Scrutatio

Giovedi, 9 maggio 2024 - Beata Maria Teresa di Gesù (Carolina Gerhardinger) ( Letture di oggi)

ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 78


font
GREEK BIBLEJERUSALEM
1 Μασχιλ του Ασαφ.>> Ακουσον, λαε μου, τον νομον μου? κλινατε τα ωτα σας εις τα λογια του στοματος μου.1 Poème. D'Asaph. Ecoute, ô mon peuple, ma loi; tends l'oreille aux paroles de ma bouche;
2 Θελω ανοιξει εν παραβολη το στομα μου? θελω προφερει πραγματα αξιομνημονευτα, τα απ' αρχης?2 j'ouvre la bouche en paraboles, j'évoque du passé les mystères.
3 οσα ηκουσαμεν και εγνωρισαμεν και οι πατερες ημων διηγηθησαν εις ημας.3 Nous l'avons entendu et connu, nos pères nous l'ont raconté;
4 Δεν θελομεν κρυψει αυτα απο των τεκνων αυτων εις την επερχομενην γενεαν, διηγουμενοι τους επαινους του Κυριου και την δυναμιν αυτου και τα θαυμασια αυτου, τα οποια εκαμε.4 nous ne le tairons pas à leurs enfants, nous le raconterons à la génération qui vient: les titres deYahvé et sa puissance, ses merveilles telles qu'il les fit;
5 Και εστησε μαρτυριον εν τω Ιακωβ και νομον εθεσεν εν τω Ισραηλ, τα οποια προσεταξεν εις τους πατερας ημων, να καμνωσιν αυτα γνωστα εις τα τεκνα αυτων?5 il établit un témoignage en Jacob, il mit une loi en Israël; il avait commandé à nos pères de le faireconnaître à leurs enfants,
6 δια να γνωριζη αυτα η γενεα η επερχομενη, οι υιοι οι μελλοντες να γεννηθωσι? και αυτοι, οταν αναστηθωσι, να διηγωνται εις τα τεκνα αυτων?6 que la génération qui vient le connaisse, les enfants qui viendront à naître. Qu'ils se lèvent, qu'ilsracontent à leurs enfants,
7 δια να θεσωσιν επι τον Θεον την ελπιδα αυτων, και να μη λησμονωσι τα εργα του Θεου, αλλα να φυλαττωσι τας εντολας αυτου?7 qu'ils mettent en Dieu leur espoir, qu'ils n'oublient pas les hauts faits de Dieu, et sescommandements, qu'ils les observent;
8 και να μη γεινωσιν, ως οι πατερες αυτων, γενεα διεστραμμενη και απειθης? γενεα, ητις δεν εφυλαξεν ευθειαν την καρδιαν αυτης, και δεν εσταθη πιστον μετα του Θεου το πνευμα αυτης?8 qu'ils ne soient pas, à l'exemple de leurs pères, une génération de révolte et de bravade, générationqui n'a point le coeur sûr et dont l'esprit n'est point fidèle à Dieu.
9 ως οι υιοι του Εφραιμ, οιτινες ωπλισμενοι, βασταζοντες τοξα, εστραφησαν οπισω την ημεραν της μαχης.9 Les fils d'Ephraïm, tireurs d'arc, se retournèrent, le jour du combat;
10 Δεν εφυλαξαν την διαθηκην του Θεου, και εν τω νομω αυτου δεν ηθελησαν να περιπατωσι?10 ils ne gardaient pas l'alliance de Dieu, ils refusaient de marcher dans sa loi;
11 και ελησμονησαν τα εργα αυτου και τα θαυμασια αυτου, τα οποια εδειξεν εις αυτους.11 ils avaient oublié ses hauts faits, ses merveilles qu'il leur donna de voir:
12 Εμπροσθεν των πατερων αυτων εκαμε θαυμασια, εν τη γη της Αιγυπτου, τη πεδιαδι Τανεως.12 devant leurs pères il fit merveille en terre d'Egypte, aux champs de Tanis.
13 Διεσχισε την θαλασσαν και διεπερασεν αυτους και εστησε τα υδατα ως σωρον?13 Il fendit la mer et les transporta, il dressa les eaux comme une digue;
14 και ωδηγησεν αυτους την ημεραν εν νεφελη και ολην την νυκτα εν φωτι πυρος.14 il les guida de jour par la nuée, par la lueur d'un feu toute la nuit;
15 Διεσχισε πετρας εν τη ερημω και εποτισεν αυτους ως εκ μεγαλων αβυσσων?15 il fendit les rochers au désert, il les abreuva à la mesure du grand abîme;
16 και εξηγαγε ρυακας εκ της πετρας και κατεβιβασεν υδατα ως ποταμους.16 du roc il fit sortir des ruisseaux et descendre les eaux en torrents.
