Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΓΕΝΕΣΙΣ - Genesi - Genesis 30


font
GREEK BIBLEEL LIBRO DEL PUEBLO DE DIOS
1 Και οτε ειδεν η Ραχηλ οτι δεν ετεκνοποιησεν εις τον Ιακωβ, εφθονησεν η Ραχηλ την αδελφην αυτης? και ειπε προς τον Ιακωβ, Δος μοι τεκνα? ειδε μη, εγω αποθνησκω.1 Al ver que no podía dar hijos a Jacob, Raquel tuvo envidia de su hermana, y dijo a su marido: «Dame hijos, porque si no, me muero».
2 Και εξηφθη ο θυμος του Ιακωβ κατα της Ραχηλ και ειπε, Μηπως ειμαι εγω αντι του Θεου οστις σε εστερησεν απο καρπου κοιλιας;2 Pero Jacob, indignado, le respondió: «¿Acaso yo puedo hacer las veces de Dios, que te impide ser madre?».
3 Η δε ειπεν, Ιδου, η θεραπαινα μου Βαλλα? εισελθε προς αυτην, και θελει γεννησει επι των γονατων μου, δια να αποκτησω και εγω τεκνα εξ αυτης.3 Ella añadió: «Aquí tienes a mi esclava Bilhá. Unete a ella, y que dé a luz sobre mis rodillas. Por medio de ella, también yo voy a tener hijos».
4 Και εδωκεν εις αυτον την Βαλλαν την θεραπαιναν αυτης δια γυναικα? και εισηλθεν ο Ιακωβ προς αυτην.4 Así le dio por mujer a su esclava Bilhá. Jacob se unió a ella,
5 Και συνελαβεν η Βαλλα, και εγεννησεν υιον εις τον Ιακωβ?5 y cuando Bilhá concibió y dio un hijo a Jacob.
6 και ειπεν η Ραχηλ, Ο Θεος με εκρινε και ηκουσε και την φωνην μου και μοι εδωκεν υιον? δια τουτο εκαλεσε το ονομα αυτου Δαν.6 Raquel dijo: «Dios me hizo justicia: él escuchó mi voz y me ha dado un hijo». Por eso lo llamó Dan.
7 Και συνελαβε παλιν η Βαλλα, η θεραπαινα της Ραχηλ, και εγεννησε δευτερον υιον εις τον Ιακωβ?7 Después Bilhá, la esclava de Raquel, volvió a concebir y dio un segundo hijo a Jacob.
8 και ειπεν η Ραχηλ, Δυνατην παλην επαλαισα μετα της αδελφης μου, και υπερισχυσα? και εκαλεσε το ονομα αυτου Νεφθαλι.8 Entonces Raquel dijo: «Sostuve con mi hermana una lucha muy grande, pero al fin he vencido». Y lo llamó Neftalí.
9 Και οτε ειδεν η Λεια οτι επαυσε να γεννα, ελαβε την Ζελφαν την θεραπαιναν αυτης, και εδωκεν αυτην εις τον Ιακωβ δια γυναικα.9 Lía, por su parte, viendo que había dejado de dar a luz, tomó a su esclava Zilpá y se la dio como mujer a Jacob.
10 Και η Ζελφα, η θεραπαινα της Λειας, εγεννησεν υιον εις τον Ιακωβ?10 Cuando Zilpá, la esclava de Lía, dio un hijo a Jacob,
11 και ειπεν η Λεια, Ευτυχια ερχεται? και εκαλεσε το ονομα αυτου Γαδ.11 Lía exclamó: «¡Qué suerte!». Y lo llamó Gad.
12 Και εγεννησεν η Ζελφα, η θεραπαινα της Λειας, δευτερον υιον εις τον Ιακωβ?12 Después Zilpá, la esclava de Lía, dio otro hijo a Jacob.
13 και ειπεν η Λεια, Μακαρια εγω, διοτι θελουσι με μακαριζει αι γυναικες? και εκαλεσε το ονομα αυτου Ασηρ.13 Lía dijo entonces: «¡Qué felicidad! Porque todas las mujeres me felicitarán». Y lo llamó Aser.
