1 Σαλπισον ταυτα με το στομα σου? θελεις ορμησει ως αετος εναντιον του οικου του Κυριου, διοτι παρεβησαν την διαθηκην μου και ησεβησαν εις τον νομον μου. | 1 METTITI una tromba al palato. Colui viene contro alla Casa del Signore, come un’aquila; perciocchè han trasgredito il mio patto, ed han misfatto contro alla mia Legge. |
2 Ο Ισραηλ θελει κραζει προς εμε, Θεε μου, σε γνωριζομεν. | 2 Israele griderà a me: Tu sei l’Iddio mio, noi ti abbiam conosciuto. |
3 Ο Ισραηλ απερριψε το αγαθον? ο εχθρος θελει καταδιωξει αυτον. | 3 Israele ha allontanato da sè il bene; il nemico lo perseguirà. |
4 Αυτοι κατεστησαν βασιλεις, πλην ουχι παρ' εμου? εκαμον αρχοντας, πλην χωρις να εχω ειδησιν? εκ του αργυριου αυτων και εκ του χρυσιου αυτων εκαμον εις εαυτους ειδωλα, δια να εξολοθρευθωσιν. | 4 Hanno costituiti dei re, non da parte mia; e creati de’ principi senza mia saputa; si hanno, del loro argento, e del loro oro, fatti degl’idoli; acciocchè sieno sterminati. |
5 Απερριψεν αυτους ο μοσχος σου, Σαμαρεια? ο θυμος μου εξηφθη εναντιον αυτων? εως ποτε δεν θελουσι δυνηθη να καθαρισθωσι; | 5 O Samaria, il tuo vitello ti ha scacciata: la mia ira è accesa contro a loro; fino a quando non potranno esser nettati? |
6 Και τουτο βεβαιως εγεινεν υπο του Ισραηλ? ο τεχνιτης εκαμεν αυτο? οθεν αυτο δεν ειναι Θεος? ο μοσχος λοιπον της Σαμαρειας θελει γεινει συντριμματα. | 6 Certo quel vitello è anch’esso d’Israele; un fabbro l’ha fatto, e non è Dio; il vitello di Samaria sarà ridotto in scintille. |
7 Επειδη εσπειραν ανεμον, δια τουτο θελουσι θερισει ανεμοστροβιλον? δεν εχει καλαμον? ο βλαστος δεν θελει δωσει αλευρον? και αν δωση, ξενοι θελουσι καταπιει αυτο. | 7 Perciocchè han seminato del vento, mieteranno un turbo, non avranno biade; i germogli non faranno farina; se pur ne faranno, gli stranieri la trangugeranno |
8 Κατεποθη ο Ισραηλ? τωρα εγειναν μεταξυ των εθνων ως σκευος εν ω δεν υπαρχει χαρις. | 8 Israele è divorato; ora sono fra le nazioni, come un vaso di cui non si fa alcuna stima. |
9 Διοτι αφ' εαυτων ανεβησαν εις τους Ασσυριους, ως οναγρος μοναζων καθ' εαυτον? ο Εφραιμ εμισθωσεν εραστας. | 9 Perciocchè essi sono saliti ad Assur, che è un asino salvatico, che se ne sta in disparte da per sè; Efraim ha dati presenti ad amanti. |
10 Πλην αν και εμισθωσαν εραστας μεταξυ των εθνων, τωρα θελω συναξει αυτους? και θελουσι λυπηθη μετ' ολιγον δια το φορτιον του βασιλεως των αρχοντων. | 10 Ora altresì, perciocchè han dati presenti ad amanti fra le genti, io radunerò quegli amanti: e fra poco si dorranno per la gravezza del re de’ principi. |
11 Επειδη ο Εφραιμ επληθυνε τα θυσιαστηρια δια να αμαρτανη, θελουσι γεινει εις αυτον θυσιαστηρια του αμαρτανειν. | 11 Perciocchè Efraim ha moltiplicati gli altari per peccare, egli ha avuti altari da peccare. |
12 Εγραψα προς αυτον τα μεγαλεια του νομου μου? πλην ελογισθησαν ως αλλοτριον πραγμα. | 12 Io gli avea scritte le cose grandi della mia Legge; ma sono state reputate come cosa strana. |
13 Εν ταις θυσιαις, τας οποιας προσφερουσιν εις εμε, θυσιαζουσι κρεας και τρωγουσιν? ο Κυριος δεν δεχεται αυτας? τωρα θελει ενθυμηθη την ανομιαν αυτων και επισκεφθη τας αμαρτιας αυτων? αυτοι θελουσιν επιστρεψει εις την Αιγυπτον. | 13 Quant’è a’ sacrificii delle mie offerte, sacrificano della carne, e la mangiano; il Signore non li gradisce; ora si ricorderà egli della loro iniquità, e farà punizione de’ lor peccati; essi ritorneranno in Egitto. |
14 Διοτι ο Ισραηλ ελησμονησε τον Ποιητην αυτου και οικοδομει ναους, και ο Ιουδας επληθυνεν ωχυρωμενας πολεις? αλλα θελω εξαποστειλει πυρ επι τας πολεις αυτου και θελει καταφαγει τα παλατια αυτων. | 14 Or Israele ha dimenticato il suo Fattore, e ha edificati de’ tempii, e Giuda ha fatte molte città forti; ma io manderò fuoco nelle città dell’uno, ed esso consumerà i tempii dell’altro |