| 1 Ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, εγω εγειρω ανεμον φθοροποιον επι την Βαβυλωνα και επι τους κατοικους αυτης τους υψωσαντας την καρδιαν αυτων κατ' εμου. | 1 To mówi Pan: Oto sprowadzę na Babilon i na mieszkańców Chaldei niszczący wiatr. |
| 2 Και θελω εξαποστειλει επι την Βαβυλωνα λικμητας και θελουσιν εκλικμησει αυτην και εκκενωσει την γην αυτης? διοτι εν τη ημερα της συμφορας κυκλοθεν θελουσιν εισθαι εναντιον αυτης. | 2 Poślę do Babilonu tych, co przesiewają zboże, i przesieją go, i spustoszą ziemię, bo się zewsząd zwrócą przeciw niemu w dniu klęski. |
| 3 Τοξοτης επι τοξοτην ας εντεινη το τοξον αυτου και επι τον πεποιθοτα επι τον θωρακα αυτου? και μη φειδεσθε τους νεους αυτης? εξολοθρευσατε απαν το στρατευμα αυτης. | 3 Niech żaden z łuczników nie napina swego łuku ani niech się nie przechwala swoim pancerzem! Nie oszczędzajcie jego młodzieży, zniszczcie całe jego wojsko! |
| 4 Και οι τραυματιαι θελουσι πεσει εν τη γη των Χαλδαιων και οι κατακεκεντημενοι εν ταις οδοις αυτης. | 4 Legną zabici w ziemi chaldejskiej, przebici na jej ulicach. |
| 5 Διοτι ο Ισραηλ δεν εγκατελειφθη ουδε ο Ιουδας παρα του Θεου αυτου, παρα του Κυριου των δυναμεων, αν και η γη αυτων ενεπλησθη ανομιας εναντιον του Αγιου του Ισραηλ. | 5 Bo nie owdowiał ani Izrael, ani Juda po swoim Bogu, Panu Zastępów. Kraj zaś ich jest przepełniony winą wobec Świętego Izraela. |
| 6 Φυγετε εκ μεσου της Βαβυλωνος και διασωσατε εκαστος την ψυχην αυτου? μη απολεσθητε εν τη ανομια αυτης? διοτι ειναι καιρος εκδικησεως του Κυριου? ανταποδομα αυτος ανταποδιδει εις αυτην. | 6 Uciekajcie ze środka Babilonu! Każdy niech ratuje swe życie! Nie gińcie z powodu jego grzechu! Nastał bowiem czas odwetu u Pana, daje On mu zapłatę za to, co uczynił. |
| 7 Η Βαβυλων εσταθη ποτηριον χρυσουν εν τη χειρι του Κυριου, μεθυον πασαν την γην? απο του οινου αυτης επιον τα εθνη? δια τουτο τα εθνη παρεφρονησαν. | 7 Babilon był w ręku Pana złotym kielichem, upajającym całą ziemię. Jego wino piły wszystkie narody, dlatego w szał popadły. |
| 8 Επεσεν εξαιφνης η Βαβυλων και συνετριβη? ολολυζετε δι' αυτην? λαβετε βαλσαμον δια τον πονον αυτης, ισως ιατρευθη. | 8 Niespodziewanie upadł i załamał się Babilon: podnieście nad nim lament! Weźcie balsam na jego ranę, może odzyska zdrowie. |
| 9 Μετεχειρισθημεν ιατρικα δια την Βαβυλωνα αλλα δεν ιατρευθη? εγκαταλειψατε αυτην, και ας απελθωμεν εκαστος εις την γην αυτου? διοτι η κρισις αυτης εφθασεν εις τον ουρανον και υψωθη εως του στερεωματος. | 9 Staraliśmy się Babilon uzdrowić, lecz się nie dał wyleczyć. Porzućmy go! Niech każdy idzie do swej ziemi! Albowiem sąd nad nim dosięga nieba i aż w obłoki się wznosi. |
