Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

ΕΞΟΔΟΣ - Esodo - Exodus 32


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Και ιδων ο λαος οτι εβραδυνεν ο Μωυσης να καταβη εκ του ορους, συνηχθη ο λαος επι τον Ααρων και ελεγον προς αυτον, Σηκωθητι, καμε εις ημας θεους, οιτινες να προπορευωνται ημων? διοτι ουτος ο Μωυσης, ο ανθρωπος οστις εξηγαγεν ημας εκ γης Αιγυπτου, δεν εξευρομεν τι απεγεινεν αυτος.1 Amikor azonban a nép látta, hogy Mózes késik lejönni a hegyről, összegyűlt Áron ellen, és azt mondta: »Rajta, készíts nekünk isteneket, hogy előttünk járjanak! Nem tudjuk ugyanis, hogy mi történt Mózessel, azzal az emberrel, aki kihozott minket Egyiptom földjéről!«
2 Και ειπε προς αυτους ο Ααρων, Αφαιρεσατε τα χρυσα ενωτια, τα οποια ειναι εις τα ωτα των γυναικων σας, των υιων σας και των θυγατερων σας, και φερετε προς εμε.2 Áron erre azt mondta nekik: »Szedjétek le az aranyfüggőket feleségeitek, fiaitok és lányaitok füléről, és hozzátok el hozzám!«
3 Και αφηρεσε πας ο λαος τα χρυσα ενωτια, τα οποια ησαν εις τα ωτα αυτων, και εφεραν προς τον Ααρων.3 Meg is tette a nép, amit parancsolt, és elvitte Áronhoz a fülbevalókat.
4 Και λαβων εκ των χειρων αυτων, διεμορφωσεν αυτο με εργαλειον εγχαρακτικον, και εκαμεν αυτο μοσχον χωνευτον? οι δε ειπον, Ουτοι ειναι οι θεοι σου, Ισραηλ, οιτινες σε ανεβιβασαν εκ γης Αιγυπτου.4 Ő pedig átvette, öntőmesterséggel megformálta, és öntött borjút készített belőlük. Erre ők azt mondták: »Ezek a te isteneid, Izrael, akik kihoztak téged Egyiptom földjéről!«
5 Και οτε ειδε τουτο ο Ααρων, ωκοδομησε θυσιαστηριον εμπροσθεν αυτου? και εκηρυξεν ο Ααρων, λεγων, Αυριον ειναι εορτη εις τον Κυριον.5 Amikor Áron látta ezt, oltárt épített eléje, és hírnök szavával kikiáltatta: »Holnap ünnepe lesz az Úrnak!«
6 Και σηκωθεντες ενωρις την επαυριον, προσεφεραν ολοκαυτωματα και εφεραν ειρηνικας προσφορας? και εκαθισεν ο λαος να φαγη και να πιη, και εσηκωθησαν να παιζωσι.6 Másnap aztán kora reggel felkeltek, egészen elégő- és békeáldozatokat áldoztak, aztán leült a nép enni és inni, majd nekiállt játszani.
7 Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Υπαγε, καταβηθι διοτι ηνομησεν ο λαος σου, τον οποιον εξηγαγες εκ γης Αιγυπτου?7 Így szólt ekkor az Úr Mózeshez: »Menj le hamar, mert vétkezett néped, amelyet kihoztál Egyiptom földjéről!
8 εξετραπησαν ταχεως εκ της οδου την οποιαν προσεταξα εις αυτους? εκαμαν εις εαυτους μοσχον χωνευτον και προσεκυνησαν αυτον και εθυσιασαν εις αυτον και ειπον, Ουτοι ειναι οι θεοι σου, Ισραηλ, οιτινες σε ανεβιβασαν εκ γης Αιγυπτου.8 Hamar letértek arról az útról, amelyet mutattál nekik: öntött borjút készítettek maguknak, imádták azt, áldozatokat mutattak be neki, és azt mondták: ‘Ezek a te isteneid, Izrael, akik kihoztak téged Egyiptom földjéről!’«
9 Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, ειδον τον λαον τουτον, και ιδου, ειναι λαος σκληροτραχηλος?9 Aztán így szólt az Úr Mózeshez: »Látom már, hogy keménynyakú nép ez!
10 τωρα λοιπον, αφες με, και θελει εξαφθη η οργη μου εναντιον αυτων και θελω εξολοθρευσει αυτους? και θελω σε καταστησει εθνος μεγα.10 Hagyj engem, hadd izzék fel haragom ellenük, hogy eltöröljem őket, és téged tegyelek nagy nemzetté!«
11 Και ικετευσεν ο Μωυσης Κυριον τον Θεον αυτου και ειπε, Δια τι, Κυριε, εξαπτεται η οργη σου εναντιον του λαου σου, τον οποιον εξηγαγες εκ γης Αιγυπτου μετα μεγαλης δυναμεως και κραταιας χειρος;11 Mózes erre így kezdte kérlelni az Urat, az ő Istenét: »Miért gerjedne fel, Uram, haragod néped ellen, amelyet kihoztál Egyiptom földjéről, nagy erővel és hatalmas kézzel?
