ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 104
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
GREEK BIBLE | NEW JERUSALEM |
---|---|
1 Ευλογει, η ψυχη μου, τον Κυριον. Κυριε Θεε μου, εμεγαλυνθης σφοδρα? τιμην και μεγαλοπρεπειαν εισαι ενδεδυμενος? | 1 Bless Yahweh, my soul, Yahweh, my God, how great you are! Clothed in majesty and splendour, |
2 ο περιτυλιττομενος το φως ως ιματιον, ο εκτεινων τον ουρανον ως καταπετασμα? | 2 wearing the light as a robe! You stretch out the heavens like a tent, |
3 ο στεγαζων με υδατα τα υπερωα αυτου? ο ποιων τα νεφη αμαξαν αυτου? ο περιπατων επι πτερυγων ανεμων? | 3 build your palace on the waters above, making the clouds your chariot, gliding on the wings of thewind, |
4 ο ποιων τους αγγελους αυτου πνευματα, τους λειτουργους αυτου πυρος φλογα? | 4 appointing the winds your messengers, flames of fire your servants. |
5 ο θεμελιων την γην επι την βασιν αυτης, δια να μη σαλευθη εις τον αιωνα του αιωνος. | 5 You fixed the earth on its foundations, for ever and ever it shal not be shaken; |
6 Με την αβυσσον, ως με ιματιον, εκαλυψας αυτην? τα υδατα εσταθησαν επι των ορεων? | 6 you covered it with the deep like a garment, the waters overtopping the mountains. |
7 απο επιτιμησεως σου εφυγον? απο της φωνης της βροντης σου εσυρθησαν εν βια? | 7 At your reproof the waters fled, at the voice of your thunder they sped away, |
8 ανεβησαν εις τα ορη, κατεβησαν εις τας κοιλαδας, εις τοπον, τον οποιον διωρισας δι' αυτα? | 8 flowing over mountains, down val eys, to the place you had fixed for them; |
9 εθεσας οριον, το οποιον δεν θελουσιν υπερβη ουδε θελουσιν επιστρεψει δια να σκεπασωσι την γην. | 9 you made a limit they were not to cross, they were not to return and cover the earth. |
10 Ο εξαποστελλων πηγας εις τας φαραγγας, δια να ρεωσιν αναμεσον των ορεων? | 10 In the ravines you opened up springs, running down between the mountains, |
11 ποτιζουσι παντα τα θηρια του αγρου? οι αγριοι ονοι σβυνουσι την διψαν αυτων? | 11 supplying water for al the wild beasts; the wild asses quench their thirst, |
12 πλησιον αυτων τα πετεινα του ουρανου κατασκηνουσι, και αναμεσον των κλαδων κελαδουσιν. | 12 on their banks the birds of the air make their nests, they sing among the leaves. |
13 Ο ποτιζων τα ορη εκ των υπερωων αυτου? απο του καρπου των εργων σου χορταινει η γη. | 13 From your high hal s you water the mountains, satisfying the earth with the fruit of your works: |
14 Ο αναδιδων χορτον δια τα κτηνη και βοτανην προς χρησιν του ανθρωπου, δια να εξαγη τροφην εκ της γης, | 14 for cattle you make the grass grow, and for people the plants they need, to bring forth food from theearth, |
15 και οινον ευφραινοντα την καρδιαν του ανθρωπου, ελαιον δια να λαμπρυνη το προσωπον αυτου, και αρτον στηριζοντα την καρδιαν του ανθρωπου. | 15 and wine to cheer people's hearts, oil to make their faces glow, food to make them sturdy of heart. |
16 Εχορτασθησαν τα δενδρα του Κυριου? αι κεδροι του Λιβανου, τας οποιας εφυτευσεν? | 16 The trees of Yahweh drink their fill, the cedars of Lebanon which he sowed; |
