τους εν τοις αγροις αζωτου και ενεπυρισεν αυτην εν πυρι και επεσον εξ αυτων εις ανδρας δισχιλιους και απεστρεψεν εις την ιουδαιαν μετα ειρηνης10 I nemici fuggirono nelle torri esistenti nelle campagne di Asdòd, ma egli vi appiccò il fuoco. Restarono sul campo circa duemila nemici. Poi Giovanni ritornò in Giudea senza molestie.
11 και πτολεμαιος ο του αβουβου ην καθεσταμενος στρατηγος εις το πεδιον ιεριχω και εσχεν αργυριον και χρυσιον πολυ11 Tolomeo, figlio di Abùbo, era stato costituito stratega della pianura di Gèrico. Egli possedeva molto argento e oro,
12 ην γαρ γαμβρος του αρχιερεως12 poiché era il genero del sommo sacerdote.
13 και υψωθη η καρδια αυτου και εβουληθη κατακρατησαι της χωρας και εβουλευετο δολω κατα σιμωνος και των υιων αυτου αραι αυτους13 Il suo cuore si inorgoglì e si propose di impadronirsi del paese e covava perfidi disegni contro Simone e i suoi figli per eliminarli.
14 σιμων δε ην εφοδευων τας πολεις τας εν τη χωρα και φροντιζων της επιμελειας αυτων και κατεβη εις ιεριχω αυτος και ματταθιας και ιουδας οι υιοι αυτου ετους εβδομου και εβδομηκοστου και εκατοστου εν μηνι ενδεκατω ουτος ο μην σαβατ14 Simone era in visita alle città della regione e si interessava delle loro necessità. Venne allora in Gèrico insieme con Mattatia e Giuda suoi figli, nell'anno centosettantasette, nell'undicesimo mese, cioè il mese di Sabat.
15 και υπεδεξατο αυτους ο του αβουβου εις το οχυρωματιον το καλουμενον δωκ μετα δολου ο ωκοδομησεν και εποιησεν αυτοις ποτον μεγαν και ενεκρυψεν εκει ανδρας15 Il figlio di Abùbo, che covava il tradimento, li ricevette nella cittadella, chiamata Dok, che egli aveva costruita, e servì loro un gran banchetto, nascondendo ivi degli armati.
16 και οτε εμεθυσθη σιμων και οι υιοι αυτου εξανεστη πτολεμαιος και οι παρ' αυτου και ελαβον τα οπλα αυτων και επεισηλθον τω σιμωνι εις το συμποσιον και απεκτειναν αυτον και τους δυο υιους αυτου και τινας των παιδαριων αυτου16 Quando Simone e i figli furono inebriati, Tolomeo e i suoi uomini si alzarono, impugnarono le armi, si scagliarono contro Simone nella sala del banchetto e trucidarono lui, i due figli e alcuni suoi servi.
17 και εποιησεν αθεσιαν μεγαλην και απεδωκεν κακα αντι αγαθων17 Egli commise un'enorme perfidia e rese male per bene.
18 και εγραψεν ταυτα πτολεμαιος και απεστειλεν τω βασιλει οπως αποστειλη αυτω δυναμεις εις βοηθειαν και παραδω την χωραν αυτων και τας πολεις18 Tolomeo scrisse di questa cosa e spedì al re, perché gli inviasse milizie in aiuto e gli desse in consegna la loro regione e le città.
19 και απεστειλεν ετερους εις γαζαρα αραι τον ιωαννην και τοις χιλιαρχοις απεστειλεν επιστολας παραγενεσθαι προς αυτον οπως δω αυτοις αργυριον και χρυσιον και δοματα19 Inviò altri uomini a Ghezer per eliminare Giovanni e spedì lettere ai suoi comandanti, che venissero da lui, perché doveva loro argento e oro e doni;
20 και ετερους απεστειλεν καταλαβεσθαι την ιερουσαλημ και το ορος του ιερου20 altri uomini inviò ad occupare Gerusalemme e il monte del tempio.
21 και προδραμων τις απηγγειλεν ιωαννη εις γαζαρα οτι απωλετο ο πατηρ αυτου και οι αδελφοι αυτου και οτι απεσταλκεν και σε αποκτειναι21 Ma qualcuno corse avanti e informò Giovanni che suo padre e i suoi fratelli erano periti, aggiungendo: "Ha inviato uomini per uccidere anche te".
22 και ακουσας εξεστη σφοδρα και συνελαβεν τους ανδρας τους ελθοντας απολεσαι αυτον και απεκτεινεν αυτους επεγνω γαρ οτι εζητουν αυτον απολεσαι22 Udendo ciò, Giovanni rimase profondamente costernato; poi catturò gli uomini inviati per sopprimerlo e li mise a morte. Aveva infatti saputo che cercavano di ucciderlo.
23 και τα λοιπα των λογων ιωαννου και των πολεμων αυτου και των ανδραγαθιων αυτου ων ηνδραγαθησεν και της οικοδομης των τειχων ων ωκοδομησεν και των πραξεων αυτου23 Le altre azioni di Giovanni, le sue battaglie e gli atti di valore da lui compiuti, la ricostruzione delle mura da lui eseguita e le sue imprese, ecco stanno scritte negli annali del suo sommo sacerdozio, da quando divenne sommo sacerdote dopo la morte di suo padre.
24 ιδου ταυτα γεγραπται επι βιβλιω ημερων αρχιερωσυνης αυτου αφ' ου εγενηθη αρχιερευς μετα τον πατερα αυτου .