Scrutatio

Mercoledi, 8 maggio 2024 - Madonna del Rosario di Pompei ( Letture di oggi)

ΚΡΙΤΑΙ - Giudici - Judges 5


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ησεν δεββωρα και βαρακ υιος αβινεεμ εν τη ημερα εκεινη και ειπεν1 Azon a napon így énekelt Debóra és Bárák, Abinoem fia:
2 εν τω αρξασθαι αρχηγους εν ισραηλ εν προαιρεσει λαου ευλογειτε τον κυριον2 »Ti, akik Izraelből önként veszélynek tettétek ki magatokat, áldjátok az Urat!
3 ακουσατε βασιλεις ενωτιζεσθε σατραπαι δυνατοι εγω τω κυριω ασομαι ψαλω τω θεω ισραηλ3 Halljátok, királyok, hallgassátok meg fejedelmek, amit én az Úrnak énekelek, az Úrnak, Izrael Istenének zengek.
4 κυριε εν τη εξοδω σου εκ σηιρ εν τω απαιρειν σε εξ αγρου εδωμ γη εσεισθη και ο ουρανος εξεσταθη και αι νεφελαι εσταξαν υδωρ4 Uram, amikor kijöttél Szeírből és átvonultál Edom mezein, megrendült a föld, vizet csepegtettek az egek és a felhők,
5 ορη εσαλευθησαν απο προσωπου κυριου τουτο σινα απο προσωπου κυριου θεου ισραηλ5 elolvadtak a hegyek az Úr színe előtt, s a Sínai az Úrnak, Izrael Istenének színe előtt.
6 εν ημεραις σαμεγαρ υιου αναθ εν ημεραις ιαηλ εξελιπον βασιλεις και επορευθησαν τριβους επορευθησαν οδους διεστραμμενας6 Samgárnak, Ánát fiának napjaiban, Jáhel napjaiban pihentek az utak, s akik utaztak, félreeső ösvényeken jártak:
7 εξελιπεν φραζων εν τω ισραηλ εξελιπεν εως ου εξανεστη δεββωρα οτι ανεστη μητηρ εν τω ισραηλ7 nem voltak hősök Izraelben, bizony nem voltak, amíg fel nem kelt Debóra, fel nem kelt Izraelnek anyja.
8 ηρετισαν θεους καινους ως αρτον κριθινον σκεπην εαν ιδω σιρομαστων εν τεσσαρακοντα χιλιασιν8 Akkor új harci módot választott az Úr: ő maga rontotta le az ellenség kapuit, lehetett-e látni pajzsot vagy dárdát negyvenezer izraelitánál?
9 η καρδια μου επι τα διατεταγμενα τω ισραηλ οι δυνασται του λαου ευλογειτε τον κυριον9 Szívem szereti Izrael fejedelmeit, ti, akik önként veszélynek tettétek ki magatokat, áldjátok az Urat!
10 επιβεβηκοτες επι υποζυγιων καθημενοι επι λαμπηνων10 Ti, akik nyargaltok pompás szamarakon, ültök a törvényben, jártok az úton: zengjetek!
11 φθεγξασθε φωνην ανακρουομενων ανα μεσον ευφραινομενων εκει δωσουσιν δικαιοσυνην κυριω δικαιοι ενισχυσαν εν τω ισραηλ τοτε κατεβη εις τας πολεις αυτου ο λαος κυριου11 Ahol összetörtek a harci szekerek, s megfulladt az ellenség serege, ott hirdessék az Úr igazságosságát, Izrael hősei iránt való jóságát, mert immár lement az Úr népe a kapukhoz és visszanyerte birodalmát.
12 εξεγειρου εξεγειρου δεββωρα εξεγειρον μυριαδας μετα λαου εξεγειρου εξεγειρου λαλει μετ' ωδης ενισχυων εξανιστασο βαρακ και ενισχυσον δεββωρα τον βαρακ αιχμαλωτιζε αιχμαλωσιαν σου υιος αβινεεμ12 Kelj fel, kelj fel, Debóra! Kelj fel, kelj fel, s zengj éneket! Kelj fel, Bárák s fogd meg foglyaidat, Abinoem fia!
13 ποτε εμεγαλυνθη η ισχυς αυτου κυριε ταπεινωσον μοι τους ισχυροτερους μου13 Megszabadult a nép maradéka, az Úr harcolt a hősök által!
14 λαος εφραιμ ετιμωρησατο αυτους εν κοιλαδι αδελφου σου βενιαμιν εν λαοις σου εξ εμου μαχιρ κατεβησαν εξερευνωντες και εκ ζαβουλων κυριος επολεμει μοι εν δυνατοις εκειθεν εν σκηπτρω ενισχυοντος ηγησεως14 Az Amalek hegyén lakó efraimiak törölték el az ellenséget, mögöttük a benjaminiták törtek népeidre, ó Amalek. Mákirból fejedelmek jöttek le, Zebulonból hadvezérek,
15 εν ισσαχαρ μετα δεββωρας εξαπεστειλεν πεζους αυτου εις την κοιλαδα ινα τι συ κατοικεις εν μεσω χειλεων εξετεινεν εν τοις ποσιν αυτου εν διαιρεσεσιν ρουβην μεγαλοι ακριβασμοι καρδιας15 Isszakár vezérei is Debórával tartottak s követték Bárák nyomdokait, aki úgy vetette magát a veszedelembe, mint valami mélységbe. Ám a rúbeniták meghasonlottak egymással: nagytanácsuk között vetélkedés honolt,
