Scrutatio

Lunedi, 13 maggio 2024 - Beata Vergine Maria di Fatima ( Letture di oggi)

Secondo libro delle Cronache 11


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 E giunto che fu Roboamo a Gerusalemme, convocò tutta la tribù di Giuda, e quella di Beiliamin, in numero di cento ottanta mila scelti combattenti, per far guerra ad Israele, e riunirlo al suo regno.1 Και ελθων ο Ροβοαμ εις Ιερουσαλημ, συνηθροισε τον οικον Ιουδα και Βενιαμιν, εκατον ογδοηκοντα χιλιαδας εκλεκτων πολεμιστων, δια να πολεμησωσι κατα του Ισραηλ, οπως επαναφερωσι την βασιλειαν εις τον Ροβοαμ.
2 Ma il Signore parlò a Semeia uomo di Dio, e disse:2 Εγεινεν ομως λογος Κυριου προς τον Σεμαιαν, ανθρωπον του Θεου, λεγων,
3 Dirai a Roboam figliuòlo di Salomone, re di Giuda, e a tutto Israele di Giuda, e di Benjamin:3 Λαλησον προς Ροβοαμ τον υιον του Σολομωντος, τον βασιλεα του Ιουδα, και προς παντα τον Ισραηλ εν Ιουδα και Βενιαμιν, λεγων,
4 Queste cose dice il Signore: Non vi moverete, né farete guerra ai vostri fratelli: se ne torni ciascuno a casa sua, perocché per voler mio è avvenuto questo. E quelli, udita la parola del Signore, se n'andarono, né si mossero contro Geroboam.4 Ουτω λεγει Κυριος? Δεν θελετε αναβη ουδε πολεμησει εναντιον των αδελφων σας? επιστρεψατε εκαστος εις τον οικον αυτου, διοτι παρ' εμου εγεινε το πραγμα τουτο. Και υπηκουσαν εις τους λογους του Κυριου και απεστραφησαν απο του να υπαγωσι κατα του Ιεροβοαμ.
5 E Roboamo abitò in Gerusalemme, e fabbricò delle città murate nel paese di Giuda.5 Και κατωκησεν ο Ροβοαμ εν Ιερουσαλημ και ωκοδομησε πολεις οχυρας εν Ιουδα.
6 E fortificò Bethlehem, ed Etam, e Thecue;6 Και ωκοδομησε την Βηθλεεμ και την Ηταμ και την Θεκουε
7 Ed anche Bethsur, e Socho, e Odollam;7 και την Βαιθ-σουρ και την Σοκχω και την Οδολλαμ
8 E Geth, e Maresa, e Ziph;8 και την Γαθ και την Μαρησα και την Ζιφ
9 E Aduram, e Lachis, e Azeca;9 και την Αδωραιμ και την Λαχεις και την Αζηκα
10 E Saraa, e Ajalon, ed Hebron, che erano nel paese di Giuda, e di Beniamin, città fortissime.10 και την Σαραα και την Αιαλων και την Χεβρων, αιτινες ειναι εν Ιουδα και εν Βενιαμιν, πολεις ωχυρωμεναι.
11 E quando le ebbe cinte di mura, vi pose dei governatori, e dei magazzini di viveri, cioè d'olio, e di vino.11 Και ωχυρωσε τα φρουρια, και εβαλεν εις αυτα φρουραρχους και αποθηκας τροφων και ελαιου και οινου.
12 E parimente fece in tutte le città un arsenale di scudi, e di picche, e le fortificò con grandissima cura: e regnò sopra la tribù di Giuda, e di Beniamin.12 Και εις πασαν πολιν εβαλεν ασπιδας και λογχας, και ωχυρωσεν αυτας πολυ σφοδρα. Και ησαν υπ' αυτον ο Ιουδας και ο Βενιαμιν.
13 E i sacerdoti, e i Leviti, che erano in tutto Israele, andarono a lui da tutti i luoghi loro,13 Και οι ιερεις και οι Λευιται οι εν παντι τω Ισραηλ συνηχθησαν προς αυτον, εκ παντων των οριων αυτων.
