Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Δ´ - 2 Re - Kings IV 23


font
GREEK BIBLEKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 Και απεστειλεν ο βασιλευς, και συνηγαγον προς αυτον παντας τους πρεσβυτερους του Ιουδα και της Ιερουσαλημ.1 Jelentették is a királynak, amit Holda mondott. Erre ő elküldött s maga köré gyűjtötte Júdának s Jeruzsálemnek valamennyi vénét.
2 Και ανεβη ο βασιλευς εις τον οικον του Κυριου, και παντες οι ανδρες Ιουδα και παντες οι κατοικοι της Ιερουσαλημ μετ' αυτου, και οι ιερεις και οι προφηται και πας ο λαος, απο μικρου εως μεγαλου? και ανεγνωσεν εις επηκοον αυτων παντας τους λογους του βιβλιου της διαθηκης, το οποιον ευρεθη εν τω οικω του Κυριου.2 Aztán felment a király az Úr templomába s vele Júda minden embere s Jeruzsálem minden lakója, meg a papok és a próféták, az egész nép az aprajától a nagyjáig s felolvasta valamennyiük hallatára a szövetség könyvének, amelyet az Úr házában találtak, minden igéjét.
3 Και σταθεις ο βασιλευς πλησιον του στυλου, εκαμε την διαθηκην ενωπιον του Κυριου, να περιπατη κατοπιν του Κυριου και να φυλαττη τας εντολας αυτου και τα μαρτυρια αυτου και τα διαταγματα αυτου εξ ολης καρδιας και εξ ολης ψυχης, ωστε να εκτελωσι τους λογους της διαθηκης ταυτης, τους γεγραμμενους εν τω βιβλιω τουτω. Και πας ο λαος εσταθη εις την διαθηκην.3 Majd felállt a király az emelvényre s szövetséget kötött az Úr előtt, hogy követni fogják az Urat s teljes szívből s teljes lélekből megtartják parancsait, bizonyságait és szertartásait s megvalósítják e szövetség igéit, amelyeket megírtak abban a könyvben, s a nép ráállt a szövetségre.
4 Και προσεταξεν ο βασιλευς Χελκιαν τον ιερεα τον μεγαν και τους ιερεις της δευτερας ταξεως και τους φυλακας της πυλης, να εκβαλωσιν εκ του ναου του Κυριου παντα τα σκευη, τα κατεσκευασμενα δια τον Βααλ και δια το αλσος και δια πασαν την στρατιαν του ουρανου? και κατεκαυσεν αυτα εξω της Ιερουσαλημ εν τοις αγροις Κεδρων, και μετεκομισαν την στακτην αυτων εις Βαιθηλ.4 Megparancsolta továbbá a király Helkija főpapnak s a másodrendű papoknak, meg az ajtónállóknak, hogy vessenek ki az Úr házából minden holmit, amely Baálnak s a bereknek s az ég egész seregének készült, s elégette azokat Jeruzsálemen kívül, a Kedron völgyében s hamvukat Bételbe vitte.
5 Και κατηργησε τους ειδωλολατρας ιερεις, τους οποιους οι βασιλεις του Ιουδα διωρισαν να θυμιαζωσιν εν τοις υψηλοις τοποις, εν ταις πολεσι του Ιουδα και εν τοις περιξ της Ιερουσαλημ? και τους θυμιαζοντας εις τον Βααλ, εις τον ηλιον και εις την σεληνην και εις τα ζωδια και εις πασαν την στρατιαν του ουρανου.5 Majd eltörölte a jósokat, akiket Júda királyai alkalmaztak, hogy áldozzanak a magaslatokon Júda városaiban és Jeruzsálem környékén, meg azokat, akik Baálnak, a napnak, a holdnak, a tizenkét jelnek s az ég egész seregének gyújtottak illatot.
6 Και εξεβαλε το αλσος εκ του οικου του Κυριου, εξω της Ιερουσαλημ, εις τον χειμαρρον Κεδρων, και κατεκαυσεν αυτο εν τω χειμαρρω Κεδρων και κατελεπτυνεν αυτο εις σκονην, και ερριψε την σκονην αυτου επι των μνηματων των υιων του οχλου.6 Kivitette továbbá a berket az Úr házából Jeruzsálemen kívülre, a Kedron völgyébe s ott elégette és porrá zúzatta s a köznép sírjaira vetette.
