Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΑΡΙΘΜΟΙ - Numeri - Numbers 20


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ηλθον οι υιοι ισραηλ πασα η συναγωγη εις την ερημον σιν εν τω μηνι τω πρωτω και κατεμεινεν ο λαος εν καδης και ετελευτησεν εκει μαριαμ και εταφη εκει1 Az első hónapban aztán eljutottak Izrael fiai az egész közösséggel együtt a Szín-pusztába és Kádesben telepedett meg a nép. Ott meghalt Mirjám és ugyanott el is temették.
2 και ουκ ην υδωρ τη συναγωγη και ηθροισθησαν επι μωυσην και ααρων2 Mivel pedig nem volt vize a népnek, egybegyűltek Mózes és Áron ellen,
3 και ελοιδορειτο ο λαος προς μωυσην λεγοντες οφελον απεθανομεν εν τη απωλεια των αδελφων ημων εναντι κυριου3 s pörölni kezdtek és azt mondták: »Bárcsak elvesztünk volna akkor, amikor testvéreink, az Úr színe előtt!
4 και ινα τι ανηγαγετε την συναγωγην κυριου εις την ερημον ταυτην αποκτειναι ημας και τα κτηνη ημων4 Miért hoztátok ki az Úr gyülekezetét ebbe a pusztába, hogy meghaljunk mi is, jószágaink is?
5 και ινα τι τουτο ανηγαγετε ημας εξ αιγυπτου παραγενεσθαι εις τον τοπον τον πονηρον τουτον τοπος ου ου σπειρεται ουδε συκαι ουδε αμπελοι ουδε ροαι ουδε υδωρ εστιν πιειν5 Miért hoztatok fel minket Egyiptomból, s vezettetek erre a felette rossz helyre, amelyet bevetni nem lehet, amely nem terem sem fügét, sem szőlőt, sem gránátalmát, sőt még csak ivóvize sincsen?«
6 και ηλθεν μωυσης και ααρων απο προσωπου της συναγωγης επι την θυραν της σκηνης του μαρτυριου και επεσαν επι προσωπον και ωφθη η δοξα κυριου προς αυτους6 Erre Mózes és Áron otthagyták a közösséget és bementek a szövetség sátrába, s arcukkal a földre borultak, és megjelent nekik az Úr dicsősége.
7 και ελαλησεν κυριος προς μωυσην λεγων7 Az Úr így szólt Mózeshez:
8 λαβε την ραβδον και εκκλησιασον την συναγωγην συ και ααρων ο αδελφος σου και λαλησατε προς την πετραν εναντι αυτων και δωσει τα υδατα αυτης και εξοισετε αυτοις υδωρ εκ της πετρας και ποτιειτε την συναγωγην και τα κτηνη αυτων8 »Vedd a botot és gyűjtsd egybe, te, meg Áron bátyád, a népet és szóljatok előttük a sziklának, s az vizet fog adni. Ha aztán így vizet fakasztottál a sziklából, ihat az egész közösség és jószága.«
9 και ελαβεν μωυσης την ραβδον την απεναντι κυριου καθα συνεταξεν κυριος9 Fogta tehát Mózes az Úr színe előtt levő botot, amint parancsolta neki,
10 και εξεκκλησιασεν μωυσης και ααρων την συναγωγην απεναντι της πετρας και ειπεν προς αυτους ακουσατε μου οι απειθεις μη εκ της πετρας ταυτης εξαξομεν υμιν υδωρ10 s egybegyűjtötte a népet a szikla elé, és azt mondta nekik: »Halljátok, ti lázadók s hitetlenek! Fogunk-e tudni vizet fakasztani nektek ebből a sziklából?«
11 και επαρας μωυσης την χειρα αυτου επαταξεν την πετραν τη ραβδω δις και εξηλθεν υδωρ πολυ και επιεν η συναγωγη και τα κτηνη αυτων11 Azzal felemelte Mózes a kezét, ráütött kétszer a bottal a sziklára és bőséges víz fakadt, úgy, hogy ihatott a nép és jószága.
12 και ειπεν κυριος προς μωυσην και ααρων οτι ουκ επιστευσατε αγιασαι με εναντιον υιων ισραηλ δια τουτο ουκ εισαξετε υμεις την συναγωγην ταυτην εις την γην ην δεδωκα αυτοις12 Azt mondta erre az Úr Mózesnek és Áronnak: »Mivel nem hittetek nekem, s így nem bizonyítottatok engem szentnek Izrael fiai előtt, nem viszitek be a népet arra a földre, amelyet nekik adok.« –
13 τουτο υδωρ αντιλογιας οτι ελοιδορηθησαν οι υιοι ισραηλ εναντι κυριου και ηγιασθη εν αυτοις13 Ez a Pörölés-vize: ott pöröltek Izrael fiai az Úr ellen, s ő ott bizonyította be rajtuk szentségét.
