Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΑΡΙΘΜΟΙ - Numeri - Numbers 23


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ειπεν βαλααμ τω βαλακ οικοδομησον μοι ενταυθα επτα βωμους και ετοιμασον μοι ενταυθα επτα μοσχους και επτα κριους1 Azt mondta ekkor Bálám Báláknak: »Építs itt nekem hét oltárt, s készíts ide ugyanannyi fiatal bikát s ugyanannyi kost.«
2 και εποιησεν βαλακ ον τροπον ειπεν αυτω βαλααμ και ανηνεγκεν μοσχον και κριον επι τον βωμον2 Miután ő megtette ezt Bálám szavai szerint, bemutattak közösen mindegyik oltáron egy bikát meg egy kost.
3 και ειπεν βαλααμ προς βαλακ παραστηθι επι της θυσιας σου και πορευσομαι ει μοι φανειται ο θεος εν συναντησει και ρημα ο εαν μοι δειξη αναγγελω σοι και παρεστη βαλακ επι της θυσιας αυτου και βαλααμ επορευθη επερωτησαι τον θεον και επορευθη ευθειαν3 Majd azt mondta Bálám Báláknak: »Állj egy kissé egészen elégő áldozatod mellett, míg elmegyek, hátha találkozom az Úrral: akármit parancsol, majd elmondom neked.« Amikor fölment egy kopár dombra,
4 και εφανη ο θεος τω βαλααμ και ειπεν προς αυτον βαλααμ τους επτα βωμους ητοιμασα και ανεβιβασα μοσχον και κριον επι τον βωμον4 találkozott Istennel. Ekkor Bálám így szólt hozzá: »A hét oltárt felállítottam, bikát és kost rajtuk bemutattam.«
5 και ενεβαλεν ο θεος ρημα εις το στομα βαλααμ και ειπεν επιστραφεις προς βαλακ ουτως λαλησεις5 Erre az Úr ezt a szót adta Bálám szájába: »Térj vissza Bálákhoz, és ezt és ezt mondd.«
6 και απεστραφη προς αυτον και οδε εφειστηκει επι των ολοκαυτωματων αυτου και παντες οι αρχοντες μωαβ μετ' αυτου6 Amikor visszatért, ott találta egészen elégő áldozatánál állva Bálákot és a moabiták valamennyi fejedelmét.
7 και εγενηθη πνευμα θεου επ' αυτω και αναλαβων την παραβολην αυτου ειπεν εκ μεσοποταμιας μετεπεμψατο με βαλακ βασιλευς μωαβ εξ ορεων απ' ανατολων λεγων δευρο αρασαι μοι τον ιακωβ και δευρο επικαταρασαι μοι τον ισραηλ7 Erre elkezdte példázatát és azt mondta: »Arámból hozatott el engem Bálák, Moáb királya, napkelet hegyeiről: ‘Gyere, üzente, s átkozd meg Jákobot, Siess, s átkozd el Izraelt.’
8 τι αρασωμαι ον μη καταραται κυριος η τι καταρασωμαι ον μη καταραται ο θεος8 Hogy átkozzam meg, akit nem átkozott meg Isten? Miképp átkozzam el, akit nem átkoz el az Úr?
9 οτι απο κορυφης ορεων οψομαι αυτον και απο βουνων προσνοησω αυτον ιδου λαος μονος κατοικησει και εν εθνεσιν ου συλλογισθησεται9 A szirtek tetejéről látom, A halmokról szemlélem: Külön fog lakni e nép S a nemzetek közé nem számítja magát.
10 τις εξηκριβασατο το σπερμα ιακωβ και τις εξαριθμησεται δημους ισραηλ αποθανοι η ψυχη μου εν ψυχαις δικαιων και γενοιτο το σπερμα μου ως το σπερμα τουτων10 Ki számlálhatná meg Jákob porát S tudná Izrael ivadékának számát? Bár halnék meg én az igazak halálával S olyan lenne végem, mint amilyen az övék!«
11 και ειπεν βαλακ προς βαλααμ τι πεποιηκας μοι εις καταρασιν εχθρων μου κεκληκα σε και ιδου ευλογηκας ευλογιαν11 Azt mondta erre Bálák Bálámnak: »Mit művelsz? Azért hívtalak, hogy átkozd meg ellenségeimet, s te épp a fordítottját teszed, és megáldod őket!«
12 και ειπεν βαλααμ προς βαλακ ουχι οσα εαν εμβαλη ο θεος εις το στομα μου τουτο φυλαξω λαλησαι12 Az így felelt neki: »Szólhatok-e egyebet, mint amit az Úr parancsolt?«
13 και ειπεν προς αυτον βαλακ δευρο ετι μετ' εμου εις τοπον αλλον εξ ων ουκ οψη αυτον εκειθεν αλλ' η μερος τι αυτου οψη παντας δε ου μη ιδης και καταρασαι μοι αυτον εκειθεν13 Azt mondta erre Bálák: »Gyere velem valami más helyre, ahonnan Izraelnek egy részét látod, de az egészet nem láthatod, s átkozd meg onnét.«
14 και παρελαβεν αυτον εις αγρου σκοπιαν επι κορυφην λελαξευμενου και ωκοδομησεν εκει επτα βωμους και ανεβιβασεν μοσχον και κριον επι τον βωμον14 Miután fel is vitte egy magas helyre, a Fászga tetejére, Bálám hét oltárt épített, mindegyiken bemutatott egy bikát meg egy kost,
15 και ειπεν βαλααμ προς βαλακ παραστηθι επι της θυσιας σου εγω δε πορευσομαι επερωτησαι τον θεον15 és azt mondta Báláknak: »Állj itt egészen elégő áldozatod mellett, míg én találkozom az Úrral.«
16 και συνηντησεν ο θεος τω βαλααμ και ενεβαλεν ρημα εις το στομα αυτου και ειπεν αποστραφητι προς βαλακ και ταδε λαλησεις16 Ekkor megjelent az Úr és szót adott a szájába, és azt mondta: »Térj vissza Bálákhoz, s ezt és ezt mondd neki.«
17 και απεστραφη προς αυτον και οδε εφειστηκει επι της ολοκαυτωσεως αυτου και παντες οι αρχοντες μωαβ μετ' αυτου και ειπεν αυτω βαλακ τι ελαλησεν κυριος17 Amikor visszatért, ott találta egészen elégő áldozatánál állva őt és vele a moabiták fejedelmeit. Azt mondta neki Bálák: »Mit mondott az Úr?«
18 και αναλαβων την παραβολην αυτου ειπεν αναστηθι βαλακ και ακουε ενωτισαι μαρτυς υιος σεπφωρ18 Erre ő elkezdte példázatát, s azt mondta: »Állj meg, Bálák, s hallgasd, halljad Szefor fia!
