Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΝΕΕΜΙΑΣ - Neemia - Ezra-Nehemiah 5


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Ητο δε μεγαλη κραυγη του λαου και των γυναικων αυτων κατα των αδελφων αυτων των Ιουδαιων.1 Közben a nép meg asszonyai hangos panasszal keltek ki zsidó testvéreik ellen.
2 Διοτι ησαν τινες λεγοντες, Ημεις, οι υιοι ημων και αι θυγατερες ημων, ειμεθα πολλοι? οθεν ας λαβωμεν σιτον, δια να φαγωμεν και να ζησωμεν.2 Voltak, akik ezt mondták: »Fiainkat és leányainkat zálogba adtuk, hogy gabonát vegyünk rajtuk, ehessünk és élni tudjunk!«
3 Και ησαν τινες λεγοντες, Ημεις βαλλομεν ενεχυρον τους αγρους ημων, τους αμπελωνας ημων και τας οικιας ημων, δια να λαβωμεν σιτον εξ αιτιας της πεινης.3 Voltak, akik így szóltak: »Elzálogosítjuk szántóföldjeinket, szőlőinket és házainkat, hogy gabonát szerezhessünk az éhínség idején.«
4 Ησαν ετι τινες λεγοντες, Ημεις εδανεισθημεν αργυρια δια τους φορους του βασιλεως επι τους αγρους και επι τους αμπελωνας ημων?4 Mások ezt mondták: »Kölcsönpénzt kell felvennünk, hogy leróhassuk a király adóját és oda kell adnunk szántóföldjeinket és szőlőinket,
5 τωρα δε η σαρξ ημων ειναι ως η σαρξ των αδελφων ημων, τα τεκνα ημων ως τα τεκνα αυτων? και ιδου, ημεις καθυποβαλλομεν εις δουλειαν τους υιους ημων και τας θυγατερας ημων δια να ηναι δουλοι, και τινες εκ των θυγατερων ημων εφερθησαν ηδη εις δουλειαν? και δεν ειναι ουδεν εις την εξουσιαν ημων, διοτι αλλοι εχουσι τους αγρους και τους αμπελωνας ημων.5 márpedig a mi húsunk is olyan, mint testvéreink húsa, és a mi fiaink is olyanok, mint az ő fiaik. Íme, szolgaságba vetjük fiainkat meg leányainkat, és leányaink között nem egy már rabszolgáló, és nincs, amivel kiválthatnánk őket, hiszen szántóföldjeink és szőlőink is mások kezén vannak.«
6 Και ηγανακτησα σφοδρα, ακουσας την κραυγην αυτων και τους λογους τουτους.6 Én nagyon megharagudtam, amikor ilyen hangú panaszukat hallottam,
7 Και εσκεφθην κατ' εμαυτον, και επεπληξα τους προκριτους και τους προεστωτας και ειπα προς αυτους, Σεις φορολογειτε εκαστος τον αδελφον αυτου. Και συνεκαλεσα κατ' αυτων συναξιν μεγαλην.7 megfontoltam a dolgot és megfeddtem a főembereket meg az elöljárókat. Azt mondtam nekik: »Hát mindegyiktek uzsorát űz felebarátjával szemben?« Majd népes gyűlést hívtam össze ellenük
8 Και ειπα προς αυτους, Ημεις κατα την δυναμιν ημων εξηγορασαμεν τους αδελφους ημων Ιουδαιους, τους πωληθεντας εις τα εθνη? και σεις αυτοι θελετε πωλησει τους αδελφους σας; η θελουσι πωληθη εις ημας; Εκεινοι δε εσιωπων και δεν ευρηκαν αποκρισιν.8 és így szóltam hozzájuk: »Mi, amint tudjátok, tehetségünkhöz képest kiváltottuk azokat a zsidó testvéreinket, akiket eladtak a pogányoknak. Ti pedig eladjátok saját testvéreiteket, hogy mi kiváltsuk őket?« Erre hallgattak és nem tudtak, mit válaszolni.
9 Και ειπα, Δεν ειναι καλον το πραγμα το οποιον σεις καμνετε? δεν πρεπει να περιπατητε εν τω φοβω του Θεου ημων, δια να μη ονειδιζωσιν ημας τα εθνη, οι εχθροι ημων;9 Én pedig folytattam: »Nem helyes az, amit műveltek. Miért nem jártok a mi Istenünk félelmében, hogy ne gyalázhassanak minket a pogányok, a mi ellenségeink?
10 και εγω ετι και οι αδελφοι μου και οι δουλοι μου εδανεισαμεν εις αυτους χρηματα και σιτον? ας αφησωμεν, παρακαλω, την απαιτησιν ταυτην?10 Én is, testvéreim meg legényeim is igen soknak kölcsönöztünk pénzt meg gabonát. Mi azonban nem követeljük vissza az adósságot.
