Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Atti degli Apostoli 18


font
DIODATIGREEK BIBLE
1 ORA, dopo queste cose, Paolo si partì d’Atene, e venne in Corinto.1 Μετα δε ταυτα αναχωρησας ο Παυλος εκ των Αθηνων, ηλθεν εις Κορινθον?
2 E, trovato un certo Giudeo, chiamato per nome Aquila, di nazione Pontico, nuovamente venuto d’Italia, insieme con Priscilla, sua moglie perciocchè Claudio avea comandato che tutti i Giudei si partissero di Roma, si accostò a loro.2 και ευρων τινα Ιουδαιον ονοματι Ακυλαν, γεγεννημενον εν Ποντω, νεωστι ελθοντα απο της Ιταλιας, και Πρισκιλλαν την γυναικα αυτου, διοτι ο Κλαυδιος ειχε διαταξει να αναχωρησωσι παντες οι Ιουδαιοι εκ της Ρωμης, προσηλθε προς αυτους,
3 E perciocchè egli era della medesima arte, dimorava in casa loro, e lavorava; perciocchè l’arte loro era di far padiglioni.3 και επειδη ητο ομοτεχνος, εμενε παρ' αυτοις και ειργαζετο? διοτι ησαν σκηνοποιοι την τεχνην.
4 Ed ogni sabato faceva un sermone nella sinagoga, e induceva alla fede Giudei e Greci.4 Διελεγετο δε εν τη συναγωγη κατα παν σαββατον και επειθεν Ιουδαιους και Ελληνας.
5 Ora, quando Sila e Timoteo furon venuti di Macedonia, Paolo era sospinto dallo Spirito, testificando a’ Giudei che Gesù è il Cristo.5 Οτε δε κατεβησαν απο της Μακεδονιας ο τε Σιλας και ο Τιμοθεος, ο Παυλος συνεσφιγγετο κατα το πνευμα διαμαρτυρομενος προς τους Ιουδαιους οτι ο Ιησους ειναι ο Χριστος.
6 Ma, contrastando eglino, e bestemmiando, egli scosse i suoi vestimenti, e disse loro: Il sangue vostro sia sopra il vostro capo, io ne son netto; da ora innanzi io andrò a’ Gentili6 Και επειδη αυτοι ηναντιουντο και εβλασφημουν, εκτιναξας τα ιματια αυτου ειπε προς αυτους? το αιμα σας επι την κεφαλην σας? εγω ειμαι καθαρος? απο του νυν θελω υπαγει εις τα εθνη.
7 E partitosi di là, entrò in casa d’un certo chiamato per nome Giusto, il qual serviva a Dio; la cui casa era contigua alla sinagoga.7 Και μεταβας εκειθεν ηλθεν εις την οικιαν τινος ονομαζομενου Ιουστου, οστις εσεβετο τον Θεον, του οποιου η οικια συνειχετο με την συναγωγην.
8 Or Crispo, capo della sinagoga, credette al Signore, con tutta la sua famiglia; molti ancora de’ Corinti, udendo Paolo, credevano, ed erano battezzati.8 Κρισπος δε ο αρχισυναγωγος επιστευσεν εις τον Κυριον μεθ' ολου του οικου αυτου, και πολλοι των Κορινθιων ακουοντες επιστευον και εβαπτιζοντο.
9 E il Signore disse di notte in visione a Paolo: Non temere; ma parla, e non tacere.9 Και ο Κυριος ειπεν εν νυκτι προς τον Παυλον δι' οραματος? Μη φοβου, αλλα ομιλει και μη σιωπησης,
10 Perciocchè io son teco, e niuno metterà le mani sopra te, per offenderti; poichè io ho un gran popolo in questa città.10 διοτι εγω ειμαι μετα σου, και ουδεις θελει επιβαλει χειρα επι σε δια να σε κακοποιηση, διοτι εχω λαον πολυν εν τη πολει ταυτη.
11 Egli adunque dimorò quivi un anno, e sei mesi, insegnando fra loro la parola di Dio11 Και εκαθησεν εκει εν ετος και μηνας εξ, διδασκων μεταξυ αυτων τον λογον του Θεου.
12 Poi, quando Gallione fu proconsolo d’Acaia, i Giudei di pari consentimento si levarono contro a Paolo, e lo menarono al tribunale, dicendo:12 Οτε δε ο Γαλλιων ητο ανθυπατος της Αχαιας, οι Ιουδαιοι εσηκωθησαν ομοθυμαδον κατα του Παυλου και εφεραν αυτον εις το δικαστηριον,
13 Costui persuade agli uomini di servire a Dio contro alla legge.13 λεγοντες οτι ουτος πειθει τους ανθρωπους να λατρευωσι τον Θεον παρα τον νομον.
14 E come Paolo era per aprir la bocca, Gallione disse a’ Giudei: Se si trattasse di alcuna ingiustizia o misfatto, o Giudei, io vi udirei pazientemente, secondo la ragione.14 Και οτε εμελλεν ο Παυλος να ανοιξη το στομα, ειπεν ο Γαλλιων προς τους Ιουδαιους? Εαν μεν ητο τι αδικημα η ραδιουργημα πονηρον, ω Ιουδαιοι, ευλογως ηθελον σας υποφερει?
