Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

Prima lettera a Timoteo (מכתב ראשון לטימותי) 11


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 אַחֲלַי תִּשְׂאוּ מְעַט אִוַּלְתִּי וְאַף־אָמְנָם תִּשָּׂאוּנִי1 Ειθε να υποφερητε ολιγον τι την αφροσυνην μου? αλλα και υποφερετε με.
2 כִּי מְקַנֵּא אֲנִי לָכֶם קִנְאַת אֱלֹהִים כִּי אֵרַשְׂתִּי אֶתְכֶם לְאִישׁ אֶחָד לְהַעֲמִיד אֶתְכֶם בְּתוּלָה טְהוֹרָה לִפְנֵי הַמָּשִׁיחַ2 Διοτι ειμαι ζηλοτυπος προς εσας κατα ζηλοτυπιαν Θεου? επειδη σας ηρραρωνισα με ενα ανδρα, δια να σας παραστησω παρθενον αγνην εις τον Χριστον.
3 אַךְ יָרֵא אָנֹכִי פֶּן כַּאֲשֶׁר הִשִּׁיא הַנָּחָשׁ בְּעָרְמָתוֹ אֶת־חַוָּה כֵּן תִּשְׂטֶינָה גַּם־מַחְשְׁבוֹתֵיכֶם מִן־הַתְּמִימוּת אֲשֶׁר עִם־הַמָּשִׁיחַ3 φοβουμαι ομως μηπως, καθως ο οφις εξηπατησε την Ευαν δια της πανουργιας αυτου, διαφθαρη ουτως ο νους σας, εκπεσων απο της απλοτητος της εις τον Χριστον.
4 כִּי אִם־יָבֹא הַבָּא וְהִגִּיד לָכֶם יֵשׁוּעַ אַחֵר אֲשֶׁר לֹא הִגַּדְנֻהוּ אוֹ אִם־תִּקְחוּ רוּחַ אַחֵר אֲשֶׁר לֹא־לְקַחְתֶּם אֹתוֹ אוֹ־בְשׂוֹרָה אַחֶרֶת אֲשֶׁר לֹא־קִבַּלְתֶּם אֹתָהּ כִּי עַתָּה הֵיטֵב תִּשָּׂאֻהוּ4 Διοτι εαν ο ερχομενος κηρυττη προς εσας αλλον Ιησουν, τον οποιον ημεις δεν εκηρυξαμεν, η λαμβανητε αλλο πνευμα, το οποιον δεν ελαβετε, η αλλο ευαγγελιον, το οποιον δεν εδεχθητε, καλως ηθελετε υποφερει αυτον.
5 אוּלָם אֶחֱשֹׁב אֲשֶׁר־אֵינֶנִּי נֹפֵל בִּמְאוּמָה מֵהַשְּׁלִיחִים הַגְּדוֹלִים כָּל־כָּךְ5 Αλλα στοχαζομαι οτι δεν ειμαι εις ουδεν κατωτερος των πρωτιστων αποστολων.
6 וְאַף אִם־בַּעַר אָנֹכִי בַּדִּבּוּר אֵינֶנִּי בַעַר בַּדָּעַת כִּי אִם־בַּכֹּל נִגְלִינוּ אֲלֵיכֶם בִּפְנֵי כָל־אָדָם6 Εαν δε και ημαι ιδιωτης κατα τον λογον, αλλ' ουχι κατα την γνωσιν, αλλ' εν παντι τροπω εφανερωθημεν κατα παντα εις εσας.
