SCRUTATIO

Giovedi, 6 novembre 2025 - Festa delle Sante Reliquie ( Letture di oggi)

ΒΑΣΙΛΕΙΩΝ Β´ - 2 Samuele - Kings II 24


font
GREEK BIBLEБіблія
1 Και εξηφθη παλιν η οργη του Κυριου εναντιον του Ισραηλ, και διηγειρε τον Δαβιδ εναντιον αυτων να ειπη, Υπαγε, αριθμησον τον Ισραηλ και τον Ιουδαν.1 Знову запалав гнів Господній на Ізраїля та побудив Давида проти них, кажучи: «Піди, перелічи Ізраїля та Юду.»
2 Και ειπεν ο βασιλευς προς τον Ιωαβ, τον αρχηγον του στρατευματος, οστις ητο μετ' αυτου? Διελθε τωρα πασας τας φυλας του Ισραηλ, απο Δαν εως Βηρ-σαβεε, και απαριθμησον τον λαον, δια να μαθω τον αριθμον του λαου.2 І звелів цар Йоавові, начальникові війська, що був. з ним: «Пройди почерез усі коліна ізраїльські від Дану до Версавії і порахуй народ, щоб я знав число народу.»
3 Και ειπεν ο Ιωαβ προς τον βασιλεα, Ειθε Κυριος ο Θεος σου να προσθεση εις τον λαον εκατονταπλασιον αφ' ο, τι ειναι, και να ιδωσιν οι οφθαλμοι του κυριου μου του βασιλεως? πλην δια τι ο κυριος μου ο βασιλευς επιθυμει το πραγμα τουτο;3 І відповів Йоав цареві: «Нехай Господь, твій Бог, додасть народові сто разів стільки, як його є, і нехай очі царя, мого пана, бачать те, одначе чому, мій пан, забажав того?»
4 Ο λογος ομως του βασιλεως υπερισχυσεν επι τον Ιωαβ και επι τους αρχηγους του στρατευματος? και ηλθεν ο Ιωαβ και οι αρχηγοι του στρατευματος απ' εμπροσθεν του βασιλεως, δια να απαριθμησωσι τον λαον τον Ισραηλ.4 Проте, царський наказ до Йоава й до воєвод переважив, і рушили Йоав і воєводи з-перед царя переписувати народ ізраїльський.
5 Και διεβησαν τον Ιορδανην και εστρατοπεδευσαν εν Αροηρ, εκ των δεξιων της πολεως, της εν μεσω της φαραγγος Γαδ, και προς Ιαζηρ.5 Перейшли вони Йордан і почали в Ароері, направо від міста, що серед Гад-долини, а потім в Язеі.
6 Επειτα ηλθον εις Γαλααδ και εις την γην Ταχτιμ-οδσει? και ηλθον εις Δαν-ιααν και περιξ, εως της Σιδωνος?6 Прийшли вони до Гілеаду і в край хеттитів до Кадешу; і дійшли до Дану в околиці Сидону.
7 και ηλθον εις το φρουριον της Τυρου και εις πασας τας πολεις των Ευαιων και των Χαναναιων? και εξηλθον κατα το νοτιον του Ιουδα εις Βηρ-σαβεε.7 Прибули вони в твердиню Тир, і в усі міста хіввіїв та ханаанян, і пішли далі в Негев Юди, в Версавію.
8 Αφου δε περιωδευσαν πασαν την γην, ηλθον εις Ιερουσαλημ, εις το τελος εννεα μηνων και εικοσι ημερων.8 Обійшовши через увесь край, повернулись вони по дев’ятьох місяцях і двадцятьох днях у Єрусалим.
9 Και εδωκεν ο Ιωαβ εις τον βασιλεα το κεφαλαιον της απαριθμησεως του λαου? και ησαν ο Ισραηλ οκτακοσιαι χιλιαδες ανδρες δυναμεως συροντες ρομφαιαν? και οι ανδρες του Ιουδα πεντακοσιαι χιλιαδες.9 І дав Йоав цареві число переписаного народу: і було в Ізраїлі 800 000 боєздатних мужів, що володіли мечем, а в Юди 500 000.
