Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β´ - 2 Cronache - Chronicles II 34


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 ων οκτω ετων ιωσιας εν τω βασιλευσαι αυτον και τριακοντα εν ετος εβασιλευσεν εν ιερουσαλημ1 Nyolcesztendős volt Jozija, amikor uralkodni kezdett, s harmincegy esztendeig uralkodott Jeruzsálemben.
2 και εποιησεν το ευθες εναντιον κυριου και επορευθη εν οδοις δαυιδ του πατρος αυτου και ουκ εξεκλινεν δεξια και αριστερα2 Azt cselekedte, ami helyes volt az Úr színe előtt, s atyjának, Dávidnak útjain járt: nem tért le sem jobbra, sem balra.
3 και εν τω ογδοω ετει της βασιλειας αυτου και αυτος ετι παιδαριον ηρξατο του ζητησαι κυριον τον θεον δαυιδ του πατρος αυτου και εν τω δωδεκατω ετει της βασιλειας αυτου ηρξατο του καθαρισαι τον ιουδαν και την ιερουσαλημ απο των υψηλων και των αλσεων και απο των χωνευτων3 Uralkodásának nyolcadik esztendejében, még gyermekkorában, elkezdte keresni atyjának, Dávidnak Istenét, s az uralkodásának megkezdését követő tizenkettedik esztendőben megtisztította Júdát és Jeruzsálemet a magaslatoktól, a berkektől, a bálványoktól s a faragott képektől.
4 και κατεσπασεν κατα προσωπον αυτου τα θυσιαστηρια των βααλιμ και τα υψηλα τα επ' αυτων και εκοψεν τα αλση και τα γλυπτα και τα χωνευτα συνετριψεν και ελεπτυνεν και ερριψεν επι προσωπον των μνηματων των θυσιαζοντων αυτοις4 Lerontották előtte a Baálok oltárait, ledöntötték a rájuk helyezett bálványokat, kivágatta és összetörette a berkeket s a faragott képeket, és darabjaikat azoknak a sírjára hányatta, akik áldoztak nekik.
5 και οστα ιερεων κατεκαυσεν επι τα θυσιαστηρια και εκαθαρισεν τον ιουδαν και την ιερουσαλημ5 Ezenkívül elégette a papok csontjait a bálványoltárokon, megtisztította Júdát és Jeruzsálemet,
6 και εν πολεσιν εφραιμ και μανασση και συμεων και νεφθαλι και τοις τοποις αυτων κυκλω6 sőt még Manassze, Efraim, Simeon és Naftali városaiban is felforgatta mindezeket.
7 και κατεσπασεν τα αλση και τα θυσιαστηρια και τα ειδωλα κατεκοψεν λεπτα και παντα τα υψηλα εκοψεν απο πασης της γης ισραηλ και απεστρεψεν εις ιερουσαλημ7 Amikor aztán feldúlta az oltárokat s a berkeket és darabokra zúzta a faragott képeket, és lerontott minden bálványtemplomot Izrael egész földjén, visszatért Jeruzsálembe.
8 και εν τω οκτωκαιδεκατω ετει της βασιλειας αυτου του καθαρισαι την γην και τον οικον απεστειλεν τον σαφαν υιον εσελια και τον μαασιαν αρχοντα της πολεως και τον ιουαχ υιον ιωαχαζ τον υπομνηματογραφον αυτου κραταιωσαι τον οικον κυριου του θεου αυτου8 Uralkodásának tizennyolcadik esztendejében pedig, amikor már megtisztította az országot és az Úr templomát, elküldte Sáfánt, Eszelja fiát, meg Maaszját, a város parancsnokát, meg Johát, Joacház fiát, a jegyzőt, hogy javítsák ki az Úrnak, az ő Istenének házát.
