Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Luca - Luke 5


font
GREEK BIBLEBIBLES DES PEUPLES
1 Ενω δε ο οχλος συνεθλιβεν αυτον δια να ακουη τον λογον του Θεου, αυτος ιστατο πλησιον της λιμνης Γεννησαρετ,1 Un jour la foule s’écrasait autour de lui pour mieux entendre la parole de Dieu, et lui se tenait au bord du lac de Génésaret.
2 και ειδε δυο πλοια ισταμενα παρα την λιμνην οι δε αλιεις αποβαντες απ' αυτων εξεπλυναν τα δικτυα.2 À ce moment il vit deux barques amarrées sur le bord du lac: les pêcheurs en étaient descendus et lavaient leurs filets.
3 Εμβας δε εις εν των πλοιων, το οποιον ητο του Σιμωνος, παρεκαλεσεν αυτον να απομακρυνη αυτο ολιγον απο της γης, και καθησας εδιδασκεν εκ του πλοιου τους οχλους.3 Il monta dans l’une des barques, qui était à Simon, et lui demanda de s’écarter un peu de la rive. Puis, de la barque où il était assis, il continua d’enseigner les foules.
4 Καθως δε επαυσε λαλων, ειπε προς τον Σιμωνα? Επαναγαγε το πλοιον εις τα βαθεα και ριψατε τα δικτυα υμων δια να οψαρευσητε.4 Quand il eut fini de parler il dit à Simon: "Avance vers le large et jetez vos filets pour la pêche.”
5 Και αποκριθεις ο Σιμων, ειπε προς αυτον? Διδασκαλε, δι' ολης της νυκτος κοπιασαντες δεν επιασαμεν ουδεν? αλλ' ομως επι τω λογω σου θελω ριψει το δικτυον.5 Simon répondit: "Maître, nous avons eu beau faire, nous n’avons rien pris de toute la nuit. Mais si tu le dis, je vais jeter les filets.”
6 Και αφου εκαμον τουτο, συνεκλεισαν πληθος πολυ ιχθυων και διεσχιζετο το δικτυον αυτων.6 C’est ce qu’ils firent, et ils ramassèrent une telle quantité de poissons que leurs filets étaient près de se déchirer!
7 Και εκαμον νευμα εις τους συντροφους τους εν τω αλλω πλοιω, δια να ελθωσι να βοηθησωσιν αυτους? και ηλθον και εγεμισαν αμφοτερα τα πλοια, ωστε εβυθιζοντο.7 Alors ils firent signe à leurs associés qui étaient dans l’autre barque pour qu’ils viennent les aider. Ils arrivèrent et remplirent les deux barques presque à les faire couler.
8 Ιδων δε ο Σιμων Πετρος, προσεπεσε προς τα γονατα του Ιησου, λεγων? Εξελθε απ' εμου, διοτι ειμαι ανθρωπος αμαρτωλος, Κυριε.8 Voyant cela, Simon-Pierre se jeta aux pieds de Jésus et lui dit: "Éloigne-toi de moi, Seigneur, car je suis un homme pécheur!”
9 Επειδη εκπληξις κατελαβεν αυτον και παντας τους μετ' αυτου δια την αγραν των ιχθυων, την οποιαν συνελαβον,9 Lui et ses aides étaient en effet sous le coup de la stupeur à cause de cette pêche qu’ils venaient de faire;
10 ομοιως δε και τον Ιακωβον και Ιωαννην, τους υιους του Ζεβεδαιου, οιτινες ησαν συντροφοι του Σιμωνος. Και ειπε προς τον Σιμωνα ο Ιησους? Μη φοβου? απο του νυν ανθρωπους θελεις αγρευει.10 de même Jacques et Jean, les fils de Zébédée, qui étaient des compagnons de Simon. Jésus dit alors à Simon: "Ne crains pas! À partir de maintenant ce sont les personnes que tu pêcheras!”
11 Και αφου εφεραν τα πλοια επι την γην, αφησαντες απαντα ηκολουθησαν αυτον.11 Ils ramenèrent les barques à terre, puis ils laissèrent tout et le suivirent.
12 Και ενω ητο εν μια των πολεων ιδου, ανθρωπος πληρης λεπρας? και ιδων τον Ιησουν, επεσε κατα προσωπον και παρεκαλεσεν αυτον, λεγων? Κυριε, εαν θελης, δυνασαι να με καθαρισης.12 Comme Jésus se trouvait dans une certaine ville, voici qu’un homme se présente, couvert de lèpre. Arrivé devant Jésus, il se prosterne et le supplie: "Seigneur, si tu le veux, tu peux me guérir!”
13 Και εκτεινας την χειρα, ηγγισεν αυτον και ειπε? Θελω, καθαρισθητι. Και ευθυς η λεπρα εφυγεν απ' αυτου.13 Aussitôt Jésus étend la main et le touche en disant: "Je le veux: sois guéri!” Sur ce, la lèpre le quitte.