7 אוֹ הֶחָטֹא חָטָאתִי בְּהַשְׁפִּילִי אֶת־עַצְמִי לְמַעַן הַגְבִּיהֲכֶם כִּי־בִשַּׂרְתִּי אֶתְכֶם בְּלֹא־מְחִיר אֶת־בְּשׂוֹרַת הָאֱלֹהִים7 Η επραξα αμαρτιαν ταπεινονων εμαυτον δια να υψωθητε σεις, διοτι σας εκηρυξα δωρεαν το ευαγγελιον του Θεου;
8 קְהִלּוֹת אֲחֵרוֹת שַׁלּוֹתִי בְּקַחְתִּי מֵהֶן שָׂכָר לְמַעַן אֲשָׁרֶתְכֶם וּבִהְיוֹתִי עִמָּכֶם וָאֶחְסַר לֹא הֶלְאֵיתִי אָדָם8 Αλλας εκκλησιας εγυμνωσα λαβων τα αναγκαια δια την υπηρεσιαν σας,
9 כִּי אֶת־מַחְסוֹרִי מִלְאוּ הָאַחִים בְּבֹאָם מִמַּקְדּוֹנְיָא וּבְכָל־דָּבָר נִשְׁמַרְתִּי מִהְיוֹת לָכֶם לְמַשָּׂא וְגַם אֶשָּׁמֵר9 και οτε ημην παρων εις εσας και εστερηθην, δεν κατεβαρυνα ουδενα? διοτι την στερησιν μου προσανεπληρωσαν οι αδελφοι ελθοντες απο Μακεδονιας? και κατα παντα εφυλαξα εμαυτον και θελω φυλαξει αβαρη προς εσας.
10 בַּאֲמִתּוֹ שֶׁל־הַמָּשִׁיחַ אֲשֶׁר־בִּי מֵעִיד אֲנִי בָּכֶם כִּי תְּהִלָּתִי זֹאת לֹא־תִּכָּלֵא מִמֶּנִּי בִּגְלִילוֹת אֲכַיָּא10 Ειναι αληθεια του Χριστου εν εμοι οτι η καυχησις αυτη δεν θελει αποκλεισθη εις εμε εν τοις τοποις της Αχαιας.
11 עַל־מַה־זֶּה הַעַל אֲשֶׁר אֵינֶנִּי אֹהֵב אֶתְכֶם הָאֱלֹהִים יוֹדֵעַ11 Δια τι; διοτι δεν σας αγαπω; ο Θεος γινωσκει.
12 אֲבָל אֵת אֲשֶׁר אֲנִי עֹשֶׂה אוֹסִיף לַעֲשׂוֹת לְבִלְתִּי תֵת־מָקוֹם לַמְבַקְשִׁים עֲלִילָה לְמַעַן בְּמַה־שֶּׁיִּתְהַלְלוּ בוֹ יִמָּצְאוּ דּוֹמִים לָנוּ12 Ο, τι δε καμνω, τουτο και θελω καμνει, δια να εκκοψω την αφορμην των θελοντων αφορμην, ινα ευρεθωσιν εις εκεινο, δια το οποιον καυχωνται, τοιουτοι καθως και ημεις.
13 כִּי אֲנָשִׁים כָּאֵלֶּה שְׁלִיחֵי שֶׁקֶר הֵם פֹּעֲלֵי רְמִיָּה מִתְחַפְּשִׂים לִשְׁלִיחֵי הַמָּשִׁיחַ13 Διοτι οι τοιουτοι ειναι ψευδαποστολοι, εργαται δολιοι, μετασχηματιζομενοι εις αποστολους Χριστου.
14 וְאֵינֶנּוּ פֶּלֶא הֲלֹא הַשָּׂטָן גַּם־הוּא מִתְחַפֵּשׂ לְמַלְאַךְ הָאוֹר14 Και ουδεν θαυμαστον? διοτι αυτος ο Σατανας μετασχηματιζεται εις αγγελον φωτος.
15 לָכֵן אֵין־זֶה דָּבָר גָּדוֹל אִם גַּם־מְשָׁרְתָיו יִתְחַפְּשֹוּ לִמְשָׁרְתֵי הַצֶּדֶק אֲשֶׁר אַחֲרִיתָם תִּהְיֶה לְפִי מַעַלְלֵיהֶם15 Δεν ειναι λοιπον μεγα αν και οι διακονοι αυτου μετασχηματιζωνται εις διακονους δικαιοσυνης, των οποιων το τελος θελει εισθαι κατα τα εργα αυτων.
