1 Αρχη του ευαγγελιου του Ιησου Χριστου, Υιου του Θεου. | 1 Початок Євангелії Ісуса Христа, Сина Божого. |
2 Καθως ειναι γεγραμμενον εν τοις προφηταις? Ιδου, εγω αποστελλω τον αγγελον μου προ προσωπου σου, οστις θελει κατασκευασει την οδον σου εμπροσθεν σου? | 2 Як написано в пророка Ісаї: Ось я посилаю мого посланця перед тобою, який приготує тобі дорогу. |
3 Φωνη βοωντος εν τη ερημω, ετοιμασατε την οδον του Κυριου, ευθειας καμετε τας τριβους αυτου. | 3 Голос вопіющого в пустині: Готуйте Господеві дорогу, вирівняйте стежки його, |
4 Ητο ο Ιωαννης βαπτιζων εν τη ερημω και κηρυττων βαπτισμα μετανοιας εις αφεσιν αμαρτιων. | 4 — так виступив Йоан, христивши у пустині та проповідувавши хрищення покаяння на прощення гріхів. |
5 Και εξηρχοντο προς αυτον ολος ο τοπος της Ιουδαιας και οι Ιεροσολυμιται, και εβαπτιζοντο παντες εν τω Ιορδανη ποταμω υπ' αυτου, εξομολογουμενοι τας αμαρτιας αυτων. | 5 І виходили до нього — вся країна Юдейська та всі єрусалимляни, христились від нього в ріці Йордані й визнавали гріхи свої. |
6 Ητο δε ο Ιωαννης ενδεδυμενος τριχας καμηλου και εχων ζωνην δερματινην περι την οσφυν αυτου, και τρωγων ακριδας και μελι αγριον. | 6 Йоан одягнений був в одежу з верблюжого волосу й носив ремінний пояс на своїх бедрах, а їв сарану й мед дикий. |
7 Και εκηρυττε, λεγων? Ερχεται ο ισχυροτερος μου οπισω μου, του οποιου δεν ειμαι αξιος σκυψας να λυσω το λωριον των υποδηματων αυτου. | 7 І проповідував, кажучи: Слідом за мною іде сильніший від мене, що йому я недостойний, нахилившись, розв’язати ремінця його сандалів. |
8 Εγω μεν σας εβαπτισα εν υδατι, αυτος δε θελει σας βαπτισει εν Πνευματι Αγιω. | 8 Я вас христив водою, а він христитиме Святим Духом. |
9 Και εν εκειναις ταις ημεραις ηλθεν ο Ιησους απο Ναζαρετ της Γαλιλαιας και εβαπτισθη υπο Ιωαννου εις τον Ιορδανην. | 9 Тими днями прийшов Ісус із Назарету, що в Галилеї; і був хрищений Йоаном у Йордані. |
10 Και ευθυς ενω ανεβαινεν απο του υδατος, ειδε τους ουρανους σχιζομενους και το Πνευμα καταβαινον ως περιστεραν επ' αυτον? | 10 І коли виходив з води, то побачив, як небо розкрилось, і Духа, що як голуб сходив на нього. |
11 και φωνη εγεινεν εκ των ουρανων? Συ εισαι ο Υιος μου ο αγαπητος, εις τον οποιον ευηρεστηθην. | 11 І голос ізлинув з неба: Ти єси Син мій любий, у тобі — моє уподобання. |
12 Και ευθυς το Πνευμα εκβαλλει αυτον εις την ερημον? | 12 І відразу Дух повів його в пустиню; |
13 και ητο εκει εν τη ερημω ημερας τεσσαρακοντα πειραζομενος υπο του Σατανα, και ητο μετα των θηριων, και οι αγγελοι υπηρετουν αυτον. | 13 і він перебував у пустині сорок день, спокушуваний сатаною, і був із дикими звірями, а ангели йому служили. |
14 Αφου δε παρεδοθη ο Ιωαννης, ηλθεν ο Ιησους εις την Γαλιλαιαν κηρυττων το ευαγγελιον της βασιλειας του Θεου | 14 А коли видано Йоана, Ісус прийшов у Галилею і проповідував там Божу Євангелію, |
15 και λεγων οτι επληρωθη ο καιρος και επλησιασεν η βασιλεια του Θεου? μετανοειτε και πιστευετε εις το ευαγγελιον. | 15 кажучи: Сповнився час, і Царство Боже близько; покайтеся і вірте в Євангелію. |
