Scrutatio

Giovedi, 16 maggio 2024 - San Simone Stock ( Letture di oggi)

ΑΜΩΣ - Amos 6


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 ουαι τοις εξουθενουσιν σιων και τοις πεποιθοσιν επι το ορος σαμαρειας απετρυγησαν αρχας εθνων και εισηλθον αυτοι οικος του ισραηλ1 Jaj nektek, gondtalanul élőknek, a Sionon, és nektek, elbizakodottaknak, Szamaria hegyén, ti előkelők, a nép főemberei, akikhez folyamodik Izrael háza!
2 διαβητε παντες και ιδετε και διελθατε εκειθεν εις εμαθ ραββα και καταβητε εκειθεν εις γεθ αλλοφυλων τας κρατιστας εκ πασων των βασιλειων τουτων ει πλεονα τα ορια αυτων εστιν των υμετερων οριων2 Menjetek el csak Kalnéba és nézzetek körül, menjetek onnan Nagy-Emátba, menjetek le a filiszteus Getbe, különbek vagytok-e ezeknél az országoknál? Vajon szélesebbek-e határaik a ti határaitoknál?
3 οι ερχομενοι εις ημεραν κακην οι εγγιζοντες και εφαπτομενοι σαββατων ψευδων3 Ti távolnak gondoljátok a veszedelem napját, és az erőszak uralmát közelebb hoztátok!
4 οι καθευδοντες επι κλινων ελεφαντινων και κατασπαταλωντες επι ταις στρωμναις αυτων και εσθοντες εριφους εκ ποιμνιων και μοσχαρια εκ μεσου βουκολιων γαλαθηνα4 Elefántcsontágyakban lustálkodnak, és kereveteken henyélnek; lakmároznak a nyáj bárányaiból, és a csorda borjúiból.
5 οι επικροτουντες προς την φωνην των οργανων ως εστωτα ελογισαντο και ουχ ως φευγοντα5 Danolásznak hárfaszó mellett – azt hiszik, hogy olyan hangszereik vannak, mint Dávidnak –,
6 οι πινοντες τον διυλισμενον οινον και τα πρωτα μυρα χριομενοι και ουκ επασχον ουδεν επι τη συντριβη ιωσηφ6 serlegekből isszák a bort, a legfinomabb kenettel kenik meg magukat, és semmit sem törődnek József romlásával.
7 δια τουτο νυν αιχμαλωτοι εσονται απ' αρχης δυναστων και εξαρθησεται χρεμετισμος ιππων εξ εφραιμ7 Nos, ezért majd ők mennek a száműzöttek élén a száműzetésbe, és véget ér a henyélők tobzódása.
8 οτι ωμοσεν κυριος καθ' εαυτου διοτι βδελυσσομαι εγω πασαν την υβριν ιακωβ και τας χωρας αυτου μεμισηκα και εξαρω πολιν συν πασιν τοις κατοικουσιν αυτην8 Megesküdött az Úr Isten saját magára: »Ezt mondja az Úr, a Seregek Istene: Utálom Jákob kevélységét, gyűlölöm várait, és kiszolgáltatom a várost lakóival együtt.«
9 και εσται εαν υπολειφθωσιν δεκα ανδρες εν οικια μια και αποθανουνται και υπολειφθησονται οι καταλοιποι9 Ha tíz ember marad is egy házban, az is meghal!
10 και λημψονται οι οικειοι αυτων και παραβιωνται του εξενεγκαι τα οστα αυτων εκ του οικου και ερει τοις προεστηκοσι της οικιας ει ετι υπαρχει παρα σοι και ερει ουκετι και ερει σιγα ενεκα του μη ονομασαι το ονομα κυριου10 És amikor felemeli és elégeti őt rokona, hogy kivigye csontjait a házból, így szól majd ahhoz, aki a ház belsejében van: »Van-e még valaki nálad?«, Az úgy felel: »Nincs!« – akkor ő azt mondja neki: »Hallgass!« –, s nem lesz, aki megemlékezzen az Úr nevéről.
11 διοτι ιδου κυριος εντελλεται και παταξει τον οικον τον μεγαν θλασμασιν και τον οικον τον μικρον ραγμασιν11 Mert íme, az Úr parancsot ad, és romba dönti a nagy házakat, és darabokra zúzza a kis házakat.
12 ει διωξονται εν πετραις ιπποι ει παρασιωπησονται εν θηλειαις οτι υμεις εξεστρεψατε εις θυμον κριμα και καρπον δικαιοσυνης εις πικριαν12 Vajon vágtathatnak-e a lovak a kősziklákon, vagy lehet-e ott szántani ökrökkel? Bizony! Ti keserűséggé változtattátok a jogot, és ürömmé az igazság gyümölcsét.
13 οι ευφραινομενοι επ' ουδενι λογω οι λεγοντες ουκ εν τη ισχυι ημων εσχομεν κερατα13 Örültök Lodabárnak, azt mondjátok: »Vajon nem a saját erőnkből szereztük-e meg magunknak Karnaimot?«
14 διοτι ιδου εγω επεγειρω εφ' υμας οικος του ισραηλ εθνος και εκθλιψουσιν υμας του μη εισελθειν εις εμαθ και εως του χειμαρρου των δυσμων14 »Bizony, íme, én népet támasztok ellenetek, Izrael háza – mondja az Úr, a Seregek Istene –, és az összetör titeket Emát határától az Araba völgyéig.«