Scrutatio

Mercoledi, 22 maggio 2024 - Santa Rita da Cascia ( Letture di oggi)

ΕΞΟΔΟΣ - Esodo - Exodus 7


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και ειπεν κυριος προς μωυσην λεγων ιδου δεδωκα σε θεον φαραω και ααρων ο αδελφος σου εσται σου προφητης1 Azt mondta erre az Úr Mózesnek: »Íme, mintegy Istenné tettelek a fáraó számára, és bátyád, Áron lesz a prófétád.
2 συ δε λαλησεις αυτω παντα οσα σοι εντελλομαι ο δε ααρων ο αδελφος σου λαλησει προς φαραω ωστε εξαποστειλαι τους υιους ισραηλ εκ της γης αυτου2 Te neki mondj el mindent, amit parancsolok neked, a fáraóhoz pedig ő szóljon, hogy engedje el földjéről Izrael fiait!
3 εγω δε σκληρυνω την καρδιαν φαραω και πληθυνω τα σημεια μου και τα τερατα εν γη αιγυπτω3 Én azonban megkeményítem a szívét. Megsokasítom jeleimet és csodáimat Egyiptom földjén,
4 και ουκ εισακουσεται υμων φαραω και επιβαλω την χειρα μου επ' αιγυπτον και εξαξω συν δυναμει μου τον λαον μου τους υιους ισραηλ εκ γης αιγυπτου συν εκδικησει μεγαλη4 s ő mégsem hallgat majd rátok. Erre kinyújtom kezeimet Egyiptomra, és hatalmas ítéletek által vezetem ki seregemet és népemet, Izrael fiait Egyiptom földjéről.
5 και γνωσονται παντες οι αιγυπτιοι οτι εγω ειμι κυριος εκτεινων την χειρα επ' αιγυπτον και εξαξω τους υιους ισραηλ εκ μεσου αυτων5 Akkor majd megtudják az egyiptomiak, hogy én, az Úr vagyok az, aki kinyújtom kezemet Egyiptomra, és kivezetem Izrael fiait közülük!«
6 εποιησεν δε μωυσης και ααρων καθαπερ ενετειλατο αυτοις κυριος ουτως εποιησαν6 Úgy tettek tehát Mózes és Áron, amint az Úr megparancsolta, úgy cselekedtek.
7 μωυσης δε ην ετων ογδοηκοντα ααρων δε ο αδελφος αυτου ετων ογδοηκοντα τριων ηνικα ελαλησεν προς φαραω7 Mózes nyolcvanesztendős volt, Áron pedig nyolcvanhárom, amikor a fáraóhoz szóltak.
8 και ειπεν κυριος προς μωυσην και ααρων λεγων8 Az Úr akkor így szólt Mózeshez és Áronhoz:
9 και εαν λαληση προς υμας φαραω λεγων δοτε ημιν σημειον η τερας και ερεις ααρων τω αδελφω σου λαβε την ραβδον και ριψον αυτην επι την γην εναντιον φαραω και εναντιον των θεραποντων αυτου και εσται δρακων9 »Ha azt mondja nektek a fáraó: Mutassatok jeleket, akkor mondd Áronnak: Vedd a botodat, dobd a fáraó elé, és kígyóvá változik!«
10 εισηλθεν δε μωυσης και ααρων εναντιον φαραω και των θεραποντων αυτου και εποιησαν ουτως καθαπερ ενετειλατο αυτοις κυριος και ερριψεν ααρων την ραβδον εναντιον φαραω και εναντιον των θεραποντων αυτου και εγενετο δρακων10 Bement tehát Mózes és Áron a fáraóhoz, és úgy tettek, ahogy az Úr megparancsolta. Áron odadobta a botot a fáraó és szolgái elé, és az kígyóvá változott.
11 συνεκαλεσεν δε φαραω τους σοφιστας αιγυπτου και τους φαρμακους και εποιησαν και οι επαοιδοι των αιγυπτιων ταις φαρμακειαις αυτων ωσαυτως11 Előhívatta azonban a fáraó is a bölcseket és a varázslókat, és azok az egyiptomi bűbájosság és egyéb titkos mesterség által hasonlóképpen tettek.
12 και ερριψαν εκαστος την ραβδον αυτου και εγενοντο δρακοντες και κατεπιεν η ραβδος η ααρων τας εκεινων ραβδους12 Mindegyikük odadobta a botját, és az kígyóvá változott; ám Áron botja elnyelte a botjukat.
13 και κατισχυσεν η καρδια φαραω και ουκ εισηκουσεν αυτων καθαπερ ελαλησεν αυτοις κυριος13 De a fáraó szíve megkeményedett, és nem hallgatott rájuk, ahogy az Úr előre megmondta.
14 ειπεν δε κυριος προς μωυσην βεβαρηται η καρδια φαραω του μη εξαποστειλαι τον λαον14 Azt mondta erre az Úr Mózesnek: »Megátalkodott a fáraó szíve, nem akarja elengedni a népet.
15 βαδισον προς φαραω το πρωι ιδου αυτος εκπορευεται επι το υδωρ και στηση συναντων αυτω επι το χειλος του ποταμου και την ραβδον την στραφεισαν εις οφιν λημψη εν τη χειρι σου15 Menj tehát ki eléje reggel, akkor íme, ő kimegy a vízhez. Állj elé a folyó partján, vedd kezedbe a botodat, amely kígyóvá változott,