7 Και κατεκρημνισε τους οικους των σοδομιτων, τους εν τω οικω του Κυριου, οπου αι γυναικες υφαινον παραπετασματα δια το αλσος.7 Lerontatta a fiúszeretők azon házait is, amelyek az Úr házában voltak és amelyekben az asszonyok holmi bereksátrakat szőttek.
8 Και εφερε παντας τους ιερεις εκ των πολεων του Ιουδα, και εβεβηλωσε τους υψηλους τοπους, εις τους οποιους οι ιερεις εθυμιαζον, απο Γεβα εως Βηρ-σαβεε, και κατεκρημνισε τους υψηλους τοπους των πυλων, των εν τη εισοδω της πυλης Ιησου του αρχοντος της πολεως, τη εξ αριστερων της πυλης της πολεως.8 Egybegyűjtötte továbbá az összes papot Júda városaiból s tisztátalanná tette a magaslatokat, ahol a papok áldoztak, Gibeától Beersebáig s lerontotta a kapuk mellett levő oltárokat, Józsuénak, a város parancsnokának kapubejárója mellett, amely a város kapujának bal oldalán volt.
9 Πλην οι ιερεις των υψηλων τοπων δεν ανεβησαν προς το θυσιαστηριον του Κυριου εν Ιερουσαλημ, αλλ' ετρωγον αζυμα μεταξυ των αδελφων αυτων.9 De a magaslatok papjai nem mehettek fel az Úr oltárára Jeruzsálemben, hanem csak a kovásztalanokból ehettek testvéreik között.
10 Και εβεβηλωσε τον Τοφεθ, τον εν τη φαραγγι των υιων του Εννομ? ωστε να μη δυναται μηδεις να διαβιβαση τον υιον αυτου η την θυγατερα αυτου δια του πυρος εις τον Μολοχ.10 Tisztátalanná tette a Tófetet is, amely Hinnom fiának völgyében van, hogy senki se szentelhesse fiát vagy lányát a tűz által Moloknak.
11 Και αφηρεσε τους ιππους, τους οποιους οι βασιλεις του Ιουδα εστησαν εις τον ηλιον, κατα την εισοδον του οικου του Κυριου, πλησιον του οικηματος του Ναθαν-μελεχ του ευνουχου, το οποιον ητο εν Φαρουρειμ, και κατεκαυσεν εν πυρι τας αμαξας του ηλιου.11 Eltávolította azokat a lovakat is, amelyeket Júda királyai a Napnak szenteltek az Úr templomának bejárata mellett, Nátánmelek udvari tiszt hajléka mellett, aki a Fárurimban volt, a Nap szekereit pedig elégette tűzzel.
12 Και τα θυσιαστηρια τα επι του δωματος του υπερωου του Αχαζ, τα οποια εκαμον οι βασιλεις του Ιουδα, και τα θυσιαστηρια, τα οποια εκαμεν ο Μανασσης εν ταις δυο αυλαις του οικου του Κυριου, κατεστρεψεν αυτα ο βασιλευς και κατεκρημνισεν εκειθεν και ερριψε την σκονην αυτων εις τον χειμαρρον Κεδρων.12 Azokat az oltárokat, amelyek Ácház felső termének tetején voltak, amelyeket Júda királyai csináltattak, meg azokat az oltárokat, amelyeket Manassze csináltatott az Úr templomának mindkét udvarában, szintén lerontotta a király, aztán elsietett onnan és hamvukat a Kedron patakba vetette.
13 Και τους υψηλους τοπους τους κατα προσωπον της Ιερουσαλημ, τους εν δεξια του ορους της διαφθορας, τους οποιους ωκοδομησε Σολομων ο βασιλευς του Ισραηλ δια την Ασταρτην το βδελυγμα των Σιδωνιων, και δια τον Χεμως το βδελυγμα των Μωαβιτων, και δια τον Μελχωμ το βδελυγμα των υιων Αμμων, εβεβηλωσεν ο βασιλευς.13 Azokat a magaslatokat, amelyek Jeruzsálemben, a Botrány hegyétől jobbra voltak, amelyeket Salamon, Izrael királya építtetett Astarténak, a szidoniak bálványának, meg Kámosnak, a moabiták botrányának, meg Melkomnak, Ammon fiai utálatosságának, szintén tisztátalanná tette a király:
14 Και συνετριψε τα αγαλματα και κατεκοψε τα αλση και εγεμισε τους τοπους αυτων απο οστα ανθρωπων.14 összetörette az oszlopokat, kivágatta a berkeket s holtak csontjaival töltette meg helyüket.
