Scrutatio

Sabato, 11 maggio 2024 - San Fabio e compagni ( Letture di oggi)

Primo libro dei Re 9


font
DIODATIGREEK BIBLE
1 ORA, dopo che Salomone ebbe finito di edificar la Casa del Signore, e la casa reale, e tutto ciò ch’egli ebbe desiderio e volontà di fare,1 Και αφου ετελειωσεν ο Σολομων, να οικοδομη τον οικον του Κυριου και τον οικον του βασιλεως και παντα οσα επεθυμει ο Σολομων και ηθελε να καμη,
2 il Signore, gli apparve la seconda volta, come gli era apparito in Gabaon;2 εφανη ο Κυριος εις τον Σολομωντα δευτεραν φοραν, καθως εφανη εις αυτον εν Γαβαων.
3 e gli disse: Io ho esaudita la tua orazione e la tua supplicazione, che tu hai fatta davanti a me; io ho santificata questa Casa, la quale tu hai edificata per mettervi il mio Nome in perpetuo; e gli occhi miei, e il cuor mio saranno del continuo là.3 Και ειπεν ο Κυριος προς αυτον, Ηκουσα της προσευχης σου και της δεησεως σου, την οποιαν εδεηθης ενωπιον μου. Ηγιασα τον οικον τουτον, τον οποιον ωκοδομησας, δια να θεσω εκει το ονομα μου εις τον αιωνα? και θελουσιν εισθαι οι οφθαλμοι μου και η καρδια μου εκει δια παντος.
4 E quant’è a te, se tu cammini nel mio cospetto, come è camminato Davide, tuo padre, in integrità di cuore, ed in dirittura, per far secondo tutto quello che io ti ho comandato; e se tu osservi i miei statuti e le mie leggi;4 Και συ εαν περιπατησης ενωπιον μου, καθως περιεπατησε Δαβιδ ο πατηρ σου, εν ακεραιοτητι καρδιας και εν ευθυτητι, ωστε να καμνης κατα παντα οσα προσεταξα εις σε, να φυλαττης τα διαταγματα μου και τας κρισεις μου,
5 io altresì stabilirò il trono del tuo reame sopra Israele, in perpetuo, come io promisi a Davide, tuo padre, dicendo: Giammai non ti verrà meno uomo che segga in sul trono d’Israele.5 τοτε θελω στερεωσει τον θρονον της βασιλειας σου επι τον Ισραηλ εις τον αιωνα, καθως υπεσχεθην προς Δαβιδ τον πατερα σου, λεγων, Δεν θελει εκλειψει εις σε ανηρ επανωθεν του θρονου του Ισραηλ.
6 Ma, se pur voi ed i vostri figliuoli vi rivolgete indietro da me, e non osservate i miei comandamenti e i miei statuti, i quali io vi ho proposti; anzi andate, e servite ad altri dii, e li adorate;6 Εαν ποτε στραφητε απ' εμου, σεις η τα τεκνα σας, και δεν φυλαξητε τας εντολας μου, τα διαταγματα μου, τα οποια εθεσα εμπροσθεν σας, αλλα υπαγητε και λατρευσητε αλλους θεους και προσκυνησητε αυτους,
7 io distruggerò Israele d’in su la terra che io gli ho data, e gitterò via dal mio cospetto la Casa, la quale io ho santificata al mio Nome; ed Israele sarà in proverbio ed in favola fra tutti i popoli.7 τοτε θελω εκριζωσει τον Ισραηλ απο προσωπου της γης, την οποιαν εδωκα εις αυτους? και τον οικον τουτον, τον οποιον ηγιασα δια το ονομα μου, θελω απορριψει απο προσωπου μου? και ο Ισραηλ θελει εισθαι εις παροιμιαν και εμπαιγμον μεταξυ παντων των λαων.