| 10 Ο Κυριος εφανερωσε την δικαιοσυνην ημων? ελθετε και ας διηγηθωμεν εν Σιων το εργον Κυριου του Θεου ημων. | 10 Ukazał Pan naszą sprawiedliwość. Chodźmy, głośmy na Syjonie dzieło Pana, Boga naszego! |
| 11 Στιλβωσατε τα βελη? πυκνωσατε τας ασπιδας? ο Κυριος ηγειρε το πνευμα των βασιλεων των Μηδων? διοτι ο σκοπος αυτου ειναι εναντιον της Βαβυλωνος, δια να εξολοθρευση αυτην? επειδη η εκδικησις του Κυριου ειναι εκδικησις του ναου αυτου. | 11 Ostrzcie strzały, przygotowujcie tarcze! Pan pobudza ducha króla Medii, bo jego zamiary dotyczą zniszczenia Babilonu; jest to zemsta Pana, zemsta za Jego świątynię. |
| 12 Υψωσατε σημαιαν επι τα τειχη της Βαβυλωνος, ενδυναμωσατε την φρουραν, στησατε φυλακας, ετοιμασατε ενεδρας? διοτι ο Κυριος και εβουλευθη και θελει εκτελεσει εκεινο, το οποιον ελαλησεν εναντιον των κατοικων της Βαβυλωνος. | 12 Podnieście znak przeciw murom Babilonu, wzmocnijcie straże! Postawcie posterunki, przygotujcie zasadzki! Jak bowiem postanowił Pan, tak wprowadza w czyn to, co ogłosił przeciw mieszkańcom Babilonu. |
| 13 Ω η κατοικουσα επι υδατων πολλων, η πληρης θησαυρων, ηλθε το τελος σου, το περας της πλεονεξιας σου. | 13 Ty, co mieszkasz nad wielkimi wodami, wielkie skarby posiadasz: nadszedł twój kres, dopełniła się twa miara. |
| 14 Ο Κυριος των δυναμεων ωμοσεν εις εαυτον, λεγων, Εξαπαντος θελω σε γεμισει απο ανθρωπων ως απο ακριδων, και θελουσιν εκπεμψει αλαλαγμον εναντιον σου. | 14 Pan Zastępów przysiągł na swe imię: Nieuchronnie napełnię ciebie ludźmi jak szarańczą, i podniosą nad tobą okrzyk wojenny. |
| 15 Αυτος εποιησε την γην εν τη δυναμει αυτου, εστερεωσε την οικουμενην εν τη σοφια αυτου και εξετεινε τους ουρανους εν τη συνεσει αυτου. | 15 On uczynił ziemię swoją mocą, umocnił świat swoją mądrością i swoim rozumem rozpostarł niebo. |
| 16 Οταν εκπεμπη την φωνην αυτου, συνισταται πληθος υδατων εν ουρανοις, και αναγει νεφελας απο των ακρων της γης? καμνει αστραπας δια βροχην και εξαγει ανεμον εκ των θησαυρων αυτου. | 16 Na dźwięk Jego głosu huczą wody w niebie. On podnosi chmury z krańców ziemi, On czyni błyskawice, zapowiedzi deszczu, i wysyła wiatr z jego zbiorników. |
| 17 Πας ανθρωπος εμωρανθη υπο της γνωσεως αυτου? πας χωνευτης κατησχυνθη απο των γλυπτων? διοτι ψευδος ειναι το χωνευτον αυτου και πνοη εν αυτω δεν υπαρχει. | 17 Nierozumny pozostaje każdy człowiek bez wiedzy; wstydzić się musi bożka każdy złotnik, bo podobizny, jakie odlał, są kłamstwem i nie ma w nich tchnienia. |
| 18 Ματαιοτης ταυτα, εργον πλανης? εν καιρω επισκεψεως αυτων θελουσιν απολεσθη. | 18 Są one nicością, tworem śmiesznym, zginą w czasie obrachunku z nimi. |
| 19 Η μερις του Ιακωβ δεν ειναι ως αυτα, διοτι αυτος ειναι ο πλασας τα παντα? και ο Ισραηλ ειναι η ραβδος της κληρονομιας αυτου? Κυριος των δυναμεων το ονομα αυτου. | 19 Nie takim jest dziedzictwo Jakuba. Wszechświat bowiem On ukształtował. Izrael zaś jest szczepem Jego dziedzictwa, Pan Zastępów Jego imię. |
