Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

Isaia 59


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Ecce non est abbreviata manus Domini,
ut salvare nequeat,
neque aggravata est auris eius,
ut non exaudiat;
1 Ιδου, η χειρ του Κυριου δεν εσμικρυνθη, ωστε να μη δυναται να σωση, ουδε το ωτιον αυτου εβαρυνεν, ωστε να μη δυναται να ακουση?
2 sed iniquitates vestrae diviserunt
inter vos et Deum vestrum,
et peccata vestra absconderunt faciem eius
a vobis, ne exaudiret.
2 αλλ' αι ανομιαι σας εβαλον χωρισματα μεταξυ υμων και του Θεου υμων, και αι αμαρτιαι σας εκρυψαν το προσωπον αυτου απο σας, δια να μη ακουη.
3 Manus enim vestrae pollutae sunt sanguine,
et digiti vestri iniquitate;
labia vestra locuta sunt mendacium,
et lingua vestra iniquitatem fatur.
3 Διοτι αι χειρες σας ειναι μεμολυσμεναι απο αιματος και οι δακτυλοι σας απο ανομιας? τα χειλη σας ελαλησαν ψευδη? η γλωσσα σας εμελετησε κακιαν.
4 Non est qui invocet iustitiam,
neque est qui iudicet vere;
confidunt in nihilo et loquuntur vanitates:
conceperunt laborem et pepererunt iniquitatem.
4 Ουδεις εκζητει την δικαιοσυνην ουδε κρινει εν αληθεια? θαρρουσιν επι την ματαιοτητα και λαλουσι ψευδη? συλλαμβανουσι κακιαν και γεννωσιν ανομιαν.
5 Ova aspidum rumpunt
et telas araneae texunt;
qui comederit de ovis eorum, morietur,
et, quod fractum est, erumpet in regulum.
5 Βασιλισκου ωα επωαζουσι και ιστον αραχνης υφαινουσιν? οστις φαγη εκ των ωων αυτων, αποθνησκει? και αν σπασης κανεν, εξερχεται εχιδνα.
6 Telae eorum non erunt in vestimentum,
neque operientur operibus suis;
opera eorum opera iniquitatis,
et facinora violentiae in manibus eorum.
6 Τα πανια αυτων δεν θελουσι χρησιμευσει εις ενδυματα, ουδε θελουσιν ενδυθη απο των εργων αυτων? τα εργα αυτων ειναι εργα ανομιας, και το εργον της βιας ειναι εν ταις χερσιν αυτων.
7 Pedes eorum ad malum currunt
et festinant, ut effundant sanguinem innocentem;
cogitationes eorum cogitationes iniquitatis,
vastitas et contritio in viis eorum.
7 Οι ποδες αυτων τρεχουσι προς το κακον και σπευδουσι να χυσωσιν αιμα αθωον? οι διαλογισμοι αυτων ειναι διαλογισμοι ανομιας? ερημωσις και καταστροφη ειναι εν ταις οδοις αυτων.
8 Viam pacis nescierunt,
et non est iudicium in gressibus eorum;
semitae eorum incurvatae sunt eis:
omnis, qui calcat in eis, ignorat pacem.
8 Την οδον της ειρηνης δεν γνωριζουσι? και δεν ειναι κρισις εις τα βηματα αυτων? αυτοι εις εαυτους διεστρεψαν τας οδους αυτων? πας ο περιπατων εν αυταις δεν γνωριζει ειρηνην.
9 Propter hoc elongatum est iudicium a nobis,
et non apprehendit nos iustitia;
exspectamus lucem, et ecce tenebrae,
splendorem, et in caligine ambulamus.
9 Δια τουτο η κρισις ειναι μακραν αφ' ημων και η δικαιοσυνη δεν μας φθανει? προσμενομεν φως και ιδου, σκοτος? λαμψιν, και περιπατουμεν εν ζοφω.
10 Palpamus sicut caeci parietem
et quasi absque oculis attrectamus;
impegimus meridie quasi in crepusculo,
inter sanos quasi mortui.
10 Ψηλαφωμεν τον τοιχον ως οι τυφλοι, και ψηλαφωμεν ως οι μη εχοντες οφθαλμους? εν μεσημβρια προσκοπτομεν ως εν νυκτι? ειμεθα εν μεσω των αγαθων ως νεκροι.
11 Rugimus quasi ursi omnes
et quasi columbae gementes gemimus;
exspectamus iudicium, et non est,
salutem, et elongata est a nobis.
11 Παντες βρυχωμεθα ως αρκτοι και στεναζομεν ως τρυγονες? κρισιν προσμενομεν αλλα δεν υπαρχει? σωτηριαν αλλ' ειναι μακραν αφ' ημων.
