SCRUTATIO

Sabato, 18 ottobre 2025 - San Luca evangelista ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 9


font
LXXBiblia Tysiąclecia
1 υπολαβων δε ιωβ λεγει1 Hiob na to tak odpowiedział:
2 επ' αληθειας οιδα οτι ουτως εστιν πως γαρ εσται δικαιος βροτος παρα κυριω2 Istotnie. Ja wiem, że to prawda, Czy człowiek jest prawy przed Bogiem?
3 εαν γαρ βουληται κριθηναι αυτω ου μη υπακουση αυτω ινα μη αντειπη προς ενα λογον αυτου εκ χιλιων3 Gdyby się ktoś z Nim prawował, nie odpowie raz jeden na tysiąc.
4 σοφος γαρ εστιν διανοια κραταιος τε και μεγας τις σκληρος γενομενος εναντιον αυτου υπεμεινεν4 Umysł to mądry, a siła potężna. Któż Mu przeciwny nie padnie?
5 ο παλαιων ορη και ουκ οιδασιν ο καταστρεφων αυτα οργη5 W mgnieniu oka On przesunie góry i zniesie je w swoim gniewie,
6 ο σειων την υπ' ουρανον εκ θεμελιων οι δε στυλοι αυτης σαλευονται6 On ziemię poruszy w posadach: i poczną trzeszczeć jej słupy.
7 ο λεγων τω ηλιω και ουκ ανατελλει κατα δε αστρων κατασφραγιζει7 On słońcu zabroni świecić, na gwiazdy pieczęć nałoży.
8 ο τανυσας τον ουρανον μονος και περιπατων ως επ' εδαφους επι θαλασσης8 On sam rozciąga niebiosa, kroczy po morskich głębinach;
9 ο ποιων πλειαδα και εσπερον και αρκτουρον και ταμιεια νοτου9 On stworzył Niedźwiedzicę, Oriona, Plejady i Strefy Południa.
10 ο ποιων μεγαλα και ανεξιχνιαστα ενδοξα τε και εξαισια ων ουκ εστιν αριθμος10 On czyni cuda niezbadane, nikt nie zliczy Jego dziwów.
11 εαν υπερβη με ου μη ιδω και εαν παρελθη με ουδ' ως εγνων11 Nie widzę Go, chociaż przechodzi: mija, a dostrzec nie mogę.
12 εαν απαλλαξη τις αποστρεψει η τις ερει αυτω τι εποιησας12 Kto Mu zabroni, choć zniszczy? Kto zdoła powiedzieć: Co robisz?
13 αυτος γαρ απεστραπται οργην υπ' αυτου εκαμφθησαν κητη τα υπ' ουρανον13 Bóg gniewu hamować nie musi, uległe są Mu służki Rahaba.
14 εαν δε μου υπακουσηται η διακρινει τα ρηματα μου14 Jakże ja zdołam z Nim mówić? Dobiorę wyrazów właściwych?
15 εαν τε γαρ ω δικαιος ουκ εισακουσεται μου του κριματος αυτου δεηθησομαι15 Choć słuszność mam, nie odpowiadam i tylko błagam o litość.
16 εαν τε καλεσω και υπακουση ου πιστευω οτι εισακηκοεν μου16 Proszę Go, by się odezwał, a nie mam pewności, że słucha.
17 μη γνοφω με εκτριψη πολλα δε μου τα συντριμματα πεποιηκεν δια κενης17 On może zniszczyć mnie burzą, bez przyczyny pomnożyć mi rany.
18 ουκ εα γαρ με αναπνευσαι ενεπλησεν δε με πικριας18 Nawet odetchnąć mi nie da, tak mnie napełni goryczą.
19 οτι μεν γαρ ισχυι κρατει τις ουν κριματι αυτου αντιστησεται19 O siłę chodzi? To mocarz. O sąd? Kto da mi świadectwo?
20 εαν γαρ ω δικαιος το στομα μου ασεβησει εαν τε ω αμεμπτος σκολιος αποβησομαι20 On i prawym zamknie usta, mam słuszność, a winnnym mnie uzna.
21 ειτε γαρ ησεβησα ουκ οιδα τη ψυχη πλην οτι αφαιρειται μου η ζωη21 Czym czysty? Nie znam sam siebie, potępiam swe własne życie.
22 διο ειπον μεγαν και δυναστην απολλυει οργη22 Na jedno więc, rzekłem, wychodzi, prawego ze złym razem zniszczy.
23 οτι φαυλοι εν θανατω εξαισιω αλλα δικαιοι καταγελωνται23 Gdy nagła powódź zabija, drwi z cierpień niewinnego;
24 παραδεδονται γαρ εις χειρας ασεβους προσωπα κριτων αυτης συγκαλυπτει ει δε μη αυτος τις εστιν24 ziemię dał w ręce grzeszników, sędziom zakrywa oblicza. Jeśli nie On - to kto właściwie?
25 ο δε βιος μου εστιν ελαφροτερος δρομεως απεδρασαν και ουκ ειδοσαν25 Szybsze me dni niźli biegacz, ciekają, nie zaznawszy szczęścia,
26 η και εστιν ναυσιν ιχνος οδου η αετου πετομενου ζητουντος βοραν26 mkną jak łodzie z sitowia, gonią jak orzeł ofiarę.
27 εαν τε γαρ ειπω επιλησομαι λαλων συγκυψας τω προσωπω στεναξω27 Gdy powiem: Zapomnę o męce, odmienię, rozjaśnię oblicze -
28 σειομαι πασιν τοις μελεσιν οιδα γαρ οτι ουκ αθωον με εασεις28 drżę na myśl o cierpieniu, pewny, że mnie nie uwolni.
29 επειδη δε ειμι ασεβης δια τι ουκ απεθανον29 Jestem grzesznikiem, przyznaję. Więc po co się męczę na próżno?
30 εαν γαρ απολουσωμαι χιονι και αποκαθαρωμαι χερσιν καθαραις30 Choćbym się w śniegu wykąpał, a ługiem umył swe ręce;
31 ικανως εν ρυπω με εβαψας εβδελυξατο δε με η στολη31 umieścisz mnie tam, na dole. Nawet mój płaszcz mną się brzydzi.
32 ου γαρ ει ανθρωπος κατ' εμε ω αντικρινουμαι ινα ελθωμεν ομοθυμαδον εις κρισιν32 Nie człowiek to, aby Mu odrzec: Razem stawajmy u sądu!
33 ειθε ην ο μεσιτης ημων και ελεγχων και διακουων ανα μεσον αμφοτερων33 Czy jest między nami rozjemca, co rękę położy na obu?
34 απαλλαξατω απ' εμου την ραβδον ο δε φοβος αυτου μη με στροβειτω34 Niech zdejmie ze mnie swą rózgę i strachem mnie nie napełnia,
35 και ου μη φοβηθω αλλα λαλησω ου γαρ ουτω συνεπισταμαι35 bym mówić zdołał bez lęku... A tak, ja nie mam śmiałości.