Scrutatio

Martedi, 21 maggio 2024 - Santi Martiri Messicani (Cristoforo Magallanes Jara e 24 compagni) ( Letture di oggi)

ΕΞΟΔΟΣ - Esodo - Exodus 16


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 απηραν δε εξ αιλιμ και ηλθοσαν πασα συναγωγη υιων ισραηλ εις την ερημον σιν ο εστιν ανα μεσον αιλιμ και ανα μεσον σινα τη δε πεντεκαιδεκατη ημερα τω μηνι τω δευτερω εξεληλυθοτων αυτων εκ γης αιγυπτου1 Majd elindultak Elimből, és az Egyiptom földjéről való kivonulásuktól számítva a második hónap tizenötödik napján eljutott Izrael fiainak egész sokasága a Szín-pusztába, amely Elim és a Sínai között van.
2 διεγογγυζεν πασα συναγωγη υιων ισραηλ επι μωυσην και ααρων2 Zúgolódott ekkor Izrael fiainak egész közössége Mózes és Áron ellen a pusztában.
3 και ειπαν προς αυτους οι υιοι ισραηλ οφελον απεθανομεν πληγεντες υπο κυριου εν γη αιγυπτω οταν εκαθισαμεν επι των λεβητων των κρεων και ησθιομεν αρτους εις πλησμονην οτι εξηγαγετε ημας εις την ερημον ταυτην αποκτειναι πασαν την συναγωγην ταυτην εν λιμω3 Azt mondták nekik Izrael fiai: »Bárcsak meghaltunk volna az Úr keze által Egyiptom földjén, amikor a húsos fazekak mellett ültünk, és jóllakásig ettünk kenyeret! Miért hoztatok ki minket ebbe a pusztába, hogy éhen veszítsétek ezt az egész sokaságot?«
4 ειπεν δε κυριος προς μωυσην ιδου εγω υω υμιν αρτους εκ του ουρανου και εξελευσεται ο λαος και συλλεξουσιν το της ημερας εις ημεραν οπως πειρασω αυτους ει πορευσονται τω νομω μου η ου4 Azt mondta erre az Úr Mózesnek: »Íme, én majd kenyeret hullatok nektek az égből! Menjen ki a nép, és szedjen egy-egy napra valót, hogy próbára tegyem, vajon törvényem szerint jár-e el, vagy sem.
5 και εσται τη ημερα τη εκτη και ετοιμασουσιν ο εαν εισενεγκωσιν και εσται διπλουν ο εαν συναγαγωσιν το καθ' ημεραν εις ημεραν5 A hatodik napon is készítsék el azt, amit bevisznek, de az kétszerannyi legyen, mint amennyit naponta szedni szoktak.«
6 και ειπεν μωυσης και ααρων προς πασαν συναγωγην υιων ισραηλ εσπερας γνωσεσθε οτι κυριος εξηγαγεν υμας εκ γης αιγυπτου6 Azt mondta erre Mózes és Áron Izrael valamennyi fiának: »Estére megtudjátok, hogy az Úr hozott ki titeket Egyiptom földjéről,
7 και πρωι οψεσθε την δοξαν κυριου εν τω εισακουσαι τον γογγυσμον υμων επι τω θεω ημεις δε τι εσμεν οτι διαγογγυζετε καθ' ημων7 reggel pedig meglátjátok az Úr dicsőségét! Meghallotta ugyanis, hogy zúgolódtok az Úr ellen. Ugyan kik vagyunk mi, hogy ellenünk zúgolódtatok?«
8 και ειπεν μωυσης εν τω διδοναι κυριον υμιν εσπερας κρεα φαγειν και αρτους το πρωι εις πλησμονην δια το εισακουσαι κυριον τον γογγυσμον υμων ον υμεις διαγογγυζετε καθ' ημων ημεις δε τι εσμεν ου γαρ καθ' ημων ο γογγυσμος υμων εστιν αλλ' η κατα του θεου8 Azt mondta továbbá Mózes: »Estére az Úr húst ad nektek enni, reggelre pedig kenyeret jóllakásig, mert meghallotta zúgolódásotokat, mellyel ellene zúgolódtatok. Ugyan kik vagyunk mi? Nem mi ellenünk irányul zúgolódástok, hanem az Úr ellen!«
9 ειπεν δε μωυσης προς ααρων ειπον παση συναγωγη υιων ισραηλ προσελθατε εναντιον του θεου εισακηκοεν γαρ υμων τον γογγυσμον9 Áronnak pedig azt mondta Mózes: »Mondd Izrael fiai egész közösségének: Járuljatok az Úr elé, mert meghallotta zúgolódástokat!«
10 ηνικα δε ελαλει ααρων παση συναγωγη υιων ισραηλ και επεστραφησαν εις την ερημον και η δοξα κυριου ωφθη εν νεφελη10 Amikor aztán Áron Izrael fiai egész közösségének elmondta ezt, ők a puszta felé tekintettek, és íme, megjelent az Úr dicsősége a felhőben.
11 και ελαλησεν κυριος προς μωυσην λεγων11 Így szólt ekkor az Úr Mózeshez:
12 εισακηκοα τον γογγυσμον των υιων ισραηλ λαλησον προς αυτους λεγων το προς εσπεραν εδεσθε κρεα και το πρωι πλησθησεσθε αρτων και γνωσεσθε οτι εγω κυριος ο θεος υμων12 »Hallottam Izrael fiainak zúgolódását. Mondd nekik: Estére húst fogtok enni, reggel pedig jóllaktok kenyérrel, hogy megtudjátok, hogy én, az Úr vagyok a ti Istenetek!«