| 20 Συ ησο πελεκυς μου, οπλα πολεμου, και δια σου συνετριψα εθνη και δια σου εξωλοθρευσα βασιλεια? | 20 Byłeś dla mnie młotem - narzędziem wojny. Miażdżyłem tobą narody, burzyłem tobą królestwa. |
| 21 και δια σου συνετριψα ιππον και αναβατην αυτου, και δια σου συνετριψα αμαξαν και αναβατην αυτης? | 21 Miażdżyłem tobą konia i jeźdźca, miażdżyłem tobą wóz i jego woźnicę. |
| 22 και δια σου συνετριψα ανδρα και γυναικα, και δια σου συνετριψα γεροντα και νεον, και δια σου συνετριψα νεανισκον και παρθενον? | 22 Miażdżyłem tobą męża i kobietę, miażdżyłem tobą starca i dziecko, miażdżyłem tobą młodzieńca i dziewicę. |
| 23 και δια σου συνετριψα ποιμενα και ποιμνιον αυτου, και δια σου συνετριψα γεωργον και ζευγος αυτου? και δια σου συνετριψα στρατηγους και αρχοντας. | 23 Miażdżyłem tobą pasterza i jego trzodę, miażdżyłem tobą rolnika i jego zaprzęg, miażdżyłem tobą rządców i kierowników. |
| 24 Και θελω ανταποδωσει επι την Βαβυλωνα και επι παντας τους κατοικους της Χαλδαιας πασαν την κακιαν αυτων, την οποιαν επραξαν εν Σιων ενωπιον σας, λεγει Κυριος. | 24 Odpłacę Babilonowi i wszystkim mieszkańcom Chaldei za wszystko zło wyrządzone Syjonowi na waszych oczach - wyrocznia Pana. |
| 25 Ιδου, εγω ειμαι εναντιον σου, ορος φθοροποιον, λεγει Κυριος, το οποιον φθειρεις πασαν την γην? και θελω εκτεινει την χειρα μου επι σε και θελω σε κατακυλισει απο των βραχων και σε καταστησει ορος πυρικαυστον. | 25 Oto Ja na ciebie, góro zagłady - wyrocznia Pana - która wyniszczyłaś całą ziemię, wyciągnę na ciebie rękę i zepchnę cię ze skały, czyniąc cię górą płonącą. |
| 26 Και δεν θελουσι λαβει απο σου λιθον δια γωνιαν ουδε λιθον δια θεμελια, αλλα θελεις εισθαι ερημωσις αιωνια, λεγει Κυριος. | 26 Nie będą brać z ciebie kamienia węgielnego ani kamienia pod fundament, ale będziesz opuszczona na wieki, wyrocznia Pana. |
| 27 Υψωσατε σημαιαν επι την γην, σαλπισατε σαλπιγγα εν τοις εθνεσιν, ετοιμασατε εθνη κατ' αυτης, παραγγειλατε κατ' αυτης, εις τα βασιλεια του Αραρατ, του Μιννι και του Ασχεναζ? καταστησατε επ' αυτην αρχηγους? αναβιβασατε ιππους ως ακριδας ορθοτριχας. | 27 Wznieście znaki w kraju! Dmijcie w trąby wśród narodów! Do świętej wojny z nim przygotujcie narody! Zwołajcie przeciw niemu królestwo Ararat, Minni i Aszkenaz! Ustanówcie przeciw niemu dowódcę, każcie sprowadzić konie, jak najeżoną szarańczę! |
| 28 Ετοιμασατε κατ' αυτης εθνη, τους βασιλεις των Μηδων, τους στρατηγους αυτης και παντας τους αρχοντας αυτης και πασαν την γην της επικρατειας αυτης. | 28 Do świętej wojny przeciw niemu przygotujcie narody, króla Medii, jego przywódców i wszystkich jego urzędników, całą ziemię, nad którą panuje. |
