1 Οι λογοι του Αγουρ, υιου του Ιακαι? τουτεστιν ο χρησμος, τον οποιον ο ανθρωπος ελαλησε προς τον Ιθιηλ, προς τον Ιθιηλ και τον Ουκαλ. | 1 A masszai Águrnak, Jáke fiának mondásai. Így szól a férfi, akivel Isten van, és mert Isten vele van, bátorsággal mondja: |
2 Βεβαιως εγω ειμαι ο αφρονεστερος των ανθρωπων, και φρονησις ανθρωπου δεν υπαρχει εν εμοι? | 2 Balgább vagyok, mint a többi ember, és nincsen emberi bölcsességem! |
3 και δεν εμαθον την σοφιαν, ουτε εξευρω την γνωσιν των αγιων. | 3 Nem tanultam bölcsességet, hogyan ismerném tehát a Legszentebbet? |
4 Τις ανεβη εις τον ουρανον και κατεβη; τις συνηγαγε τον ανεμον εν ταις χερσιν αυτου; τις εδεσμευσε τα υδατα εν ιματιω; τις εστερεωσε παντα τα ακρα της γης; τι το ονομα αυτου; και τι το ονομα του υιου αυτου, εαν εξευρης; | 4 Ki ment fel az égbe és szállott alá? A szelet ki gyűjtötte kezébe? A vizet ki kötötte mintegy köpenybe, ki állította föl a földnek minden szélét? Hogy hívják? És mi a neve a fiának, ha tudod? |
5 Πας λογος Θεου ειναι δεδοκιμασμενος? ειναι ασπις εις τους πεποιθοτας επ' αυτον. | 5 Isten minden szava állja a tüzet, védőpajzs ő azoknak, akik benne bíznak. |
6 Μη προσθεσης εις τους λογους αυτου? μηποτε σε εξελεγξη, και ευρεθης ψευστης. | 6 Szavaihoz mit sem szabad hozzátenned, hogy meg ne korholjon és hazugságban ne maradj! |
7 Δυο ζητω παρα σου? μη αρνηθης ταυτα εις εμε πριν αποθανω. | 7 Két dolgot kérek tőled, ne tagadd meg tőlem, mielőtt meghalok: |
8 Ματαιοτητα και λογον ψευδη απομακρυνε απ' εμου? πτωχειαν και πλουτον μη δωσης εις εμε? τρεφε με με αυταρκη τροφην. | 8 Tartsd távol tőlem a hamisságot, hazugságot! Ne adj nekem se nyomort, se gazdagságot! Csak annyit adj ennem, amennyi elegendő, |
9 Μηποτε χορτασθω και σε αρνηθω και ειπω, Τις ειναι ο Κυριος; η μηποτε ευρεθεις πτωχος κλεψω και λαβω το ονομα του Θεου μου επι ματαιω. | 9 hogy jóllakván meg ne tagadjalak, és ne mondjam: »Ki az az Úr?« vagy szükségtől hajtva ne lopjak, és meg ne gyalázzam Istenem nevét! |
10 Μη καταλαλει υπηρετην προς τον κυριον αυτου? μηποτε σε καταρασθη και ευρεθης ενοχος. | 10 Ne rágalmazd a szolgát uránál, hogy meg ne átkozzon, és meg ne bűnhődj! |
11 Υπαρχει γενεα, ητις καταραται τον πατερα αυτης και δεν ευλογει την μητερα αυτης? | 11 Olyan nemzedék ez, amely elátkozza atyját, és nem áldja anyját, |
12 Υπαρχει γενεα καθαρα εις τους οφθαλμους αυτης, αλλα δεν ειναι πεπλυμενη απο της ακαθαρσιας αυτης. | 12 nemzedék, amely tiszta a saját szemében, pedig le nem mosta magáról szennyét, |
13 Υπαρχει γενεα, της οποιας ποσον υψηλοι ειναι οι οφθαλμοι και τα βλεφαρα αυτης επηρμενα. | 13 nemzedék, amely szemét magasan hordja, és felhúzza szemöldökét, |
14 Υπαρχει γενεα, της οποιας οι οδοντες ειναι ρομφαιαι και οι μυλοδοντες μαχαιραι, δια να κατατρωγωσι τους πτωχους της γης και τους ενδεεις εκ μεσου των ανθρωπων. | 14 nemzedék, amelynek foga megannyi kard, és álla csupa kés, hogy felfalja a nyomorgókat a földről, és a szegényeket az emberek közül. |
15 Η βδελλα εχει δυο θυγατερας, αιτινες φωναζουσι, Φερε, φερε. Τα τρια ταυτα δεν χορταινουσι ποτε, μαλιστα τεσσαρα δεν λεγουσι ποτε, Αρκει. | 15 A piócának két leánya van, mindegyik azt mondja: »Ide vele! Ide vele!« Három az, ami telhetetlen, és négy, ami sohasem mondja: »elég!«: |
