Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ - Deuteronomio - Deuteronomy 9


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Ακουε, Ισραηλ? συ διαβαινεις σημερον τον Ιορδανην, δια να εισελθης να κληρονομησης εθνη μεγαλητερα και ισχυροτερα σου, πολεις μεγαλας και τετειχισμενας εως του ουρανου,1 Écoute, Israël, aujourd’hui tu vas traverser le Jourdain, tu vas déloger des nations plus grandes et plus puissantes que toi. Leurs villes sont grandes et leurs murailles s’élèvent jusqu’au ciel,
2 λαον μεγαν και υψηλον το αναστημα, υιους των Ανακειμ, τους οποιους γνωριζεις και ηκουσας, Τις δυναται να σταθη εμπροσθεν των υιων του Ανακ;2 leur peuple est nombreux et de haute taille, c’est la race des Anakim (tu les connais et tu as entendu dire: Qui peut résister aux fils d’Anak?)
3 Γνωρισον λοιπον σημερον, οτι Κυριος ο Θεος σου ειναι ο προπορευομενος εμπροσθεν σου? ειναι πυρ καταναλισκον? αυτος θελει εξολοθρευσει αυτους και αυτος θελει καταστρεψει αυτους απ' εμπροσθεν σου? και θελεις εκδιωξει αυτους και ταχεως εξολοθρευσει αυτους, καθως σοι ειπεν ο Κυριος.3 Mais tu dois savoir que Yahvé ton Dieu passera lui-même devant toi comme un feu dévorant. Il exterminera ces peuplades, il te les soumettra pour que tu les dépouilles et que tu les élimines rapidement comme Yahvé te l’a dit.
4 Αφου Κυριος ο Θεος σου εκδιωξη αυτους απ' εμπροσθεν σου, μη ειπης εν τη καρδια σου λεγων, Δια την δικαιοσυνην μου με εισηγαγεν ο Κυριος να κληρονομησω την γην ταυτην? αλλα δια την ασεβειαν των εθνων τουτων εκδιωκει αυτους ο Κυριος απ' εμπροσθεν σου.4 Mais lorsque Yahvé ton Dieu les aura chassées devant toi, ne dis pas: “Je méritais bien que Yahvé me fasse venir et conquérir ce pays.” Car Yahvé chasse ces peuplades devant toi pour les punir de leurs fautes.
5 Ουχι δια την δικαιοσυνην σου ουδε δια την ευθυτητα της καρδιας σου εισερχεσαι να κληρονομησης την γην αυτων? αλλα δια την ασεβειαν των εθνων τουτων Κυριος ο Θεος σου εκδιωκει αυτα απ' εμπροσθεν σου, και δια να στερεωση τον λογον, τον οποιον ο Κυριος ωμοσε προς τους πατερας σου, προς τον Αβρααμ, προς τον Ισαακ και προς τον Ιακωβ.5 Ce n’est ni ton mérite, ni ta bonne conscience qui te font conquérir ce pays. Yahvé ton Dieu chasse ces nations devant toi pour punir leurs fautes et pour accomplir la promesse jurée à tes pères Abraham, Isaac et Jacob.
6 Γνωρισον λοιπον, οτι Κυριος ο Θεος σου δεν σοι διδει την γην ταυτην την αγαθην να κληρονομησης αυτην δια την δικαιοσυνην σου? διοτι εισαι λαος σκληροτραχηλος.6 Sache-le donc bien, ce n’est pas à cause de tes mérites que Yahvé ton Dieu te donne ce bon pays et que tu le possèdes, car tu es un peuple à la nuque raide.
7 Ενθυμου, μη λησμονησης ποσον παρωργισας Κυριον τον Θεον σου εν τη ερημω αφ' ης ημερας εξηλθετε εκ γης Αιγυπτου, εωσου εφθασατε εις τον τοπον τουτον, παντοτε εστασιασατε κατα του Κυριου.7 Souviens-toi, ne l’oublie pas, tu as irrité Yahvé ton Dieu dans le désert, depuis le jour où tu es sorti du pays d’Égypte jusqu’à ton arrivée en ce lieu. Sans cesse, vous vous êtes révoltés contre Yahvé.
8 Και εν Χωρηβ παρωργισατε τον Κυριον και εθυμωθη ο Κυριος εναντιον σας δια να σας εξολοθρευση,8 Vous avez irrité Yahvé à l’Horeb, et Yahvé s’est mis en colère contre vous au point de vouloir vous exterminer.
