Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Lettera ai Colossesi - מכתב לקולוסים 26


font
STUTTGARTENSIA-DELITZSCHGREEK BIBLE
1 וַיֹּאמֶר אַגְרִפַּס אֶל־פּוֹלוֹס נִתַּן־לְךָ לְדַבֵּר בְּעַד נַפְשֶׁךָ אָז יִצְטַדֵּק פּוֹלוֹס וַיּוֹשֶׁט אֶת־יָדוֹ וַיֹּאמַר1 Ο δε Αγριππας ειπε προς τον Παυλον. Εχεις την αδειαν να ομιλησης υπερ σεαυτου. Τοτε ο Παυλος εκτεινας την χειρα, απελογειτο?
2 מְאֻשָּׁר אֲנִי בְּנַפְשִׁי הַמֶּלֶךְ אַגְרִפַּס כִּי לְפָנֶיךָ אֶצְטַדֵּק הַיּוֹם עַל־כֹּל אֲשֶׁר־שׂטְנִים אֹתִי הַיְּהוּדִים2 Μακαριον νομιζω εμαυτον, βασιλευ Αγριππα, μελλων να απολογηθω ενωπιον σου σημερον περι παντων εις οσα εγκαλουμαι υπο των Ιουδαιων,
3 כִּי אַתָּה יֹדֵעַ הֵיטֵב כָּל־הַמִּנְהָגִים וְהַשְּׁאֵלוֹת אֲשֶׁר בֵּין הַיְּהוּדִים וְעַל־כֵּן אֶשְׁאֲלָה מֵאִתְּךָ לִשְׁמֹעַ אֹתִי כְּאֹרֶךְ רוּחֶךָ3 μαλιστα επειδη γνωριζεις παντα τα παρα τοις Ιουδαιοις εθιμα και ζητηματα? οθεν δεομαι σου να με ακουσης μετα μακροθυμιας.
4 הִנֵּה אֶת־דַּרְכִּי מִנְּעוּרַי אֲשֶׁר הִתְהַלַּכְתִּי־בָהּ מֵאָז בְּתוֹךְ עַמִּי וּבִירוּשָׁלָיִם יֹדְעִים אוֹתָהּ כָּל־הַיְּהוּדִים4 Την εκ νεοτητος λοιπον ζωην μου, την οποιαν απ' αρχης εζησα μεταξυ του εθνους μου εν Ιεροσολυμοις, εξευρουσι παντες οι Ιουδαιοι,
5 כִּי מִיָּמִים רִאשׁוֹנִים יְדָעוּנִי אִם־יִרְצוּ לְהָעִיד כִּי כְפָרוּשׁ הִתְנַהַגְתִּי עַל־פִּי הַכַּת הַמַּקְפֶּדֶת בְּיוֹתֵר בַּעֲבוֹדָתֵנוּ5 επειδη με γνωριζουσιν εξ αρχης, εαν θελωσι να μαρτυρησωσιν, οτι κατα την ακριβεστατην αιρεσιν της θρησκειας ημων εζησα Φαρισαιος.
6 וְעַתָּה אֲנִי עֹמֵד לְהִשָּׁפֵט עַל־תִּקְוַת הַהַבְטָחָה אֲשֶׁר הִבְטִיחָהּ הָאֱלֹהִים אֶת־אֲבוֹתֵינוּ6 Και τωρα παρισταμαι κρινομενος δια την ελπιδα της επαγγελιας της γενομενης υπο του Θεου προς τους πατερας ημων,
7 וַאֲשֶׁר שְׁנֵים עָשָׂר שְׁבָטֵינוּ מְיַחֲלִים לְהַגִּיעַ לָהּ בְּעָבְדָם אֶת־יְהוָֹה תָּמִיד יוֹמָם וָלָיְלָה עַל־דְּבַר הַתִּקְוָה הַזֹּאת אַגְרִפַּס הַמֶּלֶךְ שׂטְנִים אוֹתִי הַיְּהוּדִים7 εις την οποιαν το δωδεκαφυλον ημων γενος, λατρευον εκτενως τον Θεον νυκτα και ημεραν, ελπιζει να καταντηση? περι ταυτης της ελπιδος εγκαλουμαι, βασιλευ Αγριππα, υπο των Ιουδαιων.