16 וְאָשׁוּב וְאֹמַר אַל־נָא יַחְשְׁבֵנִי אִישׁ לְסָכָל וְאִם־אַיִן אַף־כְּסָכָל קַבְּלוּנִי לְמַעַן אֶתְהַלֵּל מְעַט גַּם־אָנִי16 Παλιν λεγω, Μηδεις ας μη με στοχασθη οτι ειμαι αφρων? ει δε μη, δεχθητε με καν ως αφρονα, δια να καυχηθω και εγω ολιγον τι.
17 אֵת אֲשֶׁר אֲדַבֵּר לֹא לְפִי דֶּרֶךְ הָאָדוֹן אָנֹכִי מְדַבֵּר כִּי אִם־כְּמוֹ בְסִכְלוּת אָעֹז וָאֶתְהַלָּל17 Ο, τι λαλω, εις τουτο το θαρρος της καυχησεως, δεν λαλω κατα τον Κυριον, αλλ' ως αφρων.
18 רַבִּים מִתְהַלְלִים לְפִי הַבָּשָׂר לָכֵן אֶתְהַלֵּל אַף־אָנִי18 Επειδη πολλοι καυχωνται κατα την σαρκα, θελω καυχηθη και εγω.
19 כִּי־נֹשְׂאִים אַתֶּם בְּרָצוֹן אֶת־הַסְּכָלִים בִּהְיוֹתְכֶם חֲכָמִים19 Διοτι σεις ευχαριστως υποφερετε τους αφρονας, οντες φρονιμοι?
20 הֲלֹא תִשְׂאוּ אִם־יַעֲבִיד אֶתְכֶם אִישׁ אִם־יְבַלַּע אִם־יִלְכֹּד אֶתְכֶם אִם־יִתְנַשֵּׂא אִם־יַכֶּה אֶתְכֶם עַל־פְּנֵיכֶם20 επειδη υποφερετε, εαν τις σας καταδουλονη, εαν τις σας κατατρωγη, εαν τις λαμβανη τα υμων, εαν τις επαιρηται, εαν τις σας κτυπα εις το προσωπον.
21 לְחֶרְפָּתֵנוּ אָנֹכִי אֹמֵר זֹאת כְּאִלּוּ הָיִינוּ רָפִים אֲבָל בְּכָל־אֲשֶׁר יִרְהַב אִישׁ לְהִתְהַלֵּל בְּסִכְלוּת אֹמַר זֹאת אֶרְהַב גַּם־אָנֹכִי21 Κατα ατιμιαν λεγω, ως να ημεθα ημεις ασθενεις. Αλλ' εις ο, τι τολμα τις, αφρονως ομιλω, τολμω και εγω.
22 עִבְרִים הֵם כֵּן גַּם־אָנֹכִי יִשְׂרְאֵלִים הֵם כֵּן גַּם־אָנֹכִי זֶרַע אַבְרָהָם הֵם כֵּן גַּם־אָנֹכִי22 Εβραιοι ειναι; και εγω? Ισραηλιται ειναι; και εγω? σπερμα Αβρααμ ειναι; και εγω?
23 מְשָׁרְתֵי הַמָּשִׁיחַ הֵם כְּמִתְהוֹלֵל אֹמַר אָנֹכִי יוֹתֵר מֵהֶם יוֹתֵר בִּיגִיעוֹת יוֹתֵר לִמְאֹד בְּמַכּוֹת יוֹתֵר בְּמוֹסֵרוֹת וְרֹב פְּעָמִים בִּמְצוּקוֹת מָוֶת23 υπηρεται του Χριστου ειναι; παραφρονων λαλω, πλειοτερον εγω? εις κοπους περισσοτερον, εις πληγας καθ' υπερβολην, εις φυλακας περισσοτερον, εις θανατους πολλακις.
