| 1 Ιδων τον βουν του αδελφου σου η το προβατον αυτου πλανωμενον, μη παραβλεψης αυτα? θελεις εξαπαντος επιστρεψει αυτα εις τον αδελφον σου. | 1 «Коли побачиш одноплемінникового вола чи вівцю, що блукає, ти їх не покинеш, але мусиш привести їх твоєму одноплемінникові. |
| 2 Και εαν ο αδελφος σου δεν κατοικη πλησιον σου, η εαν δεν γνωριζης αυτον, τοτε θελεις φερει αυτα εντος της οικιας σου, και θελουσιν εισθαι μετα σου εωσου ζητηση αυτα ο αδελφος σου? και θελεις αποδωσει αυτα εις αυτον. | 2 Якже твій одноплемінник не близько або як ти його не знаєш, то прилучиш скотину до свого господарства й вона буде в тебе, поки не прийде твій одноплемінник її шукати, й тоді йому звернеш. |
| 3 Ουτω θελεις καμει και δια τον ονον αυτου? ουτω θελεις καμει και δια το ιματιον αυτου? ουτω θελεις καμει και δια παντα τα χαμενα πραγματα του αδελφου σου? οσα εχασε, και συ ευρες αυτα? δεν δυνασαι να παραβλεψης αυτα. | 3 Так само зробиш з його ослом, так само зробиш з його одежею і так само зробиш з усім, що пропаде у твого одноплемінника, й що ти знайдеш. Не можна тобі того залишати. |
| 4 Ιδων τον ονον του αδελφου σου η τον βουν αυτου πεσμενον εν τη οδω, μη παραβλεψης αυτα? θελεις εξαπαντος σηκωσει αυτα μετ' αυτου. | 4 Коли побачиш одноплемінникового осла чи вола, що впаде на дорозі, ти їх не залишиш, а старанно допоможеш йому підняти. |
| 5 Η γυνη δεν θελει φορεσει το ανηκον εις ανδρα, ουδε ο ανηρ θελει ενδυθη στολην γυναικος? επειδη παντες οι πραττοντες ουτως ειναι βδελυγμα εις Κυριον τον Θεον σου. | 5 Жінка нехай не вдягається, як чоловік, а чоловік нехай не зодягається в жіноче вбрання; бо огидний перед Господом, Богом твоїм, кожен, хто таке робить. |
| 6 Εαν απαντησης καθ' οδον εμπροσθεν σου φωλεαν πτηνου επι τινος δενδρου η κατα γης, εχουσαν νεοσσους η ωα, και την μητερα καθημενην επι τους νεοσσους η επι τα ωα, δεν θελεις λαβει την μητερα μετα των τεκνων? | 6 Коли трапиться тобі подорозі пташе гніздо на якомусь дереві або на землі з пташенятами або яйцями, і мати сидить на пташенятах чи яйцях, не бери матері з маленькими; |
| 7 θελεις εξαπαντος απολυσει την μητερα, τα δε τεκνα θελεις λαβει εις σεαυτον? δια να ευημερησης και να μακροημερευσης. | 7 ти мусиш пустити на волю матір, а пташенят можеш взяти для себе, щоб тобі було добре й ти довго жив на світі. |
| 8 Οταν οικοδομης νεαν οικιαν, θελεις καμει περιτειχισμα περιξ του δωματος σου, δια να μη καμης ενοχον αιματος την οικιαν σου, εαν πεση τις ανθρωπος απ' αυτης. | 8 Як будуватимеш нову хату, то зробиш на даху поруччя, щоб не навести крови на твою хату, коли хто впаде з неї. |
| 9 Δεν θελεις σπειρει εις τον αμπελωνα σου ετεροειδη σπερματα? δια να μη μιανθη το γεννημα του σπορου τον οποιον εσπειρας, και ο καρπος του αμπελωνος. | 9 Не засіватимеш твого виноградника двома родами насіння, щоб не стало святим усе: і те, що посіяв, і врожай виноградника. |