9 οτε ανεβην εις το ορος δια να λαβω τας πλακας τας λιθινας, τας πλακας της διαθηκης την οποιαν ο Κυριος εκαμε προς εσας. Τοτε εμεινα εν τω ορει τεσσαρακοντα ημερας και τεσσαρακοντα νυκτας? αρτον δεν εφαγον και υδωρ δεν επιον?9 J’étais alors monté sur la montagne pour recevoir les tables de pierre, les tables de l’Alliance que Yahvé concluait avec vous, et j’étais resté sur la montagne quarante jours et quarante nuits sans manger de pain et sans boire d’eau.
10 και εδωκεν εις εμε ο Κυριος τας δυο λιθινας πλακας, γεγραμμενας δια του δακτυλου του Θεου? και επ' αυτας ησαν γεγραμμενοι παντες οι λογοι, τους οποιους ελαλησεν ο Κυριος προς εσας επι του ορους εκ μεσου του πυρος εν τη ημερα της συναξεως.10 Alors Yahvé m’a donné les deux tables de pierre écrites du doigt de Dieu. Toutes ses paroles y étaient écrites, toutes celles que Yahvé avait dites devant vous sur la montagne, du milieu du feu, le jour où vous étiez rassemblés.
11 Και εις το τελος των τεσσαρακοντα ημερων και τεσσαρακοντα νυκτων εδωκεν εις εμε ο Κυριος τας δυο λιθινας πλακας, τας πλακας της διαθηκης.11 Au bout de quarante jours et de quarante nuits, Yahvé m’a donné les deux tables de pierre, les tables de l’Alliance.
12 Και ειπε Κυριος προς εμε, Σηκωθητι, καταβα ταχεως εντευθεν? διοτι ο λαος σου, τον οποιον εξηγαγες εξ Αιγυπτου, ηνομησεν? ταχεως εξεκλιναν απο της οδου, την οποιαν προσεταξα εις αυτους? εκαμον εις εαυτους ειδωλον χυτον.12 Puis il m’a dit: “Lève-toi, descends vite, car ton peuple que j’ai fait sortir d’Égypte a déjà mal tourné. Tout de suite ils se sont détournés de la voie que je leur avais ordonnée, ils se sont fait une idole de métal fondu.”
13 Ειπεν οτι ο Κυριος προς εμε, λεγων, Ειδον τον λαον τουτον και ιδου, ειναι λαος σκληροτραχηλος?13 Yahvé me dit encore: “J’ai vu que ce peuple a la tête dure.
14 αφες με να εξολοθρευσω αυτους και να εξαλειψω το ονομα αυτων υποκατωθεν του ουρανου? και θελω σε καμει εις εθνος δυνατωτερον και μεγαλητερον παρα τουτους.14 Laisse-moi faire, je vais les exterminer et j’effacerai leurs noms de dessous les cieux, puis je ferai sortir de toi une nation plus puissante et plus nombreuse que celle-là.”
15 Και επεστρεψα και κατεβην απο του ορους, και το ορος εκαιετο με πυρ, και αι δυο πλακες της διαθηκης ησαν εις τας δυο χειρας μου.15 Je suis alors redescendu de la montagne qui était tout en feu, je tenais de mes deux mains les deux tables de l’Alliance.
16 Και ειδον και ιδου, ειχετε αμαρτησει εναντιον Κυριου του Θεου σας, καμνοντες εις εαυτους μοσχον χυτον? ειχετε εκκλινει ταχεως εκ της οδου, την οποιαν προσεταξεν εις εσας ο Κυριος?16 Alors j’ai vu que vous aviez péché contre Yahvé votre Dieu, vous vous étiez fait un veau de métal fondu. Vous n’aviez vraiment pas tardé à vous détourner de la voie que Yahvé vous avait indiquée.
17 και πιασας τας δυο πλακας, ερριψα αυτας απο των δυο χειρων μου και συνετριψα αυτας εμπροσθεν των οφθαλμων σας?17 J’ai pris les tables à deux mains, je les ai jetées à terre et je les ai brisées sous vos yeux.
18 και προσεπεσον ενωπιον του Κυριου, καθως προτερον, τεσσαρακοντα ημερας και τεσσαρακοντα νυκτας? αρτον δεν εφαγον και υδωρ δεν επιον εξ αιτιας πασων των αμαρτιων σας, τας οποιας ημαρτησατε, πραττοντες πονηρα ενωπιον του Κυριου, ωστε να παροργισητε αυτον?18 Puis je me suis jeté à terre devant Dieu et, comme la première fois, je suis resté 40 jours et 40 nuits sans manger de pain et sans boire d’eau, à cause de votre péché: vous aviez fait ce qui est mal aux yeux de Yahvé et vous l’aviez irrité.
19 διοτι κατεφοβηθην δια τον θυμον και την οργην, με την οποιαν ο Κυριος ητο θυμωμενος εναντιον σας δια να σας εξολοθρευση. Αλλ' ο Κυριος εισηκουσε μου και ταυτην την φοραν.19 Je tremblais, pensant à la colère et à la fureur de Yahvé envers vous. Il voulait vous exterminer mais, une fois encore, Yahvé m’a écouté.
