Scrutatio

Domenica, 19 maggio 2024 - San Celestino V - Pietro di Morrone ( Letture di oggi)

ΗΣΑΙΑΣ - Isaia - Isaiah 10


font
LXXSAGRADA BIBLIA
1 ουαι τοις γραφουσιν πονηριαν γραφοντες γαρ πονηριαν γραφουσιν1 Ai daqueles que fazem leis injustas e dos escribas que redigem sentenças opressivas,
2 εκκλινοντες κρισιν πτωχων αρπαζοντες κριμα πενητων του λαου μου ωστε ειναι αυτοις χηραν εις αρπαγην και ορφανον εις προνομην2 para afastar os pobres dos tribunais e negar direitos aos fracos de meu povo; para fazer das viúvas sua presa e despojar os órfãos.
3 και τι ποιησουσιν εν τη ημερα της επισκοπης η γαρ θλιψις υμιν πορρωθεν ηξει και προς τινα καταφευξεσθε του βοηθηθηναι και που καταλειψετε την δοξαν υμων3 Que fareis vós no dia do ajuste de contas, e da tempestade que virá de longe? Junto de quem procurareis auxílio, e onde deixareis vossas riquezas?
4 του μη εμπεσειν εις επαγωγην επι πασι τουτοις ουκ απεστραφη ο θυμος αλλ' ετι η χειρ υψηλη4 A menos que vos curveis entre os cativos, tombareis entre os mortos. Apesar de tudo, sua cólera não se aplacou, e sua mão está prestes a precipitar-se.
5 ουαι ασσυριοις η ραβδος του θυμου μου και οργης εστιν εν ταις χερσιν αυτων5 Ai da Assíria, vara de minha cólera e bastão que maneja o meu furor.
6 την οργην μου εις εθνος ανομον αποστελω και τω εμω λαω συνταξω ποιησαι σκυλα και προνομην και καταπατειν τας πολεις και θειναι αυτας εις κονιορτον6 Eu o enviei contra uma nação ímpia, e o lancei contra o povo, o objeto de minha cólera, para que o entregasse à pilhagem e lhe levasse os despojos, e o calcasse aos pés como a lama das ruas.
7 αυτος δε ουχ ουτως ενεθυμηθη και τη ψυχη ουχ ουτως λελογισται αλλα απαλλαξει ο νους αυτου και του εθνη εξολεθρευσαι ουκ ολιγα7 Mas ele não entendeu dessa maneira, e este não foi o seu pensamento. Ele só pensa em destruir, em exterminar nações em massa.
8 και εαν ειπωσιν αυτω συ μονος ει αρχων8 Porque disse: Porventura meus chefes não são todos eles reis?
9 και ερει ουκ ελαβον την χωραν την επανω βαβυλωνος και χαλαννη ου ο πυργος ωκοδομηθη και ελαβον αραβιαν και δαμασκον και σαμαρειαν9 Não teve Calano o destino de Carcamis, Emat, o de Arfad, e Samaria, o de Damasco?
10 ον τροπον ταυτας ελαβον εν τη χειρι μου και πασας τας αρχας λημψομαι ολολυξατε τα γλυπτα εν ιερουσαλημ και εν σαμαρεια10 Assim como minha mão se apoderou dos reinos de falsos deuses, cujos ídolos eram mais numerosos que os de Jerusalém e de Samaria,
11 ον τροπον γαρ εποιησα σαμαρεια και τοις χειροποιητοις αυτης ουτως ποιησω και ιερουσαλημ και τοις ειδωλοις αυτης11 assim como tratei Samaria e seus falsos deuses, não devo tratar também Jerusalém e seus ídolos?
12 και εσται οταν συντελεση κυριος παντα ποιων εν τω ορει σιων και εν ιερουσαλημ επαξει επι τον νουν τον μεγαν τον αρχοντα των ασσυριων και επι το υψος της δοξης των οφθαλμων αυτου12 Quando o Senhor tiver terminado a sua obra no monte Sião e em Jerusalém, ele punirá a linguagem orgulhosa do rei da Assíria e seus olhares insolentes. Porque ele disse:
13 ειπεν γαρ τη ισχυι ποιησω και τη σοφια της συνεσεως αφελω ορια εθνων και την ισχυν αυτων προνομευσω και σεισω πολεις κατοικουμενας13 Foi pela força de minha mão que eu agi, e pela minha destreza, porque sou hábil. Dilatei as fronteiras, saqueei os tesouros e lancei por terra aqueles que estavam no trono.
14 και την οικουμενην ολην καταλημψομαι τη χειρι ως νοσσιαν και ως καταλελειμμενα ωα αρω και ουκ εστιν ος διαφευξεται με η αντειπη μοι14 Minha mão tomou como um ninho a riqueza dos povos. Assim como se recolhem os ovos abandonados, eu reuni a terra inteira. Ninguém moveu a asa, nem abriu o bico, nem piou.
15 μη δοξασθησεται αξινη ανευ του κοπτοντος εν αυτη η υψωθησεται πριων ανευ του ελκοντος αυτον ωσαυτως εαν τις αρη ραβδον η ξυλον15 Acaso o machado se vangloria à custa do lenhador? Ou a serra se levanta contra o serrador? Como se a vara fizesse agitar aquele que a maneja, como se o bastão fizesse mover o braço!
16 και ουχ ουτως αλλα αποστελει κυριος σαβαωθ εις την σην τιμην ατιμιαν και εις την σην δοξαν πυρ καιομενον καυθησεται16 Por isso o Senhor Deus dos exércitos fará enfraquecer seus robustos guerreiros, e debaixo de sua glória acender-se-á um fogo como o de um incêndio.
