Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΔΕΥΤΕΡΟΝΟΜΙΟΝ - Deuteronomio - Deuteronomy 32


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Προσεχε, ουρανε, και θελω λαλησει? και ας ακουη η γη τους λογους του στοματος μου.1 “Cieux, prêtez l’oreille et je parlerai, que la terre écoute les paroles de ma bouche!
2 Η διδασκαλια μου θελει σταλαξει ως η βροχη, ο λογος μου θελει καταβη ως η δροσος, ως η ψεκας επι την χλοην και ως ο ομβρος επι τον χορτον?2 Que mon enseignement descende comme la pluie, et que ma parole comme la rosée se répande, comme la pluie sur l’herbe verte, comme les ondées sur le gazon.
3 διοτι θελω εξυμνησει το ονομα του Κυριου? αποδοτε μεγαλωσυνην εις τον Θεον ημων.3 Je vais invoquer le nom de Yahvé: rendez hommage à notre Dieu!
4 Αυτος ειναι ο Βραχος, τα εργα αυτου ειναι τελεια? διοτι πασαι αι οδοι αυτου ειναι κρισις? Θεος πιστος, και δεν υπαρχει αδικια εν αυτω? δικαιος και ευθυς ειναι αυτος.4 Il est le Rocher, son œuvre est parfaite, toutes ses voies sont justes. Il est un Dieu de vérité, ennemi du mal, il est juste et il est droit.
5 Ουτοι διεφθαρησαν? η κηλις αυτων δεν ειναι κηλις των υιων αυτου? ειναι γενεα σκολια και διεστραμμενη.5 Il avait engendré des fils dans la droiture, ils se sont dévoyés: c’est une engeance perverse et mauvaise!
6 Ταυτα ανταποδιδετε εις τον Κυριον, λαε μωρε και ασυνετε; δεν ειναι αυτος ο πατηρ σου, οστις σε εξηγορασεν; αυτος οστις σε επλασε και σε εμορφωσεν;6 Est-ce là ta façon de remercier Yahvé, peuple fou et sans cervelle? N’est-il pas ton père, celui qui t’a créé, celui qui t’a façonné et mis en place?
7 Ενθυμηθητι τας αρχαιας ημερας, συλλογισθητι τα ετη πολλων γενεων? ερωτησον τον πατερα σου, και αυτος θελει σοι αναγγειλει, τους πρεσβυτερους σου, και αυτοι θελουσι σοι ειπει?7 Souviens-toi des jours d’autrefois, rappelle-toi les années des siècles passés. Interroge ton père et il t’instruira, demande aux anciens, ils te répondront.
8 οτε διεμεριζεν ο Υψιστος τα εθνη, οτε διεσπειρε τους υιους του Αδαμ, εστησε τα ορια των λαων κατα τον αριθμον των υιων Ισραηλ.8 Lorsque le Très-Haut disposait les nations, lorsqu’il répartissait les fils d’Adam, il fixa des bornes aux peuples selon le nombre de leurs anges;
9 Διοτι η μερις του Κυριου ειναι ο λαος αυτου, ο Ιακωβ ειναι το μερος της κληρονομιας αυτου.9 Mais la part de Yahvé, c’est son peuple, Jacob est son propre domaine.
10 Εν γη ερημω ευρηκεν αυτον, και εν ερημια φρικης και ολολυγμου? περιωδηγησεν αυτον, επαιδαγωγησεν αυτον, εφυλαξεν αυτον ως κορην οφθαλμου αυτου.10 Il l’a trouvé dans une terre déserte, dans le chaos, les hurlements des terres sauvages. Il l’entoure et prend soin de lui, il le garde comme la prunelle de son œil.