14 Και υπηγεν ο Ρουβην εν ταις ημεραις του θερισμου του σιτου και ευρηκε μανδραγορας εν τω αγρω, και εφερεν αυτους προς την Λειαν την μητερα αυτου. Ειπε δε η Ραχηλ προς την Λειαν, Δος μοι, παρακαλω, απο τους μανδραγορας του υιου σου.14 Rubén salió una vez mientras se estaba cosechando el trigo, y encontró en el campo unas mandrágoras, que luego entregó a su madre. Entonces Raquel dijo a Lía: «Por favor, dame algunas de esas mandrágoras que trajo tu hijo».
15 Η δε ειπε προς αυτην, Μικρον πραγμα ειναι, οτι ελαβες τον ανδρα μου; και θελεις να λαβης και τους μανδραγορας του υιου μου; και η Ραχηλ ειπε, Λοιπον ας κοιμηθη μετα σου ταυτην την νυκτα, δια τους μανδραγορας του υιου σου.15 Pero Lía respondió: «¿No te basta con haberme quitado a mi marido, que ahora quieres arrebatarme también las mandrágoras de mi hijo?». «Está bien, respondió Raquel, que esta noche duerma contigo, a cambio de las mandrágoras de tu hijo».
16 Και ηλθεν ο Ιακωβ το εσπερας εκ του αγρου, και εξελθουσα η Λεια εις συναντησιν αυτου, ειπε, Προς εμε θελεις εισελθει, διοτι σε εμισθωσα τωοντι με τους μανδραγορας του υιου μου. Και εκοιμηθη μετ' αυτης εκεινην την νυκτα.16 Al atardecer, cuando Jacob volvía del campo, Lía salió a su encuentro y le dijo: «Tienes que venir conmigo, porque he pagado por ti las mandrágoras que encontró mi hijo». Aquella noche Jacob durmió con ella,
17 Και εισηκουσεν ο Θεος της Λειας? και συνελαβε και εγεννησεν εις τον Ιακωβ πεμπτον υιον.17 y Dios la escuchó, porque concibió una vez más, y dio a Jacob un quinto hijo.
18 Και ειπεν η Λεια, Εδωκε μοι ο Θεος τον μισθον μου, διοτι εδωκα την θεραπαιναν μου εις τον ανδρα μου? και εκαλεσε το ονομα αυτου Ισσαχαρ.18 Entonces Lía exclamó: «Dios me ha recompensado, por haber dado mi esclava a mi marido». Y lo llamó Isacar.
19 Και συνελαβεν ακομη η Λεια, και εγεννησεν εκτον υιον εις τον Ιακωβ?19 Luego Lía volvió a concebir y dio un sexto hijo a Jacob.
20 και ειπεν η Λεια, με επροικισεν ο Θεος με καλην προικα? τωρα θελει κατοικησει μετ' εμου ο ανηρ μου, διοτι εγεννησα εις αυτον εξ υιους? και εκαλεσε το ονομα αυτου Ζαβουλων.20 «Dios me hizo un precioso regalo», dijo Lía. «Esta vez mi marido me honrará, porque le he dado seis hijos». Y lo llamó Zabulón.
21 Και μετα ταυτα εγεννησε θυγατερα, και εκαλεσε το ονομα αυτης Δειναν.21 Finalmente tuvo una hija, a la que llamó Dina.
22 Ενεθυμηθη δε ο Θεος την Ραχηλ και εισηκουσεν αυτης ο Θεος, και ηνοιξε την μητραν αυτης?22 Dios también se acordó de Raquel, la escuchó e hizo fecundo su seno.
23 και συνελαβε, και εγεννησεν υιον? και ειπεν, Ο Κυριος αφηρεσε το ονειδος μου.23 Ella concibió y dio a luz un hijo. Entonces exclamó: «Dios ha borrado mi afrenta».