17 και εσται το φως του ισραηλ εις πυρ και αγιασει αυτον εν πυρι καιομενω και φαγεται ωσει χορτον την υλην τη ημερα εκεινη17 A luz de Israel tornar-se-á um fogo e seu Santo, uma chama, para queimar e devorar as suas sarças e seus espinhos em um só dia.
18 αποσβεσθησεται τα ορη και οι βουνοι και οι δρυμοι και καταφαγεται απο ψυχης εως σαρκων και εσται ο φευγων ως ο φευγων απο φλογος καιομενης18 O esplendor de seu bosque e de seu jardim ele o aniquilará, corpo e alma. {Será como um doente que definha.}
19 και οι καταλειφθεντες απ' αυτων εσονται αριθμος και παιδιον γραψει αυτους19 Restarão tão poucas árvores em sua floresta, que um menino poderá contá-las.
20 και εσται εν τη ημερα εκεινη ουκετι προστεθησεται το καταλειφθεν ισραηλ και οι σωθεντες του ιακωβ ουκετι μη πεποιθοτες ωσιν επι τους αδικησαντας αυτους αλλα εσονται πεποιθοτες επι τον θεον τον αγιον του ισραηλ τη αληθεια20 Naquele tempo, o restante de Israel e os remanescentes da casa de Jacó deixarão de apoiar-se naquele que os fere, mas apoiar-se-ão com confiança no Senhor, o Santo de Israel.
21 και εσται το καταλειφθεν του ιακωβ επι θεον ισχυοντα21 Um resto voltará, um resto de Jacó, para o Deus forte.
22 και εαν γενηται ο λαος ισραηλ ως η αμμος της θαλασσης το καταλειμμα αυτων σωθησεται λογον γαρ συντελων και συντεμνων εν δικαιοσυνη22 Ainda que teu povo fosse inumerável como a areia do mar, dele só voltará um resto. A destruição está resolvida, a justiça vai tirar a desforra.
23 οτι λογον συντετμημενον ποιησει ο θεος εν τη οικουμενη ολη23 Esta sentença de ruína o Senhor Deus dos exércitos executará no centro de toda a terra.
24 δια τουτο ταδε λεγει κυριος σαβαωθ μη φοβου ο λαος μου οι κατοικουντες εν σιων απο ασσυριων οτι εν ραβδω παταξει σε πληγην γαρ εγω επαγω επι σε του ιδειν οδον αιγυπτου24 Por isso o Senhor Deus dos exércitos disse: Povo meu, que habitas em Sião, não temas o assírio que te castiga com a vara, e brande seu bastão contra ti, como outrora os egípcios.
25 ετι γαρ μικρον και παυσεται η οργη ο δε θυμος μου επι την βουλην αυτων25 Porque dentro de muito pouco tempo meu ressentimento contra vós terá fim e minha cólera o aniquilará.
26 και επεγερει ο θεος επ' αυτους κατα την πληγην την μαδιαμ εν τοπω θλιψεως και ο θυμος αυτου τη οδω τη κατα θαλασσαν εις την οδον την κατ' αιγυπτον26 O Senhor Deus dos exércitos vibrará o açoite contra ele como quando feriu Madiã no penhasco de Oreb, e quando estendeu seu bastão sobre o mar, contra o Egito.
27 και εσται εν τη ημερα εκεινη αφαιρεθησεται ο φοβος αυτου απο σου και ο ζυγος αυτου απο του ωμου σου και καταφθαρησεται ο ζυγος απο των ωμων υμων27 Naquele tempo, o peso que ele te impôs será tirado de teus ombros, e o seu jugo desaparecerá de teu pescoço... Ele avança pelo lado de Rimon,
28 ηξει γαρ εις την πολιν αγγαι και παρελευσεται εις μαγεδω και εν μαχμας θησει τα σκευη αυτου28 vai contra Aiat; passou por Magron, e depositou sua bagagem em Micmas;
29 και παρελευσεται φαραγγα και ηξει εις αγγαι φοβος λημψεται ραμα πολιν σαουλ φευξεται29 transpuseram o desfiladeiro, e acamparam em Gaba. Ramá está aterrorizada, e Gabaat de Saul, tomada de pânico.
30 η θυγατηρ γαλλιμ επακουσεται λαισα επακουσεται αναθωθ30 Levanta tua voz, ó filha de Galim; escuta, Laís; responde-lhe Anatot.
31 εξεστη μαδεβηνα και οι κατοικουντες γιββιρ παρακαλειτε31 Medmena está em fuga, e os habitantes de Gabim retiraram-se;
32 σημερον εν οδω του μειναι τη χειρι παρακαλειτε το ορος την θυγατερα σιων και οι βουνοι οι εν ιερουσαλημ32 mais um dia de pouso em Nobe, e depois ele levantará sua mão contra o monte Sião, contra a colina de Jerusalém.
33 ιδου γαρ ο δεσποτης κυριος σαβαωθ συνταρασσει τους ενδοξους μετα ισχυος και οι υψηλοι τη υβρει συντριβησονται και οι υψηλοι ταπεινωθησονται33 O Senhor Deus dos exércitos, com um golpe terrível, abate os ramos, as grandes árvores são cortadas, e as mais altas lançadas por terra;
34 και πεσουνται οι υψηλοι μαχαιρα ο δε λιβανος συν τοις υψηλοις πεσειται34 a ramagem da floresta tomba pelo ferro, e o Líbano desaba pela força.