15 Ma, se la quistione è intorno a parole, e a nomi, e alla vostra legge, provvedeteci voi; perciocchè io non voglio esser giudice di coteste cose.15 εαν δε ηναι ζητημα περι λεξεων και ονοματων και του νομου υμων, θεωρησατε σεις? διοτι εγω κριτης τουτων δεν θελω να γεινω.
16 E li scacciò dal tribunale.16 Και απεδιωξεν αυτους απο του δικαστηριου.
17 E tutti i Greci presero Sostene, capo della sinagoga, e lo battevano davanti al tribunale; e Gallione niente si curava di queste cose17 Πιασαντες δε παντες οι Ελληνες Σωσθενην τον αρχισυναγωγον, ετυπτον εμπροσθεν του δικαστηριου? και παντελως δεν εμελε τον Γαλλιωνα περι τουτων.
18 Ora, quando Paolo fu dimorato quivi ancora molti giorni, prese commiato dai fratelli, e navigò in Siria, con Priscilla, ed Aquila; essendosi fatto tondere il capo in Cencrea, perciocchè avea voto.18 Ο δε Παυλος, αφου προσεμεινεν ετι ημερας ικανας, αποχαιρετησας τους αδελφους, εξεπλευσεν εις την Συριαν, και μετ' αυτου η Πρισκιλλα και ο Ακυλας, αφου εξυρισε την κεφαλην εν Κεγχρεαις? διοτι ειχεν ευχην.
19 Ed essendo giunto in Efeso, li lasciò quivi. Or egli entrò nella sinagoga, e fece un sermone a’ Giudei.19 Και κατηντησεν εις Εφεσον, και αφηκεν εκεινους αυτου, αυτος δε εισελθων εις την συναγωγην, συνδιελεχθη μετα των Ιουδαιων.
20 Ed essi lo pregavano di dimorare appresso di loro più lungo tempo; ma egli non acconsentì;20 Και παρακαλουμενος υπ' αυτων να μεινη πλειοτερον καιρον παρ' αυτοις, δεν συγκατενευσεν,
21 anzi prese commiato da loro, dicendo: Del tutto mi conviene far la festa prossima in Gerusalemme; ma io ritornerò ancora a voi, se piace a Dio. Così si partì per mare da Efeso.21 αλλα απεχαιρετησεν αυτους ειπων? Πρεπει εξαπαντος να καμω την ερχομενην εορτην εις Ιεροσολυμα, θελω δε επιστρεψει παλιν προς εσας, του Θεου θελοντος. Και απεπλευσεν απο της Εφεσου,
22 Ed essendo disceso in Cesarea, salì in Gerusalemme; poi, dopo aver salutata la chiesa, scese in Antiochia.22 και αποβας εις Καισαρειαν, ανεβη εις Ιερουσαλημ, και χαιρετησας την εκκλησιαν κατεβη εις Αντιοχειαν,
23 Ed essendo quivi dimorato alquanto tempo, si partì, andando attorno di luogo in luogo per lo paese di Galazia, e di Frigia, confermando tutti i discepoli23 και διατριψας καιρον τινα, εξηλθε και διηρχετο κατα σειραν την γην της Γαλατιας και την Φρυγιαν, επιστηριζων παντας τους μαθητας.
24 OR un certo Giudeo, il cui nome era Apollo, di nazione Alessandrino, uomo eloquente, e potente nelle scritture, arrivò in Efeso.24 Ιουδαιος δε τις ονοματι Απολλως, Αλεξανδρευς το γενος, ανηρ λογιος, κατηντησεν εις Εφεσον, οστις ητο δυνατος εν ταις γραφαις.
25 Costui era ammaestrato ne’ principii della via del Signore; e, fervente di spirito, parlava, ed insegnava diligentemente le cose del Signore, avendo sol conoscenza del battesimo di Giovanni.25 Ουτος ητο κατηχημενος την οδον του Κυριου, και ζεων κατα το πνευμα, ελαλει και εδιδασκεν ακριβως τα περι του Κυριου, γινωσκων μονον το βαπτισμα του Ιωαννου.
26 E prese a parlar francamente nella sinagoga. Ed Aquila, e Priscilla, uditolo, lo presero con loro, e gli esposero più appieno la via di Dio.26 Και ουτος ηρχισε να λαλη μετα παρρησιας εν τη συναγωγη. Ακουσαντες δε αυτον ο Ακυλας και Πρισκιλλα, παρελαβον αυτον και εξεθεσαν εις αυτον ακριβεστερα την οδον του Θεου.
27 Poi, volendo egli passare in Acaia, i fratelli vel confortarono, e scrissero ai discepoli che l’accogliessero. Ed egli, essendo giunto là, conferì molto a coloro che avean creduto per la grazia.27 Επειδη δε ηθελε να περαση εις την Αχαιαν, οι αδελφοι εγραψαν προς τους μαθητας, προτρεποντες να δεχθωσιν αυτον? οστις ελθων, ωφελησε πολυ τους πιστευσαντας δια της χαριτος?
28 Perciocchè con grande sforzo convinceva pubblicamente i Giudei, dimostrando per le scritture che Gesù è il Cristo28 διοτι εντονως εξηλεγχε τους Ιουδαιους, δημοσια αποδεικνυων δια των γραφων οτι ο Ιησους ειναι ο Χριστος.