8 מַדּוּעַ יִפָּלֵא בְעֵינֵיכֶם כִּי הָאֱלֹהִים יְחַיֶּה מֵתִים8 Τι απιστευτον κρινεται εις εσας, οτι ο Θεος ανιστα νεκρους;
9 הֵן לְפָנִים אֲנִי חָשַׁבְתִּי צְדָקָה לִצְרֹר אֶת־שֵׁם יֵשׁוּעַ הַנָּצְרִי עַד־מְאֹד9 Εγω μεν εστοχασθην κατ' εμαυτον οτι επρεπε να πραξω πολλα εναντια εις το ονομα του Ιησου του Ναζωραιου?
10 כַּאֲשֶׁר עָשִׂיתִי בִירוּשָׁלָיִם וְגַם־קְדוֹשִׁים רַבִּים אֲנִי הִסְגַּרְתִּי לְבָתֵּי כְלָאִים בָּרִשְׁיוֹן אֲשֶׁר קִבַּלְתִּי מֵאֵת הַכֹּהֲנִים הַגְּדוֹלִים וּכְשֶׁנֶּהֶרְגוּ הִסְכָּמְתִּי10 το οποιον και επραξα εν Ιεροσολυμοις, και πολλους των αγιων εγω κατεκλεισα εις φυλακας, λαβων την εξουσιαν παρα των αρχιερεων, και οτε εφονευοντο εδωκα ψηφον κατ' αυτων.
11 וּבְכָל־בָּתֵּי הַכְּנֵסִיּוֹת יִסַּרְתִּי אֹתָם פְּעָמִים רַבּוֹת וַאֲנַסְתִּים לְגַדֵּף וָאֶתְהוֹלְלָה בָּם עַד־מְאֹד וָאֶרְדְּפֵם עַד־לֶעָרִים אֲשֶׁר חוּצָה לָאָרֶץ11 Και εν πασαις ταις συναγωγαις πολλακις τιμωρων αυτους ηναγκαζον να βλασφημωσι, και καθ' υπερβολην μαινομενος εναντιον αυτων κατεδιωκον εως και εις τας εξω πολεις.
12 וַיְהִי בְּלֶכְתִּי עַל־זֹאת לְדַמָּשֶׂק בְּרִשְׁיוֹן הַכֹּהֲנִים הַגְּדוֹלִים וּבְמִצְוָתָם12 Εν τουτοις δε, οτε ηρχομην εις την Δαμασκον μετ' εξουσιας και επιτροπης της παρα των αρχιερεων,
13 וְהִנֵּה אֲדֹנִי הַמֶּלֶךְ בַּצָּהֳרַיִם בַּדֶּרֶךְ רָאִיתִי אוֹר צַח מִזֹּהַר הַשָּׁמֶשׁ אֲשֶׁר מִשָּׁמַיִם נָגַהּ עָלַי מִסָּבִיב וְעַל הַהֹלְכִים אִתִּי13 εν τω μεσω της ημερας ειδον καθ' οδον, βασιλευ, φως ουρανοθεν υπερβαινον την λαμπροτητα του ηλιου, το οποιον ελαμψε περι εμε και τους οδοιπορουντας μετ' εμου?
14 וַנִפֹּל כֻּלָּנוּ אָרְצָה וָאֶשְׁמַע קוֹל מִדַּבֵּר אֵלַי בְּלָשׁוֹן עִבְרִית לֵאמֹר שָׁאוּל שָׁאוּל לָמָּה תִרְדְּפֵנִי קָשֶׁה לְךָ לִבְעֹט בַּדָּרְבֹנוֹת14 και ενω κατεπεσομεν παντες εις την γην, ηκουσα φωνην λαλουσαν προς με και λεγουσαν εις την Εβραικην διαλεκτον? Σαουλ Σαουλ, τι με διωκεις; σκληρον σοι ειναι να λακτιζης προς κεντρα.
15 וָאֹמַר מִי אַתָּה אֲדֹנִי וַיֹּאמֶר אָנֹכִי יֵשׁוּעַ אֲשֶׁר אַתָּה רֹדֵף15 Εγω δε ειπον? Τις εισαι, Κυριε; Και εκεινος ειπεν? Εγω ειμαι ο Ιησους, τον οποιον συ διωκεις.