14 E abbandonando i sobborghi, e tutti i loro beni, passarono dalla parte di Giuda, e di Gerusalemme: perchè Geroboam, e i suoi figliuoli li maltrattavano, affinchè non facessero le funzioni del sacerdozio del Signore.14 Διοτι οι Λευιται εγκατελιπον τα προαστεια αυτων και τας ιδιοκτησιας αυτων, και ηλθον εις τον Ιουδαν και εις την Ιερουσαλημ? επειδη ο Ιεροβοαμ και οι υιοι αυτου ειχον αποβαλει αυτους απο του να ιερατευωσιν εις τον Κυριον?
15 Ed egli creò sacerdoti del luoghi eccelsi, e de' demonj, e de' vitelli, che avea fatti.15 και κατεστησεν εις εαυτον ιερεις δια τους υψηλους τοπους και δια τους δαιμονας και δια τους μοσχους, τους οποιους εκαμε?
16 Ma di tutte le tribù d'Israele tutti quelli, che aveano in cuore di seguire il Signore Dio d'Israele, andavano a Gerusalemme ad offerirvi le loro vittime dinanzi al Signore Dio de' padri loro.16 και μετ' αυτους, οσοι εκ πασων των φυλων του Ισραηλ εδωκαν τας καρδιας αυτων εις το να ζητωσι Κυριον τον Θεον του Ισραηλ, ηλθον εις Ιερουσαλημ, δια να θυσιασωσιν εις Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων.
17 E fortificarono il regno di Giuda, e sostennero il regno di Roboam figliuolo di Salomone per tre anni: perocché eglino batterono le vie di David, e di Salomone per tre anni.17 Και κατισχυσαν την βασιλειαν του Ιουδα και ισχυροποιησαν τον Ροβοαμ τον υιον του Σολομωντος, τρια ετη? διοτι τρια ετη περιεπατησαν εν τη οδω του Δαβιδ και του Σολομωντος.
18 Or Roboamo prese per moglie Mahalath, figliuola di Jerimoth, figliuolo di David: ed anche Abihail figliuola di Eliab, figliuolo d'Isai.18 Ελαβε δε ο Ροβοαμ εις εαυτον γυναικα την Μαελεθ, θυγατερα του Ιεριμωθ υιου του Δαβιδ, και την Αβιχαιλ, θυγατερα του Ελιαβ υιου του Ιεσσαι?
19 La quale gli partorì Jehus, e Somoria, e Zoom.19 ητις εγεννησεν εις αυτον υιους, τον Ιεους και τον Σαμαριαν και τον Ζααμ.
20 Dopo questa sposò Maacha figliuola di Assalone, la quale gli partorì Abia, ed Ethai, e Ziza e Salomith.20 Και μετ' αυτην ελαβε την Μααχα θυγατερα του Αβεσσαλωμ, ητις εγεννησεν εις αυτον τον Αβια και τον Ατθαι και τον Ζιζα και τον Σελωμειθ.
21 E Roboam amò Maacha figliuola di Assalone più di tutte le sue mogli, e concubine: perocché egli avea diciotto mogli, e sessanta concubine: e generò ventotto figliuoli, e sessenta figliuole.21 Και ηγαπησεν ο Ροβοαμ την Μααχα θυγατερα του Αβεσσαλωμ υπερ πασας τας γυναικας αυτου και τας παλλακας αυτου? διοτι ελαβε δεκαοκτω γυναικας και εξηκοντα παλλακας? και εγεννησεν εικοσιοκτω υιους και εξηκοντα θυγατερας?
22 Ma ad Abia figliuolo di Maacha diede la preferenza, e lo fece come capo sopra tutti i suoi fratelli: perocché aveva in animo di dargli il regno,22 και κατεστησεν ο Ροβοαμ αρχοντα τον Αβια τον υιον της Μααχα, δια να αρχη επι τους αδελφους αυτου? διοτι εστοχαζετο να καμη αυτον βασιλεα?
23 Perchè egli era più saggio, e più forte di tutti i suoi figliuoli, ì quali stavano qua, e là ai confini di Giuda, e di Beniamin in tutte le città murate, dove dava loro da vivere largamente, e li provvide di molte mogli.23 και ποιων φρονιμως διεσπειρε παντας τους υιους αυτου εις παντας τους τοπους Ιουδα και Βενιαμιν, εις πασαν οχυραν πολιν? και εδωκεν εις αυτους τροφας εν αφθονια και εζητησε πολλας γυναικας.