17 Αλλ' αυτοι εξηκολουθουν ετι αμαρτανοντες εις αυτον, παροξυνοντες τον Υψιστον εν ανυδρω τοπω?17 Mais de plus belle ils péchaient contre lui et bravaient le Très-Haut dans le lieu sec;
18 και επειρασαν τον Θεον εν τη καρδια αυτων, ζητουντες βρωσιν κατα την ορεξιν αυτων?18 ils tentèrent Dieu dans leur coeur, demandant à manger à leur faim.
19 και ελαλησαν κατα του Θεου, λεγοντες, Μηπως δυναται ο Θεος να ετοιμαση τραπεζαν εν τη ερημω;19 Or ils parlèrent contre Dieu; ils dirent: "Est-il capable, Dieu, de dresser une table au désert?
20 Ιδου, επαταξε την πετραν, και ερρευσαν υδατα και χειμαρροι επλημμυρησαν? μηπως δυναται να δωση και αρτον; η να ετοιμαση κρεας εις τον λαον αυτου;20 "Voici qu'il frappe le rocher, les eaux coulent, les torrents s'échappent: mais du pain, est-il capabled'en donner, ou de fournir de la viande à son peuple?"
21 Δια τουτο ηκουσεν ο Κυριος και ωργισθη? και πυρ εξηφθη κατα του Ιακωβ, ετι δε και οργη ανεβη κατα του Ισραηλ?21 Alors Yahvé entendit, il s'emporta; un feu flamba contre Jacob, et puis la Colère monta contreIsraël,
22 διοτι δεν επιστευσαν εις τον Θεον, ουδε ηλπισαν επι την σωτηριαν αυτου?22 car ils étaient sans foi en Dieu, ils étaient sans confiance en son salut.
23 ενω προσεταξε τας νεφελας απο ανωθεν και τας θυρας του ουρανου ηνοιξε,23 Aux nuées d'en haut il commanda, il ouvrit les battants des cieux;
24 και εβρεξεν εις αυτους μαννα δια να φαγωσι και σιτον ουρανου εδωκεν εις αυτους?24 pour les nourrir il fit pleuvoir la manne, il leur donna le froment des cieux;
25 αρτον αγγελων εφαγεν ο ανθρωπος? τροφην εστειλεν εις αυτους μεχρι χορτασμου.25 du pain des Forts l'homme se nourrit, il leur envoya des vivres à satiété.
26 Εσηκωσεν εν τω ουρανω ανατολικον ανεμον, και δια της δυναμεως αυτου επεφερε τον νοτον?26 Il fit lever dans les cieux le vent d'est, il fit venir par sa puissance le vent du sud,
27 και εβρεξεν επ' αυτους κρεας ως το χωμα και πετεινα πτερωτα ως την αμμον της θαλασσης?27 il fit pleuvoir sur eux la viande comme poussière, la volaille comme sable des mers,
28 και εκαμε να πεσωσιν εις το μεσον του στρατοπεδου αυτων, κυκλω των σκηνων αυτων.28 il en fit tomber au milieu de son camp, tout autour de sa demeure.
29 Και εφαγον και εχορτασθησαν σφοδρα? και εφερεν εις αυτους την επιθυμιαν αυτων?29 Ils mangèrent et furent bien rassasiés, il leur servit ce qu'ils désiraient;
30 δεν ειχον χωρισθη απο της επιθυμιας αυτων, ετι ητο εν τω στοματι αυτων βρωσις αυτων,30 eux n'étaient pas revenus de leur désir, leur manger encore en la bouche,
31 και οργη του Θεου ανεβη επ' αυτους, και εφονευσε τους μεγαλητερους εξ αυτων και τους εκλεκτους του Ισραηλ κατεβαλεν.31 que la colère de Dieu monta contre eux: il massacrait parmi les robustes, abattait les cadetsd'Israël.
32 Εν πασι τουτοις ημαρτησαν ετι και δεν επιστευσαν εις τα θαυμασια αυτου.32 Malgré tout, ils péchèrent encore, ils n'eurent pas foi en ses merveilles.
33 Δια τουτο συνετελεσεν εν ματαιοτητι τας ημερας αυτων και τα ετη αυτων εν ταραχη.33 Il consuma en un souffle leurs jours, leurs années en une panique.
34 Οτε εθανατονεν αυτους, τοτε εξεζητουν αυτον, και επεστρεφον και απο ορθρου προσετρεχον εις τον Θεον?34 Quand il les massacrait, ils le cherchaient, ils revenaient, s'empressaient près de lui.
