Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Α´ - 1 Samuele - Kings I 29


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Συνηθροισαν δε οι Φιλισταιοι παντα τα στρατευματα αυτων εις Αφεκ? και οι Ισραηλιται εστρατοπεδευσαν παρα την πηγην την εν Ιεζραελ.1 Les Philistins rassemblèrent toutes leurs troupes à Afek, tandis que les Israélites campaient à côté de la source qui se trouve dans la plaine de Yizréel.
2 Και οι σατραπαι των Φιλισταιων διεβαινον κατα εκατονταδας και χιλιαδας? ο Δαβιδ δε και οι ανδρες αυτου διεβαινον κατοπισθεν μετα του Αγχους.2 Les chefs des Philistins défilaient avec leurs groupes de cent et de mille; David et ses hommes étaient à l’arrière-garde avec Akich.
3 Και ειπον οι στρατηγοι των Φιλισταιων, Τι θελουσιν ουτοι οι Εβραιοι; Και ειπεν ο Αγχους προς τους στρατηγους των Φιλισταιων, Δεν ειναι ουτος ο Δαβιδ, ο δουλος του Σαουλ βασιλεως του Ισραηλ, οστις εσταθη μετ' εμου ταυτας τας ημερας η τουτους τους χρονους; και δεν ευρηκα εν αυτω ουδεν σφαλμα, αφου ενεπεσεν εις εμε εως της ημερας ταυτης.3 Les chefs des Philistins demandèrent à Akich: “Qui sont ces Hébreux?” Akich leur répondit: “Mais c’est David, le serviteur de Saül, roi d’Israël. Depuis longtemps, deux ans peut-être, il est chez moi, et je n’ai jamais eu à me plaindre de lui depuis qu’il est passé de mon côté.”
4 Και ηγανακτησαν κατ' αυτου οι στρατηγοι των Φιλισταιων? και ειπον προς αυτον οι στρατηγοι των Φιλισταιων, Αποπεμψον τον ανθρωπον τουτον, και ας επιστρεψη εις τον τοπον αυτου, τον οποιον διωρισας εις αυτον, και ας μη καταβη μεθ' ημων εις την μαχην, μηποτε γεινη εν τη μαχη πολεμιος ημων? διοτι πως ηθελε διαλλαγη ουτος μετα του κυριου αυτου; ουχι με τας κεφαλας των ανδρων τουτων;4 Les chefs des Philistins se mirent en colère contre Akich, ils lui dirent: “Renvoie cet homme, et qu’il retourne d’où il vient! Qu’il ne vienne pas avec nous à la bataille, il pourrait bien se retourner contre nous. Comment pourrait-il acheter le pardon de son maître, sinon avec les têtes de nos hommes?
5 δεν ειναι ουτος ο Δαβιδ, περι του οποιον εψαλλον αμοιβαιως εν τοις χοροις, λεγοντες, Ο Σαουλ επαταξε τας χιλιαδας αυτου, Και ο Δαβιδ τας μυριαδας αυτου;5 N’est-ce pas à propos de ce David que l’on dansait en chantant: Saül en a tué mille, mais David en a tué dix mille?”
6 Τοτε εκαλεσεν ο Αγχους τον Δαβιδ και ειπε προς αυτον, Ζη Κυριος, βεβαιως εσταθης ευθυς, και η εξοδος σου και η εισοδος σου μετ' εμου εν τω στρατοπεδω ειναι αρεστη εμπροσθεν των οφθαλμων μου? διοτι κακον δεν ευρηκα εν σοι, αφ' ης ημερας ηλθες προς εμε εως της ημερας ταυτης? αλλ' ομως εις τους οφθαλμους των σατραπων δεν εισαι αρεστος?6 Akich appela donc David et lui dit: “Aussi vrai que Yahvé est vivant, tu es un homme droit. Pour ma part, je suis heureux que tu sois ici avec moi, car tu n’as mérité aucun reproche depuis que tu es arrivé jusqu’à maintenant, mais tu es très mal vu des chefs.
7 τωρα λοιπον επιστρεψον και υπαγε εν ειρηνη, δια να μη φερης δυσαρεσκειαν εις τους σατραπας των Φιλισταιων.7 Retourne donc, va-t’en en paix et n’indisposons pas les chefs des Philistins.”
8 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Αγχους, Αλλα τι εκαμα; και τι ευρηκας εν τω δουλω σου αφ' ης ημερας ειμαι ενωπιον σου, εως της ημερας ταυτης, ωστε να μη υπαγω να πολεμησω εναντιον των εχθρων του κυριου μου του βασιλεως;8 David dit à Akich: “Qu’ai-je donc fait? Qu’as-tu à reprocher à ton serviteur depuis que je suis venu jusqu’à maintenant, pour que tu me refuses de combattre les ennemis de mon seigneur le roi?”
9 Και απεκριθη ο Αγχους και ειπε προς τον Δαβιδ, Εξευρω οτι εισαι αρεστος εις τους οφθαλμους μου, ως αγγελος Θεου? πλην οι σατραπαι των Φιλισταιων ειπον, Δεν θελει αναβη μεθ' ημων εις την μαχην?9 Akich répondit à David: “Je le sais, tu es aussi sûr pour nous qu’un ange de Dieu, mais les chefs des Philistins ont décidé que tu ne viendrais pas avec nous à la bataille.
10 τωρα λοιπον σηκωθητι ενωρις το πρωι, μετα των δουλων του κυριου σου, των ελθοντων μετα σου? και καθως σηκωθητε ενωρις το πρωι, ευθυς οταν φεγξη, αναχωρησατε.10 Levez-vous donc de bon matin, toi et les serviteurs de ton maître qui sont venus avec toi, et retournez à l’endroit que je vous ai assigné. Ne le prends pas mal, tu sais que je t’estime. Demain matin vous vous lèverez tôt, et dès que le jour se lèvera vous partirez.”
11 Και εσηκωθη ενωρις το πρωι ο Δαβιδ και οι ανδρες αυτου, δια να αναχωρησωσι, να επιστρεψωσιν εις την γην των Φιλισταιων. Οι δε Φιλισταιοι ανεβησαν εις Ιεζραελ.11 David et ses hommes se levèrent donc de bonne heure; dès le matin ils repartirent pour le pays des Philistins; quant aux Philistins, ils montèrent vers Yizréel.