10 Και η καρδια του Δαβιδ εκτυπησεν αυτον, αφου απηριθμησε τον λαον. Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Κυριον, Ημαρτησα σφοδρα, πραξας τουτο? και τωρα, δεομαι σου, Κυριε, αφαιρεσον την ανομιαν του δουλου σου, οτι εμωρανθην σφοδρα.10 Та Давидове серце було неспокійне після того, як він почислив народ. Тоді Давид сказав до Господа: «Согрішив я тяжко, зробивши це. Отож, Господи, прошу, прости провину твого раба, бо вчинив я дуже нерозумно.»
11 Και οτε εσηκωθη ο Δαβιδ το πρωι, ο λογος του Κυριου ηλθε προς τον Γαδ τον προφητην, τον βλεποντα του Δαβιδ, λεγων,11 Коли Давид устав уранці, прийшло Господнє слово до пророка Гада, Давидового видющого:
12 Υπαγε και ειπε προς τον Δαβιδ, ουτω λεγει Κυριος? Τρια πραγματα εγω προβαλλω εις σε? εκλεξον εις σεαυτον εν εκ τουτων, και θελω σοι καμει αυτο.12 «Іди й скажи Давидові: Так говорить Господь: Три речі я пред’являю тобі, вибери собі одну з них, щоб я виконав її тобі.»
13 Ηλθε λοιπον ο Γαδ προς τον Δαβιδ και ανηγγειλε προς αυτον και ειπε προς αυτον, Θελεις να επελθωσιν εις σε επτα ετη πεινης επι την γην σου; η τρεις μηνας να φευγης απ' εμπροσθεν των εχθρων σου και να σε διωκωσιν; η τρεις ημερας να ηναι θανατικον εν τη γη σου; τωρα συλλογισθητι, και ιδε ποιαν αποκρισιν θελω φερει προς τον αποστειλαντα με.13 І прибув Гад до Давида та й оповідає йому, кажучи до нього: «Чи має панувати в твоєму краї три роки голод; чи волієш три місяці втікати від ворога, що гнатиметься за тобою; чи хочеш, щоб була три дні чума у твоєму краї? Тепер обміркуй і розсуди, що маю відповісти тому, хто послав мене.»
14 Και ειπεν ο Δαβιδ προς τον Γαδ, Στενα μοι πανταχοθεν σφοδρα? ας πεσω λοιπον εις την χειρα του Κυριου, διοτι ειναι πολλοι οι οικτιρμοι αυτου? εις χειρα δε ανθρωπου ας μη πεσω.14 Давид відповів Гадові: «Я пригноблений вельми, однак воліємо потрапити в руки Господні, бо його милосердя велике, людям же в руки впасти не хочу!»
15 Απεστειλε λοιπον ο Κυριος θανατικον επι τον Ισραηλ, απο πρωιας μεχρι του διωρισμενου καιρου? και απεθανον εκ του λαου, απο Δαν εως Βηρ-σαβεε, εβδομηκοντα χιλιαδες ανδρων.15 І послав Господь чуму на Ізраїля від ранку аж по призначений час; і вмерло, від Версавії до Дану, 70 000 чоловік.
16 Και οτε ο αγγελος εξετεινε την χειρα αυτου κατα της Ιερουσαλημ, δια να απολεση αυτην, μετεμεληθη ο Κυριος περι του κακου, και ειπε προς τον αγγελον, οστις εκαμεν εν τω λαω την φθοραν, Αρκει ηδη? συρε την χειρα σου. Ητο δε ο αγγελος του Κυριου πλησιον του αλωνιου του Ορνα του Ιεβουσαιου.16 Коли ангел простягнув був руку на Єрусалим, щоб вигубити його, то Господь зглянувся на лихо та сказав ангелові, що вигублював люд: «Досить уже! Затримай твою руку.» Тоді ангел Господній був якраз на току Орни євусія.