11 Καθως ο αετος σκεπαζει την φωλεαν αυτου, περιθαλπει τους νεοσσους αυτου, εξαπλονων τας πτερυγας αυτου αναλαμβανει αυτους, και σηκονει αυτους επι των πτερυγων αυτου,11 Comme un aigle éveillant sa nichée, qui plane au-dessus de ses petits, Yahvé déploie sur Israël ses ailes, il le prend et l’emporte sur son plumage.
12 ουτως ο Κυριος μονος ωδηγησεν αυτον, και δεν ητο μετ' αυτου ξενος Θεος.12 Lui n’a pas d’autre guide que Yahvé: pas un dieu étranger avec lui!
13 Ανεβιβασεν αυτους επι τα εξοχα μερη της γης, και εφαγον τα γεννηματα των αγρων? και εθηλασεν αυτους μελι εκ της πετρας, και ελαιον εκ της σκληρας πετρας,13 Yahvé l’installe au plus haut de la terre: Israël mange le produit des champs. Yahvé lui donne à goûter le miel de la roche, l’huile secrète des durs rochers,
14 Βουτυρον βοων και γαλα προβατων, με παχος αρνιων, και κριων θρεμματων της Βασαν, και τραγων, μετα του εξαιρετου ανθους του σιτου? και επιες οινον, αιμα σταφυλης.14 la crème des vaches et le lait des brebis, avec la graisse des agneaux, les béliers de Bashan et les boucs, et la meilleure farine de blé: le sang des raisins devient sa boisson.
15 Ο δε Ιεσουρουν επαχυνθη και απελακτισεν? επαχυνθης, επλατυνθης, υπερελιπανθης? τοτε ελησμονησε τον Θεον τον πλασαντα αυτον, και κατεφρονησε τον Βραχον της σωτηριας αυτου.15 Mais Jacob a mangé, il est rassasié, Yéchouroun est gras et il se révolte: oui, te voilà gras, comblé, gavé! Israël repousse son Dieu qui l’a façonné. Voilà qu’il méprise à présent le rocher qui le sauve.
16 Παρωξυναν αυτον εις ζηλοτυπιαν με ξενους θεους, με βδελυγματα παρωξυναν αυτον εις θυμον?16 Ils l’ont rendu jaloux, suivant des étrangers, ils l’ont mis en colère avec leurs horreurs.
17 εθυσιασαν εις δαιμονια, ουχι εις τον Θεον? εις θεους, τους οποιους δεν εγνωριζον, εις νεους θεους νεωστι εισαχθεντας, τους οποιους δεν ελατρευον οι πατερες σας?17 Ils ont offert des sacrifices à des démons qui n’ont rien de Dieu, à des dieux qu’ils ne connaissaient pas, des dieux venus de la dernière heure, que leurs pères n’avaient pas appris à craindre.
18 τον δε Βραχον τον γεννησαντα σε εγκατελιπες, και ελησμονησας τον Θεον τον πλασαντα σε.18 Quoi! tu laisses le rocher qui t’a donné la vie, tu méprises le Dieu qui t’a enfanté?
19 Και ειδεν ο Κυριος και απεστραφη αυτους, διοτι παρωργισαν αυτον οι υιοι αυτου και αι θυγατερες αυτου?19 Yahvé l’a vu, et il méprise ces fils, ces filles qui l’ont mis en colère.
20 και ειπε, Θελω αποστρεψει το προσωπον μου απ' αυτων, θελω ιδει οποιον θελει εισθαι το τελος αυτων? διοτι αυτοι ειναι γενεα διεστραμμενη, υιοι εις τους οποιους δεν υπαρχει πιστις.20 Il a dit: Je leur cacherai ma face, et je verrai quel sera leur sort. Oui, c’est une race mauvaise, des fils incapables de fidélité.
21 Αυτοι με παρωξυναν εις ζηλοτυπιαν με τα μη οντα θεον? με τα ειδωλα αυτων με παρωργισαν? και εγω θελω παροξυνει αυτους εις ζηλοτυπιαν με τους μη οντας λαον, με εθνος ασυνετον θελω παροργισει αυτους.21 Ils m’ont rendu jaloux avec des dieux de rien, mis en colère par de sottes idoles: je les rendrai jaloux d’un peuple de rien, je les mettrai en colère par une nation sotte.