24 חָמֵשׁ פְּעָמִים סָפַגְתִּי בִּידֵי הַיְּהוּדִים אַרְבָּעִים חָסֵר אֶחָת24 υπο των Ιουδαιων πεντακις ελαβον πληγας τεσσαρακοντα παρα μιαν,
25 שָׁלשׁ פְּעָמִים יֻסַּרְתִּי בַשּׁוֹטִים פַּעַם אַחַת סֻקַּלְתִּי וְשָׁלשׁ פְּעָמִים נִשְׁבְּרָה־לִּי הַסְּפִינָה וָאֱהִי בִּמְצוּלוֹת יָם לַיְלָה וָיוֹם25 τρις ερραβδισθην, απαξ ελιθοβοληθην, τρις εναυαγησα, εν ημερονυκτιον εν τω βυθω εκαμον.
26 בְּמַסָּעוֹת רַבִּים בְּסַכְּנוֹת נְהָרוֹת בְּסַכְּנוֹת שֹׁדְדִים בְּסַכָּנוֹת מִצַּד בְּנֵי־עַמִּי בְּסַכָּנוֹת מִצַּד הַגּוֹיִם סַכָּנוֹת בָּעִיר סַכָּנוֹת בַּמִּדְבָּר סַכָּנוֹת בַּיָּם סַכָּנוֹת בְּתוֹךְ אֲחֵי שָׁקֶר26 εις οδοιποριας πολλακις, εις κινδυνους ποταμων, κινδυνους ληστων, κινδυνους εκ του γενους, κινδυνους εξ εθνων, κινδυνους εν πολει, κινδυνους εν ερημια, κινδυνους εν θαλασση, κινδυνους εν ψευδαδελφοις.
27 בְּעָמָל וּבִתְלָאָה בִּבְלִי־שֵׁנָה פְּעָמִים הַרְבֵּה בְּרָעָב וּבְצָמָא בְּצוֹמוֹת הַרְבֵּה בְּקֹר וּבְעֵירוֹם27 εν κοπω και μοχθω, εν αγρυπνιαις πολλακις, εν πεινη και διψη, εν νηστειαις πολλακις, εν ψυχει και γυμνοτητι?
28 מִלְּבַד שְׁאָר הַדְּבָרִים הַבָּאִים עָלַי יוֹם יוֹם וְהַדְּאָגָה לְכָל־הַקְּהִלּוֹת28 εκτος των εξωτερικων ο καθ' ημεραν επικειμενος εις εμε αγων, η μεριμνα πασων των εκκλησιων.
29 מִי יֶחֱלַשׁ וַאֲנִי לֹא אֶחֱלָשׁ מִי יִכָּשֵׁל וְלֹא יִבְעַר לִבִּי29 Τις ασθενει, και δεν ασθενω; τις σκανδαλιζεται, και εγω δεν φλεγομαι;
30 אִם־יֵשׁ לְהִתְהַלֵּל אֶתְהַלֵּל בְּחֻלְשָׁתִי30 Εαν πρεπη να καυχωμαι, θελω καυχηθη εις τα της ασθενειας μου.
31 הָאֱלֹהִים אֲבִי יֵשׁוּעַ הַמָּשִׁיחַ אֲדֹנֵינוּ הַמְבֹרָךְ לְעוֹלְמֵי עוֹלָמִים הוּא יֹדֵעַ כִּי לֹא אֲשַׁקֵּר31 Ο Θεος και Πατηρ του Κυριου ημων Ιησου Χριστου, ο ων ευλογητος εις τους αιωνας, γνωριζει οτι δεν ψευδομαι.
32 בְּדַמֶּשֶׂק שָׁמַר הַנִּצָּב שֶׁל־הַמֶּלֶךְ אֲרֵטַס אֶת־עִיר הַדַּמַּשְׂקִיִּים וַיְבַקֵּשׁ לְתָפְשֵׂנִי32 Εν Δαμασκω ο εθναρχης του βασιλεως Αρετα εφρουρει την πολιν των Δαμασκηνων, θελων να με πιαση,
33 וּבְעַד הַחַלּוֹן הוֹרִידוּ אֹתִי בְּסַל מֵעַל הַחוֹמָה וַאִמָּלֵט מִיָּדָיו33 και δια θυριδος απο του τειχους κατεβιβασθην εν κοφινω και εξεφυγον τας χειρας αυτου.