9 και ηλθον προς χελκιαν τον ιερεα τον μεγαν και εδωκαν το αργυριον το εισενεχθεν εις οικον θεου ο συνηγαγον οι λευιται φυλασσοντες την πυλην εκ χειρος μανασση και εφραιμ και των αρχοντων και απο παντος καταλοιπου εν ισραηλ και υιων ιουδα και βενιαμιν και οικουντων εν ιερουσαλημ9 Azok el is mentek Helkija főpaphoz, átvették tőle azt a pénzt, amely az Úr házába befolyt. A leviták meg az ajtónállók Manasszétól, Efraimtól, s Izrael egész maradékától, meg egész Júdától, Benjamintól s Jeruzsálem lakóitól gyűjtöttek,
10 και εδωκαν αυτο επι χειρα ποιουντων τα εργα οι καθεσταμενοι εν οικω κυριου και εδωκαν αυτο ποιουσι τα εργα οι εποιουν εν οικω κυριου επισκευασαι κατισχυσαι τον οικον10 és átadták azok kezébe, akik az Úr házában a munkások felügyelői voltak, hogy javítsák ki a templomot s hozzák helyre mindazt, ami rossz.
11 και εδωκαν τοις τεκτοσι και τοις οικοδομοις αγορασαι λιθους τετραπεδους και ξυλα εις δοκους στεγασαι τους οικους ους εξωλεθρευσαν βασιλεις ιουδα11 Erre azok kiadták azt a mesterembereknek és a kőműveseknek, hogy vásároljanak rajta köveket a kőbányákból, meg fát az épület összefogására, s azoknak a helyiségeknek a begerendázására, amelyeket Júda királyai tönkre juttattak.
12 και οι ανδρες εν πιστει επι των εργων και επ' αυτων επισκοποι ιεθ και αβδιας οι λευιται εξ υιων μεραρι και ζαχαριας και μοσολλαμ εκ των υιων κααθ επισκοπειν και πας λευιτης πας συνιων εν οργανοις ωδων12 Azok hűségesen mindent el is végeztek. A munkások felügyelői voltak: Jahát és Abdiás, Merári fiai közül, továbbá Zakariás és Mesullám Kaát fiai közül. Ezek szorgalmazták a munkát: valamennyien zeneértő leviták voltak.
13 και επι των νωτοφορων και επι παντων των ποιουντων τα εργα εργασια και εργασια και απο των λευιτων γραμματεις και κριται και πυλωροι13 Azokra, akik a különféle célokra szükséges terheket hordták, levita íródeákok és ajtónálló tisztek ügyeltek fel.
14 και εν τω εκφερειν αυτους το αργυριον το εισοδιασθεν εις οικον κυριου ευρεν χελκιας ο ιερευς βιβλιον νομου κυριου δια χειρος μωυση14 Amikor pedig kihozták azt a pénzt, amely az Úr templomába befolyt, Helkija pap megtalálta az Úr Mózes által adott törvényének könyvét.
15 και απεκριθη χελκιας και ειπεν προς σαφαν τον γραμματεα βιβλιον νομου ευρον εν οικω κυριου και εδωκεν χελκιας το βιβλιον τω σαφαν15 Azt mondta azért Sáfán íródeáknak: »Megtaláltam a törvénykönyvet az Úr házában«. Azzal átadta neki.
16 και εισηνεγκεν σαφαν το βιβλιον προς τον βασιλεα και απεδωκεν ετι τω βασιλει λογον παν το δοθεν αργυριον εν χειρι των παιδων σου των ποιουντων το εργον16 Erre ő bevitte a könyvet a királyhoz és jelentette neki: »Mindaz, amivel megbíztad szolgáidat, íme, teljesül.
17 και εχωνευσαν το αργυριον το ευρεθεν εν οικω κυριου και εδωκαν επι χειρα των επισκοπων και επι χειρα των ποιουντων εργασιαν17 Azt a pénzt, amely az Úr házában volt, megszámlálták és átadták a mesteremberek s a különféle művesek felügyelőinek.«
18 και απηγγειλεν σαφαν ο γραμματευς τω βασιλει λεγων βιβλιον εδωκεν μοι χελκιας ο ιερευς και ανεγνω αυτο σαφαν εναντιον του βασιλεως18 Azonkívül Sáfán, a király íródeákja ezt mondta: »Helkija pap átadta nekem ezt a könyvet.« Aztán Sáfán felolvasta azt a király előtt.