17 Οπου τα πετεινα καμνουσι φωλεας? αι πευκαι ειναι η κατοικια του πελαργου. | 17 there the birds build their nests, on the highest branches the stork makes its home; |
18 Τα ορη τα υψηλα ειναι δια τας δορκαδας? αι πετραι καταφυγη εις τους δασυποδας. | 18 for the wild goats there are the mountains, in the crags the coneys find refuge. |
19 Εκαμε την σεληνην δια τους καιρους? ο ηλιος γνωριζει την δυσιν αυτου. | 19 He made the moon to mark the seasons, the sun knows when to set. |
20 Φερεις σκοτος, και γινεται νυξ? εν αυτη περιφερονται παντα τα θηρια του δασους? | 20 You bring on darkness, and night fal s, when al the forest beasts roam around; |
21 οι σκυμνοι βρυχωνται δια να αρπασωσι, και να ζητησωσι παρα του Θεου την τροφην αυτων. | 21 young lions roar for their prey, asking God for their food. |
22 Ο ηλιος ανατελλει? συναγονται και πλαγιαζουσιν εν τοις σπηλαιοις αυτων? | 22 The sun rises and away they steal, back to their lairs to lie down, |
23 εξερχεται ο ανθρωπος εις το εργον αυτου και εις την εργασιαν αυτου εως εσπερας. | 23 and man goes out to work, to labour til evening falls. |
24 Ποσον μεγαλα ειναι τα εργα σου, Κυριε? τα παντα εν σοφια εποιησας? η γη ειναι πληρης των ποιηματων σου? | 24 How countless are your works, Yahweh, al of them made so wisely! The earth is ful of yourcreatures. |
25 αυτη η θαλασσα η μεγαλη και ευρυχωρος. Εκει ειναι ερπετα αναριθμητα, ζωα μικρα μετα μεγαλων? | 25 Then there is the sea, with its vast expanses teeming with countless creatures, creatures both greatand smal ; |
26 εκει διατρεχουσι τα πλοια? εκει ο Λευιαθαν ουτος, τον οποιον επλασας δια να παιζη εν αυτη. | 26 there ships pass to and fro, and Leviathan whom you made to sport with. |
27 Παντα ταυτα επι σε ελπιζουσι, δια να δωσης εν καιρω την τροφην αυτων. | 27 They al depend upon you, to feed them when they need it. |
28 Διδεις εις αυτα, συναγουσιν? ανοιγεις την χειρα σου, χορταινουσιν αγαθα. | 28 You provide the food they gather, your open hand gives them their fil . |
29 Αποστρεφεις το προσωπον σου, ταραττονται? σηκονεις την πνοην αυτων, αποθνησκουσι και εις το χωμα αυτων επιστρεφουσιν? | 29 Turn away your face and they panic; take back their breath and they die and revert to dust. |
30 εξαποστελλεις το πνευμα σου, κτιζονται, και ανανεονεις το προσωπον της γης. | 30 Send out your breath and life begins; you renew the face of the earth. |
31 Η δοξα του Κυριου εστω εις τον αιωνα? ας ευφραινεται ο Κυριος εις τα εργα αυτου? | 31 Glory to Yahweh for ever! May Yahweh find joy in his creatures! |
32 ο επιβλεπων επι την γην και καμνων αυτην να τρεμη? εγγιζει τα ορη, και καπνιζουσι. | 32 At his glance the earth trembles, at his touch the mountains pour forth smoke. |
33 Θελω ψαλλει εις τον Κυριον ενοσω ζω? θελω ψαλμωδει εις τον Θεον μου ενοσω υπαρχω. | 33 I shal sing to Yahweh al my life, make music for my God as long as I live. |
34 Η εις αυτον μελετη μου θελει εισθαι γλυκεια? εγω θελω ευφραινεσθαι εις τον Κυριον. | 34 May my musings be pleasing to him, for Yahweh gives me joy. |
35 Ας εκλειψωσιν οι αμαρτωλοι απο της γης και οι ασεβεις ας μη υπαρχωσι πλεον. Ευλογει, η ψυχη μου, τον Κυριον. Αλληλουια. | 35 May sinners vanish from the earth, and the wicked exist no more! Bless Yahweh, my soul. |