Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni - John 18


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Αφου ειπε ταυτα ο Ιησους, εξηλθε μετα των μαθητων αυτου περαν του χειμαρρου των Κεδρων, οπου ητο κηπος, εις τον οποιον εισηλθεν αυτος και οι μαθηται αυτου.1 Après avoir dit cela, Jésus sortit avec ses disciples et traversa le torrent du Cédron. Il y avait là un jardin où il entra avec ses disciples.
2 Ηξευρε δε τον τοπον και Ιουδας ο παραδιδων αυτον? διοτι πολλακις συνηλθεν εκει ο Ιησους μετα των μαθητων αυτου.2 Judas qui le trahissait connaissait ce lieu, parce que Jésus s’était souvent retrouvé là avec ses disciples.
3 Ο Ιουδας λοιπον, λαβων το ταγμα και εκ των αρχιερεων και Φαρισαιων υπηρετας, ερχεται εκει μετα φανων και λαμπαδων και οπλων.3 Judas prit donc avec lui des soldats de la garnison et des gardes fournis par les grands prêtres et les Pharisiens, et il arrive avec des torches, des lampes et des armes.
4 Ο δε Ιησους, εξευρων παντα τα ερχομενα επ' αυτον, εξηλθε και ειπε προς αυτους? Τινα ζητειτε;4 Jésus savait tout ce qui allait lui arriver. Il s’avança et leur dit: "Qui cherchez-vous?”
5 Απεκριθησαν προς αυτον? Ιησουν τον Ναζωραιον. Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Εγω ειμαι. Ιστατο δε μετ' αυτων και Ιουδας ο παραδιδων αυτον.5 Ils lui répondirent: "Jésus le Nazôréen.” Il leur dit: "C’est moi.” Judas, le traître, se tenait là aussi avec eux.
6 Καθως λοιπον ειπε προς αυτους οτι εγω ειμαι, απεσυρθησαν εις τα οπισω και επεσον χαμαι.6 À cette parole de Jésus: ‘C’est moi’, ils reculèrent et tombèrent à terre.
7 Παλιν λοιπον ηρωτησεν αυτους? Τινα ζητειτε; Οι δε ειπον? Ιησουν τον Ναζωραιον.7 Jésus leur demanda de nouveau: "Qui cherchez-vous?” Ils répondirent: "Jésus le Nazôréen.”
8 Απεκριθη ο Ιησους? Σας ειπον οτι εγω ειμαι. Εαν λοιπον εμε ζητητε, αφησατε τουτους να υπαγωσι?8 Jésus leur dit: "Je vous l’ai déjà dit: c’est moi. Si c’est moi que vous cherchez, laissez ceux-là s’en aller.”
9 δια να πληρωθη ο λογος, τον οποιον ειπεν, Οτι εξ εκεινων τους οποιους μοι εδωκας, δεν απωλεσα ουδενα.9 Ainsi devait s’accomplir la parole que Jésus avait dite: "Je n’ai laissé perdre aucun de ceux que tu m’as donnés.”
10 Τοτε ο Σιμων Πετρος εχων μαχαιραν εσυρεν αυτην και εκτυπησε τον δουλον του αρχιερεως και απεκοψεν αυτου το ωτιον το δεξιον? ητο δε το ονομα του δουλου Μαλχος.10 Simon-Pierre avait une épée, il la tira pour frapper le serviteur du Grand Prêtre et lui coupa l’oreille droite. Ce serviteur s’appelait Malkus.
11 Ειπε λοιπον ο Ιησους προς τον Πετρον? Βαλε την μαχαιραν σου εις την θηκην? το ποτηριον, το οποιον μοι εδωκεν ο Πατηρ, δεν θελω πιει αυτο;11 Alors Jésus dit à Pierre: "Remets l’épée au fourreau. Est-ce que je peux ne pas boire la coupe que mon Père m’a donnée?”
12 Το ταγμα λοιπον και ο χιλιαρχος και οι υπηρεται των Ιουδαιων συνελαβον τον Ιησουν και εδεσαν αυτον,12 Les soldats de la garnison et leur commandant, avec les policiers des Juifs, se saisirent alors de Jésus et le lièrent avec des cordes.
13 και εφεραν αυτον εις τον Ανναν πρωτον? διοτι ητο πενθερος του Καιαφα, οστις ητο αρχιερευς του ενιαυτου εκεινου.13 Ils le conduisirent d’abord chez Anne, le beau-père de Caïphe qui était Grand Prêtre cette année-là.
14 Ητο δε ο Καιαφας ο συμβουλευσας τους Ιουδαιους οτι συμφερει να απολεσθη εις ανθρωπος υπερ του λαου.14 Et c’était Caïphe qui avait donné aux Juifs cet argument: “Il vaut mieux qu’un homme meure à la place du peuple.”
