SCRUTATIO

Martedi, 14 ottobre 2025 - San Callisto I papa ( Letture di oggi)

ΜΑΚΚΑΒΑΙΩΝ Β´ - 2 Maccabei- Maccabees II 3


font
GREEK BIBLEBiblia Tysiąclecia
1 της αγιας πολεως κατοικουμενης μετα πασης ειρηνης και των νομων οτι καλλιστα συντηρουμενων δια την ονιου του αρχιερεως ευσεβειαν τε και μισοπονηριαν1 Gdy w Świętym Mieście panował całkowity spokój, a Prawo najściślej zachowywano dzięki temu, że arcykapłan Oniasz był pobożny i nienawidził złego,
2 συνεβαινεν και αυτους τους βασιλεις τιμαν τον τοπον και το ιερον αποστολαις ταις κρατισταις δοξαζειν2 bywało, że nawet sami królowie okazywali szacunek temu miejscu, a świątynię czcili najwspanialszymi darami.
3 ωστε και σελευκον τον της ασιας βασιλεα χορηγειν εκ των ιδιων προσοδων παντα τα προς τας λειτουργιας των θυσιων επιβαλλοντα δαπανηματα3 Nawet sam Seleukos, król Azji, z własnych dochodów pokrywał wszystkie wydatki, których wymagało składanie ofiar.
4 σιμων δε τις εκ της βενιαμιν φυλης προστατης του ιερου καθεσταμενος διηνεχθη τω αρχιερει περι της κατα την πολιν αγορανομιας4 Pewien jednak Szymon z rodziny Bilgi, którego ustanowiono przełożonym świątyni, posprzeczał się z arcykapłanem o nadzór nad miejskim targowiskiem.
5 και νικησαι τον ονιαν μη δυναμενος ηλθεν προς απολλωνιον θαρσεου τον κατ' εκεινον τον καιρον κοιλης συριας και φοινικης στρατηγον5 Nie mogąc zaś niczego dokonać przeciwko Oniaszowi, udał się do Apoloniusza z Tarsu, który w tym czasie był wodzem wojsk Celesyrii i Fenicji,
6 και προσηγγειλεν περι του χρηματων αμυθητων γεμειν το εν ιεροσολυμοις γαζοφυλακιον ωστε το πληθος των διαφορων αναριθμητον ειναι και μη προσηκειν αυτα προς τον των θυσιων λογον ειναι δε δυνατον υπο την του βασιλεως εξουσιαν πεσειν ταυτα6 i doniósł o tym, że skarbiec w Jerozolimie jest pełen nieopisanych bogactw, do tego stopnia, iż ilość pieniędzy jest tam nie do obliczenia i nie pozostaje w żadnym stosunku do wydatków, jakich wymaga składanie ofiar, i że jest możliwość, aby to wszystko przeszło pod królewską władzę.
7 συμμειξας δε ο απολλωνιος τω βασιλει περι των μηνυθεντων αυτω χρηματων ενεφανισεν ο δε προχειρισαμενος ηλιοδωρον τον επι των πραγματων απεστειλεν δους εντολας την των προειρημενων χρηματων εκκομιδην ποιησασθαι7 Apoloniusz zaś udał się do króla i wtajemniczył go w swoje wiadomości o skarbach. On zaś wybrał wielkorządcę Heliodora i posłał go dając mu rozkazy, jak ma postępować, aby wspomniane skarby zagarnąć.
8 ευθεως δε ο ηλιοδωρος εποιειτο την πορειαν τη μεν εμφασει ως τας κατα κοιλην συριαν και φοινικην πολεις εφοδευσαι τω πραγματι δε την του βασιλεως προθεσιν επιτελειν8 Heliodor zaś natychmiast udał się w podróż, na pozór aby odwiedzić miasta Celesyrii i Fenicji, w rzeczywistości zaś, aby wykonać zamiary króla.
9 παραγενηθεις δε εις ιεροσολυμα και φιλοφρονως υπο του αρχιερεως της πολεως αποδεχθεις ανεθετο περι του γεγονοτος εμφανισμου και τινος ενεκεν παρεστιν διεσαφησεν επυνθανετο δε ει ταις αληθειαις ταυτα ουτως εχοντα τυγχανει9 Kiedy przybył do Jerozolimy i przyjaźnie został przyjęty przez arcykapłana i miasto, powiedział o doniesieniu, które zostało złożone, i wyjawił powód, dla którego przybył. Dopytywał się przy tym, czy w rzeczywistości jest tak właśnie.