16 אֲבָל קוּם וַעֲמֹד עַל־רַגְלֶיךָ כִּי לְבַעֲבוּר זֹאת נִרְאֵיתִי אֵלֶיךָ לִבְחָר־בְּךָ לִמְשָׁרֵת וּלְעֵד עַל־אֲשֶׁר רָאִיתָ וְעַל־אֲשֶׁר אַרְאֶךָּ16 Αλλα σηκωθητι και στηθι επι τους ποδας σου? επειδη δια τουτο εφανην εις σε, δια να σε καταστησω υπηρετην και μαρτυρα και οσων ειδες και περι οσων θελω φανερωθη εις σε,
17 בְּהַצִּילִי אוֹתְךָ מִן־הָעָם וּמִן־הַגּוֹיִם אֲשֶׁר אֶשְׁלָחֲךָ עַתָּה אֲלֵיהֶם17 εκλεγων σε εκ του λαου και των εθνων, εις τα οποια τωρα σε αποστελλω
18 לִפְקֹחַ אֶת־עֵינֵיהֶם לְמַעַן יָשׁוּבוּ מֵחשֶׁךְ לְאוֹר וּמִיַּד הַשָּׂטָן אֶל־הָאֱלֹהִים וְיִמְצְאוּ בֶּאֱמוּנָתָם בִּי אֶת־סְלִיחַת הַחֲטָאִים וְאֶת־הַנַּחֲלָה בְּתוֹךְ הַמְקֻדָּשִׁים18 δια να ανοιξης τους οφθαλμους αυτων, ωστε να επιστρεψωσιν απο του σκοτους εις το φως και απο της εξουσιας του Σατανα προς τον Θεον, δια να λαβωσιν αφεσιν αμαρτιων και κληρονομιαν μεταξυ των ηγιασμενων δια της εις εμε πιστεως.
19 עַל־כֵּן הַמֶּלֶךְ אַגְרִפַּס לֹא הִמְרֵיתִי אֶת־הַמַּרְאֶה אֲשֶׁר רָאִיתִי מִן־הַשָּׁמָיִם19 Οθεν, βασιλευ Αγριππα, δεν εγεινα απειθης εις την ουρανιον οπτασιαν,
20 כִּי אִם־קָרָאתִי רִאשׁוֹנָה לְישְׁבֵי דַּמֶּשֶׂק וִירוּשָׁלַיִם וּבְכָל־אֶרֶץ יְהוּדָה וְגַם לַגּוֹיִם כִּי יִנָּחֲמוּ וְיָשׁוּבוּ אֶל־הָאֱלֹהִים וְיַעֲשֹוּ מַעֲשִׂים רְאוּיִם לִתְשׁוּבָה20 αλλ' εκηρυττον πρωτον εις τους εν Δαμασκω και Ιεροσολυμοις και εις πασαν την γην της Ιουδαιας, και επειτα εις τα εθνη, να μετανοωσι και να επιστρεφωσιν εις τον Θεον, πραττοντες εργα αξια της μετανοιας.
21 וּבִגְלַל הַדָּבָר הַזֶּה תָּפְשֹוּ אֹתִי הַיְּהוּדִים בַּמִּקְדָּשׁ וַיְבַקְשׁוּ לַהֲמִיתֵנִי21 Δια ταυτα οι Ιουδαιοι συλλαβοντες με εν τω ιερω, επεχειρουν να με φονευσωσιν.
22 וְהָאֱלֹהִים הָיָה בְעֶזְרִי וְעַד־הַיּוֹם הַזֶּה עֹמֵד אֲנִי וּמֵעִיד לִפְנֵי קָטֹן וְגָדוֹל וְאֵינֶנִּי מְדַבֵּר דָּבָר זוּלָתִי אֲשֶׁר דִּבְּרוּ הַנְּבִיאִים וּמשֶׁה כִּי־עֲתִידוֹת הֵנָּה לִהְיוֹת22 Αξιωθεις ομως της βοηθειας της παρα του Θεου, ισταμαι εως της ημερας ταυτης μαρτυρων προς μικρον τε και μεγαλον, μη λεγων μηδεν εκτος των οσα ελαλησαν οι προφηται και ο Μωυσης οτι εμελλον να γεινωσιν,
23 כִּי־הַמָּשִׁיחַ מְעֻנֶּה הוּא וְכִי רִאשׁוֹן הוּא לַקָּמִים מִן־הַמֵּתִים לְהָפִיץ אוֹר בָּעָם וּבַגּוֹיִם23 οτι ο Χριστος εμελλε να παθη, οτι πρωτος αναστας εκ νεκρων μελλει να κηρυξη φως εις τον λαον και εις τα εθνη.
24 וַיְהִי הוּא מִצְטַדֵּק כָּזֹאת וַיַּעַן פֶסְטוֹס בְּקוֹל גָּדוֹל לֵאמֹר הִנְּךָ מִשְׁתַּגֵּעַ פּוֹלוֹס רֹב הַלִּמּוּד הֱבִיאֲךָ לִידֵי שִׁגָּעוֹן24 Ενω δε αυτος απελογειτο ταυτα, ο Φηστος ειπε με μεγαλην φωνην? Μαινεσαι, Παυλε, τα πολλα γραμματα σε καταφερουσιν εις μανιαν.