16 Περιπατων δε παρα την θαλασσαν της Γαλιλαιας, ειδε τον Σιμωνα και Ανδρεαν τον αδελφον αυτου, ριπτοντας δικτυον εις την θαλασσαν? διοτι ησαν αλιεις? | 16 Проходивши ж повз море Галилейське, побачив він Симона й Андрія, його брата, як вони кидали мережу в море, були бо рибалки. |
17 και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Ελθετε οπισω μου, και θελω σας καμει να γεινητε αλιεις ανθρωπων. | 17 Ісус їм сказав: Ідіть за мною, я зроблю вас рибалками людей. |
18 Και ευθυς αφησαντες τα δικτυα αυτων, ηκολουθησαν αυτον. | 18 І вмить, покинувши мережу, пішли слідом за ним. |
19 Και προχωρησας εκειθεν ολιγον, ειδεν Ιακωβον τον του Ζεβεδαιου και Ιωαννην τον αδελφον αυτου, και αυτους εν τω πλοιω επισκευαζοντας τα δικτυα, | |
20 και ευθυς εκαλεσεν αυτους. Και αφησαντες τον πατερα αυτων Ζεβεδαιον εν τω πλοιω μετα των μισθωτων, υπηγον οπισω αυτου. | 20 тож відразу їх покликав. І ті, покинувши батька Заведея в човні з наймитами, пішли слідом за ним. |
21 Και εισερχονται εις Καπερναουμ? και ευθυς εν τω σαββατω εισελθων ο Ιησους εις την συναγωγην εδιδασκε. | 21 Прийшли вони в Капернаум, і він, відразу в суботу, увійшовши в синагогу, узявся навчати. |
22 Και εξεπληττοντο δια την διδαχην αυτου? διοτι εδιδασκεν αυτους ως εχων εξουσιαν, και ουχι ως οι γραμματεις. | 22 І дивувалися його навчанню, бо навчав він їх як повновладний, не як книжники. |
23 Και ητο εν τη συναγωγη αυτων ανθρωπος εχων πνευμα ακαθαρτον, και ανεκραξε, | 23 А був якраз у їхній синагозі чоловік з нечистим духом, що закричав, кажучи: |
24 λεγων? Φευ, τι ειναι μεταξυ ημων και σου, Ιησου Ναζαρηνε; ηλθες να μας απολεσης; σε γνωριζω τις εισαι, ο Αγιος του Θεου. | 24 Що нам, та й тобі, Ісусе Назарянине? Прийшов єси нас погубити! Знаю бо, хто ти: Святий Божий! |
25 Και επετιμησεν αυτο ο Ιησους, λεγων? Σιωπα και εξελθε εξ αυτου. | 25 Ісус погрозив йому: Мовчи, вийди з нього! |
26 Και το πνευμα το ακαθαρτον, αφου εσπαραξεν αυτον και εκραξε μετα φωνης μεγαλης, εξηλθεν εξ αυτου. | 26 Нечистий дух стряс його, скрикнув голосом дужим і вийшов геть із нього. |
27 Και παντες εξεπλαγησαν, ωστε συνεζητουν προς αλληλους, λεγοντες? Τι ειναι τουτο; τις αυτη η νεα διδαχη, διοτι μετα εξουσιας προσταζει και τα ακαθαρτα πνευματα, και υπακουουσιν εις αυτον; | 27 Здивувалися всі й один одного запитували: Що це? Нова повновладна наука? Навіть наказує нечистим духам, і ті слухаються його! |
28 Εξηλθε δε η φημη αυτου ευθυς εις ολην την περιχωρον της Γαλιλαιας. | 28 І вмить чутка про нього розійшлась по всіх усюдах, по всій країні Галилейській. |
29 Και ευθυς εξελθοντες εκ της συναγωγης, ηλθον εις την οικιαν Σιμωνος και Ανδρεου μετα του Ιακωβου και Ιωαννου. | 29 І скоро вийшов він із синагоги, то разом з Яковом та Йоаном пішов у дім Симона та Андрія. |
30 Η δε πενθερα του Σιμωνος ητο κατακοιτος πασχουσα πυρετον. Και ευθυς ελαλησαν προς αυτον περι αυτης. | 30 Теща ж Симонова лежала у гарячці, тож йому негайно сказано про неї. |