22 Διοτι πυρ εξηφθη εν τω θυμω μου, και θελει εκκαυθη εως εις τα κατωτατα του αδου, και θελει καταφαγει την γην μετα των γεννηματων αυτης, και θελει καταφλογισει τα θεμελια των ορεων.22 Oui, le feu de ma colère s’est enflammé, sa flamme descend jusqu’au séjour des enfers. Il dévore la terre et ses récoltes, il calcine les assises des monts.
23 Θελω επισωρευσει επ' αυτους κακα, παντα τα βελη μου θελω εκκενωσει επ' αυτους.23 Je déchargerai sur eux mes fléaux, sur eux j’épuiserai mes flèches.
24 Θελουσιν αναλωθη εκ της πεινης και καταφαγωθη με φλογωδεις νοσους, και με πικρον ολεθρον? και οδοντας θηριων θελω εξαποστειλει επ' αυτους, και φαρμακιον των ερποντων επι της γης.24 Ils seront minés par la faim, les fièvres, la peste qui sème la mort. J’enverrai contre eux la dent des bêtes, et le venin de ce qui rampe dans la poussière.
25 Εξωθεν μαχαιρα, και εσωθεν τρομος, θελει καταναλωσει τον τε νεον και την παρθενον, το θηλαζον νηπιον και τον πολιον γεροντα.25 Au-dehors, l’épée fait ses ravages, et dans les maisons c’est l’effroi. Garçons et filles périront ensemble, l’enfant à la mamelle avec le vieillard.
26 Ειπα, Ηθελον διασκορπισει αυτους, ηθελον εξαλειψει το μνημοσυνον αυτων εκ μεσου των ανθρωπων,26 Je pensais les réduire en poussière, effacer leur souvenir du milieu des hommes,
27 εαν δεν εφοβουμην την οργην του εχθρου, μη πως υψηλοφρονησωσιν οι εναντιοι αυτων, και ειπωσιν, Η χειρ ημων η υψηλη, και ουχι ο Κυριος, εκαμε παντα ταυτα.27 mais je crains l’arrogance de leurs adversaires, leurs ennemis pourraient se tromper; ne diraient-ils pas: “Notre main a été la plus forte, Yahvé n’y était pour rien”?
28 Διοτι ειναι εθνος ασυνετον, και δεν υπαρχει εν αυτοις φρονησις.28 Cette nation ne sait pas se conduire, c’est une nation sans intelligence.
29 Ειθε να ησαν σοφοι, να ενοουν τουτο, να εσυλλογιζοντο το τελος αυτων29 Avec un peu de sagesse, ils comprendraient, ils verraient où cela les conduit.
30 Πως ηθελε δυνηθη εις να διωξη χιλιους, και δυο να τρεψωσιν εις φυγην μυριαδας, εαν ο Βραχος αυτων δεν ηθελε πωλησει αυτους, και δεν ηθελε παραδωσει αυτους ο Κυριος;30 Quand un homme en poursuit mille, quand deux mettent dix mille en fuite, n’est-ce pas que leur Rocher les a vendus, que Yahvé lui-même les a livrés?
31 Διοτι ο βραχος αυτων δεν ειναι ως ο Βραχος ημων? και αυτοι οι εχθροι ημων ας κρινωσιν.31 Lui est notre Rocher, devraient-ils dire, et ces peuples, leur roche n’est rien! ils n’ont rien à nous apprendre.
32 Επειδη εκ της αμπελου των Σοδομων ειναι η αμπελος αυτων, και εκ των αγρων της Γομορρας? η σταφυλη αυτων ειναι σταφυλη χολης, οι βοτρεις αυτων πικροι?32 Car leur vigne est une vigne de Sodome, on l’a prise aux vignobles de Gomorrhe. Leurs raisins sont des raisins rêches, leurs grappes sont des grappes amères.
