Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

Geremia 1


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Parole di Geremia, figlio di Elcia, dei sacerdoti che furono in Anatot nella terra di Beniamino.1 Οι λογοι του Ιερεμιου υιου του Χελκιου, εκ των ιερεων των εν Αναθωθ εν γη Βενιαμιν?
2 Parola di Dio che gli fu comunicata ai giorni di Josia, figlio di Amon, re di Giuda, l'anno decimoterzo del suo regno;2 προς τον οποιον εγεινε λογος Κυριου εν ταις ημεραις του Ιωσιου υιου του Αμων βασιλεως Ιουδα, κατα το δεκατον τριτον ετος της βασιλειας αυτου.
3 e fu, ai giorni di Joachim, figlio di Josia, re di Giuda, fino al termine dell'undecimo anno di Sedecia, figlio di Josia, re di Giuda, fino alla trasmigrazione di Gerusalemme, nel mese quinto.3 Εγεινε και εν ταις ημεραις του Ιωακειμ, υιου του Ιωσιου βασιλεως Ιουδα, μεχρι του τελους του ενδεκατου ετους του Σεδεκιου, υιου του Ιωσιου βασιλεως Ιουδα, μεχρι της αιχμαλωσιας της Ιερουσαλημ, κατα τον πεμπτον μηνα.
4 E il Signore mi comunicò la sua parola dicendo:4 Και λογος Κυριου εγεινε προς εμε λεγων,
5 «Prima che io ti formassi nel ventre io ti conobbi e avanti che tu uscissi alla luce ti santificai, e ti diedi profeta alle genti».5 Πριν σε μορφωσω εν τη κοιλια, σε εγνωρισα? και πριν εξελθης εκ της μητρας, σε ηγιασα? προφητην εις τα εθνη σε κατεστησα.
6 Ed io dissi: «Ah, ah, ah, Signore Dio, ecco ch'io non so parlare, perchè sono un giovincello».6 Και εγω ειπα, Ω, Κυριε Θεε, ιδου, δεν εξευρω να λαλησω διοτι ειμαι παιδιον.
7 E il Signore mi disse: «Non dire: - Sono un giovincello - perchè andrai a fare tutto quello per cui ti manderò, e tutto quello che ti ordinerò tu dirai.7 Ο δε Κυριος ειπε προς εμε, Μη λεγε, ειμαι παιδιον? διοτι θελεις υπαγει προς παντας, προς τους οποιους θελω σε εξαποστειλει? και παντα οσα σε προσταξω, θελεις ειπει.
8 Non temere dinanzi ad essi, perchè io sono con te, per scamparti», dice il Signore.8 Μη φοβηθης απο προσωπου αυτων? διοτι εγω ειμαι μετα σου δια να σε ελευθερονω, λεγει Κυριος.
9 E il Signore stese la sua mano e mi toccò la bocca, e il Signore mi disse: «Ecco che ho messo le mie parole nella tua bocca.9 Και εξετεινε Κυριος την χειρα αυτου και ηγγισε το στομα μου? και ειπε Κυριος προς εμε, Ιδου, εθεσα τους λογους μου εν τω στοματι σου.
10 Ecco, ti ho stabilito sopra le genti e sopra i regni, per svellere e distruggere e disperdere e dissipare, e per edificare e piantare».10 Ιδε, σε κατεστησα σημερον επι τα εθνη και επι τας βασιλειας, δια να εκριζονης και να κατασκαπτης και να καταστρεφης και να κατεδαφιζης, να ανοικοδομης και να καταφυτευης.
11 E il Signore mi comunicò la sua parola dicendomi: «Geremia che cosa vedi?». Ed io dissi: «Una verga vigilante io vedo».11 Λογος Κυριου εγεινεν ετι προς εμε λεγων, Τι βλεπεις συ, Ιερεμια; Και ειπα, Βλεπω βακτηριαν αμυγδαλινην.
12 E il Signore mi disse: «Hai visto bene, perchè io vigilerò sulla mia parola per metterla in esecuzione».12 Και ειπε Κυριος προς εμε, Καλως ειδες? διοτι εγω θελω ταχυνει να εκπληρωσω τον λογον μου.
13 E il Signore mi comunicò la sua parola, per la seconda volta, dicendomi: «Che cosa vedi?». E dissi: «Vedo una caldaia bollente, che si affaccia dalla parte di settentrione».13 Και εγεινε λογος Κυριου προς εμε εκ δευτερου λεγων, Τι βλεπεις συ; Και ειπα, Βλεπω λεβητα αναβραζοντα? και το προσωπον αυτου ειναι προς βορραν.
14 E il Signore mi disse: «Dal settentrione si riverserà il male sopra tutti gli abitatori della terra!14 Και ειπε Κυριος προς εμε, Απο βορρα θελει εκχυθη το κακον επι παντας τους κατοικους της γης.
15 Perchè ecco che io convocherò tutte le stirpi dei regni del settentrione, dice il Signore, e verranno e ognuna di esse collocherà la sua sede all'ingresso delle porte di Gerusalemme e rimpetto alle sue mura in giro, e di fronte a tutte le città di Giuda.15 Διοτι ιδου, εγω θελω καλεσει πασας τας οικογενειας των βασιλειων του βορρα, λεγει Κυριος? και θελουσιν ελθει και θελουσι θεσει εκαστος τον θρονον αυτου εν τη εισοδω των πυλων της Ιερουσαλημ και επι παντα τα τειχη αυτης κυκλω και επι πασας τας πολεις του Ιουδα.
16 E pronunzierò il mio giudizio di condanna contro tutta la malvagità di quelli che hanno abbandonato me per fare libazioni agli dèi stranieri e che hanno adorato l'opera delle loro mani.16 Και θελω προφερει τας κρισεις μου εναντιον αυτων περι πασης της κακιας αυτων? διοτι με εγκατελιπον και εθυμιασαν εις θεους αλλοτριους και προσεκυνησαν τα εργα των χειρων αυτων.
17 Tu dunque accingiti, sorgi e parla a costoro tutto quello che io ti comando. Non temere dinanzi a essi, perchè io non permetterò che dinanzi ad essi tu abbia paura.17 Συ λοιπον περιζωσον την οσφυν σου και σηκωθητι και ειπε προς αυτους παντα οσα εγω σε προσταξω? μη φοβηθης απο προσωπου αυτων, μηποτε ταχα σε αφησω να πεσης εις αμηχανιαν εμπροσθεν αυτων.
18 Giacchè io oggi ti renderò come una città forte e una colonna di ferro e una muraglia di bronzo a tutta la terra e ai re di Giuda e ai suoi principi e ai sacerdoti e al popolo della terra.18 Διοτι, ιδου, εγω σε εθεσα σημερον ως πολιν οχυραν και ως στηλην σιδηραν και ως τειχη χαλκινα εναντιον πασης της γης, εναντιον των βασιλεων του Ιουδα, εναντιον των αρχοντων αυτου, εναντιον των ιερεων αυτου και εναντιον του λαου της γης?
19 Ed essi combatteranno contro di te, ma non la vinceranno, perchè io sono con te, dice il Signore, per liberarti».19 και θελουσι σε πολεμησει αλλα δεν θελουσιν υπερισχυσει εναντιον σου? διοτι εγω ειμαι μετα σου δια να σε ελευθερονω, λεγει Κυριος.