35 και ενεθυμουντο, οτι ο Θεος ητο φρουριον αυτων και ο Θεος ο Υψιστος λυτρωτης αυτων.35 Ils se souvenaient: Dieu leur rocher, Dieu le Très-Haut, leur rédempteur!
36 Αλλ' εκολακευον αυτον δια του στοματος αυτων και δια της γλωσσης αυτων εψευδοντο προς αυτον?36 Mais ils le flattaient de leur bouche, mais de leur langue ils lui mentaient,
37 Η δε καρδια αυτων δεν ητο ευθεια μετ' αυτου, και δεν ησαν πιστοι εις την διαθηκην αυτου.37 leur coeur n'était pas sûr envers lui, ils étaient sans foi en son alliance.
38 Αυτος ομως οικτιρμων συνεχωρησε την ανομιαν αυτων και δεν ηφανισεν αυτους? αλλα πολλακις ανεστελλε τον θυμον αυτου, και δεν διηγειρεν ολην την οργην αυτου?38 Lui alors, dans sa tendresse, effaçait les torts au lieu de dévaster; sans se lasser, il revenait de sacolère au lieu de réveiller tout son courroux.
39 και ενεθυμηθη οτι ησαν σαρξ? ανεμος παρερχομενος και μη επιστρεφων.39 Il se souvenait: eux, cette chair, souffle qui s'en va et ne revient pas.
40 Ποσακις παρωξυναν αυτον εν τη ερημω, παρωργισαν αυτον εν τη ανυδρω,40 Que de fois ils le bravèrent au désert, l'offensèrent parmi les solitudes!
41 και εστραφησαν και επειρασαν τον Θεον, και τον Αγιον του Ισραηλ παρωξυναν.41 Ils revenaient tenter Dieu, affliger le Saint d'Israël,
42 Δεν ενεθυμηθησαν την χειρα αυτου, την ημεραν καθ' ην ελυτρωσεν αυτους απο του εχθρου?42 sans nul souvenir de sa main, ni du jour qu'il les sauva de l'adversaire.
43 πως εδειξεν εν Αιγυπτω τα σημεια αυτου και τα θαυμασια αυτου εν τη πεδιαδι Τανεως?43 Lui qui en Egypte mit ses signes, ses miracles aux champs de Tanis,
44 και μετεβαλεν εις αιμα τους ποταμους αυτων και τους ρυακας αυτων, δια να μη πιωσιν.44 fit tourner en sang leurs fleuves, leurs ruisseaux pour les priver de boire.
45 Απεστειλεν επ' αυτους κυνομυιαν και κατεφαγεν αυτους, και βατραχους και εφανισαν αυτους.45 Il leur envoya des taons qui dévoraient, des grenouilles qui les infestaient;
46 Και παρεδωκε τους καρπους αυτων εις τον βρουχον και τους κοπους αυτων εις την ακριδα.46 il livra au criquet leurs récoltes et leur labeur à la sauterelle;
47 Κατηφανισε δια της χαλαζης τας αμπελους αυτων και τας συκαμινους αυτων με πετρας χαλαζης?47 il massacra par la grêle leur vigne et leurs sycomores par la gelée;
48 και παρεδωκεν εις την χαλαζαν τα κτηνη αυτων και τα ποιμνια αυτων εις τους κεραυνους.48 il remit à la grêle leur bétail et leurs troupeaux aux éclairs.
49 Απεστειλεν επ' αυτους την εξαψιν του θυμου αυτου, την αγανακτησιν και την οργην και την θλιψιν, αποστελλων αυτα δι' αγγελων κακοποιων.49 Il lâcha sur eux le feu de sa colère, emportement et fureur et détresse, un envoi d'anges demalheur;
50 Ηνοιξεν οδον εις την οργην αυτου? δεν εφεισθη απο του θανατου την ψυχην αυτων, και παρεδωκεν εις θανατικον την ζωην αυτων?50 il fraya un sentier à sa colère. Il n'exempta pas leur âme de la mort, à la peste il remit leur vie;
51 και επαταξε παν πρωτοτοκον εν Αιγυπτω, την απαρχην της δυναμεως αυτων εν ταις σκηναις του Χαμ?51 il frappa tout premier-né en Egypte, la fleur de la race aux tentes de Cham.
52 και εσηκωσεν εκειθεν ως προβατα τον λαον αυτου και ωδηγησεν αυτους ως ποιμνιον εν τη ερημω?52 Il poussa comme des brebis son peuple, les mena comme un troupeau dans le désert;
53 και ωδηγησεν αυτους εν ασφαλεια, και δεν εδειλιασαν? τους δε εχθρους αυτων εσκεπασεν η θαλασσα.53 il les guida sûrement, ils furent sans crainte, leurs ennemis, la mer les recouvrit.
