1 (LA VOCE DI CRISTO)Io sono lo fiore del campo, e giglio delle valli. | 1 Εγω ειμαι το ανθος του Σαρων και το κρινον των κοιλαδων. |
2 Sì come è 'l giglio tra le spine, così l'amica mia tra le figliuole.(LA VOCE DELLA CHIESA) | 2 Καθως το κρινον μεταξυ των ακανθων, ουτως ειναι η αγαπητη μου μεταξυ των νεανιδων. |
3 Sì come il pomaro tra li àrbori delle selve, così è il diletto mio tra' figliuoli. Sotto l'ombra di colui, ch' io desiderai, sedei; e il frutto suo fu dolce allo gusto mio. | 3 Καθως η μηλεα μεταξυ των δενδρων του δασους, ουτως ειναι ο αγαπητος μου μεταξυ των νεανισκων? επεθυμησα την σκιαν αυτου και εκαθησα υπ' αυτην, και ο καρπος αυτου ητο γλυκυς εις τον ουρανισκον μου. |
4 Menommi il re nella cella sua vinaria; ordinoe in me caritade. | 4 Με εφερεν εις τον οικον του οινου, και η σημαια αυτου επ' εμε η αγαπη. |
5 Fornitemi di fiori ed empietemi le mani di pomi; però ch' io per amore languisco. | 5 Υποστηριξατε με με γλυκισματα δυναμωτικα, αναψυξατε με με μηλα? διοτι ειμαι τετρωμενη υπο αγαπης. |
6 La mano sua sinistra sotto il mio capo, e la destra sua mi abbracciò.(LA VOCE DI CRISTO) | 6 Η αριστερα αυτου ειναι υπο την κεφαλην μου, και η δεξια αυτου με εναγκαλιζεται. |
7 Io vi scongiuro, figliuole di Ierusalem, per le capre e per li cervi delli campi, che voi non isdormentiate, e che non facciate svegliare la mia diletta, infino ch' ella vuole.(LA VOCE DELLA CHIESA) | 7 Σας ορκιζω, θυγατερες Ιερουσαλημ, εις τας δορκαδας και εις τας ελαφους του αγρου, να μη εξεγειρητε μηδε να εξυπνησητε την αγαπην μου, εωσου θεληση. |
8 La voce del diletto mio; elli viene, saltando nelli monti, e trapassando li colli. | 8 Φωνη του αγαπητου μου Ιδου, αυτος ερχεται πηδων επι τα ορη, σκιρτων επι τους λοφους. |
9 Il mio diletto è simigliante alla cervietta e al cavriolo delli cervi; ecco, ch' elli sta dopo il parete nostro, guardando per le finestre, mirando per li cancelli. | 9 Ο αγαπητος μου ειναι ομοιος με δορκαδα η με σκυμνον ελαφου? ιδου, ισταται οπισθεν του τοιχου ημων, κυτταζει εξω δια των θυριδων, προκυπτει δια των δικτυωτων. |
10 Ecco l'amato mio, che mi favella: lèvati su tosto, amica mia, colomba mia, formosa mia, e vieni. | 10 Αποκρινεται ο αγαπητος μου και λεγει προς εμε, Σηκωθητι, αγαπητη μου, ωραια μου, και ελθε? |
11 Però ch' egli è già passato il verno, e la piova se n'andoe e partissi. | 11 Διοτι ιδου, ο χειμων παρηλθεν, η βροχη διεβη, απηλθε? |
12 Li fiori apparveno nella terra nostra, il tempo di podare è venuto; la voce della tortore è udita nella terra nostra. | 12 τα ανθη φαινονται εν τη γη? ο καιρος του ασματος εφθασε, και η φωνη της τρυγονος ηκουσθη εν τη γη ημων? |
13 Il fico mise li grossi suoi; le vigne fiorite diedono l'odore suo.(LA VOCE DI CRISTO)Lièvati su tosto, amica mia bella, e vieni. | 13 η συκη εξεφερε τους ολυνθους αυτης, και αι αμπελοι με τα ανθη της σταφυλης διαδιδουσιν ευωδιαν? σηκωθητι, αγαπητη μου, ωραια μου, και ελθε? |
14 Colomba mia, nelli forami delle pietre, nelle caverne delle chiusure, mostrami la faccia tua; suoni la voce tua nelli orecchi miei; la voce tua è dolce, e la faccia tua adorna.(LA VOCE CONTRA LE ÈRESE) | 14 Ω περιστερα μου, ητις εισαι εν ταις σχισμαις του βραχου, εν τοις αποκρυφοις των κρημνων, δειξον μοι την οψιν σου, καμε με να ακουσω την φωνην σου? διοτι η φωνη σου ειναι γλυκεια και η οψις σου ωραια. |
15 Pigliateci le picciole volpi, le quali ci guastano le vigne; però che fiorita è la nostra vigna.(LA VOCE DELLA CHIESA) | 15 Πιασατε εις ημας τας αλωπεκας, τας μικρας αλωπεκας, αιτινες αφανιζουσι τας αμπελους? διοτι αι αμπελοι ημων ανθουσιν. |
16 Il diletto mio è a me, e io sono a lui, che si pasce fra li gigli, | 16 Ο αγαπητος μου ειναι εις εμε και εγω εις αυτον? ποιμαινει μεταξυ των κρινων. |
17 insino che il die finisca, e l'ombre della notte dichinino. Ritorna, o diletto mio; sia simile alla cavrioletta e al cavriolo delli cervi su li monti di Beter. | 17 Εωσου πνευση η αυρα της ημερας και φυγωσιν αι σκιαι, επιστρεψον, αγαπητε μου? γινου ομοιος με δορκαδα η με σκυμνον ελαφου επι τα ορη τα διεσχισμενα. |