14 και απεστειλεν μωυσης αγγελους εκ καδης προς βασιλεα εδωμ λεγων ταδε λεγει ο αδελφος σου ισραηλ συ επιστη παντα τον μοχθον τον ευροντα ημας14 Közben Mózes követeket küldött Kádesből Edom királyához, hogy mondják neki: »Ezt üzeni testvéred, Izrael. Tudod mindazt a viszontagságot, amely minket ért,
15 και κατεβησαν οι πατερες ημων εις αιγυπτον και παρωκησαμεν εν αιγυπτω ημερας πλειους και εκακωσαν ημας οι αιγυπτιοι και τους πατερας ημων15 hogy miképpen mentek le atyáink Egyiptomba, hogy ott hosszú ideig laktunk, hogy az egyiptomiak nyomorgattak minket s atyáinkat,
16 και ανεβοησαμεν προς κυριον και εισηκουσεν κυριος της φωνης ημων και αποστειλας αγγελον εξηγαγεν ημας εξ αιγυπτου και νυν εσμεν εν καδης πολει εκ μερους των οριων σου16 s hogy miképpen kiáltottunk az Úrhoz, s hogy ő meghallgatott minket, s angyalt küldött, aki kihozott minket Egyiptomból. Íme, itt vagyunk Kádes városában, amely határod szélén van,
17 παρελευσομεθα δια της γης σου ου διελευσομεθα δι' αγρων ουδε δι' αμπελωνων ουδε πιομεθα υδωρ εκ λακκου σου οδω βασιλικη πορευσομεθα ουκ εκκλινουμεν δεξια ουδε ευωνυμα εως αν παρελθωμεν τα ορια σου17 s kérünk, hadd vonulhassunk át földeden. Nem megyünk át sem szántón, sem szőlőn, kútjaidból nem iszunk vizet, csakis az országúton megyünk, s nem térünk le sem jobbra, sem balra, míg át nem vonulunk területeden.«
18 και ειπεν προς αυτον εδωμ ου διελευση δι' εμου ει δε μη εν πολεμω εξελευσομαι εις συναντησιν σοι18 Azt felelte neki Edom: »Nem vonulsz át rajtam, különben fegyveresen szállok szembe veled.«
19 και λεγουσιν αυτω οι υιοι ισραηλ παρα το ορος παρελευσομεθα εαν δε του υδατος σου πιωμεν εγω τε και τα κτηνη δωσω τιμην σοι αλλα το πραγμα ουδεν εστιν παρα το ορος παρελευσομεθα19 Azt mondták erre Izrael fiai: »A járt úton megyünk, s ha iszunk vizedből, mi vagy állataink, megadjuk ami jár, semmi nehézség sem lesz a fizetség körül, csak hamarosan átvonulhassunk.«
20 ο δε ειπεν ου διελευση δι' εμου και εξηλθεν εδωμ εις συναντησιν αυτω εν οχλω βαρει και εν χειρι ισχυρα20 Ám ő így felelt: »Nem vonulsz át!« Rögtön ki is vonult eléje vég nélküli sokasággal és fegyveres kézzel,
21 και ουκ ηθελησεν εδωμ δουναι τω ισραηλ παρελθειν δια των οριων αυτου και εξεκλινεν ισραηλ απ' αυτου21 s nem akarta meghallgatni, amikor kérte, hogy engedje meg a területén való átvonulást. Éppen azért kitért előle Izrael.
22 και απηραν εκ καδης και παρεγενοντο οι υιοι ισραηλ πασα η συναγωγη εις ωρ το ορος22 Miután pedig elindították Kádesből a tábort, eljutottak a Hór hegyéhez, amely Edom földjének határán van.
23 και ειπεν κυριος προς μωυσην και ααρων εν ωρ τω ορει επι των οριων γης εδωμ λεγων23 Így szólt ott az Úr Mózeshez:
24 προστεθητω ααρων προς τον λαον αυτου οτι ου μη εισελθητε εις την γην ην δεδωκα τοις υιοις ισραηλ διοτι παρωξυνατε με επι του υδατος της λοιδοριας24 »Térjen meg immár Áron a népéhez, mert nem megy be arra a földre, amelyet Izrael fiainak szántam, minthogy nem hitt az én számnak a Pörölés-vizénél.
25 λαβε τον ααρων και ελεαζαρ τον υιον αυτου και αναβιβασον αυτους εις ωρ το ορος εναντι πασης της συναγωγης25 Vedd Áront s vele fiát, s vidd fel őket a Hór hegyére,
26 και εκδυσον ααρων την στολην αυτου και ενδυσον ελεαζαρ τον υιον αυτου και ααρων προστεθεις αποθανετω εκει26 s vedd le az atyáról ruháit, s add rá őket Eleazárra, a fiára: Áron pedig térjen meg népéhez és haljon meg ott.«
27 και εποιησεν μωυσης καθα συνεταξεν κυριος και ανεβιβασεν αυτον εις ωρ το ορος εναντιον πασης της συναγωγης27 Úgy tett Mózes, ahogy az Úr parancsolta: felmentek a Hór hegyére az egész közösség előtt,
28 και εξεδυσεν ααρων τα ιματια αυτου και ενεδυσεν αυτα ελεαζαρ τον υιον αυτου και απεθανεν ααρων επι της κορυφης του ορους και κατεβη μωυσης και ελεαζαρ εκ του ορους28 s levette Áronról ruháit, s ráadta őket Eleazárra, a fiára.
29 και ειδεν πασα η συναγωγη οτι απελυθη ααρων και εκλαυσαν τον ααρων τριακοντα ημερας πας οικος ισραηλ29 Amikor aztán Áron a hegy tetején meghalt, Mózes Eleazárral együtt lejött. Amikor pedig az egész közösség látta, hogy Áron meghalt, siratta őt harminc napig valamennyi családjában.