16 Ο αδης, και η στειρα μητρα? η γη, ητις δεν χορταινει απο υδατος, και το πυρ, το οποιον δεν λεγει, Αρκει. | 16 az alvilág, az anyaméh szája, a föld, amely nem tud betelni vízzel, s a tűz, amely sohasem mondja, hogy: »elég!« |
17 Τον οφθαλμον, οστις εμπαιζει τον πατερα αυτου και καταφρονει να υπακουση εις την μητερα αυτου, οι κορακες της φαραγγος θελουσιν εκβαλει και οι νεοσσοι των αετων θελουσι φαγει. | 17 A szemet, amely atyjából csúfot űz, és lenézi anyja szülését, vájják ki a patakok hollói, és falják fel a sasok fiai! |
18 Τα τρια ταυτα ειναι θαυμαστα εις εμε, μαλιστα τεσσαρα δεν εννοω? | 18 Három dolog nem fér a fejembe, és négyet sehogy sem értek: |
19 Τα ιχνη του αετου εις τον ουρανον? τα ιχνη του οφεως επι του βραχου? τα ιχνη του πλοιου εν μεσω της θαλασσης? και τα ιχνη του ανθρωπου εν τη νεοτητι. | 19 a sasnak útját az égen, a kígyó útját a sziklán, a hajó útját a tenger közepén, s a férfi útját a leánynál. |
20 Τοιαυτη ειναι η οδος της μοιχαλιδος γυναικος? τρωγει και σπογγιζει το στομα αυτης, και λεγει, Δεν επραξα ανομιαν. | 20 Ilyen még a házasságtörő asszony útja is: eszik, megtörli száját, és így szól: »Semmi rosszat sem tettem!« |
21 Δια τρια η γη ταραττεται, μαλιστα δια τεσσαρα, τα οποια δεν δυναται να υποφερη? | 21 Három dolog alatt rendül meg a föld, és négyet nem tud elviselni: |
22 Δια τον δουλον, οταν βασιλευση? και τον αφρονα, οταν χορτασθη αρτον? | 22 a rabszolgát, ha király lesz belőle, a balgát, ha jóllakik étellel, |
23 δια την μισητην γυναικα, οταν υπανδρευθη? και την δουλην, οταν εκδιωξη την κυριαν αυτης. | 23 a gyűlölt nőt, ha férjhez megy, s a rableányt, ha úrnője örökébe lép. |
24 Τα τεσσαρα ταυτα ειναι ελαχιστα επι της γης, ειναι ομως σοφωτατα? | 24 Négy igen apró van a földön, de azért a bölcseknél is okosabb: |
25 οι μυρμηκες, οιτινες ειναι λαος αδυνατος αλλ' εν τω θερει ετοιμαζουσι την τροφην αυτων? | 25 erőtlen nép a hangya, de aratáskor gyűjti élelmét, |
26 οι χοιρογρυλλιοι, οιτινες ειναι λαος ανισχυρος αλλα καμνουσι τους οικους αυτων επι βραχου? | 26 gyenge nép a szirti borz, mégis sziklába építi lakását, |
27 αι ακριδες, αιτινες δεν εχουσι βασιλεα αλλ' εκβαινουσι πασαι ομου κατα ταγματα? | 27 a sáskának nincsen királya, és raja mégis rendben vonul, |
28 ο ασκαλαβος, οστις βασταζεται εν ταις χερσιν αυτου, και διατριβει εν τοις παλατιοις των βασιλεων. | 28 a gyík kezével kapaszkodik, és ott van királyi palotákban. |
29 Τα τρια ταυτα βαδιζουσι καλως, μαλιστα τεσσαρα περιπατουσιν ευπρεπως? | 29 Hárman lépnek szépen, és négyen járnak délcegen: |
30 Ο λεων, οστις ειναι ο ισχυροτερος των ζωων, και δεν στρεφει απο προσωπου τινος? | 30 az oroszlán, a hős az állatok között, nem hátrál meg senki elől, |
31 Ο αλεκτωρ, ο τραγος ετι? και ο βασιλευς, περικεκυκλωμενος υπο του λαου αυτου. | 31 a kakas, amint a tyúkok között büszkén lépeget, a bak a kecskenyáj élén, s a király, ha kiáll népe elé. |
32 Εαν επραξας αφρονως υψονων σεαυτον, και εαν εβουλευθης κακον, βαλε χειρα επι στοματος. | 32 Van, aki akkor bizonyul balgának, mikor magasra emelték: ha okos lett volna, kezét a szájára tette volna. |
33 Διοτι οστις κτυπα το γαλα, εκβαλλει βουτυρον? και οστις εκθλιβει την ρινα, εκβαλλει αιμα? και οστις ερεθιζει οργην, εξαγει μαχας. | 33 Aki fejés közben erősen nyomja a tőgyet, vajat szorít ki belőle. Aki erősen fújja orrát, vért nyom ki belőle. Aki az indulatot szítja, viszályt okoz. |