14 Και αυτος παρηγγειλεν αυτον να μη ειπη τουτο προς μηδενα, αλλ' υπαγε, λεγει, και δειξον σεαυτον εις τον ιερεα και προσφερε περι του καθαρισμου σου, καθως προσεταξεν ο Μωυσης, δια μαρτυριαν εις αυτους.14 Jésus alors lui fait la leçon: "Ne le dis à personne, mais va te montrer au prêtre et offre pour ta purification le sacrifice ordonné par Moïse: tu feras ainsi ta déclaration.”
15 Αλλ' ετι μαλλον διηρχετο η φημη περι αυτου, και συνηθροιζοντο οχλοι πολλοι, δια να ακουωσι και να θεραπευωνται υπ' αυτου απο των ασθενειων αυτων?15 Malgré cela, sa renommée se répandait de plus en plus. Des foules nombreuses se regroupaient pour l’entendre et pour se faire guérir de leurs infirmités,
16 αυτος δε απεσυρετο εις τας ερημους και προσηυχετο.16 mais lui cherchait des endroits retirés pour y prier.
17 Και εν μια των ημερων, ενω αυτος εδιδασκεν, εκαθηντο Φαρισαιοι και νομοδιδασκαλοι, οιτινες ειχον ελθει εκ πασης κωμης της Γαλιλαιας και Ιουδαιας και Ιερουσαλημ? και δυναμις Κυριου ητο εις το να ιατρευη αυτους.17 Il était un certain jour en train d’enseigner. Dans l’assistance se trouvaient des Pharisiens et des maîtres de la Loi venus de tous les coins de Galilée et de Judée, et même de Jérusalem. Juste à ce moment la force du Seigneur lui permettait de faire des guérisons.
18 Και ιδου, ανδρες φεροντες επι κλινης ανθρωπον, οστις ητο παραλυτικος, και εζητουν να φερωσιν αυτον εσω και να θεσωσιν ενωπιον αυτου?18 Se présentent alors des hommes qui amènent un paralysé sur un brancard. Ils cherchent à le faire entrer pour le déposer devant Jésus,
19 και μη ευροντες δια ποιας εισοδου να φερωσιν αυτον εσω εξ αιτιας του οχλου, ανεβησαν επι το δωμα και δια των κεραμιδων κατεβιβασαν αυτον μετα του κλινιδιου εις το μεσον εμπροσθεν του Ιησου.19 mais ils ne voient pas comment le faire passer, tellement il y a de monde. Alors ils montent sur la terrasse et, au travers des tuiles, ils le descendent avec sa paillasse en plein milieu, devant Jésus.
20 Και ιδων την πιστιν αυτων, ειπε προς αυτον? Ανθρωπε, συγκεχωρημεναι ειναι εις σε αι αμαρτιαι σου.20 Lui, voyant leur foi, dit simplement: "Mon ami, tes péchés te sont pardonnés!”
21 Και ηρχισαν να διαλογιζωνται οι γραμματεις και οι Φαρισαιοι, λεγοντες? Τις ειναι ουτος, οστις λαλει βλασφημιας; τις δυναται να συγχωρη αμαρτιας ειμη μονος ο Θεος;21 Aussitôt les maîtres de la Loi et les Pharisiens commencent à faire des réflexions: "Cet homme vient de dire un blasphème; qui peut pardonner les péchés sinon Dieu?”
22 Νοησας δε ο Ιησους τους διαλογισμους αυτων, απεκριθη και ειπε προς αυτους? Τι διαλογιζεσθε εν ταις καρδιαις σας;22 Mais Jésus sait ce qu’ils pensent et il leur répond: "Pourquoi réagissez-vous ainsi?
23 τι ειναι ευκολωτερον, να ειπω, Συγκεχωρημεναι ειναι εις σε αι αμαρτιαι σου, η να ειπω, Σηκωθητι και περιπατει;23 Quel est le plus facile de dire: ‘Tes péchés te sont pardonnés’, ou: ‘Lève-toi et marche’?
24 αλλα δια να γνωρισητε οτι εξουσιαν εχει ο ιος του ανθρωπου επι της γης να συγχωρη αμαρτιας, ειπε προς τον παραλυτικον? Προς σε λεγω, Σηκωθητι και σηκωσον το κλινιδιον σου και υπαγε εις τον οικον σου.24 Eh bien vous saurez que sur la terre le Fils de l’Homme a autorité pour remettre les péchés.” Et Jésus dit au paralysé: "Lève-toi, tu m’entends! prends ta paillasse et rentre chez toi.”
25 Και παρευθυς εγερθεις ενωπιον αυτων, εσηκωσε το κλινιδιον εφ' ου κατεκειτο και ανεχωρησεν εις τον οικον αυτου, δοξαζων τον Θεον.25 À l’instant même il se leva sous leurs yeux; il prit la paillasse sur laquelle il était allongé et rentra chez lui, chantant la gloire de Dieu.