| 10 Δεν θελεις αροτριασει με βουν και ονον ομου. | 10 Не оратимеш волом і ослом укупі. |
| 11 Δεν θελεις φορει ενδυμα συμμικτον απο μαλλινον ομου και λιναριον. | 11 Не вдягатимешся в одежу, зроблену з вовни й льону разом. |
| 12 Θελεις καμει εις σεαυτον κροσσια εις τας τεσσαρας ακρας του ενδυματος σου, με το οποιον σκεπαζεσαι. | 12 Зробиш собі китиці на чотирьох кінцях плаща, який накидаєш на себе. |
| 13 Εαν τις λαβη γυναικα και εισελθη προς αυτην και μισηση αυτην, | 13 Коли чоловік візьме дружину й, увійшовши до неї, зненавидить її, |
| 14 και δωση αφορμην να κακολογησωσιν αυτην, και φερη δυσφημιαν επ' αυτην, και ειπη, Ελαβον ταυτην την γυναικα, και οτε προσηλθον προς αυτην, δεν ευρηκα αυτην παρθενον, | 14 і наговорить на неї негарні речі та й ославить її, кажучи: Взяв я цю жінку й приступив до неї, але не знайшов я в неї ознак дівоцтва, |
| 15 τοτε ο πατηρ της νεας και η μητηρ αυτης θελουσι λαβει και εκφερει προς τους πρεσβυτερους της πολεως, εις την πυλην, τα παρθενια της νεας? | 15 тоді батько дівчини й мати її візьмуть та й винесуть ознаки її дівоцтва до старших міста, до воріт. |
| 16 και ο πατηρ της νεας θελει ειπει προς τους πρεσβυτερους, Την θυγατερα μου εδωκα εις τον ανθρωπον τουτον δια γυναικα, και αυτος μισει αυτην? | 16 І дівчинин батько скаже до старших: Віддав я дочку за того чоловіка, а він узяв її і зненавидів, |
| 17 και ιδου, εδωκεν αφορμην να κακολογωσιν αυτην, λεγων, Δεν ευρηκα την θυγατερα σου παρθενον? πλην ιδου, τα παρθενια της θυγατρος μου. Και θελουσιν εκδιπλωσει το ιματιον εμπροσθεν των πρεσβυτερων της πολεως. | 17 та ще й оце наговорив на неї негарні речі, кажучи: Не знайшов я в твоєї дочки ознак дівоцтва. Так ось вам ознаки дівоцтва моєї дочки; і розгорнуть батько-мати плахту перед старшими міста. |
| 18 Και θελουσι λαβει οι πρεσβυτεροι της πολεως εκεινης τον ανθρωπον και θελουσι τιμωρησει αυτον? | 18 Тоді старші того міста візьмуть чоловіка й покарають його, |
| 19 και θελουσι ζημιωσει αυτον εκατον σικλους αργυριου, και δωσει αυτους εις τον πατερα της νεας, διοτι εφερε δυσφημιαν επι παρθενον Ισραηλιτιν? και θελει εισθαι γυνη αυτου? δεν δυναται να αποβαλη αυτην πασας τας ημερας αυτου. | 19 і до того накладуть на нього сто срібних шеклів пені та й оддадуть їх батькові дівчини за те, що той ославив ізраїльську дівчину; і — він мусить узяти собі її за жінку, не можна буде йому відіслати її, поки його життя. |
| 20 Εαν ομως το πραγμα τουτο ηναι αληθινον, και δεν ευρεθη παρθενος η κορη, | 20 А як тому буде правда, й не знайдуть у дівчини ознак дівоцтва, |
| 21 τοτε θελουσιν εκφερει την νεαν εις την θυραν του οικου του πατρος αυτης, και οι ανθρωποι της πολεως αυτης θελουσι λιθοβολισει αυτην με λιθους, και θελει αποθανει διοτι επραξεν αφροσυνην εν τω Ισραηλ, πορνευουσα τον οικον του πατρος αυτης? και θελεις εξαφανισει το κακον εκ μεσου σου. | 21 тоді приведуть молодицю до дверей батькового дому, й люди її міста поб’ють її камінням на смерть, бо вона, блудувавши в батьківському домі, сподіяла соромний вчинок в Ізраїлі. Отак викорінюватимеш зло з-поміж себе. |