15 Και το θυσιαστηριον το εν Βαιθηλ και τον υψηλον τοπον, τον οποιον εκαμεν Ιεροβοαμ ο υιος του Ναβατ, οστις εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση, και εκεινο το θυσιαστηριον και τον υψηλον τοπον κατεχαλασε και κατεκαυσε τον υψηλον τοπον και ελεπτυνεν αυτα εις σκονην και το αλσος κατεκαυσεν.15 Ezeken kívül azt az oltárt, amely Bételben volt s azt a magaslatot, amelyet Jeroboám, Nábát fia készíttetett, aki bűnre vitte Izraelt, azt az oltárt és azt a magaslatot is lerontatta és elégette s porrá zúzatta és elégette a berekkel együtt.
16 Οτε δε ο Ιωσιας εστραφη και ειδε τους ταφους τους εκει εν τω ορει, εστειλε και ελαβε τα οστα εκ των ταφων και κατεκαυσεν αυτα επι του θυσιαστηριου, και εβεβηλωσεν αυτο? κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον εκηρυξεν ο ανθρωπος του Θεου, ο λαλησας τους λογους τουτους.16 Sőt amikor Jozija megfordult s meglátta ott a sírokat, amelyek a hegyen voltak, odaküldött s elhozatta a csontokat a sírokból s elégette az oltáron s tisztátalanná tette azt az Úr azon szava szerint, amelyet Istennek az az embere mondott, aki e dolgokat megjövendölte.
17 Τοτε ειπε, Τι μνημειον ειναι εκεινο το οποιον εγω βλεπω; Και οι ανδρες της πολεως ειπον προς αυτον, Ο ταφος του ανθρωπου του Θεου, οστις ηλθεν εξ Ιουδα και εκηρυξε τα πραγματα ταυτα, τα οποια συ εκαμες κατα του θυσιαστηριου της Βαιθηλ.17 Majd azt mondta: »Miféle síremlék az, amelyet látok?« Így feleltek erre neki a város polgárai: »Isten azon emberének a sírja, aki idejött Júdából s megjövendölte azt, amit te a bételi oltárral cselekedtél.«
18 Και ειπεν, Αφησατε αυτον? ας μη κινηση μηδεις τα οστα αυτου. Και διεσωσαν τα οστα αυτου, μετα των οστεων του προφητου του ελθοντος εκ Σαμαρειας.18 Erre ő azt mondta: »Hagyjatok békét neki, senki se mozdítsa meg csontjait.« Érintetlenül is maradtak csontjai, annak a prófétának a csontjaival együtt, aki Szamariából ment oda.
19 Και παντας ετι τους οικους των υψηλων τοπων τους εν ταις πολεσι της Σαμαρειας, τους οποιους εκαμον οι βασιλεις του Ισραηλ δια να παροργισωσι τον Κυριον, ο Ιωσιας αφηρεσε, και εκαμεν εις αυτους κατα παντα τα εργα οσα εκαμεν εις Βαιθηλ.19 Eltávolította ezenkívül Jozija mindazokat a magaslati templomokat is, amelyek Szamaria városaiban voltak, amelyeket Izrael királyai készíttettek az Úr bosszantására. Egészen úgy cselekedett velük, mint ahogyan Bételben cselekedett,
20 Και εθυσιασεν επι των θυσιαστηριων παντας τους ιερεις των υψηλων τοπων τους εκει, και κατεκαυσεν επ' αυτων τα οστα των ανθρωπων και επεστρεψεν εις Ιερουσαλημ.20 sőt megölte a magaslatok összes papjait, akik az oltárokat ellátták és emberi csontokat égetett az oltárokon. Aztán visszatért Jeruzsálembe.