19 και εγενετο ως ηκουσεν ο βασιλευς τους λογους του νομου και διερρηξεν τα ιματια αυτου19 Történt pedig, hogy amikor a király meghallgatta a törvény szavait, megszaggatta ruháit,
20 και ενετειλατο ο βασιλευς τω χελκια και τω αχικαμ υιω σαφαν και τω αβδων υιω μιχαια και τω σαφαν τω γραμματει και τω ασαια παιδι του βασιλεως λεγων20 és parancsot adott Helkijának, meg Ahikámnak, Sáfán fiának, meg Abdonnak, Míka fiának, meg Sáfán íródeáknak meg Aszájának, a király szolgájának:
21 πορευθητε ζητησατε τον κυριον περι εμου και περι παντος του καταλειφθεντος εν ισραηλ και ιουδα περι των λογων του βιβλιου του ευρεθεντος οτι μεγας ο θυμος κυριου εκκεκαυται εν ημιν διοτι ουκ εισηκουσαν οι πατερες ημων των λογων κυριου του ποιησαι κατα παντα τα γεγραμμενα εν τω βιβλιω τουτω21 »Menjetek, kérjetek tanácsot az Úrtól rám s Izrael megmaradt részére meg Júdára vonatkozólag e megtalált könyv valamennyi igéje dolgában. Mert az Úr nagy haragja szállott ránk azért, hogy atyáink nem tartották meg az Úr igéit s nem teljesítették mindazt, ami e könyvben írva van.«
22 και επορευθη χελκιας και οις ειπεν ο βασιλευς προς ολδαν την προφητιν γυναικα σελλημ υιου θακουαθ υιου χελλης φυλασσουσαν τας στολας και αυτη κατωκει εν ιερουσαλημ εν μασανα και ελαλησαν αυτη κατα ταυτα22 El is ment Helkija s azok, akiket a király vele küldött, Holda prófétaasszonyhoz, annak a Sallumnak a feleségéhez, aki a ruhatáros Hászra fiának, Tokhátnak volt a fia – Jeruzsálem második részében lakott –, és elmondták neki ezeket a szavakat.
23 και ειπεν αυτοις ουτως ειπεν κυριος ο θεος ισραηλ ειπατε τω ανδρι τω αποστειλαντι υμας προς με23 Ő azt felelte nekik: »Ezt üzeni az Úr, Izrael Istene: Mondjátok annak az embernek, aki titeket hozzám küldött:
24 ουτως λεγει κυριος ιδου εγω επαγω κακα επι τον τοπον τουτον τους παντας λογους τους γεγραμμενους εν τω βιβλιω τω ανεγνωσμενω εναντιον του βασιλεως ιουδα24 Ezt üzeni az Úr: Íme, én rázúdítom e helyre és lakóira azokat a bajokat s mindazokat az átkokat, amelyeket megírtak abban a könyvben, amelyet Júda királya előtt olvastak.
25 ανθ' ων εγκατελιπον με και εθυμιασαν θεοις αλλοτριοις ινα παροργισωσιν με εν πασιν τοις εργοις των χειρων αυτων και εξεκαυθη ο θυμος μου εν τω τοπω τουτω και ου σβεσθησεται25 Elhagytak ugyanis engem s más isteneknek áldoztak, hogy engem haragra indítsanak kezük minden cselekedetével. Éppen azért rázúdul haragom erre a helyre, s ki nem alszik!
