Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Γ´ - 1 Re - Kings III 15


font
GREEK BIBLEBIBBIA CEI 2008
1 Και εβασιλευσεν ο Αβιαμ επι τον Ιουδαν, κατα το δεκατον ογδοον ετος της βασιλειας του Ιεροβοαμ υιου του Ναβατ.1 Nell’anno diciottesimo del re Geroboamo, figlio di Nebat, Abiam divenne re su Giuda.
2 Τρια ετη εβασιλευσεν εν Ιερουσαλημ. Και το ονομα της μητρος αυτου ητο Μααχα, θυγατηρ του Αβεσσαλωμ.2 Regnò tre anni a Gerusalemme. Sua madre si chiamava Maacà, figlia di Abisalòm.
3 Και περιεπατησεν εις πασας τας αμαρτιας του πατρος αυτου, τας οποιας επραξε προ αυτου? και δεν ητο η καρδια αυτου τελεια μετα Κυριου του Θεου αυτου, καθως η καρδια Δαβιδ του πατρος αυτου.3 Egli imitò tutti i peccati che suo padre aveva commesso prima di lui; il suo cuore non fu integro con il Signore, suo Dio, come il cuore di Davide, suo padre.
4 Αλλ' ομως, χαριν του Δαβιδ, εδωκεν εις αυτον Κυριος ο Θεος αυτου λυχνον εν Ιερουσαλημ, αναστησας τον υιον αυτου μετ' αυτον, και στερεωσας την Ιερουσαλημ?4 Ma, per amore di Davide, il Signore, suo Dio, gli concesse una lampada a Gerusalemme, facendo sorgere suo figlio dopo di lui e rendendo stabile Gerusalemme,
5 διοτι ο Δαβιδ εκαμνε το ευθες ενωπιον Κυριου και δεν εξεκλινε πασας τας ημερας της ζωης αυτου απο παντων οσα προσεταξεν εις αυτον, εκτος της υποθεσεως Ουριου του Χετταιου.5 perché Davide aveva fatto ciò che è retto agli occhi del Signore e non aveva deviato da quanto il Signore aveva ordinato, durante tutta la sua vita, se si eccettua il caso di Uria l’Ittita.
6 Ητο δε πολεμος αναμεσον Ροβοαμ και Ιεροβοαμ πασας τας ημερας της ζωης αυτου.6 Ci fu guerra continua fra Roboamo e Geroboamo.
7 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Αβιαμ και παντα οσα επραξε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα; Και ητο πολεμος αναμεσον Αβιαμ και Ιεροβοαμ.7 Le altre gesta di Abiam e tutte le sue azioni non sono forse descritte nel libro delle Cronache dei re di Giuda? Ci fu guerra fra Abiam e Geroboamo.
8 Και εκοιμηθη ο Αβιαμ μετα των πατερων αυτου, και εθαψαν αυτον εν τη πολει Δαβιδ? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Ασα ο υιος αυτου.8 Abiam si addormentò con i suoi padri; lo seppellirono nella Città di Davide e al suo posto divenne re suo figlio Asa.
9 Και εβασιλευσεν ο Ασα επι τον Ιουδαν, κατα το εικοστον ετος του Ιεροβοαμ βασιλεως του Ισραηλ.9 Nell’anno ventesimo di Geroboamo, re d’Israele, Asa divenne re di Giuda.
10 Και εβασιλευσεν εν Ιερουσαλημ ετη τεσσαρακοντα και εν. Το δε ονομα της μητρος αυτου ητο Μααχα, θυγατηρ του Αβεσσαλωμ.10 Egli regnò quarantun anni a Gerusalemme. Sua madre si chiamava Maacà, figlia di Abisalòm.
11 Και εκαμνεν ο Ασα το ευθες ενωπιον Κυριου, καθως Δαβιδ ο πατηρ αυτου.11 Asa fece ciò che è retto agli occhi del Signore, come Davide, suo padre.
12 Και αφηρεσεν εκ της γης τους σοδομιτας και εσηκωσε παντα τα ειδωλα, τα οποια εκαμον οι πατερες αυτου.12 Eliminò i prostituti sacri dalla terra e allontanò tutti gli idoli che avevano fatto i suoi padri.
13 Ετι δε και την μητερα αυτου την Μααχα, και αυτην απεβαλε του να ηναι βασιλισσα, επειδη εκαμεν ειδωλον εις αλσος? και κατεκοψεν ο Ασα το ειδωλον αυτης και εκαυσεν αυτο πλησιον του χειμαρρου Κεδρων.13 Privò anche sua madre Maacà del titolo di regina madre, perché ella aveva eretto ad Asera un’immagine infame; Asa demolì l’immagine infame e la bruciò nella valle del torrente Cedron.