| 29 Και η γη θελει σεισθη και στεναξει? διοτι η βουλη του Κυριου θελει εκτελεσθη κατα της Βαβυλωνος, δια να καταστηση την γην της Βαβυλωνος ερημον, ανευ κατοικου. | 29 Drży ziemia i dygoce, bo się wypełniły plany Pana na Babilonie, by obrócić ziemię babilońską w niezamieszkałe pustkowie. |
| 30 Οι ισχυροι της Βαβυλωνος εξελιπον απο του να πολεμωσιν, εμειναν εν τοις οχυρωμασιν? η δυναμις αυτων εξελιπεν? εγειναν ως γυναικες? εκαυσαν τας κατοικιας αυτης? οι μοχλοι αυτης συνετριβησαν. | 30 Bohaterowie babilońscy odstąpili od walki, przebywają w warownych twierdzach. Wyczerpała się ich siła, stali się jak kobiety. Budynki jego uległy spaleniu, wyłamane zostały jego zasuwy. |
| 31 Ταχυδρομος θελει δραμει εις απαντησιν ταχυδρομου και μηνυτης εις απαντησιν μηνυτου, δια να αναγγειλωσι προς τον βασιλεα της Βαβυλωνος οτι η πολις αυτου ηλωθη απο των ακρων αυτης, | 31 Goniec zabiega drogę gońcowi, a posłaniec posłańcowi, by zawiadomić króla Babilonu, że zdobyte jest zewsząd jego miasto, |
| 32 και οτι αι διαβασεις επιασθησαν, και κατεκαυσαν εν πυρι τους καλαμωνας, και οι ανδρες του πολεμου κατετρομαξαν. | 32 że przejścia są zajęte, umocnienia spalone ogniem, a wszyscy wojownicy porażeni strachem. |
| 33 Διοτι ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, ο Θεος του Ισραηλ. Η θυγατηρ της Βαβυλωνος ειναι ως αλωνιον, καιρος ειναι να καταπατηθη? ετι ολιγον και θελει ελθει ο καιρος του θερισμου αυτης. | 33 To bowiem mówi Pan Zastępów, Bóg Izraela: Córa Babilonu jest jak klepisko, kiedy je ubijają; już niedługo przyjdzie na nią czas żniwa. |
| 34 Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς της Βαβυλωνος με κατεφαγε, με συνετριψε, με κατεστησεν αγγειον αχρηστον, με κατεπιεν ως δρακων, ενεπλησε την κοιλιαν αυτου απο των τρυφερων μου, με εξωσεν. | 34 Pożarł mnie i wyniszczył Nabuchodonozor, król babiloński, następnie porzucił jak puste naczynie. Niby smok mnie pochłonął, wypełnił swe wnętrzności moimi rozkoszami, wypędził mnie. |
| 35 Η εις εμε και εις την σαρκα μου αδικια ας ελθη επι την Βαβυλωνα, θελει ειπει η κατοικουσα την Σιων? και το αιμα μου επι τους κατοικους της Χαλδαιας, θελει ειπει η Ιερουσαλημ. | 35 Mój ucisk i moja nędza - na Babilonie! - powie Mieszkanka Syjonu. Krew moja - na mieszkańcach Chaldei! - powie Jerozolima. |
| 36 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, εγω θελω διαδικασει την δικην σου και θελω εκδικησει την εκδικησιν σου, και θελω καταστησει την θαλασσαν αυτης ξηραν και θελω ξηρανει την πηγην αυτης. | 36 Dlatego to mówi Pan: Oto Ja będę bronił twej sprawy, dopełnię twojej zemsty: każę wyschnąć jego morzu, a źródłu jego zaniknąć. |
