Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Seconda lettera ai Tessalonicesi (מכתב שני לסלוניקים) 11


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 לְכוּ בְּעִקְּבוֹתָי כַּאֲשֶׁר גַּם־אֲנִי הֹלֵךְ בְּעִקְּבוֹת הַמָּשִׁיחַ1 Μιμηται μου γινεσθε, καθως και εγω του Χριστου.
2 וְעַל־זֹאת אֲנִי מְשַׁבַּח אֶתְכֶם אֶחָי כִּי־זְכַרְתֶּם אֹתִי בַּכֹּל לִשְׁמֹר אֶת־הַקַּבָּלוֹת כַּאֲשֶׁר מָסַרְתִּי לָכֶם2 Σας επαινω δε, αδελφοι, οτι εις παντα με ενθυμεισθε, και κρατειτε τας παραδοσεις, καθως παρεδωκα εις εσας.
3 אַךְ חָפֵץ אָנֹכִי שֶׁתֵּדְעוּ כִּי־רֹאשׁ כָּל־אִישׁ הַמָּשִׁיחַ וְרֹאשׁ הָאִשָּׁה הָאִישׁ וְרֹאשׁ הַמָּשִׁיחַ הוּא הָאֱלֹהִים3 Θελω δε να εξευρητε, οτι η κεφαλη παντος ανδρος ειναι ο Χριστος, κεφαλη δε της γυναικος ο ανηρ, κεφαλη δε του Χριστου ο Θεος.
4 כָּל־אִישׁ אֲשֶׁר יִתְפַּלֵּל אוֹ יִתְנַבֵּא וְרֹאשׁוֹ מְכֻסֶּה מְבַזֶּה הוּא אֶת־רֹאשׁוֹ4 Πας ανηρ προσευχομενος η προφητευων, εαν εχη κεκαλυμμενην την κεφαλην, καταισχυνει την κεφαλην αυτου.
5 וְכָל־אִשָּׁה אֲשֶׁר תִּתְפַּלֵּל אוֹ תִתְנַבֵּא וְרֹאשָׁהּ פָרוּעַ מְבַזָּה הִיא אֶת־רֹאשָׁהּ יַעַן בָּזֶה הִיא כְּמוֹ מְגֻלָּחָה5 Πασα δε γυνη προσευχομενη η προφητευουσα με την κεφαλην ασκεπη καταισχυνει την κεφαλην εαυτης? διοτι εν και το αυτο ειναι με την εξυρισμενην.
6 כִּי הָאִשָּׁה אִם־לֹא תִתְכַּסֶּה גַּם תִּתְגַלָּח וְאִם־בִּזָּיוֹן הוּא לָאִשָּׁה לְהִכָּסֵם אוֹ לְהִתְגַּלֵּחַ תִּתְכַּסֶּה6 Επειδη αν δεν καλυπτηται η γυνη, ας κουρευση και τα μαλλια αυτης? αλλ' εαν ηναι αισχρον εις γυναικα να κουρευη τα μαλλια αυτης η να ξυριζηται, ας καλυπτηται.
7 וְהָאִישׁ אֵינֶנּוּ חַיָּב לְכַסּוֹת אֶת־רֹאשׁוֹ כִּי הוּא צֶלֶם אֱלֹהִים וּכְבוֹדוֹ אֲבָל הָאִשָּׁה הִיא כְּבוֹד הָאִישׁ7 Διοτι ο μεν ανηρ δεν χρεωστει να καλυπτη την κεφαλην αυτου, επειδη ειναι εικων και δοξα του Θεου? η δε γυνη ειναι δοξα του ανδρος.
8 כִּי אֵין־הָאִישׁ מִן־הָאִשָּׁה כִּי אִם־הָאִשָּׁה מִן־הָאִישׁ8 Διοτι ο ανηρ δεν ειναι εκ της γυναικος, αλλ' η γυνη εκ του ανδρος?