33 ο οινος αυτων φαρμακιον δρακοντων, και ανιατος ιος ασπιδος.33 Leur vin est un venin de serpents, vrai poison de vipères.
34 Δεν ειναι τουτο αποτεταμιευμενον εις εμε, εσφραγισμενον εις τους θησαυρους μου;34 Israël n’est-il pas un joyau que je porte? et que j’enferme dans mes trésors?
35 Εις εμε ανηκει η εκδικησις και η ανταποδοσις? ο πους αυτων εν καιρω θελει ολισθησει διοτι πλησιον ειναι η ημερα της απωλειας αυτων, και τα μελλοντα να ελθωσιν επ' αυτους σπευδουσι.35 À moi la vengeance et le châtiment, car bientôt ils vont chanceler, tout proche est le jour de leur malheur, et sous peu viendra pour eux la ruine.
36 Διοτι ο Κυριος θελει κρινει τον λαον αυτου, και θελει μεταμεληθη δια τους δουλους αυτου, οταν ιδη οτι απωλεσθη η δυναμις αυτων, και δεν εμεινεν ουδεν πεφυλαγμενον ουδε αφειμενον.36 Car Yahvé rendra justice à son peuple, il prendra en pitié ses serviteurs lorsqu’il verra que leur vigueur s’épuise, qu’il n’y a plus chez eux esclave ni homme libre.
37 Και θελει ειπει, Που ειναι οι θεοι αυτων, ο βραχος εις τον οποιον ειχον το θαρρος αυτων;37 Alors Il dira: Où sont leurs dieux, ce beau rocher où ils se réfugiaient,
38 οιτινες ετρωγον το παχος των θυσιων αυτων, και επινον τον οινον των σπονδων αυτων; ας σηκωθωσι και ας σας βοηθησωσιν, ας γεινωσιν εις εσας σκεπη.38 qui mangeaient la graisse de leurs sacrifices et buvaient le vin de leurs libations? Qu’ils se lèvent, qu’ils accourent et les prennent sous leur protection!
39 Ιδετε τωρα οτι εγω, εγω ειμαι, και δεν ειναι Θεος πλην εμου? εγω θανατονω και ζωοποιω? εγω πληγονω και ιατρευω? και δεν υπαρχει ο ελευθερων εκ της χειρος μου.39 Mais non, regardez: c’est moi qui suis Dieu, il n’y a pas d’autre Dieu que moi! C’est moi qui fais mourir et qui fais vivre, c’est moi qui blesse, et je guéris; nul ne peut délivrer de ma main!
40 Διοτι εγω υψονω εις τον ουρανον την χειρα μου, Και λεγω, Ζω εγω εις τον αιωνα?40 Je lève ma main vers le ciel et je jure: aussi vrai que je vis à jamais,
41 εαν ακονισω την αστραπηφορον μαχαιραν μου, και επιβαλω την χειρα μου εις κρισιν, θελω καμει εκδικησιν εις τους εχθρους μου, και θελω ανταποδωσει εις τους μισουντας με?41 j’aiguiserai mon épée redoutable, et je prendrai sur moi de juger. Je me vengerai de mes ennemis, à ceux qui me haïssent, je rendrai la pareille.
42 θελω μεθυσει τα βελη μου απο αιματος, και η μαχαιρα μου θελει καταφαγει κρεατα, απο του αιματος των πεφονευμενων και των αιχμαλωτων, απο της κεφαλης των αρχοντων των εχθρων.42 Mes flèches s’enivreront de sang, mon épée aura sa ration de victimes: le sang des morts et des prisonniers, les têtes ennemies avec leur tignasse!