15 Ηκολουθει δε τον Ιησουν ο Σιμων Πετρος και ο αλλος μαθητης. Ο δε μαθητης εκεινος ητο γνωστος εις τον αρχιερεα και εισηλθε μετα του Ιησου εις την αυλην του αρχιερεως.15 Simon-Pierre et un autre disciple suivaient Jésus. Comme ce disciple était connu du Grand Prêtre, il entra avec Jésus dans la cour du Grand Prêtre,
16 Ο δε Πετρος ιστατο εξω πλησιον της θυρας. Εξηλθε λοιπον ο μαθητης ο αλλος, οστις ητο γνωστος εις τον αρχιερεα, και ωμιλησεν εις την θυρωρον, και εισηγαγε τον Πετρον.16 et Pierre restait dehors à la porte. Mais l’autre disciple connu du Grand Prêtre, ressortit et dit un mot à la gardienne, et il fit entrer Pierre.
17 Λεγει λοιπον η δουλη η θυρωρος προς τον Πετρον? Μηπως και συ εισαι εκ των μαθητων του ανθρωπου τουτου; Λεγει εκεινος? Δεν ειμαι.17 Alors cette jeune servante qui gardait la porte dit à Pierre: "Toi aussi tu es un des disciples de cet homme?” Mais lui répondit: "Je n’en suis pas!”
18 Ισταντο δε οι δουλοι και οι υπηρεται, οιτινες ειχον καμει ανθρακιαν, διοτι ητο ψυχος, και εθερμαινοντο? και μετ' αυτων ιστατο ο Πετρος και εθερμαινετο.18 Les serviteurs et les gardes étaient là. Ils avaient fait du feu pour se chauffer car il faisait froid, et Pierre était là à se chauffer avec eux.
19 Ο αρχιερευς λοιπον ηρωτησε τον Ιησουν περι των μαθητων αυτου και περι της διδαχης αυτου.19 Pendant ce temps le Grand Prêtre interrogeait Jésus sur ses disciples et sur son enseignement.
20 Απεκριθη προς αυτον ο Ιησους? Εγω παρρησια ελαλησα εις τον κοσμον? εγω παντοτε εδιδαξα εν τη συναγωγη και εν τω ιερω, οπου οι Ιουδαιοι συνερχονται παντοτε, και εν κρυπτω δεν ελαλησα ουδεν.20 Jésus lui répondit: "J’ai parlé ouvertement au monde; j’ai constamment enseigné dans la synagogue et dans le Temple, là où les Juifs se réunissent, et je n’ai rien dit en secret.
21 Τι με ερωτας; ερωτησον τους ακουσαντας, τι ελαλησα προς αυτους? ιδου, ουτοι εξευρουσιν οσα ειπον εγω.21 Pourquoi m’interroges-tu? Demande à ceux qui m’ont écouté ce que je leur ai dit.”
22 Οτε δε ειπε ταυτα, εις των υπηρετων ισταμενος πλησιον εδωκε ραπισμα εις τον Ιησουν, ειπων? Ουτως αποκρινεσαι προς τον αρχιερεα;22 À ce moment, un des gardes qui étaient là donna un coup à Jésus, en lui disant: "C’est ainsi que tu réponds au Grand Prêtre?”
23 Απεκριθη προς αυτον ο Ιησους? Εαν κακως ελαλησα, μαρτυρησον περι του κακου? εαν δε καλως, τι με δερεις;23 Jésus lui répondit: "Si j’ai mal parlé, montre où est le mal; mais si j’ai bien parlé, pourquoi me frappes-tu?”
24 Ειχε δε αποστειλει αυτον ο Αννας δεδεμενον προς Καιαφαν τον αρχιερεα.24 Finalement, Anne envoya Jésus chez Caïphe; on l’avait lié.
25 Ο δε Σιμων Πετρος ιστατο και εθερμαινετο? ειπον λοιπον προς αυτον? Μηπως και συ εκ των μαθητων αυτου εισαι; Ηρνηθη εκεινος και ειπε? Δεν ειμαι.25 Simon-Pierre était toujours là à se chauffer. On lui dit: "Bien sûr, toi aussi tu fais partie de ses disciples.” Mais il le nia et il répondit: "Je n’en suis pas.”
26 Λεγει εις εκ των δουλων του αρχιερεως, οστις ητο συγγενης εκεινου, του οποιου ο Πετρος απεκοψε το ωτιον? Δεν σε ειδον εγω εν τω κηπω μετ' αυτου;26 Un des serviteurs du Grand Prêtre, un parent de celui à qui Pierre avait coupé l’oreille, affirma alors: "Mais oui, je t’ai vu avec lui dans le jardin!”
27 Παλιν λοιπον ηρνηθη ο Πετρος, και ευθυς εφωναξεν ο αλεκτωρ.27 De nouveau Pierre nia et, aussitôt après, le coq chanta.
28 Φερουσι λοιπον τον Ιησουν απο του Καιαφα εις το πραιτωριον? ητο δε πρωι? και αυτοι δεν εισηλθον εις το πραιτωριον, δια να μη μιανθωσιν, αλλα δια να φαγωσι το πασχα.28 On emmena donc Jésus de chez Caïphe au palais du gouverneur romain. C’était le matin. Les Juifs n’entrèrent pas car ce lieu les aurait souillés, et ils voulaient pouvoir manger la Pâque.
