Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΙΩΗΛ - Gioele - Joel 2


font
LXXVULGATA
1 σαλπισατε σαλπιγγι εν σιων κηρυξατε εν ορει αγιω μου και συγχυθητωσαν παντες οι κατοικουντες την γην διοτι παρεστιν ημερα κυριου οτι εγγυς1 Canite tuba in Sion,
ululate in monte sancto meo,
conturbentur omnes habitatores terræ :
quia venit dies Domini, quia prope est.
2 ημερα σκοτους και γνοφου ημερα νεφελης και ομιχλης ως ορθρος χυθησεται επι τα ορη λαος πολυς και ισχυρος ομοιος αυτω ου γεγονεν απο του αιωνος και μετ' αυτον ου προστεθησεται εως ετων εις γενεας γενεων2 Dies tenebrarum et caliginis,
dies nubis et turbinis ;
quasi mane expansum super montes
populus multus et fortis :
similis ei non fuit a principio,
et post eum non erit
usque in annos generationis et generationis.
3 τα εμπροσθεν αυτου πυρ αναλισκον και τα οπισω αυτου αναπτομενη φλοξ ως παραδεισος τρυφης η γη προ προσωπου αυτου και τα οπισθεν αυτου πεδιον αφανισμου και ανασωζομενος ουκ εσται αυτω3 Ante faciem ejus ignis vorans,
et post eum exurens flamma.
Quasi hortus voluptatis terra coram eo,
et post eum solitudo deserti,
neque est qui effugiat eum.
4 ως ορασις ιππων η οψις αυτων και ως ιππεις ουτως καταδιωξονται4 Quasi aspectus equorum, aspectus eorum ;
et quasi equites, sic current.
5 ως φωνη αρματων επι τας κορυφας των ορεων εξαλουνται και ως φωνη φλογος πυρος κατεσθιουσης καλαμην και ως λαος πολυς και ισχυρος παρατασσομενος εις πολεμον5 Sicut sonitus quadrigarum super capita montium exilient,
sicut sonitus flammæ ignis devorantis stipulam,
velut populus fortis præparatus ad prælium.
6 απο προσωπου αυτου συντριβησονται λαοι παν προσωπον ως προσκαυμα χυτρας6 A facie ejus cruciabuntur populi ;
omnes vultus redigentur in ollam.
7 ως μαχηται δραμουνται και ως ανδρες πολεμισται αναβησονται επι τα τειχη και εκαστος εν τη οδω αυτου πορευσεται και ου μη εκκλινωσιν τας τριβους αυτων7 Sicut fortes current ;
quasi viri bellatores ascendent murum :
viri in viis suis gradientur,
et non declinabunt a semitis suis.
8 και εκαστος απο του αδελφου αυτου ουκ αφεξεται καταβαρυνομενοι εν τοις οπλοις αυτων πορευσονται και εν τοις βελεσιν αυτων πεσουνται και ου μη συντελεσθωσιν8 Unusquisque fratrem suum non coarctabit,
singuli in calle suo ambulabunt ;
sed et per fenestras cadent, et non demolientur.
9 της πολεως επιλημψονται και επι των τειχεων δραμουνται και επι τας οικιας αναβησονται και δια θυριδων εισελευσονται ως κλεπται9 Urbem ingredientur, in muro current,
domos conscendent, per fenestras intrabunt quasi fur.
10 προ προσωπου αυτων συγχυθησεται η γη και σεισθησεται ο ουρανος ο ηλιος και η σεληνη συσκοτασουσιν και τα αστρα δυσουσιν το φεγγος αυτων10 A facie ejus contremuit terra,
moti sunt cæli,
sol et luna obtenebrati sunt,
et stellæ retraxerunt splendorem suum.
11 και κυριος δωσει φωνην αυτου προ προσωπου δυναμεως αυτου οτι πολλη εστιν σφοδρα η παρεμβολη αυτου οτι ισχυρα εργα λογων αυτου διοτι μεγαλη η ημερα του κυριου μεγαλη και επιφανης σφοδρα και τις εσται ικανος αυτη11 Et Dominus dedit vocem suam ante faciem exercitus sui,
quia multa sunt nimis castra ejus,
quia fortia et facientia verbum ejus :
magnus enim dies Domini, et terribilis valde,
et quis sustinebit eum ?
12 και νυν λεγει κυριος ο θεος υμων επιστραφητε προς με εξ ολης της καρδιας υμων και εν νηστεια και εν κλαυθμω και εν κοπετω12 Nunc ergo, dicit Dominus,
convertimini ad me in toto corde vestro,
in jejunio, et in fletu, et in planctu.
13 και διαρρηξατε τας καρδιας υμων και μη τα ιματια υμων και επιστραφητε προς κυριον τον θεον υμων οτι ελεημων και οικτιρμων εστιν μακροθυμος και πολυελεος και μετανοων επι ταις κακιαις13 Et scindite corda vestra, et non vestimenta vestra ;
et convertimini ad Dominum Deum vestrum,
quia benignus et misericors est,
patiens et multæ misericordiæ,
et præstabilis super malitia.
14 τις οιδεν ει επιστρεψει και μετανοησει και υπολειψεται οπισω αυτου ευλογιαν θυσιαν και σπονδην κυριω τω θεω ημων14 Quis scit si convertatur, et ignoscat,
et relinquat post se benedictionem, sacrificium et libamen Domino Deo vestro ?
