1 εκυκλωσεν με εν ψευδει εφραιμ και εν ασεβειαις οικος ισραηλ και ιουδα νυν εγνω αυτους ο θεος και λαος αγιος κεκλησεται θεου | 1 Hazugsággal vett engem körül Efraim, és csalárdsággal Izrael háza; – csak Júda jár Isten mellett tanúskodva, s a Szentségeshez hűségesen ragaszkodva.« – |
2 ο δε εφραιμ πονηρον πνευμα εδιωξεν καυσωνα ολην την ημεραν κενα και ματαια επληθυνεν και διαθηκην μετα ασσυριων διεθετο και ελαιον εις αιγυπτον ενεπορευετο | 2 Efraim vihart legeltet, s a keleti szél után fut. Egész nap hazugságot és pusztulást szaporít, szövetségre lép az asszírokkal, és Egyiptomba visz olajat. |
3 και κρισις τω κυριω προς ιουδαν του εκδικησαι τον ιακωβ κατα τας οδους αυτου και κατα τα επιτηδευματα αυτου ανταποδωσει αυτω | 3 Ezért az Úr perbe száll Izraellel, és megbünteti Jákobot; útjai szerint és cselekedetei szerint fizet meg neki. |
4 εν τη κοιλια επτερνισεν τον αδελφον αυτου και εν κοποις αυτου ενισχυσεν προς θεον | 4 Már az anyaméhben félrelökte testvérét, és férfikora erejében Istennel küzdött, angyallal mérkőzött. |
5 και ενισχυσεν μετα αγγελου και ηδυνασθη εκλαυσαν και εδεηθησαν μου εν τω οικω ων ευροσαν με και εκει ελαληθη προς αυτον | 5 Megmérkőzött az angyallal és diadalmaskodott; sírt és könyörgött neki. Bételben találta meg őt, s ott beszélt velünk |
6 ο δε κυριος ο θεος ο παντοκρατωρ εσται μνημοσυνον αυτου | 6 az Úr, a Seregek Istene, az Úr az ő neve: |
7 και συ εν θεω σου επιστρεψεις ελεον και κριμα φυλασσου και εγγιζε προς τον θεον σου δια παντος | 7 »Térj vissza Istenedhez! Tartsd meg az irgalmat és az igazságot, és remélj mindenkoron Istenedben!« |
8 χανααν εν χειρι αυτου ζυγος αδικιας καταδυναστευειν ηγαπησε | 8 Kánaán kezében hamis mérleg van, szereti a csalárdságot. |
9 και ειπεν εφραιμ πλην πεπλουτηκα ευρηκα αναψυχην εμαυτω παντες οι πονοι αυτου ουχ ευρεθησονται αυτω δι' αδικιας ας ημαρτεν | 9 És mégis ezt mondja Efraim: »Bár meggazdagodtam és vagyont szereztem magamnak, semmiféle munkám gyümölcse sem talál bennem gonoszságot, melyet elkövettem volna!« |
10 εγω δε κυριος ο θεος σου ανηγαγον σε εκ γης αιγυπτου ετι κατοικιω σε εν σκηναις καθως ημερα εορτης | 10 »De én, az Úr vagyok a te Istened Egyiptom földje óta, s még egyszer sátrakba telepítlek téged, úgy mint a találkozás napján. |
11 και λαλησω προς προφητας και εγω ορασεις επληθυνα και εν χερσιν προφητων ωμοιωθην | 11 Mert én szóltam a prófétáknak, és én adtam a sok látomást, s a próféták által én mondtam példabeszédeket.« |
12 ει μη γαλααδ εστιν αρα ψευδεις ησαν εν γαλγαλ αρχοντες θυσιαζοντες και τα θυσιαστηρια αυτων ως χελωναι επι χερσον αγρου | 12 Ha Gileád gonoszságra adta magát, megsemmisülnek lakói; ha a tulkoknak áldoznak Gilgálban, oltáraik is olyanok lesznek, mint a kőrakás a szántóföld barázdái mellett. |
13 και ανεχωρησεν ιακωβ εις πεδιον συριας και εδουλευσεν ισραηλ εν γυναικι και εν γυναικι εφυλαξατο | 13 Szíria földjére menekült Jákob, egy asszonyért szolgált Izrael, egy asszonyért őrizte a nyájat; |
14 και εν προφητη ανηγαγεν κυριος τον ισραηλ εξ αιγυπτου και εν προφητη διεφυλαχθη | 14 de próféta által hozta ki Izraelt Egyiptomból az Úr, és próféta által őriztette őt. |
15 εθυμωσεν εφραιμ και παρωργισεν και το αιμα αυτου επ' αυτον εκχυθησεται και τον ονειδισμον αυτου ανταποδωσει αυτω κυριος | 15 Keserű haragra ingerelt engem Efraim, de vérontása visszaszáll rá, és gyalázatosságát visszafizeti neki Ura. |