| 37 Και η Βαβυλων θελει εισθαι εις σωρους, κατοικητηριον θωων, θαμβος και συριγμος, ανευ κατοικου. | 37 Babilon stanie się polem gruzów, siedliskiem szakali, przedmiotem zgrozy i drwin, pozbawionym mieszkańców. |
| 38 Θελουσι βρυχασθαι ομου ως λεοντες, θελουσιν ωρυεσθαι ως σκυμνοι λεοντων. | 38 Ryczą oni jak lwy w gromadzie, pomrukują niby młode lwiątka. |
| 39 Θελω καμει αυτους να θερμανθωσιν εν τοις συμποσιοις αυτων, και θελω μεθυσει αυτους, δια να ευθυμησωσι και να υπνωσωσιν υπνον αιωνιον και να μη εξυπνησωσι, λεγει Κυριος. | 39 Gdy będą rozgrzani, przygotuję im ucztę, upoję ich tak, że będą oszołomieni: zasną wiecznym snem, by się już nie przebudzić - wyrocznia Pana. |
| 40 Θελω καταβιβασει αυτους ως αρνια εις σφαγην, ως κριους μετα τραγων. | 40 Sprowadzę ich na rzeź jak jagnięta, jak barany wraz z kozłami. |
| 41 Πως ηλωθη η Σησαχ και εθηρευθη το καυχημα πασης της γης? πως εγεινεν Βαβυλων θαμβος εν τοις εθνεσιν. | 41 Jakże została zdobyta Szeszak i wzięta chluba całej ziemi? Jak się stał przedmiotem zgrozy Babilon wśród narodów? |
| 42 Η θαλασσα ανεβη επι την Βαβυλωνα? κατεκαλυφθη υπο του πληθους των κυματων αυτης. | 42 Wezbrało na Babilon morze, pokryła go nawałnica bałwanów. |
| 43 Αι πολεις αυτης κατεσταθησαν θαμβος, γη ανυδρος και αβατος γη, εν η δεν κατοικει ουδεις ανθρωπος ουδε υιος ανθρωπου διερχεται δι' αυτης. | 43 Stały się jego miasta pustynią, ziemią bezwodną i stepem, gdzie nikt nie mieszka, ani nie przechodzi tamtędy żaden człowiek. |
| 44 Και θελω τιμωρησει τον Βηλ εν Βαβυλωνι και εκβαλει εκ του στοματος αυτου οσα κατεπιε? και τα εθνη δεν θελουσι συναχθη πλεον προς αυτον, και αυτο το τειχος της Βαβυλωνος θελει πεσει. | 44 Ukarzę Bela w Babilonie, wyrwę mu z paszczy, cokolwiek pochłonął. Narody nie będą napływać doń więcej, mur Babilonu musi upaść. |
| 45 Λαε μου, εξελθετε εκ μεσου αυτης και σωσατε εκαστος την ψυχην αυτου απο της οργης του θυμου του Κυριου? | 45 Wyjdź, mój narodzie, spośród niego! Każdy niech ratuje swe życie przed żarem gniewu Pana! |
| 46 μηποτε η καρδια σας χαυνωθη και φοβηθητε υπο της αγγελιας ητις θελει ακουσθη εν τη γη? θελει δε ελθει αγγελια το εν ετος, και μετα τουτο η αγγελια το αλλο ετος, και καταδυναστεια εν τη γη, εξουσιαστης εναντιον εξουσιαστου. | 46 Nie upadajcie na duchu ani się lękajcie wieści roznoszonej po kraju. Jednego roku obiega ta wieść, po niej następnego roku wieść druga. Tymczasem w kraju gwałt panuje, władca zwraca się przeciw władcy. |
| 47 Δια τουτο, ιδου, ερχονται ημεραι και θελω καμει εκδικησιν επι τα γλυπτα της Βαβυλωνος? και πασα η γη αυτης θελει καταισχυνθη και παντες οι τετραυματισμενοι αυτης θελουσι πεσει εν τω μεσω αυτης. | 47 Dlatego oto nadchodzą dni, kiedy ukarzę bożki Babilonu. Cały jego kraj okryje hańba, a wszyscy jego zabici będą leżeli pośrodku niego. |