9 גַּם לֹא־נִבְרָא הָאִישׁ בַּעֲבוּר הָאִשָּׁה כִּי אִם־הָאִשָּׁה בַּעֲבוּר הָאִישׁ9 επειδη δεν εκτισθη ο ανηρ δια την γυναικα, αλλ' η γυνη δια τον ανδρα.
10 עַל־כֵּן הָאִשָּׁה חַיָּב לִהְיוֹת־לָהּ כִּסּוּי עַל־רֹאשָׁהּ בַּעֲבוּר הַמַּלְאָכִים10 Δια τουτο η γυνη χρεωστει να εχη εξουσιαν επι της κεφαλης αυτης δια τους αγγελους.
11 אֲבָל אֵין הָאִישׁ בְּלֹא אִשָּׁה וְאֵין הָאִשָּׁה בְּלֹא אִישׁ בָּאָדוֹן11 Πλην ουτε ο ανηρ χωρις της γυναικος ουτε η γυνη χωρις του ανδρος υπαρχει εν Κυριω.
12 כִּי כַּאֲשֶׁר הָאִשָּׁה מִן־הָאִישׁ כֵּן גַּם־הָאִישׁ עַל־יְדֵי הָאִשָּׁה וְכָל־זֹאת מֵאֱלֹהִים12 Διοτι καθως η γυνη ειναι εκ του ανδρος, ουτω και ο ανηρ ειναι δια της γυναικος, τα παντα δε εκ του Θεου.
13 שִׁפְטוּ־נָא בְנַפְשְׁכֶם הֲנָאֲוָה לְאִשָּׁה לְהִתְפַּלֵּל אֶל־הָאֱלֹהִים בְּגִלּוּי רֹאשׁ13 Κρινατε σεις καθ' εαυτους? ειναι πρεπον γυνη να προσευχηται εις τον Θεον ασκεπης;
14 אוֹ הֲלֹא גַם־הַטֶּבַע בְּעַצְמוֹ יְלַמֵּד אֶתְכֶם כִּי אִישׁ אֲשֶׁר יְגַדֵּל פֶּרַע שְׂעַר רֹאשׁוֹ חֶרְפָּה הִיא לוֹ14 Η ουδε αυτη η φυσις δεν σας διδασκει, οτι ανηρ μεν εαν εχη κομην ειναι εις αυτον ατιμια,
15 אֲבָל הָאִשָּׁה כִּי תְגַדֵּל שַׂעְרָהּ פְּאֵר הוּא לָהּ כִּי־נִתַּן לָהּ הַשֵּׂעָר לְצָנִיף15 γυνη δε εαν εχη κομην, ειναι δοξα εις αυτην; διοτι η κομη εδοθη εις αυτην αντι καλυμματος.
16 וְאִם־יַחְשֹׁב אִישׁ לְעַרְעֵר עָלֵינוּ אֵין לָנוּ מִנְהָג כָּזֶה וְלֹא לִקְהִלּוֹת הָאֱלֹהִים16 Εαν τις ομως φαινηται οτι ειναι φιλονεικος, ημεις τοιαυτην συνηθειαν δεν εχομεν, ουδε αι εκκλησιαι του Θεου.
17 וְהִנֵּה בְּצַוֹּתִי אֶת־זֹאת לֹא אוּכַל לְשַׁבֵּחַ אֶתְכֶם עַל־אֲשֶׁר תִּקָּהֲלוּ יַחַד לֹא לְהוֹעִיל כִּי אִם־לְרָעָה17 Ενω δε παραγγελλω τουτο, δεν επαινω οτι συνερχεσθε ουχι δια το καλητερον αλλα δια το χειροτερον.
18 כִּי בָרִאשׁוֹנָה שָׁמַעְתִּי שֶׁיֵּשׁ מַחֲלֹקוֹת בֵּינֵיכֶם כַּאֲשֶׁר תִּוָּעֲדוּ בַקָּהָל וּמִקְצָתוֹ אֲנִי מַאֲמִין18 Διοτι πρωτον μεν οταν συνερχησθε εις την εκκλησιαν, ακουω οτι υπαρχουσι σχισματα μεταξυ σας, και μερος τι πιστευω?