16 ινα τι μοι καθησαι ανα μεσον των μοσφαθαιμ του εισακουειν συρισμους εξεγειροντων του διελθειν εις τα του ρουβην μεγαλοι εξιχνιασμοι καρδιας16 miért maradtál a két határ között? Hogy furulyaszót hallgass a nyájaknál? Ám a rúbeniták meghasonlottak egymással: nagylelkük között vetélkedés honolt.
17 γαλααδ εν τω περαν του ιορδανου κατεσκηνωσεν και δαν ινα τι παροικει πλοιοις ασηρ παρωκησεν παρ' αιγιαλον θαλασσων και επι τας διακοπας αυτου κατεσκηνωσεν17 Gileád a Jordánon túl pihent, Dán a hajóival foglalkozott, Áser a tenger partján maradt s kikötőiben tartózkodott.
18 ζαβουλων λαος ονειδισας ψυχην αυτου εις θανατον και νεφθαλιμ επι υψη αγρου18 Zebulon és Naftali kitették magukat a halálnak a Meróme mezőn.
19 ηλθον βασιλεις και παρεταξαντο τοτε επολεμησαν βασιλεις χανααν εν θενναχ επι υδατος μαγεδδω πλεονεξιαν αργυριου ουκ ελαβον19 Eljöttek a királyok és hadakoztak, Kánaán királyai harcba bocsátkoztak Tánáknál, Megiddó vizei mellett, de semmi zsákmányt sem szereztek,
20 εκ του ουρανου επολεμησαν αστερες εκ της ταξεως αυτων επολεμησαν μετα σισαρα20 mert az égből harc indult ellenük, helyükről és pályájukról harcra keltek Siserával a csillagok.
21 χειμαρρους κισων εξεβαλεν αυτους χειμαρρους καδημιμ χειμαρρους κισων καταπατησει αυτους ψυχη μου δυνατη21 Elsodorta tetemüket a Kíson patak, a Kadumim patak, Kíson patak! Tipord csak, lelkem, hatalmasaikat!
22 τοτε απεκοπησαν πτερναι ιππου αμαδαρωθ δυνατων αυτου22 Lehullott a lovak körme, oly száguldva futottak, az ellenség hősei oly hanyatt-homlok rohantak.
23 καταρασασθε μαρωζ ειπεν ο αγγελος κυριου καταρασει καταρασασθε τους ενοικους αυτης οτι ουκ ηλθοσαν εις την βοηθειαν κυριου βοηθος ημων κυριος εν μαχηταις δυνατος23 Átkozzátok meg Meróz földjét, mondja az Úr angyala, szórjatok átkot lakosaira, mert nem jöttek az Úr segítségére, hőseinek megsegítésére.
24 ευλογηθειη εκ γυναικων ιαηλ γυνη χαβερ του κιναιου εκ γυναικων εν σκηνη ευλογηθειη24 Áldott az asszonyok közt Jáhel, a kenita Héber felesége! Áldott legyen sátrában!
25 υδωρ ητησεν αυτην και γαλα εδωκεν αυτω εν λακανη ισχυρων προσηγγισεν βουτυρον25 Amikor az vizet kért, ő tejet adott neki, fejedelmi csészében vajat nyújtott neki.
26 την χειρα αυτης την αριστεραν εις πασσαλον εξετεινεν την δεξιαν αυτης εις αποτομας κατακοπων και απετεμεν σισαρα απετριψεν την κεφαλην αυτου και συνεθλασεν και διηλασεν την γναθον αυτου26 Bal kezével a cövek után nyúlt, jobbjával az ácskalapács után s ütötte Siserát, helyet keresve fején a sebnek s nagy erővel átfúrva a halántékát.
27 ανα μεσον των ποδων αυτης συγκαμψας επεσεν εκοιμηθη μεταξυ ποδων αυτης εν ω εκαμψεν εκει επεσεν ταλαιπωρος27 Az ő lába között fetrengett, múlt ki és halt meg, az ő lába előtt hempergett és terült el élettelenül, nyomorultan.
28 δια της θυριδος διεκυπτεν η μητηρ σισαρα δια της δικτυωτης επιβλεπουσα επι τους μεταστρεφοντας μετα σισαρα δια τι ησχατισεν το αρμα αυτου παραγενεσθαι δια τι εχρονισαν ιχνη αρματων αυτου28 Kinézett az ablakon és jajgatott az anyja és a felső teremből azt mondogatta: miért késik megjönni szekere, miért késik fogatainak lépte?
29 σοφαι αρχουσων αυτης ανταπεκριναντο προς αυτην και αυτη απεκρινατο εν ρημασιν αυτης29 Feleségeinek legokosabbika anyósának ezt a választ adta:
30 ουχι ευρησουσιν αυτον διαμεριζοντα σκυλα φιλιαζων φιλοις εις κεφαλην δυνατου σκυλα βαμματων σισαρα σκυλα βαμματων ποικιλιας βαφη ποικιλων περι τραχηλον αυτου σκυλον30 nyilván most osztja szét a zsákmányt, neki választják ki az asszonyok legpompásabbját. Tarka színű ruhákat adnak Siserának zsákmányul és mindenféle ékszert hordanak össze nyakékül.
31 ουτως απολοιντο παντες οι εχθροι σου κυριε και οι αγαπωντες αυτον καθως η ανατολη του ηλιου εν δυναστειαις αυτου και ησυχασεν η γη τεσσαρακοντα ετη31 Így vesszen el, Uram, valamennyi ellenséged, de akik szeretnek téged, úgy ragyogjanak, mint ahogy tündöklik felkeltekor a Nap.«
32 Aztán nyugta volt az országnak negyven esztendeig.