43 Ευφρανθητε, εθνη, μετα του λαου αυτου? διοτι θελει εκδικησει το αιμα των δουλων αυτου, και αποδωσει εκδικησιν εις τους εναντιους αυτου, και καθαρισει την γην αυτου και τον λαον αυτου.43 Cieux, faites-lui fête, fils de Dieu, prosternez-vous devant lui! Car il venge le sang de ses serviteurs, il rend la pareille à ses adversaires, et il purifie la terre de son peuple.”
44 Και ηλθεν ο Μωυσης, και ελαλησε παντας τους λογους της ωδης ταυτης εις επηκοον του λαου, αυτος και Ιησους ο υιος του Ναυη.44 Alors Moïse s’approcha avec Josué, fils de Noun, et il enseigna à tout le peuple les paroles de ce cantique.
45 Και ετελειωσεν ο Μωυσης λαλων παντας τους λογους τουτους προς παντα τον Ισραηλ.45 Lorsque Moïse eut achevé de dire toutes ces paroles à Israël,
46 Και ειπε προς αυτους, Θεσατε τας καρδιας σας εις παντας τους λογους, τους οποιους εγω σημερον διαμαρτυρομαι προς εσας? τους οποιους θελετε παραγγειλει εις τα τεκνα σας να προσεχωσιν εις το να εκτελωσι, παντας τους λογους του νομου τουτου.46 il ajouta: “Prenez à cœur toutes les paroles que je prononce aujourd’hui solennellement devant vous, ordonnez à vos fils de mettre soigneusement en pratique toutes les paroles de cette Loi.
47 Διοτι ουτος δεν ειναι εις εσας λογος ματαιος? επειδη αυτη ειναι η ζωη σας? και δια του λογου τουτου θελετε μακροημερευσει επι της γης, προς την οποιαν διαβαινετε τον Ιορδανην δια να κληρονομησητε αυτην.47 Vous lui apporterez toute votre attention, car elle est votre vie. C’est par elle que vous vivrez de longs jours sur la terre qui sera vôtre, quand vous aurez traversé le Jourdain.”
48 Και ελαλησε Κυριος προς τον Μωυσην την αυτην εκεινην ημεραν, λεγων,48 Ce même jour Yahvé dit à Moïse:
49 Αναβα εις το ορος τουτο Αβαριμ, εις το ορος Νεβω, το εν τη γη Μωαβ κατεναντι της Ιεριχω? και θεωρησον την γην Χανααν, την οποιαν εγω διδω εις τους υιους Ισραηλ εις ιδιοκτησιαν?49 “Monte à cette chaîne des Abarim dans le pays de Moab, face à Jéricho, et gravis le mont Nébo. De là tu pourras voir le pays de Canaan que je donne aux Israélites en propriété.
50 και τελευτησον εν τω ορει οπου αναβαινεις, και προστεθητι εις τον λαον σου, καθως ο αδελφος σου Ααρων ετελευτησεν εν τω ορει Ωρ και προσετεθη εις τον λαον αυτου?50 Puis meurs sur la montagne que tu vas gravir et tu seras réuni à ton peuple, comme Aaron ton frère est mort sur la montagne de Hor, et il a été réuni à son peuple.
51 διοτι ηπειθησατε εις εμε μεταξυ των υιων Ισραηλ εις τα υδατα της Μεριβα-καδης, εν τη ερημω Σιν? επειδη δεν με ηγιασατε εν μεσω των υιων Ισραηλ?51 Tu sais bien que vous m’avez été infidèles aux eaux de Mériba, à Qadesh dans le désert de Tsin, quand tout Israël vous regardait: vous ne m’avez pas sanctifié devant les Israélites.
52 οθεν απεναντι θελεις ιδει την γην, εκει ομως δεν θελεις εισελθει, εις την γην την οποιαν εγω διδω εις τους υιους Ισραηλ.52 C’est pourquoi tu verras le pays de loin, mais tu n’y entreras pas.”