21 Τοτε προσεταξεν ο βασιλευς εις παντα τον λαον, λεγων, Καμετε το πασχα εις Κυριον τον Θεον σας, κατα το γεγραμμενον εν τω βιβλιω τουτω της διαθηκης.21 Megparancsolta továbbá az egész népnek: »Készítsetek pászkát az Úrnak, a ti Isteneteknek, amint írva van a szövetségnek ebben a könyvében.« –
22 Βεβαιως δεν εγεινε τοιουτον πασχα απο των ημερων των κριτων οιτινες εκρινον τον Ισραηλ, ουδε εν πασαις ταις ημεραις των βασιλεων του Ισραηλ και των βασιλεων του Ιουδα,22 Nem készítettek ugyanis úgy pászkát, a bírák napjaitól kezdve, akik Izraelen bíráskodtak s Izrael királyainak és Júda királyainak egész ideje alatt,
23 οποιον εγεινε προς τον Κυριον εν Ιερουσαλημ το πασχα τουτο, κατα το δεκατον ογδοον ετος του βασιλεως Ιωσιου.23 mint ahogy ezt a pászkát készítették Jozija király tizennyolcadik esztendejében az Úr tiszteletére, Jeruzsálemben.
24 Αφηρεσεν ετι ο Ιωσιας και τους ανταποκριτας των δαιμονιων και τους μαντεις και τα ξοανα και τα ειδωλα και παντα τα βδελυγματα τα οποια εφαινοντο εν τη γη του Ιουδα και εν Ιερουσαλημ, δια να εκτελεση τους λογους του νομου τους γεγραμμενους εν τω βιβλιω, το οποιον ευρηκε Χελκιας ο ιερευς εν τω οικω του Κυριου.24 A halottidézőket, a jósokat, a bálványképeket, a tisztátalanságokat és az utálatosságokat, amelyek Júda földjén és Jeruzsálemben voltak, szintén eltávolította Jozija, hogy teljesítse a törvény azon szavait, amelyeket megírtak abban a könyvben, amelyet Helkija pap az Úr templomában talált.
25 Και ομοιος αυτου δεν υπηρξε προ αυτου βασιλευς, οστις επεστρεψεν εις τον Κυριον εξ ολης αυτου της καρδιας και εξ ολης αυτου της ψυχης και εξ ολης αυτου της δυναμεως, κατα παντα τον νομον του Μωυσεως? ουδε ηγερθη μετ' αυτον ομοιος αυτου.25 Nem volt előtte hozzá hasonló király, aki teljes szívéből, teljes lelkéből, minden erejéből egészen Mózes törvénye szerint tért volna vissza az Úrhoz és utána sem támadt hozzá hasonló.
26 Πλην ο Κυριος δεν εστραφη απο του θυμου της οργης αυτου της μεγαλης, καθ' ον εξηφθη η οργη αυτου κατα του Ιουδα, εξ αιτιας παντων των παροργισμων, δια των οποιων παρωργισεν αυτον ο Μανασσης.26 Mindazonáltal az Úr nem fordult el nagy bosszankodásának haragjától, amellyel bosszankodása haragra gerjedt Júda ellen azokért a bosszantásokért, amelyekkel Manassze bosszantotta.
27 Και ειπε Κυριος, Και τον Ιουδαν θελω εκβαλει απ' εμπροσθεν μου, καθως εξεβαλον τον Ισραηλ, και θελω απορριψει την πολιν ταυτην, την Ιερουσαλημ, την οποιαν εξελεξα, και τον οικον περι του οποιου ειπα, ο ονομα μου θελει εισθαι εκει.27 Éppen azért azt mondta az Úr: »Júdát is eltávolítom színem elől, amint eltávolítottam Izraelt és elvetem ezt a várost, amelyet választottam, Jeruzsálemet, és ezt a házat, amelyről azt mondtam: Ott lesz az én nevem.«
28 Αι δε λοιπαι πραξεις του Ιωσιου και παντα οσα επραξε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα;28 Jozija egyéb dolgai pedig s mindaz, amit cselekedett, nemde meg vannak írva Júda királyainak krónikás könyvében?
29 Εν ταις ημεραις αυτου ανεβη ο Φαραω-νεχαω, βασιλευς της Αιγυπτου, κατα του βασιλεως της Ασσυριας επι τον ποταμον Ευφρατην. Και υπηγεν ο βασιλευς Ιωσιας εις απαντησιν αυτου? και εκεινος, ως ειδεν αυτον, εθανατωσεν αυτον εν Μεγιδδω.29 Az ő napjaiban vonult fel Nékaó fáraó, Egyiptom királya, az asszír király ellen az Eufrátesz folyóhoz. Jozija király ekkor ellene vonult, de az megölte Megiddóban, mihelyt szembe került vele.