24 Και εκαλεσε το ονομα αυτου Ιωσηφ, λεγουσα, Ο Θεος να προσθεση εις εμε και αλλον υιον.24 Y lo llamó José, porque dijo: «Que el Señor me conceda un hijo más».
25 Και αφου η Ραχηλ εγεννησε τον Ιωσηφ, ειπεν ο Ιακωβ προς τον Λαβαν, Εξαποστειλον με, δια να απελθω εις τον τοπον μου, και εις την πατριδα μου?25 Después que Raquel dio a luz a José, Jacob dijo a Labán: «Déjame volver a mi casa y a mi país.
26 δος μοι τας γυναικας μου και τα παιδια μου, δια τας οποιας σε εδουλευσα δια να απελθω? διοτι συ γνωριζεις την δουλευσιν μου, την οποιαν σε εδουλευσα.26 Dame a mis mujeres, por las que te he servido, y a mis hijos, para que pueda irme. Porque tú sabes muy bien cuánto trabajé por ti».
27 Ειπε δε προς αυτον ο Λαβαν, Παρακαλω σε, να ευρω χαριν εμπροσθεν σου? εγνωρισα εκ πειρας, οτι ο Κυριος με ευλογησεν εξ αιτιας σου.27 Pero Labán le respondió: «Si quieres hacerme un favor, quédate conmigo. Yo he llegado a saber, por medio de la adivinación, que el Señor me bendijo gracias a ti.
28 Και ειπε, Διορισον μοι τον μισθον σου, και θελω σοι δωσει αυτον.28 Por eso, siguió diciendo, fíjame tú mismo el salario que debo pagarte».
29 Ο δε ειπε προς αυτον, συ γνωριζεις τινι τροπω σε εδουλευσα, και ποσα εγειναν τα κτηνη σου μετ' εμου?29 Entonces Jacob añadió: «Tú sabes bien cómo te he servido, y cómo prosperó tu hacienda gracias a mis cuidados.
30 διοτι οσα ειχες προ εμου ησαν ολιγα, και τωρα ηυξησαν εις πληθος? και ο Κυριος σε ευλογησε με την ελευσιν μου? και τωρα ποτε θελω προβλεψει και εγω δια τον οικον μου;30 Lo poco que tenías antes que yo llegara se ha acrecentado enormemente, ya que el Señor te bendijo gracias a mí. Pero ya es hora de que también haga algo por mi propia casa».
31 Ο δε ειπε, Τι να σοι δωσω; Και ο Ιακωβ ειπε, δεν θελεις μοι δωσει ουδεν? εαν καμης εις εμε το πραγμα τουτο, παλιν θελω ποιμαινει το ποιμνιον σου και φυλαττει αυτο?31 «¿Qué debo darte en pago?», preguntó Labán. Y Jacob respondió: «No tendrás que pagarme nada. Si haces lo que te voy a proponer, yo volveré a apacentar tu rebaño y a ocuparme de él.
32 να περασω σημερον δια μεσον ολου του ποιμνιου σου, διαχωριζων εκειθεν παν προβατον εχον ποικιλματα και κηλιδας, και παν το μελανωπον μεταξυ των αρνιων, και το εχον κηλιδας και ποικιλματα μεταξυ των αιγων? και ταυτα να ηναι ο μισθος μου?32 Revisa hoy mismo todo tu rebaño, y aparta de él todas las ovejas negras y todas las cabras moteadas o manchadas. Ese será mi salario.
33 και εις το εξης η δικαιοσυνη μου θελει μαρτυρησει περι εμου, οταν ελθη εμπροσθεν σου δια τον μισθον μου? παν ο, τι δεν ειναι με ποικιλματα και κηλιδας μεταξυ των αιγων, και μελανωπον μεταξυ των αρνιων, θελει λογισθη κλεμμενον υπ' εμου.33 Y más adelante, cuando tú mismo vengas a verificar mis ganancias, mi honradez responderá por mí; si llego a tener en mi poder alguna cabra que no sea manchada o moteada, o alguna oveja que no sea negra, eso será un robo que yo he cometido».