15 σαλπισατε σαλπιγγι εν σιων αγιασατε νηστειαν κηρυξατε θεραπειαν15 Canite tuba in Sion,
sanctificate jejunium, vocate cœtum :
16 συναγαγετε λαον αγιασατε εκκλησιαν εκλεξασθε πρεσβυτερους συναγαγετε νηπια θηλαζοντα μαστους εξελθατω νυμφιος εκ του κοιτωνος αυτου και νυμφη εκ του παστου αυτης16 congregate populum, sanctificate ecclesiam,
coadunate senes, congregate parvulos, et sugentes ubera ;
egrediatur sponsus de cubili suo,
et sponsa de thalamo suo.
17 ανα μεσον της κρηπιδος του θυσιαστηριου κλαυσονται οι ιερεις οι λειτουργουντες κυριω και ερουσιν φεισαι κυριε του λαου σου και μη δως την κληρονομιαν σου εις ονειδος του καταρξαι αυτων εθνη οπως μη ειπωσιν εν τοις εθνεσιν που εστιν ο θεος αυτων17 Inter vestibulum et altare plorabunt sacerdotes, ministri Domini,
et dicent : Parce, Domine, parce populo tuo ;
et ne des hæreditatem tuam in opprobrium,
ut dominentur eis nationes.
Quare dicunt in populis : Ubi est Deus eorum ?
18 και εζηλωσεν κυριος την γην αυτου και εφεισατο του λαου αυτου18 Zelatus est Dominus terram suam,
et pepercit populo suo.
19 και απεκριθη κυριος και ειπεν τω λαω αυτου ιδου εγω εξαποστελλω υμιν τον σιτον και τον οινον και το ελαιον και εμπλησθησεσθε αυτων και ου δωσω υμας ουκετι εις ονειδισμον εν τοις εθνεσι19 Et respondit Dominus, et dixit populo suo :
Ecce ego mittam vobis frumentum, et vinum, et oleum,
et replebimini eis ;
et non dabo vos ultra opprobrium in gentibus.
20 και τον απο βορρα εκδιωξω αφ' υμων και εξωσω αυτον εις γην ανυδρον και αφανιω το προσωπον αυτου εις την θαλασσαν την πρωτην και τα οπισω αυτου εις την θαλασσαν την εσχατην και αναβησεται η σαπρια αυτου και αναβησεται ο βρομος αυτου οτι εμεγαλυνεν τα εργα αυτου20 Et eum qui ab aquilone est procul faciam a vobis,
et expellam eum in terram inviam et desertam :
faciem ejus contra mare orientale,
et extremum ejus ad mare novissimum :
et ascendet fœtor ejus,
et ascendet putredo ejus,
quia superbe egit.
21 θαρσει γη χαιρε και ευφραινου οτι εμεγαλυνεν κυριος του ποιησαι21 Noli timere, terra :
exsulta, et lætare,
quoniam magnificavit Dominus ut faceret.
22 θαρσειτε κτηνη του πεδιου οτι βεβλαστηκεν πεδια της ερημου οτι ξυλον ηνεγκεν τον καρπον αυτου αμπελος και συκη εδωκαν την ισχυν αυτων22 Nolite timere, animalia regionis,
quia germinaverunt speciosa deserti ;
quia lignum attulit fructum suum,
ficus et vinea dederunt virtutem suam.
23 και τα τεκνα σιων χαιρετε και ευφραινεσθε επι τω κυριω θεω υμων διοτι εδωκεν υμιν τα βρωματα εις δικαιοσυνην και βρεξει υμιν υετον προιμον και οψιμον καθως εμπροσθεν23 Et, filii Sion, exsultate,
et lætamini in Domino Deo vestro,
quia dedit vobis doctorem justitiæ,
et descendere faciet ad vos imbrem matutinum et serotinum,
sicut in principio.
24 και πλησθησονται αι αλωνες σιτου και υπερεκχυθησονται αι ληνοι οινου και ελαιου24 Et implebuntur areæ frumento,
et redundabunt torcularia vino et oleo.
25 και ανταποδωσω υμιν αντι των ετων ων κατεφαγεν η ακρις και ο βρουχος και η ερυσιβη και η καμπη η δυναμις μου η μεγαλη ην εξαπεστειλα εις υμας25 Et reddam vobis annos, quos comedit locusta,
bruchus, et rubigo, et eruca :
fortitudo mea magna quam misi in vos.
26 και φαγεσθε εσθιοντες και εμπλησθησεσθε και αινεσετε το ονομα κυριου του θεου υμων α εποιησεν μεθ' υμων εις θαυμασια και ου μη καταισχυνθη ο λαος μου εις τον αιωνα26 Et comedetis vescentes, et saturabimini ;
et laudabitis nomen Domini Dei vestri,
qui fecit mirabilia vobiscum ;
et non confundetur populus meus in sempiternum.
27 και επιγνωσεσθε οτι εν μεσω του ισραηλ εγω ειμι και εγω κυριος ο θεος υμων και ουκ εστιν ετι πλην εμου και ου μη καταισχυνθωσιν ουκετι πας ο λαος μου εις τον αιωνα27 Et scietis quia in medio Israël ego sum,
et ego Dominus Deus vester, et non est amplius ;
et non confundetur populus meus in æternum.
28 Et erit post hæc :
effundam spiritum meum super omnem carnem,
et prophetabunt filii vestri et filiæ vestræ :
senes vestri somnia somniabunt,
et juvenes vestri visiones videbunt.
29 Sed et super servos meos et ancillas
in diebus illis effundam spiritum meum.
30 Et dabo prodigia in cælo et in terra,
sanguinem, et ignem, et vaporem fumi.
31 Sol convertetur in tenebras,
et luna in sanguinem,
antequam veniat dies Domini magnus et horribilis.
32 Et erit : omnis qui invocaverit nomen Domini, salvus erit :
quia in monte Sion et in Jerusalem
erit salvatio, sicut dixit Dominus,
et in residuis quos Dominus vocaverit.