26 και επι βασιλεα ιουδα τον αποστειλαντα υμας του ζητησαι τον κυριον ουτως ερειτε αυτω ουτως λεγει κυριος ο θεος ισραηλ τους λογους ους ηκουσας26 Júda királyához azonban, aki elküldött titeket, hogy tanácsot kérjetek az Úrtól, így szóljatok: Ezt üzeni az Úr, Izrael Istene. Mivel hallgattál e könyv igéire,
27 και ενετραπη η καρδια σου και εταπεινωθης απο προσωπου μου εν τω ακουσαι σε τους λογους μου επι τον τοπον τουτον και επι τους κατοικουντας αυτον και εταπεινωθης εναντιον μου και διερρηξας τα ιματια σου και εκλαυσας κατεναντιον μου και εγω ηκουσα φησιν κυριος27 meglágyult a szíved, és megalázkodtál Isten színe előtt azok miatt, amiket e hely ellen és Jeruzsálem lakói ellen mondtam, irántam való tiszteletből megszaggattad ruháidat, és sírtál előttem, én is meghallgatlak téged, mondja az Úr!
28 ιδου προστιθημι σε προς τους πατερας σου και προστεθηση προς τα μνηματα σου εν ειρηνη και ουκ οψονται οι οφθαλμοι σου εν πασιν τοις κακοις οις εγω επαγω επι τον τοπον τουτον και επι τους κατοικουντας αυτον και απεδωκαν τω βασιλει λογον28 Íme, én majd atyáidhoz juttatlak s békességben sírodba kerülsz, s nem fogja látni szemed azt a sok mindenféle bajt, amelyet én e helyre s lakóira zúdítok.« Ők el is mondtak a királynak mindent, amit az asszony mondott.
29 και απεστειλεν ο βασιλευς και συνηγαγεν τους πρεσβυτερους ιουδα και ιερουσαλημ29 Erre ő egybehívta Júda és Jeruzsálem valamennyi vénét.
30 και ανεβη ο βασιλευς εις οικον κυριου και πας ιουδα και οι κατοικουντες ιερουσαλημ και οι ιερεις και οι λευιται και πας ο λαος απο μεγαλου εως μικρου και ανεγνω εν ωσιν αυτων τους παντας λογους βιβλιου της διαθηκης του ευρεθεντος εν οικω κυριου30 Felment az Úr házába és vele Júda valamennyi embere s Jeruzsálem lakója, a papok, a leviták s az egész nép, aprajától nagyjáig, s az Úr házában felolvasta a király fülük hallatára a könyv valamennyi igéjét.
31 και εστη ο βασιλευς επι τον στυλον και διεθετο διαθηκην εναντιον κυριου του πορευθηναι ενωπιον κυριου του φυλασσειν τας εντολας αυτου και μαρτυρια αυτου και προσταγματα αυτου εν ολη καρδια και εν ολη ψυχη τους λογους της διαθηκης τους γεγραμμενους επι τω βιβλιω τουτω31 Aztán felállt az emelvényére és szövetséggel kötelezte magát az Úr előtt, hogy őt fogja követni, parancsait, bizonyságait és rendeleteit teljes szívéből és teljes lelkéből megtartja, s megteszi azt, ami meg van írva abban a könyvben, amelyet olvasott.
32 και εστησεν παντας τους ευρεθεντας εν ιερουσαλημ και βενιαμιν και εποιησαν οι κατοικουντες ιερουσαλημ διαθηκην εν οικω κυριου θεου πατερων αυτων32 Majd esküvel kötelezte erre mindazokat, akik Jeruzsálemben és Benjaminban voltak, – s Jeruzsálem lakói teljesítették is az Úrnak, az ő atyáik Istenének szövetségét.
33 και περιειλεν ιωσιας τα παντα βδελυγματα εκ πασης της γης η ην υιων ισραηλ και εποιησεν παντας τους ευρεθεντας εν ιερουσαλημ και εν ισραηλ του δουλευειν κυριω θεω αυτων πασας τας ημερας αυτου ουκ εξεκλινεν απο οπισθεν κυριου θεου πατερων αυτου33 Erre eltávolította Jozija az összes undokságokat Izrael fiainak egész országából s mindazokat, akik megmaradtak Izraelből, rávette, hogy az Úrnak, az ő Istenüknek szolgáljanak. Az ő egész idejében nem is szakadtak el az Úrtól, atyáik Istenétől.