Job 9
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142
Gen
Exod
Lev
Num
Deut
Josh
Judg
Ruth
1 Sam
2 Sam
1 Kgs
2 Kgs
1 Chr
2 Chr
Ezra
Neh
Tob
Jdt
Esth
1 Macc
2 Macc
Job
Ps
Prov
Eccl
Cant
Wis
Sir
Isa
Jer
Lam
Bar
Ezek
Dan
Hos
Joel
Amos
Obad
Jon
Mic
Nah
Hab
Zeph
Hag
Zech
Mal
Matt
Mark
Luke
John
Acts
Rom
1 Cor
2 Cor
Gal
Eph
Phil
Col
1 Thess
2 Thess
1 Tim
2 Tim
Titus
Phlm
Heb
Jas
1 Pet
2 Pet
1 John
2 John
3 John
Jude
Rev
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
NEW AMERICAN BIBLE | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Then Job answered and said: | 1 Και απεκριθη ο Ιωβ και ειπεν? |
2 I know well that it is so; but how can a man be justified before God? | 2 Αληθως εξευρω οτι ουτως εχει? αλλα πως ο ανθρωπος θελει δικαιωθη ενωπιον του Θεου; |
3 Should one wish to contend with him, he could not answer him once in a thousand times. | 3 Εαν θεληση να διαδικασθη μετ' αυτου δεν δυναται να αποκριθη προς αυτον εν εκ χιλιων. |
4 God is wise in heart and mighty in strength; who has withstood him and remained unscathed? | 4 Ειναι σοφος την καρδιαν και κραταιος την δυναμιν? τις εσκληρυνθη εναντιον αυτου και ευτυχησεν; |
5 He removes the mountains before they know it; he overturns them in his anger. | 5 Αυτος μετακινει τα ορη, και δεν γνωριζουσι τις εστρεψεν αυτα εν τη οργη αυτου. |
6 He shakes the earth out of its place, and the pillars beneath it tremble. | 6 Αυτος σειει την γην απο του τοπου αυτης, και οι στυλοι αυτης σαλευονται. |
7 He commands the sun, and it rises not; he seals up the stars. | 7 Αυτος προσταζει τον ηλιον, και δεν ανατελλει? και κρυπτει υπο σφραγιδα τα αστρα. |
8 He alone stretches out the heavens and treads upon the crests of the sea. | 8 Αυτος μονος εκτεινει τους ουρανους και πατει επι τα υψη της θαλασσης. |
9 He made the Bear and Orion, the Pleiades and the constellations of the south; | 9 Αυτος καμνει τον Αρκτουρον, τον Ωριωνα και την Πλειαδα και τα ταμεια του νοτου. |
10 He does great things past finding out, marvelous things beyond reckoning. | 10 Αυτος καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα και θαυμασια αναριθμητα. |
11 Should he come near me, I see him not; should he pass by, I am not aware of him; | 11 Ιδου, διαβαινει πλησιον μου, και δεν βλεπω αυτον? διερχεται, και δεν εννοω αυτον. |
12 Should he seize me forcibly, who can say him nay? Who can say to him, "What are you doing?" | 12 Ιδου, αφαιρει? τις θελει εμποδισει αυτον; τις θελει ειπει προς αυτον, Τι καμνεις; |
13 He is God and he does not relent; the helpers of Rahab bow beneath him. | 13 Εαν ο Θεος δεν συρη την οργην αυτου, οι επηρμενοι βοηθοι καταβαλλονται υποκατω αυτου. |
14 How much less shall I give him any answer, or choose out arguments against him! | 14 Ποσον ολιγωτερον εγω ηθελον αποκριθη προς αυτον, εκλεγων τους προς αυτον λογους μου; |
15 Even though I were right, I could not answer him, but should rather beg for what was due me. | 15 προς τον οποιον, και αν ημην δικαιος, δεν ηθελον αποκριθη, αλλ' ηθελον ζητησει ελεος παρα του Κριτου μου. |
16 If I appealed to him and he answered my call, I could not believe that he would hearken to my words; | 16 Εαν κραξω, και μοι αποκριθη, δεν ηθελον πιστευσει οτι εισηκουσε της φωνης μου. |