14 Οι υψηλοι ομως τοποι δεν αφηρεθησαν? πλην η καρδια του Ασα ητο τελεια μετα του Κυριου πασας τας ημερας αυτου.14 Ma non scomparvero le alture, anche se il cuore di Asa si mantenne integro nei riguardi del Signore per tutta la sua vita.
15 Και εφερεν εις τον οικον του Κυριου τα αφιερωματα του πατρος αυτου και τα εαυτου αφιερωματα, αργυρον και χρυσιον και σκευη.15 Fece portare nel tempio del Signore le offerte consacrate da suo padre e quelle consacrate da lui stesso, consistenti in argento, oro e utensili.
16 Ητο δε πολεμος αναμεσον Ασα και Βαασα βασιλεως του Ισραηλ πασας τας ημερας αυτων.16 Ci fu guerra fra Asa e Baasà, re d’Israele, per tutta la loro vita.
17 Και ανεβη Βαασα ο βασιλευς του Ισραηλ εναντιον του Ιουδα και ωκοδομησε την Ραμα, δια να μη αφινη μηδενα να εξερχηται μηδε να εισερχηται προς Ασα τον βασιλεα του Ιουδα.17 Il re d’Israele, Baasà, salì contro Giuda; egli fortificò Rama per impedire il transito ad Asa, re di Giuda.
18 Τοτε ελαβεν ο Ασα απαν το αργυριον και το χρυσιον το εναπολειφθεν εν τοις θησαυροις του οικου του Κυριου και εν τοις θησαυροις του οικου του βασιλεως, και παρεδωκεν αυτα εις τας χειρας των δουλων αυτου? και απεστειλεν αυτους ο βασιλευς Ασα προς τον Βεν-αδαδ, υιον του Ταβριμων, υιου του Εσιων, βασιλεα της Συριας, τον κατοικουντα εν Δαμασκω, λεγων,18 Asa prese tutto l’argento e l’oro rimasti nei tesori del tempio del Signore e nei tesori della reggia, li consegnò ai suoi ministri, che li portarono per ordine del re Asa a Ben-Adàd, figlio di Tabrimmòn, figlio di Cheziòn, re di Aram, residente a Damasco, con questa proposta:
19 Ας γεινη συνθηκη αναμεσον εμου και σου, ως ητο αναμεσον του πατρος μου και του πατρος σου? ιδου, απεστειλα προς σε δωρον αργυριου και χρυσιου? υπαγε, διαλυσον την συνθηκην σου την προς τον Βαασα, βασιλεα του Ισραηλ, δια να αναχωρηση απ' εμου.19 «Ci sia un’alleanza fra me e te, come tra mio padre e tuo padre. Ecco, ti mando un dono d’argento e d’oro. Su, rompi la tua alleanza con Baasà, re d’Israele, in modo che egli si ritiri da me».
20 Και εισηκουσεν ο Βεν-αδαδ εις τον βασιλεα Ασα, και απεστειλε τους αρχηγους των δυναμεων αυτου εναντιον των πολεων του Ισραηλ, και επαταξε την Ιιων και την Δαν και την Αβελ-βαιθ-μααχα, και πασαν την Χιννερωθ, μετα πασης της γης Νεφθαλι.20 Ben-Adàd ascoltò il re Asa; mandò contro le città d’Israele i comandanti del suo esercito, che colpirono Iion, Dan, Abel-Bet-Maacà e l’intera regione di Chinaròt, compreso tutto il territorio di Nèftali.
21 Και ως ηκουσεν ο Βαασα, επαυσε να οικοδομη την Ραμα και εκαθησεν εν Θερσα.21 Quando lo seppe, Baasà smise di fortificare Rama e tornò a Tirsa.
22 Τοτε συνεκαλεσεν ο βασιλευς Ασα παντα τον Ιουδαν, χωρις τινος εξαιρεσεως? και εσηκωσαν τους λιθους της Ραμα και τα ξυλα αυτης, με τα οποια ο Βαασα εκαμε την οικοδομην? και ωκοδομησεν ο βασιλευς Ασα με ταυτα την Γεβα του Βενιαμιν και την Μισπα.22 Allora il re Asa convocò tutti quelli di Giuda, nessuno escluso; costoro andarono a prendere le pietre e il legname con cui Baasà stava fortificando Rama e con essi il re Asa fortificò Gheba di Beniamino e Mispa.