10 του δε αρχιερεως υποδειξαντος παρακαταθηκας ειναι χηρων τε και ορφανων10 Arcykapłan wyjaśnił mu wtedy, że są depozyty wdów i sierot,
11 τινα δε και υρκανου του τωβιου σφοδρα ανδρος εν υπεροχη κειμενου ουτως ην διαβαλλων ο δυσσεβης σιμων τα δε παντα αργυριου τετρακοσια ταλαντα χρυσιου δε διακοσια11 część zaś jest własnością Hirkana, syna Tobiasza, męża zajmującego bardzo wysokie stanowisko. Sprawa zatem nie przedstawia się tak, jak to zmyślił bezbożny Szymon. Wszystkiego zaś jest w srebrze czterysta talentów, w złocie zaś dwieście.
12 αδικηθηναι δε τους πεπιστευκοτας τη του τοπου αγιωσυνη και τη του τετιμημενου κατα τον συμπαντα κοσμον ιερου σεμνοτητι και ασυλια παντελως αμηχανον ειναι12 Byłoby zaś w ogóle niemożliwą rzeczą uczynić krzywdę tym, którzy zawierzyli świętości miejsca oraz powadze i azylowi świątyni szanowanej na całym świecie.
13 ο δε ηλιοδωρος δι' ας ειχεν βασιλικας εντολας παντως ελεγεν εις το βασιλικον αναλημπτεα ταυτα ειναι13 Heliodor jednak powołał się na królewskie rozkazy i wyraźnie powiedział, że musi to być oddane do królewskiego skarbca.
14 ταξαμενος δε ημεραν εισηει την περι τουτων επισκεψιν οικονομησων ην δε ου μικρα καθ' ολην την πολιν αγωνια14 W wyznaczonym dniu wszedł, aby przygotować spis tych skarbów. Niemały zaś w całym mieście był niepokój.
15 οι δε ιερεις προ του θυσιαστηριου εν ταις ιερατικαις στολαις ριψαντες εαυτους επεκαλουντο εις ουρανον τον περι παρακαταθηκης νομοθετησαντα τοις παρακαταθεμενοις ταυτα σωα διαφυλαξαι15 Kapłani upadłszy w kapłańskich szatach przed ołtarzem wołali do Nieba, do Tego, który ustanowił prawo o depozycie, aby te skarby nienaruszone zachował dla tych, którzy je złożyli w depozyt.
16 ην δε ορωντα την του αρχιερεως ιδεαν τιτρωσκεσθαι την διανοιαν η γαρ οψις και το της χροας παρηλλαγμενον ενεφαινεν την κατα ψυχην αγωνιαν16 Temu, kto spojrzał na oblicze arcykapłana, krajało się serce. Wygląd bowiem i zmiana jego cery zdradzały duchowe męczarnie.
17 περιεκεχυτο γαρ περι τον ανδρα δεος τι και φρικασμος σωματος δι' ων προδηλον εγινετο τοις θεωρουσιν το κατα καρδιαν ενεστος αλγος17 Męża tego bowiem opanowały strach i drżenie ciała, przez co ból będący w sercu był widoczny dla patrzących.
18 ετι δε εκ των οικιων αγεληδον εξεπηδων επι πανδημον ικετειαν δια το μελλειν εις καταφρονησιν ερχεσθαι τον τοπον18 Ludzie gromadnie wychodzili z domów, by razem się modlić, gdyż miejsce [święte] miało być zhańbione.
19 υπεζωσμεναι δε υπο τους μαστους αι γυναικες σακκους κατα τας οδους επληθυνον αι δε κατακλειστοι των παρθενων αι μεν συνετρεχον επι τους πυλωνας αι δε επι τα τειχη τινες δε δια των θυριδων διεξεκυπτον19 Kobiety przepasane worami poniżej piersi zapełniły ulice. Zamknięte dotychczas dziewczęta jedne pobiegły do bram, inne na mury, inne wreszcie wychylały się przez okna.
20 πασαι δε προτεινουσαι τας χειρας εις τον ουρανον εποιουντο την λιτανειαν20 Wszystkie zaś wyciągały ręce do nieba i zanosiły błagania.