29 Εξηλθε λοιπον ο Πιλατος προς αυτους και ειπε? Τινα κατηγοριαν φερετε κατα του ανθρωπου τουτου;29 Pilate sortit donc vers eux à l’extérieur et leur demanda: "De quoi accusez-vous cet homme?”
30 Απεκριθησαν και ειπον προς αυτον? Εαν ουτος δεν ητο κακοποιος, δεν ηθελομεν σοι παραδωσει αυτον.30 Ils lui répondirent: "S’il ne faisait rien de mal, nous ne serions pas venus te l’amener.”
31 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Πιλατος? Λαβετε αυτον σεις και κατα τον νομον σας κρινατε αυτον. Ειπον δε προς αυτον οι Ιουδαιοι? ημεις δεν εχομεν εξουσιαν να θανατωσωμεν ουδενα.31 Pilate leur dit: "Gardez-le donc, et jugez-le selon votre loi.” Les Juifs lui dirent: "Mais nous n’avons pas le droit de condamner quelqu’un à mort.”
32 Δια να πληρωθη ο λογος του Ιησου, τον οποιον ειπε, δεικνυων με ποιον θανατον εμελλε να αποθανη.32 C’est ainsi que devait se réaliser la parole de Jésus à propos du genre de supplice où il allait mourir.
33 Εισηλθε παλιν εις το πραιτωριον ο Πιλατος και εφωναξε τον Ιησουν και ειπε προς αυτον? Συ εισαι ο βασιλευς των Ιουδαιων;33 Pilate rentre donc dans le palais. Il fait appeler Jésus et lui demande: "C’est toi le roi des Juifs?”
34 Απεκριθη προς αυτον ο Ιησους? Αφ' εαυτου λεγεις συ τουτο, η αλλοι σοι ειπον περι εμου;34 Jésus répond: "Ce que tu me dis là, est-ce que tu le penses, ou est-ce que d’autres te l’ont dit de moi?”
35 Απεκριθη ο Πιλατος? Μηπως εγω ειμαι Ιουδαιος; το εθνος το ιδικον σου και οι αρχιερεις σε παρεδωκαν εις εμε? τι εκαμες;35 Pilate dit alors: "Est-ce que je suis juif, par hasard? C’est ton peuple, ce sont les chefs des prêtres qui t’amènent devant moi. Qu’as-tu fait?”
36 Απεκριθη ο Ιησους? Η βασιλεια η εμη δεν ειναι εκ του κοσμου τουτου? εαν η βασιλεια η εμη ητο εκ του κοσμου τουτου, οι υπηρεται μου ηθελον αγωνιζεσθαι, δια να μη παραδωθω εις τους Ιουδαιους? τωρα δε η βασιλεια η εμη δεν ειναι εντευθεν.36 Jésus répond: "Ma royauté n’est pas de ce monde. Si ma royauté était de ce monde, mes gens auraient combattu pour que je ne sois pas livré aux Juifs. Mais non, ma royauté n’est pas d’ici-bas.”
37 Και ο Πιλατος ειπε προς αυτον? Λοιπον βασιλευς εισαι συ; Απεκριθη ο Ιησους? Συ λεγεις οτι βασιλευς ειμαι εγω. Εγω δια τουτο εγεννηθην και δια τουτο ηλθον εις τον κοσμον, δια να μαρτυρησω εις την αληθειαν. Πας οστις ειναι εκ της αληθειας ακουει την φωνην μου.37 Alors Pilate lui dit: "Donc, tout de même, tu es roi?” Jésus répond: "Tu dis bien: je suis roi. Je rends témoignage à la vérité, c’est pour cela que je suis né et que je suis venu dans le monde. Tous ceux qui sont pour la vérité écoutent ma voix.”
38 Λεγει προς αυτον ο Πιλατος? Τι ειναι αληθεια; Και τουτο ειπων, παλιν εξηλθε προς τους Ιουδαιους και λεγει προς αυτους? Εγω δεν ευρισκω ουδεν εγκλημα εν αυτω?38 Alors Pilate lui dit: "Où est la vérité?” Il sortit de nouveau vers les Juifs et leur dit: "Je ne trouve rien à condamner chez cet homme.
39 ειναι δε συνηθεια εις εσας να σας απολυσω ενα εν τω πασχα? θελετε λοιπον να σας απολυσω τον βασιλεα των Ιουδαιων;39 D’ailleurs c’est une coutume chez vous que je vous relâche un prisonnier pour la fête de la Pâque. Si vous le voulez, je vais relâcher le roi des Juifs.”
40 Παλιν λοιπον εκραυγασαν παντες, λεγοντες? Μη τουτον, αλλα τον Βαραββαν. Ητο δε ο Βαραββας ληστης.40 Mais de nouveau ce furent des cris: "Pas celui-ci! Relâche Barabbas!” Ce Barabbas était un bandit.