23 Αι δε λοιπαι πασων των πραξεων του Ασα και παντα τα κατορθωματα αυτου και παντα οσα επραξε, και αι πολεις τας οποιας ωκοδομησε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ιουδα; Εν τω καιρω δε του γηρατος αυτου ηρρωστησε τους ποδας αυτου.23 Tutte le altre gesta di Asa, tutta la sua potenza e tutte le sue azioni, le città che egli edificò, non sono forse descritte nel libro delle Cronache dei re di Giuda? Tuttavia nella sua vecchiaia fu ammalato ai piedi.
24 Και εκοιμηθη ο Ασα μετα των πατερων αυτου και εταφη μετα των πατερων αυτου εν τη πολει Δαβιδ του πατρος αυτου? εβασιλευσε δε αντ' αυτου Ιωσαφατ ο υιος αυτου.24 Asa si addormentò con i suoi padri, fu sepolto con i suoi padri nella Città di Davide, suo padre, e al suo posto divenne re suo figlio Giòsafat.
25 Και εβασιλευσε Ναδαβ ο υιος του Ιεροβοαμ επι τον Ισραηλ, το δευτερον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, και εβασιλευσεν επι τον Ισραηλ δυο ετη.25 Nadab, figlio di Geroboamo, divenne re su Israele nell’anno secondo di Asa, re di Giuda, e regnò su Israele due anni.
26 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου και περιεπατησεν εις την οδον του πατρος αυτου και εις την αμαρτιαν αυτου, δια της οποιας εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση.26 Egli fece ciò che è male agli occhi del Signore, seguendo la via di suo padre e il peccato che questi aveva fatto commettere a Israele.
27 Συνωμοσε δε κατ' αυτου Βαασα ο υιος του Αχια, εκ του οικου Ισσαχαρ? και επαταξεν αυτον ο Βαασα εν Γιββεθων, ητις ητο των Φιλισταιων? διοτι ο Ναδαβ και πας ο Ισραηλ επολιορκουν την Γιββεθων.27 Contro di lui congiurò Baasà, figlio di Achia, della casa di Ìssacar; Baasà lo colpì a Ghibbetòn, che apparteneva ai Filistei, mentre Nadab e tutto Israele assediavano Ghibbetòn.
28 Ο Βαασα λοιπον εθανατωσεν αυτον κατα το τριτον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, και εβασιλευσεν αντ' αυτου.28 Baasà lo fece morire nell’anno terzo di Asa, re di Giuda, e divenne re al suo posto.
29 Και καθως εβασιλευσεν, επαταξεν ολον τον οικον του Ιεροβοαμ? δεν αφηκεν εις τον Ιεροβοαμ ουδεν ζων, εωσου εξωλοθρευσεν αυτον, κατα τον λογον του Κυριου, τον οποιον ελαλησε δια του δουλου αυτου Αχια του Σηλωνιτου,29 Appena divenuto re, egli colpì tutta la casa di Geroboamo: non risparmiò nessuno della stirpe di Geroboamo, fino ad estinguerla, secondo la parola del Signore pronunciata per mezzo del suo servo Achia di Silo,
30 δια τας αμαρτιας του Ιεροβοαμ, τας οποιας ημαρτησε, και δια των οποιων εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση, και δια τον παροργισμον με τον οποιον παρωργισε Κυριον τον Θεον του Ισραηλ.30 a causa dei peccati che Geroboamo commise e fece commettere a Israele, e a causa dello sdegno a cui aveva provocato il Signore, Dio d’Israele.
31 Αι δε λοιπαι των πραξεων του Ναδαβ και παντα οσα επραξε, δεν ειναι γεγραμμενα εν τω βιβλιω των χρονικων των βασιλεων του Ισραηλ;31 Le altre gesta di Nadab e tutte le sue azioni non sono forse descritte nel libro delle Cronache dei re d’Israele?
32 Ητο δε πολεμος αναμεσον Ασα και Βαασα βασιλεως του Ισραηλ πασας τας ημερας αυτων.32 Ci fu guerra fra Asa e Baasà, re d’Israele, per tutta la loro vita.
33 Κατα το τριτον ετος του Ασα βασιλεως του Ιουδα, εβασιλευσε Βαασα ο υιος του Αχια επι παντα τον Ισραηλ εν Θερσα? και εβασιλευσεν εικοσιτεσσαρα ετη.33 Nell’anno terzo di Asa, re di Giuda, Baasà, figlio di Achia, divenne re su tutto Israele a Tirsa. Regnò ventiquattro anni.
34 Και επραξε πονηρα ενωπιον του Κυριου, και περιεπατησεν εις την οδον του Ιεροβοαμ και εις την αμαρτιαν αυτου, δια της οποιας εκαμε τον Ισραηλ να αμαρτηση.34 Egli fece ciò che è male agli occhi del Signore, seguendo la via di Geroboamo e il peccato che questi aveva fatto commettere a Israele.