19 כִּי אַף־צְרִיכוֹת כִּתּוֹת לִהְיוֹת בֵּינֵיכֶם לְמַעַן יִוָּדְעוּ הַנֶּאֱמָנִים בָּכֶם19 διοτι ειναι αναγκη να υπαρχωσι και αιρεσεις μεταξυ σας, δια να γεινωσι φανεροι μεταξυ σας οι δοκιμοι.
20 וְעַתָּה כַּאֲשֶׁר תִּקָּהֲלוּ יָחַד אֵין־זֶה לֶאֱכֹל סְעוּדַת הָאָדוֹן20 Οταν λοιπον συνερχησθε επι το αυτο, τουτο δεν ειναι να φαγητε Κυριακον δειπνον?
21 כִּי כָל־אֶחָד מַקְדִּים לָקַחַת סְעוּדָתוֹ בְּעֵת הָאֲכִילָה וְזֶה יִרְעַב וְזֶה יִשְׁתַּכָּר21 διοτι εκαστος λαμβανει προ του αλλου το ιδιον εαυτου δειπνον εν τω καιρω του τρωγειν, και αλλος μεν πεινα, αλλος δε μεθυει.
22 הַאֵין לָכֶם בָּתִּים לֶאֱכֹל וְלִשְׁתּוֹת בָּהֶם אוֹ הֲתָבוּזוּ אֶת־קְהַל אֱלֹהִים וְתַכְלִימוּ אֶת־אֲשֶׁר אֵין־בְּיָדָם מְאוּמָה מָה אֹמַר לָכֶם הַעַל־זֹאת אֲשַׁבַּח אֶתְכֶם אֵינֶנִּי מְשַׁבֵּחַ22 Μη δεν εχετε οικιας δια να τρωγητε και να πινητε; η την εκκλησιαν του Θεου καταφρονειτε, και καταισχυνετε τους μη εχοντας; τι να σας ειπω; να σας επαινεσω εις τουτο; δεν σας επαινω.
23 כִּי־כֹה קִבַּלְתִּי אָנֹכִי מִן־הָאָדוֹן אֶת־אֲשֶׁר גַּם־מָסַרְתִּי לָכֶם כִּי הָאָדוֹן יֵשׁוּעַ בַּלַּיְלָה הַהוּא אֲשֶׁר־נִמְסַר בּוֹ לָקַח אֶת־הַלָּחֶם23 Διοτι εγω παρελαβον απο του Κυριου εκεινο, το οποιον και παρεδωκα εις εσας, οτι ο Κυριος Ιησους εν τη νυκτι καθ' ην παρεδιδετο ελαβεν αρτον,
24 וַיְבָרֶךְ וַיִּבְצַע וַיֹּאמַר קְחוּ אִכְלוּ זֶה גוּפִי הַנִּבְצָע בַּעַדְכֶם עֲשֹוּ־זֹאת לְזִכְרוֹנִי24 και ευχαριστησας εκοψε και ειπε? Λαβετε, φαγετε? τουτο ειναι το σωμα μου το υπερ υμων κλωμενον? τουτο καμνετε εις την αναμνησιν μου.
25 וְכֵן גַּם־אֶת־הַכּוֹס אַחַר הַסְּעוּדָה וַיֹּאמַר הַכּוֹס הַזֹּאת הִיא הַבְּרִית הַחֲדָשָׁה בְּדָמִי עֲשֹוּ־זֹאת לְזִכְרוֹנִי בְּכָל־עֵת שֶׁתִּשְׁתּוּ25 Ομοιως και το ποτηριον, αφου εδειπνησε, λεγων? Τουτο το ποτηριον ειναι η καινη διαθηκη εν τω αιματι μου? τουτο καμνετε, οσακις πινητε, εις την αναμνησιν μου.