| 22 Εαν τις ευρεθη κοιμωμενος μετα γυναικος υπανδρου, τοτε αμφοτεροι θελουσι θανατονεσθαι, ο ανηρ ο κοιμωμενος μετα της γυναικος, και η γυνη? και θελεις εξαφανισει το κακον εκ του Ισραηλ. | 22 Якже спіймають чоловіка, що сходиться з заміжньою, — обидвом смерть: чоловікові, що сходиться з жінкою, а й жінці. Отак викорінюватимеш зло з Ізраїля. |
| 23 Εαν νεα τις παρθενος ηναι ηρραβωνισμενη μετα ανδρος, και ευρη τις αυτην εν τη πολει και κοιμηθη μετ' αυτης, | 23 Коли молода дівчина-дівиця, буде засватана, а зустріне її хтось інший у місті та й зійдеться з нею, |
| 24 τοτε θελετε εκφερει αυτους αμφοτερους εις την πυλην της πολεως εκεινης, και θελετε λιθοβολησει αυτους με λιθους, και θελουσιν αποθανει? την νεαν, διοτι δεν εφωναξεν, ουσα εν τη πολει και τον ανθρωπον, διοτι εταπεινωσε την γυναικα του πλησιον αυτου? και θελεις εξαφανισει το κακον εκ μεσου σου. | 24 то обидвох виведете до брами того міста й поб’єте їх камінням на смерть; дівчину за те, що в місті не кричала (по допомогу), а чоловіка за те, що знечестив жінку свого ближнього. Так викорінюватимеш зло з-поміж себе. |
| 25 Αλλ' εαν τις ευρη εν αγρω την νεαν την ηρραβωνισμενην, και ο ανθρωπος βιαση αυτην και κοιμηθη μετ' αυτης, τοτε μονος ο ανθρωπος, ο κοιμηθεις μετ' αυτης, θελει θανατονεσθαι? | 25 Коли ж у полі чоловік зустріне засватану дівчину й згрішить із нею насильно, то той, хто згрішить з нею, один умре. |
| 26 εις δε την νεαν δεν θελεις καμει ουδεν? δεν ειναι εις την νεαν αμαρτημα θανατου? διοτι καθως οταν τις εφορμηση επι τον πλησιον αυτου και φονευση αυτον, ουτως ειναι το πραγμα τουτο? | 26 А з дівчиною не чинитимеш нічого: немає на дівчині вини смерти; це бо таке саме, якби хтось напав на свого ближнього і вбив його; |
| 27 διοτι εν τω αγρω ευρηκεν αυτην, εφωναξεν η ηρραβωνισμενη νεα, αλλα δεν υπηρχεν ο σωζων αυτην. | 27 бож він зустрів її в полі, заручена дівиця кричала, та нікому було її рятувати. |
| 28 Εαν τις ευρη νεαν παρθενον μη ηρραβωνισμενην και πιαση αυτην και κοιμηθη μετ' αυτης, και ευρεθωσι? | 28 Як чоловік зустріне молоду дівчину-дівицю, незаручену й силоміць згрішить з нею, а по тому все виявиться, |
| 29 τοτε ο ανθρωπος ο κοιμηθεις μετ' αυτης θελει δωσει εις τον πατερα της νεας πεντηκοντα σικλους αργυριου, και αυτη θελει εισθαι γυνη αυτου? επειδη εταπεινωσεν αυτην, δεν δυναται να αποβαλη αυτην πασας τας ημερας αυτου. | 29 то чоловік, який згрішив з нею, віддасть батькові дівчини п’ятдесят срібних шеклів срібла й візьме її собі за жінку; тому, хто знечестив її, не можна відсилати її, поки життя його.» |
| 30 Δεν θελει λαβει τις την γυναικα του πατρος αυτου, ουδε θελει εκκαλυψει το συγκαλυμμα του πατρος αυτου. | |