11 επιστρεψατε λοιπον εις αυτους, ταυτην την ημεραν, τους αγρους αυτων, τους αμπελωνας αυτων, τους ελαιωνας αυτων και τους οικους αυτων και το εκατοστον του αργυριου και του σιτου, του οινου και του ελαιου, το οποιον απαιτειτε παρ' αυτων.11 Adjátok még ma vissza szántóföldjeiket, szőlőiket, olajkertjeiket és házaikat, és hozzá engedjétek el nekik a pénz-, gabona-, bor-, olajkamatot is, amelyet tőlük követelni szoktatok.«
12 Τοτε ειπον, Θελομεν αποδωσει ταυτα και δεν θελομεν ζητησει ουδεν παρ' αυτων? ουτω θελομεν καμει, καθως συ λεγεις. Τοτε εκαλεσα τους ιερεις και ωρκισα αυτους, οτι θελουσι καμει κατα τον λογον τουτον.12 Erre ők így feleltek: »Visszaadjuk és nem követelünk tőlük semmit sem. Úgy cselekszünk, ahogy mondtad.« Odahívtam erre a papokat és megeskettem őket, hogy úgy tegyenek, ahogy szóltam.
13 Εξετιναξα ετι τον κολπον μου, λεγων, Ουτω να εκτιναξη ο Θεος παντα ανθρωπον απο του οικου αυτου και απο του κοπου αυτου, οστις δεν εκτελεση τον λογον τουτον, και ουτω να ηναι εκτετιναγμενος και κενος. Και ειπον πασα η συναξις, Αμην, και εδοξασαν τον Κυριον. Και εκαμεν ο λαος κατα τον λογον τουτον.13 Majd kiráztam keblemen ruhámat és azt mondtam: »Így rázzon ki minden embert házából, vagyonából Isten, ha ezt az ígéretet nem tartja meg. Legyen ilyen kirázott és üres.« Erre az egész tömeg így felelt: »Ámen«, és dicsőítették Istent. És a nép a határozat értelmében járt el.
14 Αφ' ης δε ημερας προσεταχθην να ημαι κυβερνητης αυτων εν τη γη Ιουδα, απο του εικοστου ετους εως του τριακοστου δευτερου ετους Αρταξερξου του βασιλεως, δωδεκα ετη, εγω και οι αδελφοι μου δεν εφαγομεν τον αρτον του κυβερνητου.14 Attól a naptól kezdve pedig, amelyen a király meghagyta nekem, hogy helytartó legyek Júda földjén, Artaxerxész királynak huszadik esztendejétől egészen a harminckettedikig, tehát tizenkét esztendőn át, én meg testvéreim nem vettük fel azt a járandóságot sem, amely a helytartót megilleti.
15 Οι προτεροι ομως κυβερνηται, οι προ εμου, κατεβαρυνον τον λαον, και ελαμβανον παρ' αυτων αρτον και οινον, εκτος τεσσαρακοντα σικλων αργυριου? ετι και οι δουλοι αυτων εξουσιαζον τον λαον? αλλ' εγω δεν εκαμνον ουτω, φοβουμενος τον Θεον.15 Az előző helytartók ugyanis, akik én előttem voltak, súlyosan megterhelték a népet és kenyérben, borban meg pénzben naponta negyven siklust szedtek. Hozzá még legényeik is nyomták a népet. Én azonban isteni félelemből nem így cselekedtem.
16 Και μαλιστα ενισχυθην εις το εργον τουτου του τειχους, και αγρον δεν ηγορασαμεν? και παντες οι δουλοι μου ησαν συνηγμενοι εκει εις το εργον.16 Sőt még a falépítésnél is segédkeztem, bár földet nem vásároltam. Legényeim is mind ott voltak a munkánál.
17 Ησαν ετι εις την τραπεζαν μου εκατον πεντηκοντα ανδρες εκ των Ιουδαιων και των προεστωτων, και οι ερχομενοι προς ημας εκ των εθνων των περιξ ημων.17 Asztalomnál ültek a zsidók is, meg az elöljáróság is, mintegy százötven férfi, valamint azok is, akik a körülöttünk lakó népek közül érkeztek hozzánk.
18 Το δε καθ' ημεραν ετοιμαζομενον δι' εμε ητο εις βους και εξ εκλεκτα προβατα? και πτηνα ητοιμαζοντο δι' εμε, και απαξ εις δεκα ημερας αφθονια απο παντος ειδους οινου? και ομως δεν εζητησα τον αρτον του κυβερνητου? διοτι η δουλεια ητο βαρεια επι τουτον τον λαον.18 Ezért naponta elkészítettek számomra egy ökröt, hat válogatott kost, nem is számítva a szárnyasokat, minden tizedik napon pedig különféle borokat és sok egyebet szolgáltam fel. Mégsem vettem fel a helytartói járandóságot, mert a nép amúgy is nagyon szegény volt.
19 Μνησθητι μου, Θεε μου, επ' αγαθω, κατα παντα οσα εγω εκαμον υπερ του λαου τουτου.19 Emlékezzél meg rólam, Istenem, szolgáljon javamra mindaz, amit ennek a népnek érdekében cselekedtem.