21 ελεειν δ' ην την του πληθους παμμιγη προπτωσιν την τε του μεγαλως αγωνιωντος αρχιερεως προσδοκιαν21 Litość brała na widok tego, jak tłum między sobą pomieszany padał na kolana, a arcykapłan oczekiwał w wielkich męczarniach ducha.
22 οι μεν ουν επεκαλουντο τον παγκρατη κυριον τα πεπιστευμενα τοις πεπιστευκοσιν σωα διαφυλασσειν μετα πασης ασφαλειας22 Podczas gdy ci modlili się do wszechmocnego Pana, aby powierzone pieniądze zachował nienaruszone dla tych, którzy zawierzyli,
23 ο δε ηλιοδωρος το διεγνωσμενον επετελει23 Heliodor przeprowadzał, co zostało postanowione.
24 αυτοθι δε αυτου συν τοις δορυφοροις κατα το γαζοφυλακιον ηδη παροντος ο των πνευματων και πασης εξουσιας δυναστης επιφανειαν μεγαλην εποιησεν ωστε παντας τους κατατολμησαντας συνελθειν καταπλαγεντας την του θεου δυναμιν εις εκλυσιν και δειλιαν τραπηναι24 Jeszcze razem ze swoją strażą był on obok skarbca, kiedy Władający duchami i każdą potęgą dokonał wielkiego objawienia, do tego stopnia, że wszyscy, którzy odważyli się tam przyjść, uderzeni mocą Bożą padali bezsilni i strwożeni.
25 ωφθη γαρ τις ιππος αυτοις φοβερον εχων τον επιβατην και καλλιστη σαγη διακεκοσμημενος φερομενος δε ρυδην ενεσεισεν τω ηλιοδωρω τας εμπροσθιους οπλας ο δε επικαθημενος εφαινετο χρυσην πανοπλιαν εχων25 Ukazał się im bowiem jakiś koń przybrany najozdobniejszym czaprakiem, niosący na sobie strasznego jeźdźca. [Koń] rzuciwszy się gwałtownie, zawisł nad Heliodorem przednimi kopytami, a jeździec ukazał się w złotej zbroi.
26 ετεροι δε δυο προσεφανησαν αυτω νεανιαι τη ρωμη μεν εκπρεπεις καλλιστοι δε την δοξαν διαπρεπεις δε την περιβολην οι και περισταντες εξ εκατερου μερους εμαστιγουν αυτον αδιαλειπτως πολλας επιρριπτουντες αυτω πληγας26 Ponadto ukazali się mu dwaj inni młodzieńcy o nadzwyczajnej sile, uderzającej piękności i w przepięknych szatach. Oni to stanęli z obydwóch stron i bez przerwy go biczowali, zadając mu wiele uderzeń.
27 αφνω δε πεσοντα προς την γην και πολλω σκοτει περιχυθεντα συναρπασαντες και εις φορειον ενθεντες27 On zaś upadł zaraz na ziemię, a gęste ciemności go otoczyły. Zabrano go więc i włożono do lektyki.
28 τον αρτι μετα πολλης παραδρομης και πασης δορυφοριας εις το προειρημενον εισελθοντα γαζοφυλακιον εφερον αβοηθητον εαυτω καθεστωτα φανερως την του θεου δυναστειαν επεγνωκοτες28 Tego, który dopiero co w licznym otoczeniu i z liczną strażą wszedł do skarbca, o którym była mowa poprzednio, niesiono, gdyż sam sobie nie mógł nic poradzić. Wyraźnie przy tym poznano Bożą moc.
29 και ο μεν δια την θειαν ενεργειαν αφωνος και πασης εστερημενος ελπιδος και σωτηριας ερριπτο29 Gdy więc on dzięki Bożemu działaniu leżał niemy oraz pozbawiony nadziei i ratunku,
30 οι δε τον κυριον ευλογουν τον παραδοξαζοντα τον εαυτου τοπον και το μικρω προτερον δεους και ταραχης γεμον ιερον του παντοκρατορος επιφανεντος κυριου χαρας και ευφροσυνης επεπληρωτο30 tamci błogosławili Pana, który ponad oczekiwanie wsławił swoją świątynię. Świątynia zaś, która krótko przedtem był pełna przestrachu i przerażenia, napełniła się radością i szczęściem dzięki objawieniu się wszechmocnego Pana.
