Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΕΣΘΗΡ - Ester - Esther 5


font
GREEK BIBLEBIBBIA TINTORI
1 Την τριτην δε ημεραν ενδυθεισα η Εσθηρ την βασιλικην στολην εσταθη εν τη εσωτερα αυλη του βασιλικου οικου, απεναντι του οικου του βασιλεως? και ο βασιλευς εκαθητο επι του βασιλικου θρονου αυτου εν τω βασιλικω οικω, απεναντι της πυλης του οικου.1 Il terzo giorno Ester, indossate le vesti reali, si presentò nell'atrio interiore della casa del re, davanti alla camera del re. Il re stava assiso sul trono, nella sala del consiglio del palazzo, di faccia alla porta della casa.
2 Και ως ειδεν ο βασιλευς την Εσθηρ την βασιλισσαν ισταμενην εν τη αυλη, ευρηκε χαριν ενωπιον αυτου? και εξετεινεν ο βασιλευς προς την Εσθηρ το χρυσουν σκηπτρον το εν τη χειρι αυτου? και επλησιασεν η Εσθηρ και ηγγισε το ακρον του σκηπτρου.2 Egli, appena veduta la regina Ester, che stava in piedi, e piacque agli occhi suoi, stese verso di essa lo scettro d'oro che teneva in mano. Ester, avvicinatasi, baciò la punta dello scettro.
3 Και ειπε προς αυτην ο βασιλευς, Τι θελεις, βασιλισσα Εσθηρ; και τις η αιτησις σου; και εως του ημισεος της βασιλειας θελει δοθη εις σε.3 Poi il re le disse: « Che vuoi, o Ester regina? Che domandi? Anche se chiedi la metà del regno, ti sarà data ».
4 Και απεκριθη η Εσθηρ, Εαν ηναι αρεστον εις τον βασιλεα, ας ελθη ο βασιλευς και ο Αμαν την ημεραν ταυτην εις το συμποσιον, το οποιον ητοιμασα δι' αυτον.4 Ester rispose: « Se piace al re, ti pregherei di venire oggi da me, con Aman, al convito da me preparato ».
5 Και ειπεν ο βασιλευς, Επισπευσατε τον Αμαν, δια να καμη τον λογον της Εσθηρ. Και ηλθον ο βασιλευς και ο Αμαν εις το συμποσιον, το οποιον εκαμεν η Εσθηρ.5 Il re disse subito: « Chiamate Aman, chè obbedisca ai voleri d'Ester ». Così il re e Aman andarono al convito che la regina aveva lor preparato.
6 Και ειπεν ο βασιλευς προς την Εσθηρ επι του συμποσιου του οινου, Τι το ζητημα σου; και θελει δοθη εις σε? και τις η αιτησις σου; και εως του ημισεος της βασιλειας εαν ζητησης, θελει γεινει.6 Il re, dopo aver bevuto molto vino, disse ad Ester: « Che vuoi dunque che ti sia dato? Che domandi? Anche se chiedi la metà del mio regno, l'otterrai ».
7 Τοτε αποκριθεισα η Εσθηρ ειπε, το ζητημα μου και η αιτησις μου ειναι?7 Ester gli rispose: « Ecco la mia domanda, la mia preghiera:
8 Εαν ευρηκα χαριν ενωπιον του βασιλεως, και εαν ηναι αρεστον εις τον βασιλεα να εκτελεση το ζητημα μου και να καμη την αιτησιν μου, ας ελθη ο βασιλευς και ο Αμαν εις το συμποσιον το οποιον θελω ετοιμασει δι' αυτους? και αυριον θελω καμει κατα τον λογον του βασιλεως.8 So ho trovato grazia davanti al re, se al re piace di concedermi quanto domando, di esaudire la mia preghiera, venga il re ed Aman al convito che ho loro preparato e domani aprirò al re il mio cuore ».
9 Τοτε εξηλθεν ο Αμαν την ημεραν εκεινην περιχαρης και ευθυμος την καρδιαν? αλλ' οτε ο Αμαν ειδε τον Μαροδοχαιον εν τη πυλη του βασιλεως, οτι δεν εσηκωθη ουδε εκινηθη δι' αυτον, ενεπλησθη ο Αμαν θυμου κατα του Μαροδοχαιου.9 Quel giorno Aman uscì lieto e festante. Ma quando vide che Mardocheo stava seduto davanti alla porta del palazzo, e, non solo non s'era alzato per lui, ma non s'era neppur mosso, s'indignò grandemente.
10 Αλλ' ο Αμαν εκρατησεν εαυτον? και εισελθων εις τον οικον αυτου εστειλε και εκαλεσε τους φιλους αυτου και Ζερες την γυναικα αυτου,10 Dissimulando l'ira se ne tornò a casa sua, e, radunati gli amici con Zares sua moglie,
11 και διηγηθη προς αυτους ο Αμαν περι της δοξης του πλουτου αυτου και του πληθους των τεκνων αυτου, και ποσον ο βασιλευς εμεγαλυνεν αυτον, και τινι τροπω υψωσεν αυτον υπερανω των αρχοντων και των δουλων του βασιλεως.11 mostrò loro le sue immense ricchezze, la turba dei figli, e a quanta gloria il re l'avesse innalzato sopra tutti i suoi principi e servi.
12 Και ειπεν ο Αμαν, Μαλιστα η βασιλισσα Εσθηρ δεν προσεκαλεσεν εις το συμποσιον το οποιον εκαμεν, ειμη εμε, μετα του βασιλεως? και αυριον ετι ειμαι προσκεκλημενος προς αυτην μετα του βασιλεως?12 Poi disse: « Anche la regina Ester, al convito, non ha chiamato altri che me, e da lei desinerò col re anche domani.
13 πλην παντα ταυτα δεν με ωφελουσιν, ενοσω βλεπω τον Μαροδοχαιον τον Ιουδαιον καθημενον εν τη πυλη του βασιλεως.13 Eppure, con tutte queste cose, mi sembra di non aver nulla, fino a tanto che vedrò quel giudeo Mardocheo seduto dinanzi alla porta del re ».
14 Και ειπε προς αυτον Ζερες η γυνη αυτου και παντες οι φιλοι αυτου, Ας κατασκευασθη ξυλον πεντηκοντα πηχων το υψος, και το πρωι ειπε προς τον βασιλεα να κρεμασθη ο Μαροδοχαιος επ' αυτο? τοτε υπαγε περιχαρης μετα του βασιλεως εις το συμποσιον. Και το πραγμα ηρεσεν εις τον Αμαν, και προσεταξε να ετοιμασθη το ξυλον.14 Gli dissero sua moglie Zares e tutti i suoi amici: « Ordina che sia preparata una gran trave alta cinquanta cubiti, e domattina di' al re di farvi appiccare Mardocheo, e così n'andrai lieto col re al convito ». Aman, essendogli piaciuta la proposta, ordinò che fosse preparata una gran trave.