Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΑΜΒΑΚΟΥΜ - Abacuc - Habakkuk 3


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Προσευχη Αββακουμ του προφητου επι Σιγιωνωθ.1 Habakuk próféta imádsága. A siralmak szerint.
2 Κυριε, ηκουσα την ακοην σου και εφοβηθην? Κυριε, ζωοποιει το εργον σου εν μεσω των ετων? Εν μεσω των ετων γνωστοποιει, αυτο? εν τη οργη σου μνησθητι ελεους.2 Uram, eljutott hozzám a te híred, és én megrettentem tetteidtől. Keltsd életre művedet, Uram, a mi időnkben is, a közeli években tedd ismeretessé! De haragodban is gondolj az irgalomra!
3 Ο Θεος ηλθεν απο Θαιμαν και ο Αγιος απο του ορους Φαραν? Διαψαλμα. εκαλυψεν ουρανους η δοξα αυτου, και της αινεσεως αυτου ητο πληρης η γη?3 Jön az Isten Témán felől, és a Szent a Párán hegye felől; dicsősége elborítja az egeket, és dicséretével telve van a föld.
4 Και η λαμψις αυτου ητο ως το φως? ακτινες εξηρχοντο εκ της χειρος αυτου, και εκει ητο ο κρυψων της ισχυος αυτου.4 Ragyogása olyan, mint a napfény: sugarak törnek elő kezéből, ott van elrejtve ereje.
5 Εμπροσθεν αυτου προεπορευετο ο θανατος, και αστραπαι εξηρχοντο υπο τους ποδας αυτου.5 Színe előtt halad a halál, s a dögvész jár lába előtt.
6 Εσταθη και διεμετρησε την γην? επεβλεψε και διελυσε τα εθνη? και τα ορη τα αιωνια συνετριβησαν, οι αιωνιοι βουνοι εταπεινωθησαν? αι οδοι αυτου ειναι αιωνιοι.6 Megáll, és megrendíti a földet, tekintetével szétszórja a nemzeteket; és összetörnek az örök hegyek, meghajlanak az ősrégi halmok örökkévalóságának útjain.
7 Ειδον τας σκηνας της Αιθιοπιας εν θλιψει? ετρομαξαν τα παραπετασματα της γης Μαδιαμ.7 Nyomorúságban látom Etiópia sátrait, reszketnek Mádián földjének sátorlapjai.
8 Μηπως ωργισθη ο Κυριος κατα των ποταμων; μηπως ητο ο θυμος σου κατα των ποταμων; η η οργη σου κατα της θαλασσης, ωστε επεβης επι τους ιππους σου και επι τας αμαξας σου προς σωτηριαν;8 Vajon a folyókra haragszol-e, Uram, vagy a folyók ellen irányul-e bosszúd, vagy a tenger ellen haragod, hogy felszállsz lovaidra, és diadalmas szekereidre?
9 Εσυρθη εξω το τοξον σου, καθως μεθ' ορκου ανηγγειλας εις τας φυλας. Διαψαλμα. Συ διεσχισας την γην εις ποταμους.9 Feszítve megfeszíted íjadat, a tegzed tele van nyíllal. Folyókat hasítasz a földbe.
10 Σε ειδον τα ορη και ετρομαξαν. Κατακλυσμος υδατων επηλθεν? η αβυσσος ανεπεμψε την φωνην αυτης, ανυψωσε τας χειρας αυτης.10 Látásodra megrendülnek a hegyek, kiáradnak az örvénylő vizek, hallatja hangját a mélység, magasra emeli kezét.
11 Ο ηλιος και η σεληνη εσταθησαν εν τω κατοικητηριω αυτων? εν τω φωτι των βελων σου περιεπατουν, εν τη λαμψει της αστραπτουσης λογχης σου.11 Nap és hold megállnak hajlékukban, nyilaid fényességében, villogó lándzsád ragyogásában letűnnek.
12 Εν αγανακτησει διηλθες την γην, εν θυμω κατεπατησας τα εθνη.12 Bosszúságodban taposod a földet, haragodban megbénítod a nemzeteket.
13 Εξηλθες εις σωτηριαν του λαου σου, εις σωτηριαν του χριστου σου? επαταξας τον αρχηγον του οικου των ασεβων, απεκαλυψας τα θεμελια εως βαθους. Διαψαλμα.13 Kivonulsz néped megszabadítására, felkentednek megszabadítására. Levered a gonosz házának tetejét, egészen a szikláig feltárod alapját.
14 Διεπερασας με τας λογχας αυτου την κεφαλην των στραταρχων αυτου? εφωρμησαν ως ανεμοστροβιλος δια να μη διασκορπισωσιν? η αγαλλιασις αυτων ητο ως εαν εμελλον κρυφιως να καταφαγωσι τον πτωχον.14 Bárdaiddal átszegezed harcosainak vezérét, akik szélvészként törnek elő, hogy szétszórjanak engem; akik ujjonganak, hogy elnyelik rejtekhelyén a szegényt.
15 Διεβης δια της θαλασσης μετα των ιππων σου, δια σωρων υδατων πολλων.15 Utat készítesz lovaidnak a tengerben, a nagy vizek iszapjában.
16 Ηκουσα, και τα εντοσθια μου συνεταραχθησαν? τα χειλη μου ετρεμον εις την φωνην? η σαθροτης εισηλθεν εις τα οστα μου, και υποκατω μου ελαβον τρομον? πλην εν τη ημερα της θλιψεως θελω αναπαυθη, οταν αναβη κατα του λαου ο μελλων να εκπορθηση αυτον.16 Mikor ezt hallottam, megrendült a belsőm, e szóra megremegtek ajkaim. korhadás hatolt csontjaimba, megremegtek lépteim. Vajha én nyugton lehetnék a szorongatás napján, mely eljön a minket sanyargató népre!
17 Αν και η συκη δεν θελει βλαστησει, μηδε θελει εισθαι καρπος εν ταις αμπελοις? ο κοπος της ελαιας θελει ματαιωθη, και οι αγροι δεν θελουσι δωσει τροφην? το ποιμνιον θελει εξολοθρευθη απο της μανδρας, και δεν θελουσιν εισθαι βοες εν τοις σταυλοις?17 Mert nem virágzik majd akkor a fügefa, és nem fakad rügy a szőlőkben; elpusztul az olajfa termése, s a szántóföldek nem hoznak élelmet; kivész az akolból a juh, és nem lesz marha a jászoloknál:
18 Εγω ομως θελω ευφραινεσθαι εις τον Κυριον, θελω χαιρει εις τον Θεον της σωτηριας μου.18 én azonban örvendezem az Úrban, és vigadozom szabadító Istenemben.
19 Κυριος ο Θεος ειναι η δυναμις μου, και θελει καμει τους ποδας μου ως των ελαφων? και θελει με καμει να περιπατω επι τους υψηλους τοπους μου. Εις τον πρωτον μουσικον επι Νεγινωθ.19 Az Isten, az Úr az én erősségem, és ő olyanná teszi lábamat, mint a szarvasét; és felvezet engem magaslataimra. Az énekmesternek: húros hangszerre.