Scrutatio

Domenica, 12 maggio 2024 - Santi Nereo e Achilleo ( Letture di oggi)

ΙΩΒ - Giobbe - Job 11


font
LXXVULGATA
1 υπολαβων δε σωφαρ ο μιναιος λεγει1 Respondens autem Sophar Naamathites, dixit :
2 ο τα πολλα λεγων και αντακουσεται η και ο ευλαλος οιεται ειναι δικαιος ευλογημενος γεννητος γυναικος ολιγοβιος2 Numquid qui multa loquitur, non et audiet ?
aut vir verbosus justificabitur ?
3 μη πολυς εν ρημασιν γινου ου γαρ εστιν ο αντικρινομενος σοι3 Tibi soli tacebunt homines ?
et cum ceteros irriseris, a nullo confutaberis ?
4 μη γαρ λεγε οτι καθαρος ειμι τοις εργοις και αμεμπτος εναντιον αυτου4 Dixisti enim : Purus est sermo meus,
et mundus sum in conspectu tuo.
5 αλλα πως αν ο κυριος λαλησαι προς σε και ανοιξει χειλη αυτου μετα σου5 Atque utinam Deus loqueretur tecum,
et aperiret labia sua tibi,
6 ειτα αναγγελει σοι δυναμιν σοφιας οτι διπλους εσται των κατα σε και τοτε γνωση οτι αξια σοι απεβη απο κυριου ων ημαρτηκας6 ut ostenderet tibi secreta sapientiæ,
et quod multiplex esset lex ejus :
et intelligeres quod multo minora exigaris ab eo
quam meretur iniquitas tua !
7 η ιχνος κυριου ευρησεις η εις τα εσχατα αφικου α εποιησεν ο παντοκρατωρ7 Forsitan vestigia Dei comprehendes,
et usque ad perfectum Omnipotentem reperies ?
8 υψηλος ο ουρανος και τι ποιησεις βαθυτερα δε των εν αδου τι οιδας8 Excelsior cælo est, et quid facies ?
profundior inferno, et unde cognosces ?
9 η μακροτερα μετρου γης η ευρους θαλασσης9 Longior terra mensura ejus,
et latior mari.
10 εαν δε καταστρεψη τα παντα τις ερει αυτω τι εποιησας10 Si subverterit omnia, vel in unum coarctaverit,
quis contradicet ei ?
11 αυτος γαρ οιδεν εργα ανομων ιδων δε ατοπα ου παροψεται11 Ipse enim novit hominum vanitatem ;
et videns iniquitatem, nonne considerat ?
12 ανθρωπος δε αλλως νηχεται λογοις βροτος δε γεννητος γυναικος ισα ονω ερημιτη12 Vir vanus in superbiam erigitur,
et tamquam pullum onagri se liberum natum putat.
13 ει γαρ συ καθαραν εθου την καρδιαν σου υπτιαζεις δε χειρας προς αυτον13 Tu autem firmasti cor tuum,
et expandisti ad eum manus tuas.
14 ει ανομον τι εστιν εν χερσιν σου πορρω ποιησον αυτο απο σου αδικια δε εν διαιτη σου μη αυλισθητω14 Si iniquitatem quæ est in manu tua abstuleris a te,
et non manserit in tabernaculo tuo injustitia,
15 ουτως γαρ αναλαμψει σου το προσωπον ωσπερ υδωρ καθαρον εκδυση δε ρυπον και ου μη φοβηθης15 tunc levare poteris faciem tuam absque macula ;
et eris stabilis, et non timebis.
16 και τον κοπον επιληση ωσπερ κυμα παρελθον και ου πτοηθηση16 Miseriæ quoque oblivisceris,
et quasi aquarum quæ præterierunt recordaberis.
17 η δε ευχη σου ωσπερ εωσφορος εκ δε μεσημβριας ανατελει σοι ζωη17 Et quasi meridianus fulgor consurget tibi ad vesperam ;
et cum te consumptum putaveris, orieris ut lucifer.
18 πεποιθως τε εση οτι εστιν σοι ελπις εκ δε μεριμνης και φροντιδος αναφανειται σοι ειρηνη18 Et habebis fiduciam, proposita tibi spe :
et defossus securus dormies.
19 ησυχασεις γαρ και ουκ εσται ο πολεμων σε μεταβαλομενοι δε πολλοι σου δεηθησονται19 Requiesces, et non erit qui te exterreat ;
et deprecabuntur faciem tuam plurimi.
20 σωτηρια δε αυτους απολειψει η γαρ ελπις αυτων απωλεια οφθαλμοι δε ασεβων τακησονται20 Oculi autem impiorum deficient,
et effugium peribit ab eis :
et spes illorum abominatio animæ.