20 Και ητο ο Κυριος θυμωμενος σφοδρα κατα του Ααρων, δια να εξολοθρευση αυτον? και εδεηθην και υπερ του Ααρων εν τω καιρω εκεινω.20 Yahvé se mit aussi en colère contre Aaron, il voulait le faire mourir. Pour Aaron aussi, je me suis mis en prière.
21 Και ελαβον την αμαρτιαν σας, τον μοσχον τον οποιον εκαμετε, και κατεκαυσα αυτον εν πυρι και συνετριψα αυτον και κατελεπτυνα αυτον εωσου εγεινε λεπτον ως σκονη? και ερριψα την σκονην τουτου εις τον χειμαρρον τον καταβαινοντα απο του ορους.21 J’ai pris votre péché, ce veau que vous aviez fabriqué, et je l’ai jeté au feu; je l’ai fait passer par la meule, je l’ai réduit en poudre et j’ai jeté cette poudre dans le torrent qui descend de la montagne.
22 Και εν Ταβερα και εν Μασσα και εν Κιβρωθ-αττααβα παρωργισατε τον Κυριον.22 Ce fut pareil à Tabéra, à Massa, et à Kibrot-Ha-Taava: vous avez irrité Yahvé.
23 Και οτε ο Κυριος σας απεστειλεν απο Καδης-βαρνη, λεγων, Αναβητε και κληρονομησατε την γην, την οποιαν εδωκα εις εσας, τοτε σεις εστασιασατε εναντιον της προσταγης Κυριου του Θεου σας, και δεν επιστευσατε εις αυτον ουδε εισηκουσατε της φωνης αυτου.23 Lorsque Yahvé vous a envoyés de Qadesh-Barné en vous disant: “Montez et prenez possession du pays que je vous ai donné!”, vous vous êtes révoltés contre les ordres de Yahvé votre Dieu; vous n’avez pas eu confiance en lui et vous ne l’avez pas écouté.
24 Παντοτε εστασιασατε εναντιον του Κυριου, αφ' ης ημερας σας εγνωρισα.24 Depuis le jour où je vous ai connus vous avez été rebelles à Yahvé.
25 Και προσεπεσον ενωπιον του Κυριου τεσσαρακοντα ημερας και τεσσαρακοντα νυκτας, καθως προσεπεσον προτερον? διοτι ο Κυριος ειπε να σας εξολοθρευση.25 Je me suis donc jeté à terre devant Yahvé. Oui, pendant quarante jours et quarante nuits j’étais à terre devant Yahvé, car il parlait de vous exterminer.
26 Και εδεηθην του Κυριου λεγων, Κυριε Θεε, μη εξολοθρευσης τον λαον σου και την κληρονομιαν σου, τον οποιον ελυτρωσας δια της μεγαλωσυνης σου, τον οποιον εξηγαγες εξ Αιγυπτου εν χειρι κραταια?26 J’ai supplié Yahvé, je lui ai dit: “Seigneur Yahvé, ne détruis pas ce peuple qui est ton bien propre, que tu t’es acquis par ta puissance, que tu as fait sortir d’Égypte à main forte.
27 ενθυμηθητι τους δουλους σου, τον Αβρααμ, τον Ισαακ και τον Ιακωβ? μη επιβλεψης εις την σκληροτητα του λαου τουτου, μητε εις τας ασεβειας αυτων, μητε εις τας αμαρτιας αυτων?27 Souviens-toi de tes serviteurs Abraham, Isaac et Jacob, et oublie que ce peuple a été insupportable, mauvais et pécheur.
28 μηπως ειπωσιν οι κατοικοι της γης, εκ της οποιας εξηγαγες ημας, Επειδη ο Κυριος δεν ηδυνατο να εισαγαγη αυτους εις την γην, την οποιαν υπεσχεθη προς αυτους, και επειδη εμισει αυτους, εξηγαγεν αυτους δια να φονευση αυτους εν τη ερημω?28 Sinon l’on dira au pays dont tu nous as délivrés: Yahvé n’a pas été capable de les faire entrer dans le pays qu’il leur avait promis; les Israélites l’ont tellement dégoûté, qu’après les avoir fait sortir il les a laissés mourir dans le désert.
29 αλλ' ουτοι ειναι λαος σου και κληρονομια σου, τους οποιους εξηγαγες με την δυναμιν σου την μεγαλην και με τον βραχιονα σου τον εξηπλωμενον.29 “Rappelle-toi qu’ils sont ton peuple et ton bien propre, et que tu les as fait sortir par la force, en frappant de grands coups.”