12 δια τι να ειπωσιν οι Αιγυπτιοι, λεγοντες, Με πονηριαν εξηγαγεν αυτους, δια να θανατωση αυτους εις τα ορη και να εξολοθρευση αυτους απο προσωπου της γης; επιστρεψον απο της εξαψεως της οργης σου και μεταμεληθητι περι του κακου του προς τον λαον σου?12 Kérlek, ne mondhassák az egyiptomiak: ‘Álnokul kivitte őket, hogy megölje mindnyájukat a hegyekben, és eltörölje őket a földről.’ Szűnjék meg haragod, és légy kegyelmes néped gonoszságával szemben!
13 ενθυμηθητι τον Αβρααμ, τον Ισαακ και τον Ισραηλ, τους δουλους σου, προς τους οποιους ωμοσας επι σεαυτον και ειπας προς αυτους, Θελω πληθυνει το σπερμα σας ως τα αστρα του ουρανου? και πασαν την γην ταυτην περι της οποιας ελαλησα, θελω δωσει εις το σπερμα σας, και θελουσι κληρονομησει αυτην διαπαντος.13 Emlékezzél meg Ábrahámról, Izsákról és Izraelről, a te szolgáidról, akiknek megesküdtél önmagadra: ‘Megsokasítom utódaitokat, mint az ég csillagait, és ezt az egész földet, amelyről szóltam, utódaitoknak adom, s birtokolni fogjátok azt örökké!’«
14 Και μετεμεληθη ο Κυριος περι του κακου, το οποιον ειπε να καμη κατα του λαου αυτου.14 Megengesztelődött erre az Úr, és nem tette meg azt a rosszat, amelyet népe ellen mondott.
15 Και στραφεις ο Μωυσης κατεβη εκ του ορους, και αι δυο πλακες του μαρτυριου ησαν εν ταις χερσιν αυτου? πλακες γεγραμμεναι εξ αμφοτερων των μερων? εκ του ενος μερους και εκ του αλλου ησαν γεγραμμεναι.15 Visszatért erre Mózes a hegyről, kezében a bizonyság két táblájával. Mindkét oldalukon írás volt.
16 Και αι πλακες ησαν εργον Θεου και η γραφη ητο γραφη Θεου εγκεχαραγμενη επι τας πλακας.16 Magának Istennek voltak a művei, a táblákba vésett írás is Istené volt.
17 Και ακουσας ο Ιησους τον θορυβον του λαου αλαλαζοντος, ειπε προς τον Μωυσην, Θορυβος πολεμου ειναι εν τω στρατοπεδω.17 Amikor Józsue meghallotta az ujjongó nép zajongását, azt mondta Mózesnek: »Harci lárma hallatszik a táborból!«
18 Ο δε ειπε, Δεν ειναι φωνη αλαλαζοντων δια νικην ουδε φωνη βοωντων δια ητταν? φωνην αδοντων εγω ακουω.18 Ő így felelt: »Nem harcra buzdítás kiáltása ez, és nem harcra serkentők ujjongása ez: énekesek szavát hallom én!«
19 Καθως δε επλησιασεν εις το στρατοπεδον, ειδε τον μοσχον και χορους? και εξηφθη ο θυμος του Μωυσεως, και ερριψε τας πλακας απο των χειρων αυτου και συνετριψεν αυτας υπο το ορος?19 Amikor aztán a tábor közelébe ért, és meglátta a borjút és a táncokat, igen megharagudott. Ledobta kezéből a táblákat, és összetörte azokat a hegy tövében.
20 και λαβων τον μοσχον, τον οποιον ειχον καμει, κατεκαυσεν εν πυρι, και συντριψας εωσου ελεπτυνθη, εσπειρεν επι το υδωρ και εποτισε τους υιους Ισραηλ.20 Aztán megragadta a borjút, amelyet készítettek, elégette, porrá zúzta, beleszórta a vízbe, és megitatta Izrael fiaival.
21 Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Ααρων, Τι εκαμεν εις σε ο λαος ουτος, ωστε επεφερες επ' αυτους αμαρτιαν μεγαλην;21 Áronnak pedig azt mondta: »Mit tett veled ez a nép, hogy ilyen nagy bűnt hoztál rá?«
22 Και ειπεν ο Ααρων, Ας μη εξαπτηται ο θυμος του κυριου μου? συ γνωριζεις τον λαον, οτι εγκειται εις την κακιαν?22 Az így felelt neki: »Ne haragudjon az én uram, hiszen ismered ezt a népet, hogy hajlik a gonoszra!
23 διοτι ειπον προς εμε, Καμε εις ημας θεους, οιτινες να προπορευωνται ημων? διοτι ουτος ο Μωυσης, ο ανθρωπος οστις εξηγαγεν ημας εκ γης Αιγυπτου, δεν εξευρομεν τι απεγεινεν αυτος?23 Azt mondták nekem: ‘Készíts nekünk isteneket, hogy előttünk járjanak; mert nem tudjuk, hogy mi történt ezzel a Mózessel, aki kihozott minket Egyiptom földjéről!’