12 Multiplicatae sunt enim iniquitates nostrae coram te,
et peccata nostra respondent nobis;
quia scelera nostra nobiscum,
et iniquitates nostras cognovimus:
12 Διοτι αι παραβασεις ημων επληθυνθησαν ενωπιον σου, και αι αμαρτιαι ημων ειναι μαρτυρες καθ' ημων? διοτι μεθ' ημων ειναι αι παραβασεις ημων? και τας ανομιας ημων ημεις γνωριζομεν αυτας?
13 peccare et mentiri contra Dominum
et recedere a Deo nostro,
loqui violentiam et transgressionem,
concipere et murmurare de corde verba mendacii.
13 παρεβημεν και εψευσθημεν προς τον Κυριον και απεμακρυνθημεν απο οπισθεν του Θεου ημων? ελαλησαμεν αδικα και στασιαστικα? συνελαβομεν και επροφεραμεν εκ της καρδιας λογους ψευδους.
14 Et conversum est retrorsum iudicium,
et iustitia longe stat,
quia corruit in platea veritas,
et aequitas non potuit ingredi.
14 Και η κρισις εστραφη οπισω και η δικαιοσυνη ισταται μακραν? διοτι η αληθεια επεσεν εν τη οδω και η ευθυτης δεν δυναται να εισχωρηση.
15 Et facta est veritas in oblivionem,
et, qui recedit a malo, spoliatur.
Et vidit Dominus, et malum apparuit in oculis eius,
quia non est iudicium.
15 Ναι, εξελιπεν η αληθεια? και ο εκκλινων απο του κακου γινεται θηραμα. Και ειδε Κυριος και δυσηρεστηθη οτι δεν υπηρχε κρισις?
16 Et vidit quia non est vir,
et aporiatus est, quia non est qui occurrat;
et salvavit sibi brachium suum,
et iustitia eius ipsa confirmavit eum.
16 και ειδεν οτι δεν υπηρχεν ανθρωπος, και εθαυμασεν οτι δεν υπηρχεν ο μεσιτευων? οθεν ο βραχιων αυτου ενηργησεν εις αυτον σωτηριαν? και η δικαιοσυνη αυτου, αυτη εβαστασεν αυτον.
17 Indutus est iustitia ut lorica,
et galea salutis in capite eius;
indutus est vestimentis ultionis
et operuit se zelo quasi pallio.
17 Και ενεδυθη δικαιοσυνην ως θωρακα και περιεθηκε την περικεφαλαιαν της σωτηριας επι την κεφαλην αυτου? και εφορεσεν ως ιματιον τα ενδυματα της εκδικησεως και ως επενδυμα περιενεδυθη τον ζηλον.
18 Secundum opera sic retribuet:
iram hostibus suis,
retributionem inimicis suis,
insulis vicem reddet.
18 Κατα τα εργα αυτων, ουτω θελει ανταποδωσει, οργην εις τους εναντιους αυτου, ανταποδοσιν εις τους εχθρους αυτου? θελει καμει ανταποδοσιν και εις τας νησους.
19 Et timebunt, qui ab occidente, nomen Domini,
et, qui ab ortu solis, gloriam eius,
cum venerit quasi fluvius violentus,
quem spiritus Domini cogit.
19 Και θελουσι φοβηθη το ονομα του Κυριου απο δυσμων και την δοξαν αυτου απο ανατολων ηλιου? οταν ο εχθρος επελθη ως ποταμος, το πνευμα του Κυριου θελει υψωσει σημαιαν εναντιον αυτου.
20 Et veniet pro Sion redemptor
et eis, qui redeunt ab iniquitate in Iacob,
dixit Dominus.
20 Και ο Λυτρωτης θελει ελθει εις Σιων και προς τους οσοι εκ του Ιακωβ επιστρεφουσιν απο της παραβασεως, λεγει Κυριος.
21 Hoc foedus meum cum eis,
dixit Dominus:
“ Spiritus meus, qui est super te,
et verba mea, quae posui in ore tuo,
non recedent de ore tuo
et de ore seminis tui
et de ore seminis seminis tui,
dixit Dominus, amodo et usque in sempiternum ”.
21 Παρ' εμου δε αυτη ειναι η προς αυτους διαθηκη μου, λεγει Κυριος? το πνευμα μου το επι σε και οι λογοι μου, τους οποιους εθεσα εν τω στοματι σου, δεν θελουσι λειψει απο του στοματος σου ουτε απο του στοματος του σπερματος σου ουτε απο του στοματος του σπερματος του σπερματος σου, απο του νυν και εως αιωνος, λεγει Κυριος.