19 ουχ ως ανθρωπος ο θεος διαρτηθηναι ουδε ως υιος ανθρωπου απειληθηναι αυτος ειπας ουχι ποιησει λαλησει και ουχι εμμενει19 Isten nem ember, hogy hazudjon, s nem ember fia, hogy változzon. Mond-e hát valamit anélkül, hogy megtenné? Szól-e valamit anélkül, hogy teljesítené?
20 ιδου ευλογειν παρειλημμαι ευλογησω και ου μη αποστρεψω20 Áldani küldtek, s az áldást meg nem tagadhatom.
21 ουκ εσται μοχθος εν ιακωβ ουδε οφθησεται πονος εν ισραηλ κυριος ο θεος αυτου μετ' αυτου τα ενδοξα αρχοντων εν αυτω21 Nincsen bálvány Jákobban, nem látható bálványkép Izraelben. Az Úr, az ő Istene van ővele, s a Király győzelmi harsonája zeng benne.
22 θεος ο εξαγαγων αυτους εξ αιγυπτου ως δοξα μονοκερωτος αυτω22 Isten hozta ki őt Egyiptomból, olyan az ereje, mint az orrszarvúé.
23 ου γαρ εστιν οιωνισμος εν ιακωβ ουδε μαντεια εν ισραηλ κατα καιρον ρηθησεται ιακωβ και τω ισραηλ τι επιτελεσει ο θεος23 Nincs jósolás Jákobban, s nincs varázslás Izraelben: idejében megmondják Jákobnak, és Izraelnek, mit fog művelni Isten.
24 ιδου λαος ως σκυμνος αναστησεται και ως λεων γαυριωθησεται ου κοιμηθησεται εως φαγη θηραν και αιμα τραυματιων πιεται24 Íme, felkel e nép, mint a nőstény oroszlán, s felemelkedik, mint a hím oroszlán: le nem fekszik, míg zsákmányt nem eszik s a megöltek vérét nem issza.«
25 και ειπεν βαλακ προς βαλααμ ουτε καταραις καταραση μοι αυτον ουτε ευλογων μη ευλογησης αυτον25 Azt mondta erre Bálák Bálámnak: »Ne átkozd, és ne is áldd meg őt!«
26 και αποκριθεις βαλααμ ειπεν τω βαλακ ουκ ελαλησα σοι λεγων το ρημα ο εαν λαληση ο θεος τουτο ποιησω26 Ő azonban azt mondta: »Nemde megmondtam neked, hogy amit az Úr parancsol, azt fogom tenni.«
27 και ειπεν βαλακ προς βαλααμ δευρο παραλαβω σε εις τοπον αλλον ει αρεσει τω θεω και καταρασαι μοι αυτον εκειθεν27 Azt mondta erre neki Bálák: »Gyere, hadd vezesselek valami más helyre, hátha úgy tetszik majd Istennek, hogy onnan megátkozd őket.«
28 και παρελαβεν βαλακ τον βαλααμ επι κορυφην του φογωρ το παρατεινον εις την ερημον28 Ezután elvitte a Fogor hegy tetejére, amely a sivatagra néz,
29 και ειπεν βαλααμ προς βαλακ οικοδομησον μοι ωδε επτα βωμους και ετοιμασον μοι ωδε επτα μοσχους και επτα κριους29 és azt mondta neki Bálám: »Építs nekem itt hét oltárt, aztán készíts ide ugyanannyi bikát, és ugyanannyi számú kost!«
30 και εποιησεν βαλακ καθαπερ ειπεν αυτω βαλααμ και ανηνεγκεν μοσχον και κριον επι τον βωμον30 Úgy tett Bálák, ahogy Bálám mondta, s bemutatott mindegyik oltáron egy bikát meg egy kost.