31 ταχυ δε τινες των του ηλιοδωρου συνηθων ηξιουν τον ονιαν επικαλεσασθαι τον υψιστον και το ζην χαρισασθαι τω παντελως εν εσχατη πνοη κειμενω31 Niektórzy z przyjaciół Heliodora zaraz poprosili Oniasza, aby modlił się do Najwyższego, aby obdarzył życiem tego, który już wydawał naprawdę ostatnie tchnienie.
32 υποπτος δε γενομενος ο αρχιερευς μηποτε διαλημψιν ο βασιλευς σχη κακουργιαν τινα περι τον ηλιοδωρον υπο των ιουδαιων συντετελεσθαι προσηγαγεν θυσιαν υπερ της του ανδρος σωτηριας32 W obawie więc, aby król nie podejrzewał przypadkiem Żydów, że jakąś krzywdę uczynili Heliodorowi, arcykapłan złożył ofiarę za zdrowie tego męża.
33 ποιουμενου δε του αρχιερεως τον ιλασμον οι αυτοι νεανιαι παλιν εφανησαν τω ηλιοδωρω εν ταις αυταις εσθησεσιν εστολισμενοι και σταντες ειπον πολλας ονια τω αρχιερει χαριτας εχε δια γαρ αυτον σοι κεχαρισται το ζην ο κυριος33 Kiedy zaś arcykapłan składał ofiarę, ci sami młodzieńcy, przybrani w te same szaty, ukazali się ponownie Heliodorowi i stanąwszy powiedzieli: Wiele podziękowań złóż arcykapłanowi Oniaszowi! Dzięki niemu bowiem Pan obdarzył cię życiem.
34 συ δε εξ ουρανου μεμαστιγωμενος διαγγελλε πασι το μεγαλειον του θεου κρατος ταυτα δε ειποντες αφανεις εγενοντο34 Ty zaś obity [przez posłów] z nieba opowiadaj wszystkim o wielkiej mocy Bożej! Powiedziawszy to, zniknęli.
35 ο δε ηλιοδωρος θυσιαν ανενεγκας τω κυριω και ευχας μεγιστας ευξαμενος τω το ζην περιποιησαντι και τον ονιαν αποδεξαμενος ανεστρατοπεδευσεν προς τον βασιλεα35 Heliodor złożył ofiarę Panu i wielkie śluby złożył Temu, który darował mu życie. Potem pożegnał Oniasza i razem ze swoim wojskiem powrócił do króla.
36 εξεμαρτυρει δε πασιν απερ ην υπ' οψιν τεθεαμενος εργα του μεγιστου θεου36 Wobec wszystkich składał on świadectwo o dziełach najwyższego Boga, jakie widział na własne oczy.
37 του δε βασιλεως επερωτησαντος τον ηλιοδωρον ποιος τις ειη επιτηδειος ετι απαξ διαπεμφθηναι εις ιεροσολυμα εφησεν37 Kiedy zaś król pytał Heliodora, kto byłby odpowiedni, aby jeszcze raz go posłać do Jerozolimy, powiedział:
38 ει τινα εχεις πολεμιον η πραγματων επιβουλον πεμψον αυτον εκει και μεμαστιγωμενον αυτον προσδεξη εανπερ και διασωθη δια το περι τον τοπον αληθως ειναι τινα θεου δυναμιν38 Jeżeli masz jakiego wroga albo przeciwnika w rządach, poślij go tam, a otrzymasz go obitego, jeżeli tylko się wyratuje, bo na tym miejscu naprawdę działa jakaś Boża moc.
39 αυτος γαρ ο την κατοικιαν επουρανιον εχων εποπτης εστιν και βοηθος εκεινου του τοπου και τους παραγινομενους επι κακωσει τυπτων απολλυει39 Ten bowiem, który ma swoje mieszkanie w niebie, czuwa nad tym miejscem i wspomaga je, a bije i unicestwia tych, którzy tam przychodzą w złych zamiarach.
40 και τα μεν κατα ηλιοδωρον και την του γαζοφυλακιου τηρησιν ουτως εχωρησεν40 Taki oto przebieg miała sprawa Heliodora i zachowania świątynnego skarbca.