30 Και οι δουλοι αυτου επεβιβασαν αυτον νεκρον εις αμαξαν απο Μεγιδδω, και εφεραν αυτον εις Ιερουσαλημ, και εθαψαν αυτον εν τω ταφω αυτου. Ο δε λαος της γης ελαβε τον Ιωαχαζ υιον του Ιωσιου, και εχρισαν αυτον και εκαμον αυτον βασιλεα αντι του πατρος αυτου.30 Erre szolgái elszállították őt holtan Megiddóból és elvitték Jeruzsálembe s eltemették sírjába. Aztán vette a föld népe Joacházt, Jozija fiát s felkenték s királlyá tették apja helyébe.
31 Εικοσιτριων ετων ηλικιας ητο ο Ιωαχαζ, οτε εβασιλευσε? και εβασιλευσε τρεις μηνας εν Ιερουσαλημ. Το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Αμουταλ, θυγατηρ του Ιερεμιου απο Λιβνα.31 Huszonhárom esztendős volt Joacház, amikor uralkodni kezdett s három hónapig uralkodott Jeruzsálemben. Anyját, aki a libnai Jeremiás lánya volt, Amitálnak hívták.
32 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, κατα παντα οσα επραξαν οι πατερες αυτου.32 Azt cselekedte, ami gonosz az Úr előtt, egészen úgy, ahogy atyái cselekedtek.
33 Και εφυλακισεν αυτον ο Φαραω-νεχαω εν Ριβλα εν τη γη Αιμαθ, δια να μη βασιλευη εν Ιερουσαλημ? και κατεδικασε την γην εις προστιμον εκατον ταλαντων αργυριου και ενος ταλαντου χρυσιου.33 Nékaó fáraó őt bilincsekbe verte Reblában, amely Hamat földjén van, hogy ne uralkodjék Jeruzsálemben és sarcot vetett az országra: száz talentum ezüstöt és egy talentum aranyat.
34 Και εκαμεν ο Φαραω-νεχαω τον Ελιακειμ τον υιον του Ιωσιου βασιλεα αντι Ιωσιου του πατρος αυτου, και μετηλλαξε το ονομα αυτου εις Ιωακειμ? τον δε Ιωαχαζ ελαβε και εφερεν εις Αιγυπτον, και απεθανεν εκει.34 Aztán Nékaó fáraó Eljakimot, Jozija fiát tette királlyá apja, Jozija helyébe – de a nevét Joakimra változtatta –, Joacházt pedig vette és elvitte Egyiptomba, s az ott meghalt.
35 Ο δε Ιωακειμ εδωκεν εις τον Φαραω το αργυριον και το χρυσιον? εφορολογησεν ομως την γην, δια να δωση το αργυριον κατα την προσταγην του Φαραω? ο λαος της γης συνεισεφερε το αργυριον και το χρυσιον, εκαστος κατα την εκτιμησιν αυτου, δια να δωση εις τον Φαραω-νεχαω.35 Joakim meg is adta az ezüstöt és az aranyat a fáraónak, miután kivetette az országra, mindenkire, hogy összehozhassa a fáraó parancsa szerint: az ország népétől hajtotta be, kitől-kitől ereje szerint mind az ezüstöt, mind az aranyat, hogy megadhassa Nékaó fáraónak.
36 Εικοσιπεντε ετων ηλικιας ητο ο Ιωακειμ, οτε εβασιλευσεν? εβασιλευσε δε ενδεκα ετη εν Ιερουσαλημ? το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Ζεβουδα, θυγατηρ του Φεδαιου απο Ρουμα.36 Huszonöt esztendős volt Joakim, amikor uralkodni kezdett, s tizenegy esztendeig uralkodott Jeruzsálemben. Anyját, aki a rúmai Fadája lánya volt, Zebidának hívták.
37 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, κατα παντα οσα επραξαν οι πατερες αυτου.37 Azt cselekedte, ami gonosz volt az Úr előtt, egészen úgy, ahogy atyái cselekedtek.