8 E quant’è a questa Casa, che sarà stata eccelsa, chiunque passerà presso di essa stupirà, e sufolerà; e si dirà: Perchè ha fatto il Signore in questo modo a questo paese ed a questa Casa?8 Περι δε του οικου τουτου, οστις εγεινε τοσον υψηλος, πας ο διαβαινων πλησιον αυτου θελει μενει εκθαμβος και θελει καμνει συριγμον? και θελουσι λεγει, Δια τι ο Κυριος εκαμεν ουτως εις την γην ταυτην και εις τον οικον τουτον;
9 E si risponderà: Perciocchè hanno abbandonato il Signore Iddio loro, il qual trasse i lor padri fuor del paese di Egitto; e si sono appresi ad altri dii, e li hanno adorati, e hanno loro servito; perciò il Signore ha fatto venire sopra loro tutto questo male9 Και θελουσιν αποκρινεσθαι, Επειδη εγκατελιπον Κυριον τον Θεον αυτων, οστις εξηγαγε τους πατερας αυτων εκ γης Αιγυπτου, και προσεκολληθησαν εις αλλους θεους και προσεκυνησαν αυτους και ελατρευσαν αυτους, δια τουτο ο Κυριος επεφερεν επ' αυτους απαν τουτο το κακον.
10 ORA in capo de’ venti anni, ne’ quali Salomone edificò le due case, la Casa del Signore, e la casa reale,10 Εν δε τω τελει των εικοσι ετων καθ' α ο Σολομων ωκοδομησε τους δυο οικους, τον οικον του Κυριου και τον οικον του βασιλεως,
11 Hiram, re di Tiro, avendo fatto presente a Salomone di legname di cedro, e d’abete, e d’oro, ad ogni suo piacere, il re Salomone allora gli diede venti città nel paese di Galilea.11 ο δε Χειραμ ο βασιλευς της Τυρου ειχε βοηθησει τον Σολομωντα με ξυλα κεδρου και με ξυλα πευκης και με χρυσιον, καθ' ολην την επιθυμιαν αυτου, τοτε ο βασιλευς Σολομων εδωκεν εις τον Χειραμ εικοσι πολεις εν τη γη της Γαλιλαιας.
12 Ed Hiram uscì di Tiro, per veder le città che Salomone gli avea date; ma non gli piacquero.12 Και εξηλθεν ο Χειραμ απο της Τυρου δια να ιδη τας πολεις, τας οποιας εδωκεν ο Σολομων εις αυτον? και δεν ηρεσαν εις αυτον.
13 E disse: Che città son queste che tu mi hai date, fratel mio? E le chiamò: Il paese di Cabul. E questo nome è restato loro fino a questo giorno.13 Και ειπε, Τι ειναι αι πολεις αυται, τας οποιας μοι εδωκας, αδελφε μου; και εκαλεσεν αυτας γην Καβουλ, εως της ημερας ταυτης.
14 Or Hiram avea mandato al re centoventi talenti d’oro14 Και απεστειλεν ο Χειραμ εις τον βασιλεα εκατον εικοσι ταλαντα χρυσιου.
15 Or questa fu la maniera che il re Salomone osservò nella levata della gente, ch’egli fece per edificar la Casa del Signore, e la casa sua, e Millo, e le mura di Gerusalemme, ed Hasor, e Meghiddo, e Ghezer15 Ουτος δε ειναι ο τροπος του φορου, τον οποιον επεβαλεν ο βασιλευς Σολομων, δια να οικοδομηση τον οικον του Κυριου και τον οικον εαυτου και την Μιλλω και το περιτειχισμα της Ιερουσαλημ και την Ασωρ και την Μεγιδδω και την Γεζερ.
16 Faraone, re di Egitto, era salito, ed avea preso Ghezer, e l’avea arsa col fuoco, ed avea uccisi i Cananei che abitavano nella città; poi l’avea data per un presente alla sua figliuola, moglie di Salomone;16 Διοτι Φαραω ο βασιλευς Αιγυπτου ειχεν αναβη και κυριευσει την Γεζερ και κατακαυσει αυτην εν πυρι, και τους Χαναναιους τους κατοικουντας εν τη πολει ειχε φονευσει και ειχε δωσει αυτην δωρον εις την θυγατερα αυτου, την γυναικα του Σολομωντος.
17 onde Salomone riedificò Ghezer, e Bethoron disotto,17 Και ωκοδομησεν ο Σολομων την Γεζερ και την Βαιθ-ωρων την κατωτεραν,
18 e Baalat, e Tadmor, nel deserto del paese,18 και την Βααλαθ, και την Θαδμωρ εν τη ερημω της γης,
19 e tutte le città da magazzini di Salomone, e le città dove erano i carri, e dove stava la gente a cavallo; in somma, tutto quello che Salomone ebbe desiderio di edificare in Gerusalemme, e nel Libano, ed in tutto il paese della sua signoria.19 και πασας τας πολεις των αποθηκων, τας οποιας ειχεν ο Σολομων, και τας πολεις των αμαξων και τας πολεις των ιππεων και ο, τι επεθυμησεν ο Σολομων να οικοδομηση εν Ιερουσαλημ και εν τω Λιβανω και εν παση τη γη της επικρατειας αυτου.