25 וַיֹּאמֶר פּוֹלוֹס אֵינֶנִּי מְשֻׁגָּע פֶסְטוֹס הָאַדִּיר כִּי אִם־דִּבְרֵי אֱמֶת וָטַעַם אַבִּיעַ25 Ο δε, Δεν μαινομαι, ειπε, κρατιστε Φηστε, αλλα προφερω λογους αληθειας και νοος υγιαινοντος.
26 כִּי הַמֶּלֶךְ יוֹדֵעַ אֶת־אֵלֶּה וְעַל־זֹאת גַּם־בְּבִטָּחוֹן אֲנִי מְדַבֵּר אֵלָיו יַעַן אֲשֶׁר לֹא־אַאֲמִין כִּי־נֶעְלָם מִמֶּנּוּ דָּבָר מִן־הַדְּבָרִים הָאֵלֶּה כִּי לֹא־בְקֶרֶן זָוִית נֶעֶשְׂתָה זֹאת26 Διοτι εχει γνωσιν περι τουτων ο βασιλευς, προς τον οποιον και λαλω μετα παρρησιας? επειδη ειμαι πεπεισμενος οτι δεν λανθανει αυτον ουδεν τουτων, διοτι τουτο δεν ειναι πεπραγμενον εν γωνια.
27 הַמֶּלֶךְ אַגְרִפַּס הֲמַאֲמִין אַתָּה בַּנְּבִיאִים יָדַעְתִּי כִּי מַאֲמִין אָתָּה27 Πιστευεις, βασιλευ Αγριππα, εις τους προφητας; εξευρω οτι πιστευεις.
28 וַיֹּאמֶר אַגְרִפַּס אֶל־פּוֹלוֹס עוֹד מְעַט וּפִתִּיתַנִי לִהְיוֹת נָצְרִי28 Και ο Αγριππας ειπε προς τον Παυλον? Παρ' ολιγον με πειθεις να γεινω Χριστιανος.
29 וַיֹּאמֶר פּוֹלוֹס אֲבַקְשָׁה מֵאֱלֹהִים אֲשֶׁר אִם־בִּמְעַט וְאִם־בְּהַרְבֵּה לֹא אַתָּה לְבַדְּךָ כִּי־גַם כָּל־הַשֹּׁמְעִים אוֹתִי יִהְיוּ כָמוֹנִי זוּלָתִי הַמּוֹסֵרוֹת הָאֵלֶּה29 Και ο Παυλος ειπεν? Ηθελον ευχεσθαι προς τον Θεον, ουχι μονον συ, αλλα και παντες οι σημερον ακουοντες με, να γεινωσι και παρ' ολιγον και παρα πολυ τοιουτοι οποιος και εγω ειμαι, παρεκτος των δεσμων τουτων.
30 וַיְהִי בְּדַבְּרוֹ הַדָּבָר הַזֶּה וַיָּקָם הַמֶּלֶךְ וְהַנְּצִיב וּבֶרְנִיקָה וְהַיּשְׁבִים אִתָּם30 Και αφου αυτος ειπε ταυτα, εσηκωθη ο βασιλευς και ο ηγεμων και η Βερνικη και οι συγκαθημενοι μετ' αυτων,
31 וַיָּסוּרוּ הַחַדְרָה וַיְדַבְּרוּ אִישׁ אֶל־רֵעֵהוּ לֵאמֹר הָאִישׁ הַזֶּה לֹא־עָשָׂה דָבָר אֲשֶׁר יִהְיֶה עָלָיו חַיַּב מִיתָה אוֹ מוֹסֵרוֹת31 και αναχωρησαντες ελαλουν προς αλληλους, λεγοντες οτι ουδεν αξιον θανατου η δεσμων πραττει ο ανθρωπος ουτος.
32 וַיֹּאמֶר אַגְרִפַּס אֶל־פֶסְטוֹס הָאִישׁ הַזֶּה יוּכַל לְהִפָּטֵר לוּלֵא קָרָא אֶת־הַקֵּיסַר לְדִינוֹ32 Ο δε Αγριππας ειπε προς τον Φηστον? Ο ανθρωπος ουτος ηδυνατο να απολυθη, εαν δεν ειχεν επικαλεσθη τον Καισαρα.