54 Και εισηγαγεν αυτους εις το οριον της αγιοτητος αυτου, το ορος τουτο, το οποιον απεκτησεν η δεξια αυτου?54 Il les amena vers son saint territoire, la montagne que sa droite a conquise;
55 και εξεδιωξεν απ' εμπροσθεν αυτων τα εθνη και διεμοιρασεν αυτα κληρονομιαν με σχοινιον, και εν ταις σκηναις αυτων κατωκισε τας φυλας του Ισραηλ.55 il chassa devant eux les païens, il leur marqua au cordeau un héritage; il installa sous leurs tentesles tribus d'Israël.
56 Και ομως επειρασαν και παρωξυναν τον Θεον τον υψιστον και δεν εφυλαξαν τα μαρτυρια αυτου?56 Ils tentaient, ils bravaient Dieu le Très-Haut, se refusaient à garder ses témoignages;
57 αλλ' εστραφησαν και εφερθησαν απιστως, ως οι πατερες αυτων? εστραφησαν ως τοξον στρεβλον?57 ils déviaient, ils trahissaient comme leurs pères, se retournaient comme un arc infidèle;
58 και παρωργισαν αυτον με τους υψηλους αυτων τοπους, και με τα γλυπτα αυτων διηγειραν αυτον εις ζηλοτυπιαν.58 ils l'indignaient avec leurs hauts lieux, par leurs idoles ils le rendaient jaloux.
59 Ηκουσεν ο Θεος και υπερωργισθη και εβδελυχθη σφοδρα τον Ισραηλ?59 Dieu entendit et s'emporta, il rejeta tout à fait Israël;
60 και εγκατελιπε την σκηνην του Σηλω, την σκηνην οπου κατωκησε μεταξυ των ανθρωπων?60 il délaissa la demeure de Silo, la tente où il demeurait chez les hommes.
61 και παρεδωκεν εις αιχμαλωσιαν την δυναμιν αυτου και την δοξαν αυτου εις χειρα εχθρου?61 Il livra sa force à la captivité, aux mains de l'ennemi sa splendeur;
62 και παρεδωκεν εις ρομφαιαν τον λαον αυτου και υπερωργισθη κατα της κληρονομιας αυτου?62 il remit son peuple à l'épée, contre son héritage il s'emporta.
63 τους νεους αυτων κατεφαγε πυρ, και αι παρθενοι αυτων δεν ενυμφευθησαν?63 Ses cadets, le feu les dévora, ses vierges n'eurent pas de chant de noces;
64 οι ιερεις αυτων επεσον εν μαχαιρα, και αι χηραι αυτων δεν επενθησαν.64 ses prêtres tombèrent sous l'épée, ses veuves ne firent pas de lamentations.
65 Τοτε εξηγερθη ως εξ υπνου ο Κυριος, ως ανθρωπος δυνατος, βοων απο οινου?65 Il s'éveilla comme un dormeur, le Seigneur, comme un vaillant terrassé par le vin,
66 και επαταξε τους εχθρους αυτου εις τα οπισω? ονειδος αιωνιον εθεσεν επ' αυτους.66 il frappa ses ennemis au dos, les livra pour toujours à la honte.
67 Και απερριψε την σκηνην Ιωσηφ, και την φυλην Εφραιμ δεν εξελεξεν.67 Il rejeta la tente de Joseph, il n'élut pas la tribu d'Ephraïm;
68 Αλλ' εξελεξε την φυλην Ιουδα, το ορος της Σιων, το οποιον ηγαπησε.68 il élut la tribu de Juda, la montagne de Sion qu'il aime.
69 Και ωκοδομησεν ως υψηλα παλατια το αγιαστηριον αυτου, ως την γην την οποιαν εθεμελιωσεν εις τον αιωνα.69 Il bâtit comme les hauteurs son sanctuaire, comme la terre qu'il fonda pour toujours.
70 Και εξελεξε Δαβιδ τον δουλον αυτου και ανελαβεν αυτον εκ των ποιμνιων των προβατων?70 Il élut David son serviteur, il le tira des parcs à moutons,
71 Εξοπισθεν των θηλαζοντων προβατων εφερεν αυτον, δια να ποιμαινη Ιακωβ τον λαον αυτου και Ισραηλ την κληρονομιαν αυτου?71 de derrière les brebis mères il l'appela pour paître Jacob son peuple et Israël son héritage;
72 Και εποιμανεν αυτους κατα την ακακιαν της καρδιας αυτου? και δια της συνεσεως των χειρων αυτου ωδηγησεν αυτους.72 il les paissait d'un coeur parfait, et d'une main sage les guidait.