| 48 Τοτε οι ουρανοι και η γη και παντα τα εν αυτοις θελουσιν αλαλαξει επι Βαβυλωνα? διοτι οι εξολοθρευται θελουσιν ελθει επ' αυτην απο βορρα, λεγει Κυριος. | 48 Wykrzykną radośnie nad Babilonem niebo i ziemia i wszystko, co jest w nich. Z północy bowiem ciągną przeciw niemu niszczyciele - wyrocznia Pana. |
| 49 Καθως η Βαβυλων εκαμε τους τετραυματισμενους του Ισραηλ να πεσωσιν, ουτω και εν Βαβυλωνι θελουσι πεσει οι τετραυματισμενοι πασης της γης. | 49 Również Babilon musi upaść za poległych Izraela, tak jak padli za Babilon polegli z całego kraju. |
| 50 Οι εκφυγοντες την μαχαιραν, υπαγετε, μη στεκεσθε? ενθυμηθητε τον Κυριον μακροθεν, και Ιερουσαλημ ας αναβη επι την καρδιαν σας. | 50 W drogę, którzy ocaleliście od miecza, nie zatrzymujcie się! Choć oddaleni, wspominajcie Pana, a Jerozolima niech będzie w waszej pamięci! |
| 51 Κατησχυνθημεν, διοτι ηκουσαμεν ονειδισμον? αισχυνη κατεκαλυψε το προσωπον ημων? διοτι εισηλθον ξενοι εις το αγιαστηριον του οικου του Κυριου. | 51 Zawstydzeni jesteśmy, bo usłyszeliśmy zniewagę, hańba okryła nasze oblicza, bo weszli obcy do świętych przybytków domu Pańskiego. |
| 52 Δια τουτο, ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και θελω καμει εκδικησιν επι τα γλυπτα αυτης? και καθ' ολην την γην αυτης οι τετραυματισμενοι θελουσιν οιμωζει. | 52 Dlatego oto nadchodzą dni - wyrocznia Pana - kiedy ukarzę jego bożki, a w całym kraju będą jęczeć ranni. |
| 53 Και αν η Βαβυλων αναβη εως του ουρανου και αν οχυρωση το υψος της δυναμεως αυτης, θελουσιν ελθει παρ' εμου εξολοθρευται επ' αυτην, λεγει Κυριος. | 53 Bo gdyby nawet aż do nieba wynosił się Babilon i gdyby niedostępną uczynił butną swą potęgę, mimo to wyjdą ode Mnie jego pustoszyciele - wyrocznia Pana. |
| 54 Φωνη κραυγης ερχεται απο Βαβυλωνος και συντριμμος μεγας εκ γης Χαλδαιων, | 54 Słuchaj! Krzyk się rozlega z Babilonu i wielkie nieszczęście - z ziemi chaldejskiej. |
| 55 διοτι ο Κυριος εξωλοθρευσε την Βαβυλωνα και ηφανισεν εξ αυτης την μεγαλην φωνην? τα δε κυματα εκεινων ηχουσιν? ο θορυβος της φωνης αυτων εξακουεται ως υδατων πολλων? | 55 Bo Pan pustoszy Babilon, sprawia, że znika zeń głośne wołanie. Huczą ich fale jak wielkie wody, rozlega się łoskot ich głosu. |
| 56 διοτι ο εξολοθρευτης ηλθεν επ' αυτην, επι την Βαβυλωνα, και οι δυνατοι αυτης συνεληφθησαν, τα τοξα αυτων συνετριβησαν? επειδη Κυριος ο Θεος των ανταποδοσεων θελει εξαπαντος καμει ανταποδοσιν. | 56 Albowiem niszczyciel ciągnie na Babilon: jego bohaterowie zostaną pojmani, połamane ich łuki. Tak, Pan jest Bogiem odpłaty, odpłaca niezawodnie. |