26 כִּי בְכָל־עֵת שֶׁתֹּאכְלוּ אֶת־הַלֶּחֶם הַזֶּה וְתִשְׁתּוּ אֶת־הַכּוֹס הַזֹּאת הַזְכֵּר תַּזְכִּירוּ אֶת־מוֹת אֲדֹנֵינוּ עַד כִּי יָבוֹא26 Διοτι οσακις αν τρωγητε τον αρτον τουτον και πινητε το ποτηριον τουτο, τον θανατον του Κυριου καταγγελλετε, μεχρι της ελευσεως αυτου.
27 לָכֵן מִי שֶׁיֹּאכַל מִן־הַלֶּחֶם הַזֶּה אוֹ־יִשְׁתֶּה מִכּוֹס הָאָדוֹן שֶׁלֹּא כָרָאוּי יֶאְשַׁם לְגוּף אֲדֹנֵינוּ וּלְדָמוֹ27 Ωστε οστις τρωγη τον αρτον τουτον η πινη το ποτηριον του Κυριου αναξιως, ενοχος θελει εισθαι του σωματος και αιματος του Κυριου.
28 יִבְחַן הָאִישׁ אֶת־נַפְשׁוֹ וְאָז יֹאכַל מִן־הַלֶּחֶם וְיִשְׁתֶּה מִן־הַכּוֹס28 Ας δοκιμαζη δε εαυτον ο ανθρωπος, και ουτως ας τρωγη εκ του αρτου και ας πινη εκ του ποτηριου?
29 כִּי הָאֹכֵל וְהַשֹּׁתֶה שֶׁלֹּא כָרָאוּי אֹכֵל וְשֹׁתֶה דִּין לְנַפְשׁוֹ יַעַן אֲשֶׁר לֹא־הִפְלָה אֶת־גּוּף הָאָדוֹן29 διοτι ο τρωγων και πινων αναξιως τρωγει και πινει κατακρισιν εις εαυτον, μη διακρινων το σωμα του Κυριου.
30 בַּעֲבוּר זֹאת יֵשׁ־בָּכֶם חוֹלִים וְחַלָּשִׁים רַבִּים וְהַרְבֵּה יָשְׁנוּ הַמָּוֶת30 Δια τουτο υπαρχουσι μεταξυ σας πολλοι ασθενεις και αρρωστοι, και αποθνησκουσιν ικανοι.
31 כִּי אִם־נִבְחַן אֶת־נַפְשֵׁנוּ לֹא נִהְיֶה נְדוֹנִים31 Διοτι εαν διεκρινομεν εαυτους, δεν ηθελομεν κρινεσθαι?
32 וְכַאֲשֶׁר נִדּוֹן נִוָּסֵר עַל־יַד הָאָדוֹן לְמַעַן לֹא נְחֻיַּב עִם־הָעוֹלָם32 αλλ' οταν κρινωμεθα, παιδευομεθα υπο του Κυριου, δια να μη κατακριθωμεν μετα του κοσμου.
33 עַל־כֵּן אַחַי בְּהִקָּהֶלְכֶם יַחַד לֶאֱכֹל תְּחַכּוּ אִישׁ אֶל־רֵעֵהוּ33 Ωστε αδελφοι μου, οταν συνερχησθε δια να φαγητε, περιμενετε αλληλους?
34 וְכִי־יִרְעַב אִישׁ יֹאכַל בְּבֵיתוֹ פֶּן־תִּקָּהֲלוּ לְאַשְׁמָה וְיֶתֶר הַדְּבָרִים אֲתַקֵּן בְּבֹאִי34 εαν δε τις πεινα, ας τρωγη εν τη οικια αυτου, δια να μη συνερχησθε προς κατακρισιν. Τα δε λοιπα, οταν ελθω, θελω διαταξει.