16 και ερεις προς αυτον κυριος ο θεος των εβραιων απεσταλκεν με προς σε λεγων εξαποστειλον τον λαον μου ινα μοι λατρευση εν τη ερημω και ιδου ουκ εισηκουσας εως τουτου16 és mondd neki: Az Úr, a héberek Istene elküldött engem hozzád. Azt üzeni: Engedd el népemet, hogy áldozzék nekem a pusztában. Te azonban mindeddig nem akartál rá hallgatni.
17 ταδε λεγει κυριος εν τουτω γνωση οτι εγω κυριος ιδου εγω τυπτω τη ραβδω τη εν τη χειρι μου επι το υδωρ το εν τω ποταμω και μεταβαλει εις αιμα17 Ezt üzeni tehát az Úr: Erről tudod meg, hogy én, az Úr vagyok: íme, ezzel a bottal, amely a kezemben van, ráütök a folyó vizére, és az vérré változik.
18 και οι ιχθυες οι εν τω ποταμω τελευτησουσιν και εποζεσει ο ποταμος και ου δυνησονται οι αιγυπτιοι πιειν υδωρ απο του ποταμου18 Odavész a hal, amely a folyóban van, megromlik a víz, és undor fogja el az egyiptomiakat, amikor a folyó vizét isszák.«
19 ειπεν δε κυριος προς μωυσην ειπον ααρων τω αδελφω σου λαβε την ραβδον σου και εκτεινον την χειρα σου επι τα υδατα αιγυπτου και επι τους ποταμους αυτων και επι τας διωρυγας αυτων και επι τα ελη αυτων και επι παν συνεστηκος υδωρ αυτων και εσται αιμα και εγενετο αιμα εν παση γη αιγυπτου εν τε τοις ξυλοις και εν τοις λιθοις19 Azután azt mondta az Úr Mózesnek: »Mondd Áronnak: Vedd botodat, és nyújtsd ki kezedet Egyiptom vizeire, folyóira, patakjaira, tavaira, és minden víztárolójára, hogy vérré változzanak, és vér legyen Egyiptom egész földjén, a fa- és kőedényekben egyaránt!«
20 και εποιησαν ουτως μωυσης και ααρων καθαπερ ενετειλατο αυτοις κυριος και επαρας τη ραβδω αυτου επαταξεν το υδωρ το εν τω ποταμω εναντιον φαραω και εναντιον των θεραποντων αυτου και μετεβαλεν παν το υδωρ το εν τω ποταμω εις αιμα20 Úgy is tett Mózes és Áron, amint az Úr megparancsolta: felemelte a botot, ráütött a fáraó és szolgái előtt a folyó vizére, s az vérré változott.
21 και οι ιχθυες οι εν τω ποταμω ετελευτησαν και επωζεσεν ο ποταμος και ουκ ηδυναντο οι αιγυπτιοι πιειν υδωρ εκ του ποταμου και ην το αιμα εν παση γη αιγυπτου21 Odaveszett a hal, amely a vízben volt, megáporodott a folyó, és nem tudtak inni az egyiptomiak a folyó vizéből, és vér lett Egyiptom egész földjén.
22 εποιησαν δε ωσαυτως και οι επαοιδοι των αιγυπτιων ταις φαρμακειαις αυτων και εσκληρυνθη η καρδια φαραω και ουκ εισηκουσεν αυτων καθαπερ ειπεν κυριος22 De az egyiptomi varázslók bűbájosságuk által hasonlóképpen cselekedtek. Megkeményedett erre a fáraó szíve, és nem hallgatott rájuk, ahogy az Úr előre megmondta.
23 επιστραφεις δε φαραω εισηλθεν εις τον οικον αυτου και ουκ επεστησεν τον νουν αυτου ουδε επι τουτω23 Megfordult, hazament, és ezt sem vette szívére.
24 ωρυξαν δε παντες οι αιγυπτιοι κυκλω του ποταμου ωστε πιειν υδωρ και ουκ ηδυναντο πιειν υδωρ απο του ποταμου24 Az egyiptomiak mindnyájan vízért ástak ekkor a folyó környékén, hogy ihassanak: nem tudtak ugyanis inni a folyó vizéből.
25 και ανεπληρωθησαν επτα ημεραι μετα το παταξαι κυριον τον ποταμον25 Hét nap telt el attól fogva, hogy az Úr csapással sújtotta a folyót.
26 ειπεν δε κυριος προς μωυσην εισελθε προς φαραω και ερεις προς αυτον ταδε λεγει κυριος εξαποστειλον τον λαον μου ινα μοι λατρευσωσιν26 Ekkor azt mondta az Úr Mózesnek: »Menj be a fáraóhoz, és mondd neki: Ezt üzeni az Úr: Engedd el népemet, hogy áldozzék nekem.
27 ει δε μη βουλει συ εξαποστειλαι ιδου εγω τυπτω παντα τα ορια σου τοις βατραχοις27 Ha nem akarod elengedni, íme, békával sújtom egész határodat.
28 και εξερευξεται ο ποταμος βατραχους και αναβαντες εισελευσονται εις τους οικους σου και εις τα ταμιεια των κοιτωνων σου και επι των κλινων σου και εις τους οικους των θεραποντων σου και του λαου σου και εν τοις φυραμασιν σου και εν τοις κλιβανοις σου28 Hemzsegni fog a folyó a békától! Feljönnek, bemennek házadba, a hálószobádba és az ágyadba, szolgáid házába és néped közé, a sütőkemencéidbe és dagasztóteknőidbe,
29 και επι σε και επι τους θεραποντας σου και επι τον λαον σου αναβησονται οι βατραχοι29 tehozzád, a népedhez és minden szolgádhoz bemennek a békák!«