| 57 Και θελω μεθυσει τους ηγεμονας αυτης και τους σοφους αυτης, τους στρατηγους αυτης και τους αρχοντας αυτης και τους δυνατους αυτης? και θελουσι κοιμηθη υπνον αιωνιον και δεν θελουσιν εξυπνησει, λεγει ο Βασιλευς, του οποιου το ονομα ειναι ο Κυριος των δυναμεων. | 57 Upoję ich przywódców i mędrców, jego rządców, urzędników i bohaterów; zapadną w wieczny sen, tak że się nie zbudzą - wyrocznia Króla, na imię Mu Pan Zastępów. |
| 58 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? τα πλατεα τειχη της Βαβυλωνος θελουσιν ολοτελως κατασκαφη, και αι πυλαι αυτης αι υψηλαι θελουσι κατακαη εν πυρι, και οσα οι λαοι εκοπιασαν θελουσιν εισθαι εις ματην, και οσα τα εθνη εμοχθησαν θελουσιν εισθαι δια το πυρ. | 58 To mówi Pan Zastępów: Obszerny mur Babilonu zwali się doszczętnie. Wysokie jego bramy spłoną w ogniu. Na próżno więc trudzą się narody, i z powodu ognia wysilają się ludy. |
| 59 Ο λογος, τον οποιον Ιερεμιας ο προφητης προσεταξεν εις τον Σεραιαν τον υιον του Νηριου υιου του Μαασιου, οτε επορευετο μετα του Σεδεκιου βασιλεως του Ιουδα εις Βαβυλωνα, κατα το τεταρτον ετος της βασιλειας αυτου? ητο δε ο Σεραιας κοιτωναρχης. | 59 Polecenie, jakie powierzył prorok Jeremiasz Serajaszowi, synowi Neriasza, synowi Machsejasza, gdy się ten udawał z królem judzkim Sedecjaszem do Babilonu w czwartym roku jego panowania; Serajasz był głównym kwatermistrzem. |
| 60 Εγραψε δε ο Ιερεμιας εν ενι βιβλιω παντα τα κακα, τα οποια εμελλον να ελθωσιν επι την Βαβυλωνα, παντας τους λογους τουτους τους γεγραμμενους κατα της Βαβυλωνος. | 60 Opisał zaś Jeremiasz w jednej księdze całe nieszczęście, jakie miało przyjść na Babilon, mianowicie wszystkie przepowiednie spisane przeciw Babilonowi. |
| 61 Και ειπεν ο Ιερεμιας προς τον Σεραιαν, Οταν ελθης εις την Βαβυλωνα και ιδης και αναγνωσης παντας τους λογους τουτους, | 61 Jeremiasz powiedział do Serajasza: Gdy przybędziesz do Babilonu, postaraj się przeczytać publicznie wszystkie te słowa. |
| 62 τοτε θελεις ειπει, Κυριε, συ ελαλησας κατα του τοπου τουτου, δια να εξολοθρευσης αυτον, ωστε να μη υπαρχη ο κατοικων εν αυτω, απο ανθρωπου εως κτηνους, αλλα να ηναι ερημωσις αιωνια. | 62 Powiesz zaś: Panie, Ty zapowiedziałeś o tym miejscu, że je zniszczysz, tak że zostanie bez mieszkańców, bez ludzi i bez bydła; pozostanie pustkowiem na wieki. |
| 63 Και αφου τελειωσης αναγινωσκων το βιβλιον τουτο, θελεις δεσει επ' αυτο λιθον και ριψει αυτο εις το μεσον του Ευφρατου? | 63 Gdy skończysz czytać tę księgę, przymocujesz do niej kamień i wrzucisz ją do Eufratu, |
| 64 και θελεις ειπει, Ουτω θελει βυθισθη η Βαβυλων, και δεν θελει σηκωθη εκ των κακων, τα οποια εγω θελω φερει επ' αυτην? και οι Βαβυλωνιοι θελουσιν εξασθενησει. Μεχρι τουτου ειναι οι λογοι του Ιερεμιου. | 64 mówiąc: Tak niech utonie Babilon, by już nie podniósł się z nieszczęścia, jakie na niego ześlę. Dotąd słowa Jeremiasza. |