17 Και ελαλησεν ο Δαβιδ προς τον Κυριον, οτε ειδε τον αγγελον τον θανατονοντα τον λαον, και ειπεν, Ιδου, εγω ημαρτον και εγω ηνομησα? ταυτα δε τα προβατα τι επραξαν; κατ' εμου λοιπον εστω η χειρ σου και κατα του οικου του πατρος μου.17 Коли побачив ангела, що вбивав народ, сказав Давид до Господа, мовлявши: «Дивись, це ж я згрішив, я провинився! Ці овечки — що вони зробили? Нехай твоя рука буде проти мене та проти дому батька мого!»
18 Και ηλθεν ο Γαδ την ημεραν εκεινην προς τον Δαβιδ και ειπε προς αυτον, Αναβα, στησον θυσιαστηριον εις τον Κυριον εν τω αλωνιω Ορνα του Ιεβουσαιου.18 І прийшов того дня до Давида Гад і каже до нього: «Іди, постав Господеві жертовник на току Орни євусія.»
19 Και ανεβη ο Δαβιδ κατα τον λογον του Γαδ, ως προσεταξεν ο Κυριος.19 І пішов Давид згідно з Гадовим словом, як велів був Господь.
20 Και ανεβλεψεν ο Ορνα και ειδε τον βασιλεα και τους δουλους αυτου ερχομενους προς αυτον? και εξηλθεν ο Ορνα και προσεκυνησε τον βασιλεα κατα προσωπον αυτου εως εδαφους.20 Коли побачив Орна, що цар із своїм двором простує до нього, вийшов Орна й уклонився цареві лицем до землі.
21 Και ειπεν ο Ορνα, Δια τι ηλθεν ο κυριος μου ο βασιλευς προς τον δουλον αυτου; Και ειπεν ο Δαβιδ, Δια να αγορασω το αλωνιον παρα σου, δια να οικοδομησω θυσιαστηριον εις τον Κυριον, και να σταθη η πληγη απο του λαου.21 І спитав Орна: «Для чого цар, мій пан, прийшов до свого слуги?» А Давид відповів: «Купити в тебе тік для побудови жертовника Господеві, щоб відійшла від народу пошесть.»
22 Και ειπεν ο Ορνα προς τον Δαβιδ, Ας λαβη ο κυριος μου ο βασιλευς και ας προσφερη εις θυσιαν ο, τι φαινεται αρεστον εις τους οφθαλμους αυτου? ιδου, οι βοες εις ολοκαυτωμα και τα αλωνικα εργαλεια και τα εργαλεια των βοων δια ξυλα.22 Орна ж каже до Давида: «Нехай цар мій пан, візьме й жертвує те, що добре в його очах! Ось і воли для всепалення, і вози та ярмо від волів на дрова.
23 Τα παντα εδωκεν ο Ορνα, ως βασιλευς, εις τον βασιλεα. Και ειπεν ο Ορνα προς τον βασιλεα, Κυριος ο Θεος σου να ευαρεστηθη εις σε.23 Все це Орна дає цареві.» Далі Орна каже до царя: «Нехай Господь, Бог твій, буде ласкавий до тебе.»
24 Και ειπεν ο βασιλευς προς τον Ορνα, Ουχι, αλλα θελω εξαπαντος αγορασει αυτο παρα σου δια αντιπληρωμης? διοτι δεν θελω προσφερει ολοκαυτωματα εις Κυριον τον Θεον μου δωρεαν. Και ηγορασεν ο Δαβιδ το αλωνιον και τους βοας δια πεντηκοντα σικλων αργυριου.24 Але цар відповів до Орни: «Ні, я таки хочу придбати його від тебе за гроші, я не можу принести Господеві, моєму Богові, всепалення, що мені нічого не коштує.» І купив Давид тік і волів за п’ятдесят срібних шеклів.
25 Και ωκοδομησεν ο Δαβιδ εκει θυσιαστηριον εις τον Κυριον, και προσεφερεν ολοκαυτωματα και ειρηνικας προσφορας. Και εξιλεωθη ο Κυριος προς την γην, και εσταθη η πληγη απο του Ισραηλ.25 І збудував там Давид жертовник Господеві та приніс всепалення й мирні жертви. І Господь змилосердився над краєм, і пошесть усунулась від Ізраїля.