26 Και εκστασις κατελαβεν απαντας και εδοξαζον τον Θεον, και επλησθησαν φοβου, λεγοντες οτι ειδομεν παραδοξα σημερον.26 Tous étaient bouleversés et rendaient gloire à Dieu; ils disaient: "Aujourd’hui nous avons vu des choses incroyables!” et tous étaient sous le coup d’une crainte religieuse.
27 Και μετα ταυτα εξηλθε και ειδε τελωνην τινα Λευιν το ονομα, καθημενον εις το τελωνιον, και ειπε προς αυτον? Ακολουθει μοι.27 Comme Jésus sortait, il aperçut un employé de l’impôt du nom de Lévi, assis à son poste de percepteur. Jésus lui dit: "Suis-moi!”
28 Και αφησας απαντα, εσηκωθη και ηκολουθησεν αυτον.28 Lévi laissa tout; il se leva et le suivit.
29 Και εκαμεν εις αυτον ο Λευις υποδοχην μεγαλην εν τη οικια αυτου, και ητο πληθος πολυ τελωνων και αλλων, οιτινες εκαθηντο μετ' αυτων εις την τραπεζαν.29 Lévi prépara dans sa maison un grand repas en l’honneur de Jésus; il y avait là à table avec eux tout un monde de collecteurs de l’impôt et d’autres du même genre.
30 Και εγογγυζον οι γραμματεις αυτων και οι Φαρισαιοι προς τους μαθητας αυτου, λεγοντες? Δια τι μετα τελωνων και αμαρτωλων τρωγετε και πινετε;30 Voyant cela, les Pharisiens et les maîtres de la Loi faisaient des réflexions aux disciples: "Comment pouvez-vous manger et boire avec les collecteurs de l’impôt et les pécheurs?”
31 Και αποκριθεις ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Δεν εχουσι χρειαν ιατρου οι υγιαινοντες, αλλ' οι πασχοντες.31 C’est Jésus qui leur répondit: "Les bien portants n’ont pas besoin du médecin, il est pour les malades.
32 Δεν ηλθον δια να καλεσω δικαιους, αλλα αμαρτωλους εις μετανοιαν.32 Ce ne sont pas les justes que je viens appeler à la conversion, mais les pécheurs.”
33 Οι δε ειπον προς αυτον? Δια τι οι μαθηται του Ιωαννου νηστευουσι συχνα και καμνουσι δεησεις, ομοιως και οι των Φαρισαιων, οι δε ιδικοι σου τρωγουσι και πινουσιν;33 Ils dirent à Jésus: "Les disciples de Jean-Baptiste jeûnent souvent et font des prières, et c’est pareil chez les Pharisiens, mais les tiens mangent et boivent!”
34 Ο δε ειπε προς αυτους? Μηπως δυνασθε να καμητε τους υιους του νυμφωνος να νηστευωσιν, ενοσω ειναι μετ' αυτων ο νυμφιος;34 Jésus leur dit: "Vous ne pouvez pas faire jeûner les compagnons du nouvel époux tant que l’époux est avec eux.
35 θελουσιν ομως ελθει ημεραι, οταν αφαιρεθη απ' αυτων ο νυμφιος? τοτε θελουσι νηστευει εν εκειναις ταις ημεραις.35 Mais un jour l’époux leur sera enlevé; en ces jours-là, oui, ils jeûneront.”
36 Ελεγε δε και παραβολην προς αυτους, οτι ουδεις βαλλει επιρραμμα ιματιου νεου επι ιματιον παλαιον ει δε μη, και το νεον σχιζει και με το παλαιον δεν συμφωνει το επιρραμμα το απο του νεου.36 Il leur dit encore cette parabole: "Personne ne prend une pièce sur un vêtement neuf pour réparer un vieux vêtement. Vous ne le voyez pas déchirant le neuf pour qu’ensuite la pièce prise sur le neuf ne s’accorde pas avec le vieux.
37 Και ουδεις βαλλει οινον νεον εις ασκους παλαιους ει δε μη, ο νεος οινος θελει σχισει τους ασκους, και αυτος θελει εκχυθη και οι ασκοι θελουσι φθαρη37 Personne non plus ne met le vin nouveau dans de vieilles outres. Sinon le vin nouveau fera éclater les outres: voilà le vin répandu et les outres perdues.
38 αλλα πρεπει να βαλληται ο νεος οινος εις ασκους νεους, και αμφοτερα διατηρουνται.38 Mettez le vin nouveau dans des outres neuves!
39 Και ουδεις αφου πιη οινον παλαιον, θελει ευθυς νεον? διοτι λεγει? Ο παλαιος ειναι καλητερος.39 “ Celui qui est habitué au vin vieux n’a aucun désir du nouveau; il dit en effet: "Le vieux est excellent!”