31 Και πλησιασας ηγειρεν αυτην πιασας την χειρα αυτης, και αφηκεν αυτην ο πυρετος ευθυς, και υπηρετει αυτους. | 31 Він підійшов і підвів її, взявши за руку, й покинула її гарячка, — і заходилась вона їм услуговувати. |
32 Αφου δε εγεινεν εσπερα, οτε εδυσεν ο ηλιος, εφεραν προς αυτον παντας τους πασχοντας και τους δαιμονιζομενους? | 32 Якже настав вечір, по заході сонця, почали приносити до нього усіх недужих та біснуватих. |
33 και η πολις ολη ητο συνηγμενη εμπροσθεν της θυρας? | 33 Усе місто зібралося перед дверима. |
34 και εθεραπευσε πολλους πασχοντας διαφορους αρρωστιας, και δαιμονια πολλα εξεβαλε, και δεν αφινε τα δαιμονια να λαλωσιν, επειδη εγνωριζον αυτον. | 34 І він оздоровлював чимало недужих на різні хвороби, а й бісів багато вигнав, але заборонив бісам говорити, вони бо про нього знали. |
35 Και το πρωι ενω ητο ορθρος βαθυς, σηκωθεις εξηλθε? και υπηγεν εις ερημον τοπον και εκει προσηυχετο. | 35 Уранці ж, іще геть за ночі, вставши, вийшов і пішов на самоту й там молився. |
36 Και εδραμον κατοπιν αυτου ο Σιμων και οι μετ' αυτου, | 36 Та Симон і ті, що були з ним, поспішили за ним, |
37 και ευροντες αυτον λεγουσι προς αυτον οτι παντες σε ζητουσι. | 37 знайшли його й кажуть до нього: Усі тебе шукають. |
38 Και λεγει προς αυτους? Ας υπαγωμεν εις τας πλησιον κωμοπολεις, δια να κηρυξω και εκει? επειδη δια τουτο εξηλθον. | 38 Він же відповів їм: Ходімо деінде, у сусідні села, щоб і там проповідувати, бо я на те й прийшов. |
39 Και εκηρυττεν εν ταις συναγωγαις αυτων εις ολην την Γαλιλαιαν και εξεβαλλε τα δαιμονια. | 39 І він пішов і проповідував в їхніх синагогах по всій Галилеї, і виганяв бісів. |
40 Και ερχεται προς αυτον λεπρος παρακαλων αυτον και γονυπετων εμπροσθεν αυτου και λεγων προς αυτον οτι, εαν θελης, δυνασαι να με καθαρισης. | |
41 Ο δε Ιησους σπλαγχνισθεις, εξετεινε την χειρα και ηγγισεν αυτον και λεγει προς αυτον? Θελω, καθαρισθητι. | 41 І, змилосердившись, Ісус простягнув свою руку, доторкнувсь його і сказав до нього: Хочу, будь чистий! |
42 Και ως ειπε τουτο, ευθυς εφυγεν απ' αυτου η λεπρα, και εκαθαρισθη. | 42 І вмить проказа зійшла з нього, і став він чистий. |
43 Και προσταξας αυτον εντονως, ευθυς απεπεμψεν αυτον | 43 І, звернувшись до нього суворо, негайно відпустив його |
44 και λεγει προς αυτον? Προσεχε μη ειπης προς μηδενα μηδεν, αλλ' υπαγε, δειξον σεαυτον εις τον ιερεα και προσφερε περι του καθαρισμου σου οσα προσεταξεν ο Μωυσης δια μαρτυριαν εις αυτους. | 44 й мовив йому: Гляди ж, нікому не кажи нічого, а йди та покажися священикові, ще й принеси за твоє очищення, що повелів був Мойсей, їм на свідоцтво. |
45 Αλλ' εκεινος εξελθων ηρχισε να κηρυττη πολλα και να διαφημιζη τον λογον, ωστε πλεον δεν ηδυνατο αυτος να εισελθη φανερα εις πολιν, αλλ' ητο εξω εν ερημοις τοποις? και ηρχοντο προς αυτον πανταχοθεν. | 45 Та тільки но той вийшов, а вже й заходився велемовити та ширити усюди про те чутку, — тож: Ісус не міг одверто ввійти в місто, а перебував осторонь у місцях усамітнення. І приходили до нього звідусюди. |