24 και ειπα προς αυτους, Οστις εχει χρυσιον, ας αφαιρεσωσιν αυτο? και εδωκαν εις εμε? τοτε ερριψα αυτο εις το πυρ, και εξηλθεν ο μοσχος ουτος.24 Én azt mondtam nekik: Kinek van közületek aranya? – Elhozták, ideadták nekem, én a tűzbe vetettem, és ez a borjú készült belőle.«
25 Και ιδων ο Μωυσης τον λαον οτι ητο αχαλινωτος, διοτι ο Ααρων ειχε αφησει αυτους αχαλινωτους προς καταισχυνην, μεταξυ των εχθρων αυτων,25 Amikor Mózes látta, hogy a nép fegyvertelen – Áron ugyanis elvette fegyverzetüket az undok gyalázatosság által, és fegyvertelenül állította őket ellenségeik elé –,
26 εσταθη ο Μωυσης παρα την πυλην του στρατοπεδου και ειπεν, Οστις ειναι του Κυριου, ας ελθη προς εμε. Και συνηχθησαν προς αυτον παντες οι υιοι του Λευι.26 megállt a tábor kapujában, és így szólt: »Aki az Úrral tart, álljon ide mellém!« Erre Lévi fiai mindnyájan odagyűltek köré,
27 Και ειπε προς αυτους, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ? Ας βαλη εκαστος την ρομφαιαν αυτου επι τον μηρον αυτου? και διελθετε και εξελθετε απο πυλης εις πυλην δια του στρατοπεδου, και ας θανατωση εκαστος τον αδελφον αυτου και εκαστος τον φιλον αυτου και εκαστος τον πλησιον αυτου.27 ő pedig azt mondta nekik: »Ezt mondja az Úr, Izrael Istene: Kössön mindegyiktek kardot derekára, és menjetek oda és vissza a táboron keresztül, kaputól kapuig, és ölje meg mindenki a testvérét, a barátját és a rokonát is!«
28 Και εκαμον οι υιοι του Λευι κατα τον λογον του Μωυσεως? και επεσαν εκ του λαου εκεινην την ημεραν περιπου τρεις χιλιαδες ανδρες.28 Erre Lévi fiai megtették, amit Mózes parancsolt nekik. Aznap mintegy huszonháromezer ember halt meg.
29 διοτι ειπεν ο Μωυσης, Καθιερωσατε εαυτους σημερον εις τον Κυριον, εκαστος επι τον υιον αυτου και εκαστος επι τον αδελφον αυτου, δια να δοθη εις εσας ευλογια σημερον.29 Mózes azután azt mondta nekik: »Ma az Úrnak szenteltétek kezeteket, mindenki a fia és a testvére által, így ő nektek adja majd áldását.«
30 Και την επαυριον ειπεν ο Μωυσης προς τον λαον, Σεις ημαρτησατε αμαρτιαν μεγαλην? και τωρα θελω αναβη προς τον Κυριον? ισως καμω εξιλεωσιν δια την αμαρτιαν σας.30 Másnap aztán így szólt Mózes a néphez: »Igen nagy vétekkel vétkeztetek! Felmegyek az Úrhoz, talán sikerül megkövetnem őt vétketekért!«
31 Και επεστρεψεν ο Μωυσης προς τον Κυριον και ειπε, Δεομαι? ουτος ο λαος ημαρτησεν αμαρτιαν μεγαλην και εκαμον εις εαυτους θεους χρυσους?31 Vissza is ment az Úrhoz, és így szólt: »Kérlek, igen nagy vétekkel vétkezett ez a nép: aranyisteneket csinált magának. Most azonban vagy bocsásd meg nekik ezt a vétket,
32 πλην τωρα, εαν συγχωρησης την αμαρτιαν αυτων? ει δε μη, εξαλειψον με, δεομαι, εκ της βιβλου σου, την οποιαν εγραψας.32 vagy pedig, ha ezt nem teszed, törölj ki engem könyvedből, amelyet írtál!«
33 Και ειπε Κυριος προς τον Μωυσην, Οστις ημαρτησεν εναντιον εμου, τουτον θελω εξαλειψει εκ της βιβλου μου?33 Az Úr azt felelte neki: »Aki vétkezett ellenem, azt törlöm ki könyvemből.
34 οθεν τωρα υπαγε, οδηγησον τον λαον εις τον τοπον περι του οποιου σε ειπα? ιδου, ο αγγελος μου θελει προπορευεσθαι εμπροσθεν σου' αλλ' ομως εν τη ημερα της ανταποδωσεως μου θελω ανταποδωσει την αμαρτιαν αυτων επ' αυτους.34 Te csak menj, és vezesd azt a népet, ahová mondtam neked! Angyalom előtted megy majd, de a megtorlás napján meg fogom torolni ezt a vétküket is.«
35 Και επαταξε Κυριος τον λαον, δια την κατασκευην του μοσχου τον οποιον κατεσκευασεν ο Ααρων.35 Meg is verte az Úr a népet ezért a vétekért, a borjúért, amelyet Áron készített.