20 Egli levò, per esser tributario a fazioni personali, tutto il popolo rimasto degli Amorrei, degli Hittei, dei Ferizzei, degli Hivvei, e dei Gebusei, i quali non erano de’ figliuoli d’Israele;20 Παντα δε τον λαον τον εναπολειφθεντα εκ των Αμορραιων, των Χετταιων, των Φερεζαιων, των Ευαιων και των Ιεβουσαιων, οιτινες δεν ησαν εκ των υιων Ισραηλ,
21 cioè i lor figliuoli rimasti dopo loro nel paese, i quali i figliuoli d’Israele non aveano potuti distruggere; ed è durato infino a questo giorno.21 αλλ' εκ των τεκνων εκεινων των εναπολειφθεντων εν τη γη, τους οποιους οι υιοι Ισραηλ δεν ηδυνηθησαν να εξολοθρευσωσιν, επι τουτους ο Σολομων επεβαλε φορον εως της ημερας ταυτης.
22 Ma Salomone non fece servo alcuno de’ figliuoli d’Israele; anzi essi erano uomini di guerra, e suoi ministri, e suoi colonnelli, e suoi capitani, e capi de’ suoi carri, e della sua cavalleria.22 Εκ δε των υιων Ισραηλ ο Σολομων δεν εκαμεν ουδενα δουλον? διοτι ησαν ανδρες πολεμισται και θεραποντες αυτου και μεγιστανες αυτου και ταξιαρχοι αυτου και αρχοντες των αμαξων αυτου και των ιππεων αυτου.
23 Questo fu il numero de’ capi de’ commissari, che furono costituiti sopra l’opera di Salomone, cioè: cinquecencinquanta, i quali comandavano alla gente che lavorava all’opera.23 Οι δε αρχηγοι των επιστατουντων επι τα εργα του Σολομωντος, ησαν πεντακοσιοι πεντηκοντα, εξουσιαζοντες επι τον λαον τον δουλευοντα εις τα εργα.
24 Ora la figliuola di Faraone non salì dalla città di Davide nella sua casa, che Salomone le avea edificata, se non allora ch’egli ebbe edificato Millo.24 Ανεβη δε η θυγατηρ του Φαραω εκ της πολεως Δαβιδ εις τον οικον αυτης, τον οποιον ο Σολομων ωκοδομησε δι' αυτην? τοτε ωκοδομησε την Μιλλω.
25 E, dopo ch’egli ebbe finito di edificare la Casa, egli offeriva tre volte l’anno olocausti, e sacrificii da render grazie, sopra l’Altare ch’egli avea edificato al Signore; e faceva profumi in su quello ch’era nel cospetto del Signore.25 Και προσεφερεν ο Σολομων τρις του ενιαυτου ολοκαυτωματα και ειρηνικας προσφορας επι του θυσιαστηριου, το οποιον ωκοδομησεν εις τον Κυριον, και εθυμιαζεν επι του οντος εμπροσθεν του Κυριου? ουτως ετελειωσε τον οικον.
26 Il re Salomone fece ancora un navilio in Esion-gheber, ch’è presso di Elot, in sul lito del mar rosso, nel paese degl’Idumei.26 Εκαμε δε στολον ο βασιλευς Σολομων εν Εσιων-γαβερ, ητις ειναι πλησιον της Αιλωθ, επι το χειλος της Ερυθρας θαλασσης, εν τη γη Εδωμ.
27 Ed Hiram mandò in quel navilio, co’ servitori di Salomone, i suoi servitori marinari, intendenti dell’arte marinaresca.27 Και απεστειλεν ο Χειραμ εις τον στολον εκ των δουλων αυτου ναυτας εμπειρους της θαλασσης, μετα των δουλων του Σολομωντος.
28 Ed essi, arrivati in Ofir, tolsero di là quattrocenventi talenti d’oro, i quali condussero al re Salomone28 Και ηλθον εις Οφειρ και ελαβον εκειθεν τετρακοσια και εικοσι ταλαντα χρυσιου και εφεραν προς τον βασιλεα Σολομωντα.