34 Και ειπεν ο Λαβαν, Ιδου, εστω κατα τον λογον σου.34 «Está bien, dijo Labán, que sea como tú dices».
35 Και την ημεραν εκεινην διεχωρισε τους τραγους τους παρδαλους και κηλιδωτους και πασας τας αιγας οσαι ειχον ποικιλματα και κηλιδας, παντα οσα ησαν διαλευκα, και παντα τα μελανωπα μεταξυ των αρνιων, και εδωκεν αυτα εις τας χειρας των υιων αυτου?35 Pero aquel mismo día, Labán separó los chivos rayados y moteados, todas las cabras manchadas y moteadas –todo lo que tenía una mancha blanca– y todos los corderos negros, y los confió al cuidado de sus hijos.
36 και εθεσε τριων ημερων οδον μεταξυ εαυτου και του Ιακωβ? ο δε Ιακωβ εποιμαινε το υπολοιπον του ποιμνιου του Λαβαν.36 Después interpuso entre él y Jacob una distancia de tres días de camino. Mientras tanto, Jacob apacentaba el resto del rebaño de Labán.
37 Και ελαβεν εις εαυτον ο Ιακωβ ραβδους χλωρας εκ λευκης και καρυας και πλατανου και εξελεπισεν αυτας κατα λεπισματα λευκα, ωστε εφαινετο το λευκον το εις τας ραβδους?37 Jacob tomó unas ramas verdes de álamo, almendro y plátano, y trazó en ellas unas franjas blancas, dejando al descubierto la parte blanca de las ramas.
38 και εθεσε τας ραβδους, τας οποιας εξελεπισεν, εις τα αυλακια του υδατος, εις τας ποτιστρας, οπου τα ποιμνια ηρχοντο να πινωσι, δια να συλλαμβανωσι τα ποιμνια ενω ηρχοντο να πινωσι.38 Luego puso frente a los animales, en los bebederos o recipientes de agua donde iba a beber el rebaño, las ramas que había descortezado. Y cuando los animales iban a beber, entraban en celo.
39 Και συνελαμβανον τα ποιμνια βλεποντα τας ραβδους, και εγεννων προβατα παρδαλα, ποικιλα και κηλιδωτα.39 De esta manera, se unían delante de las ramas y así tenían crías rayadas, moteadas o manchadas.
40 Διεχωρισε δε ο Ιακωβ τα αρνια, και εστρεψε τα προσωπα των προβατων του ποιμνιου του Λαβαν προς τα παρδαλα και προς παντα τα μελανωπα? τα δε εαυτου ποιμνια εθεσε χωριστα, και δεν εθεσεν αυτα μετα των προβατων του Λαβαν.40 Además, Jacob separó a los carneros y los puso frente a los animales rayados y negros del rebaño de Labán. Así pudo formar sus propios rebaños, que mantuvo separados de los rebaños de Labán.
41 Και καθ' ον καιρον τα πρωιμα προβατα ηρχοντο εις συλληψιν, ο Ιακωβ εθετε τας ραβδους εις τα αυλακια εμπροσθεν των οφθαλμων του ποιμνιου, δια να συλλαμβανωσι βλεποντα προς τας ραβδους?41 Y cuando los animales que entraban en celo eran robustos, Jacob ponía las ramas en los bebederos, bien a la vista de los animales, para que se unieran delante de las ramas;
42 οτε δε τα προβατα ησαν οψιμα, δεν εθετεν αυτας? και ουτω τα οψιμα ησαν του Λαβαν, τα δε πρωιμα του Ιακωβ.42 pero cuando los animales eran débiles, no las ponía. Así los animales robustos eran para Jacob, y los débiles para Labán.
43 Και ηυξησεν ο ανθρωπος σφοδρα σφοδρα, και απεκτησε ποιμνια πολλα και δουλας και δουλους και καμηλους και ονους.43 De esta manera Jacob se hizo extremadamente rico, y llegó a tener una gran cantidad de ganado, de esclavos, esclavas, camellos y asnos.