17 With a tempest he might overwhelm me, and multiply my wounds without cause; | 17 Διοτι με κατασυντριβει με ανεμοστροβιλον και πληθυνει τας πληγας μου αναιτιως. |
18 He need not suffer me to draw breath, but might fill me with bitter griefs. | 18 Δεν με αφινει να αναπνευσω, αλλα με χορταζει απο πικριας. |
19 If it be a question of strength, he is mighty; and if of judgment, who will call him to account? | 19 Εαν προκηται περι δυναμεως, ιδου, ειναι δυνατος? και εαν περι κρισεως, τις θελει μαρτυρησει υπερ εμου; |
20 Though I were right, my own mouth might condemn me; were I innocent, he might put me in the wrong. | 20 Εαν ηθελον να δικαιωσω εμαυτον, το στομα μου ηθελε με καταδικασει? εαν ηθελον ειπει, ειμαι αμεμπτος, ηθελε με αποδειξει διεφθαρμενον. |
21 Though I am innocent, I myself cannot know it; I despise my life. | 21 Και αν ημην αμεμπτος, δεν ηθελον φροντισει περι εμαυτου? ηθελον καταφρονησει την ζωην μου. |
22 It is all one! therefore I say: Both the innocent and the wicked he destroys. | 22 Εν τουτο ειναι, δια τουτο ειπα, αυτος αφανιζει τον αμεμπτον και τον ασεβη. |
23 When the scourge slays suddenly, he laughs at the despair of the innocent. | 23 Και αν η μαστιξ αυτου θανατονη ευθυς, γελα ομως εις την δοκιμασιαν των αθωων. |
24 The earth is given into the hands of the wicked; he covers the faces of its judges. If it is not he, who then is it? | 24 Η γη παρεδοθη εις τας χειρας του ασεβους? αυτος σκεπαζει τα προσωπα των κριτων αυτης? αν ουχι αυτος, που και τις ειναι; |
25 My days are swifter than a runner, they flee away; they see no happiness; | 25 Αι δε ημεραι μου ειναι ταχυδρομου ταχυτεραι? φευγουσι και δεν βλεπουσι καλον. |
26 They shoot by like skiffs of reed, like an eagle swooping upon its prey. | 26 Παρηλθον ως πλοια σπευδοντα? ως αετος πετωμενος επι το θηραμα. |
27 If I say: I will forget my complaining, I will lay aside my sadness and be of good cheer, | 27 Εαν ειπω, Θελω λησμονησει το παραπονον μου, θελω παραιτησει το πενθος μου και παρηγορηθη? |
28 Then I am in dread of all my pains; I know that you will not hold me innocent. | 28 τρομαζω δια πασας τας θλιψεις μου, γνωριζων οτι δεν θελεις με αθωωσει. |
29 If I must be accounted guilty, why then should I strive in vain? | 29 Ειμαι ασεβης? δια τι λοιπον να κοπιαζω εις ματην; |
30 If I should wash myself with snow and cleanse my hands with lye, | 30 Εαν λουσθω εν υδατι χιονος και επιμελως αποκαθαρισω τας χειρας μου? |
31 Yet you would plunge me in the ditch, so that my garments would abhor me. | 31 συ ομως θελεις με βυθισει εις τον βορβορον, ωστε και αυτα μου τα ιματια θελουσι με βδελυττεσθαι. |
32 For he is not a man like myself, that I should answer him, that we should come together in judgment. | 32 Διοτι δεν ειναι ανθρωπος ως εγω, δια να αποκριθω προς αυτον, και να ελθωμεν εις κρισιν ομου. |
33 Would that there were an arbiter between us, who could lay his hand upon us both | 33 Δεν υπαρχει μεσιτης μεταξυ ημων, δια να βαλη την χειρα αυτου επ' αμφοτερους ημας. |
34 and withdraw his rod from me. Would that his terrors did not frighten me; | 34 Ας απομακρυνη απ' εμου την ραβδον αυτου, και ο φοβος αυτου ας μη με εκπληττη? |
35 that I might speak without being afraid of him. Since this is not the case with me, | 35 τοτε θελω λαλησει και δεν θελω φοβηθη αυτον? διοτι ουτω δεν ειμαι εν εμαυτω. |