13 εγενετο δε εσπερα και ανεβη ορτυγομητρα και εκαλυψεν την παρεμβολην το πρωι εγενετο καταπαυομενης της δροσου κυκλω της παρεμβολης13 És történt este, hogy fürjek szálltak fel, és ellepték a tábort, reggel pedig harmat szállt a tábor köré.
14 και ιδου επι προσωπον της ερημου λεπτον ωσει κοριον λευκον ωσει παγος επι της γης14 Miután elborította a föld színét, apró, mozsárban tört dologhoz hasonló valami lett látható a pusztán, olyan, mint a földre hullott dér.
15 ιδοντες δε αυτο οι υιοι ισραηλ ειπαν ετερος τω ετερω τι εστιν τουτο ου γαρ ηδεισαν τι ην ειπεν δε μωυσης προς αυτους ουτος ο αρτος ον εδωκεν κυριος υμιν φαγειν15 Amikor Izrael fiai meglátták, azt mondták egymásnak: »Man-hu?«, ami azt jelenti, hogy: »Mi ez?« Nem tudták ugyanis, hogy micsoda. Mózes pedig azt mondta nekik: »Ez az a kenyér, amelyet az Úr eledelül adott nektek.
16 τουτο το ρημα ο συνεταξεν κυριος συναγαγετε απ' αυτου εκαστος εις τους καθηκοντας γομορ κατα κεφαλην κατα αριθμον ψυχων υμων εκαστος συν τοις συσκηνιοις υμων συλλεξατε16 Ezt parancsolja az Úr: ‘Szedjen belőle mindenki annyit, amennyi élelemre szüksége van: fejenként egy-egy ómernyit; a sátratokban lakó személyek számához mérten szedjétek!’«
17 εποιησαν δε ουτως οι υιοι ισραηλ και συνελεξαν ο το πολυ και ο το ελαττον17 Úgy is cselekedtek Izrael fiai, és szedtek, ki többet, ki kevesebbet.
18 και μετρησαντες τω γομορ ουκ επλεονασεν ο το πολυ και ο το ελαττον ουκ ηλαττονησεν εκαστος εις τους καθηκοντας παρ' εαυτω συνελεξαν18 Aztán megmérték az ómer mértékével, és sem azé nem lett több, aki többet szedett, sem azé nem lett kevesebb, aki kevesebbet szedett. Mindenki annyit gyűjtött, mint amennyit megehetett.
19 ειπεν δε μωυσης προς αυτους μηδεις καταλιπετω απ' αυτου εις το πρωι19 Ekkor azt mondta nekik Mózes: »Senki se hagyjon belőle holnapra!«
20 και ουκ εισηκουσαν μωυση αλλα κατελιπον τινες απ' αυτου εις το πρωι και εξεζεσεν σκωληκας και επωζεσεν και επικρανθη επ' αυτοις μωυσης20 Ám ők nem hallgattak rá, hanem közülük egyesek hagytak belőle másnapra, de az megférgesedett és megromlott. Erre Mózes megharagudott rájuk.
21 και συνελεξαν αυτο πρωι πρωι εκαστος το καθηκον αυτω ηνικα δε διεθερμαινεν ο ηλιος ετηκετο21 Mindig reggel szedték, mindenki annyit, amennyi élelemre szüksége volt, mert ha a nap kisütött, elolvadt.
22 εγενετο δε τη ημερα τη εκτη συνελεξαν τα δεοντα διπλα δυο γομορ τω ενι εισηλθοσαν δε παντες οι αρχοντες της συναγωγης και ανηγγειλαν μωυσει22 A hatodik napon azonban kétszerannyi eleséget szedtek össze, azaz két ómernyit egy-egy embernek. Erre elment a sokaság valamennyi vezetője, és jelentette ezt Mózesnek.
23 ειπεν δε μωυσης προς αυτους τουτο το ρημα εστιν ο ελαλησεν κυριος σαββατα αναπαυσις αγια τω κυριω αυριον οσα εαν πεσσητε πεσσετε και οσα εαν εψητε εψετε και παν το πλεοναζον καταλιπετε αυτο εις αποθηκην εις το πρωι23 Ő azt mondta nekik: »Ezt mondta az Úr: Holnap az Úrnak szentelt szombati nyugalom van. Amit el akartok készíteni, készítsétek el, amit meg akartok főzni, főzzétek meg, ami pedig megmarad, azt tegyétek el holnapra!«
24 και κατελιποσαν απ' αυτου εις το πρωι καθαπερ συνεταξεν αυτοις μωυσης και ουκ επωζεσεν ουδε σκωληξ εγενετο εν αυτω24 Úgy is cselekedtek, ahogy Mózes parancsolta, és nem romlott meg, sem féreg nem támadt benne.
25 ειπεν δε μωυσης φαγετε σημερον εστιν γαρ σαββατα σημερον τω κυριω ουχ ευρεθησεται εν τω πεδιω25 Azt mondta ekkor Mózes: »Ezt egyétek ma, mert ma az Úr szombatja van, ma nincs belőle a mezőn.
26 εξ ημερας συλλεξετε τη δε ημερα τη εβδομη σαββατα οτι ουκ εσται εν αυτη26 Hat napon szedhettek, de a hetedik napon az Úr szombatja van, azért nem találni!«
27 εγενετο δε εν τη ημερα τη εβδομη εξηλθοσαν τινες εκ του λαου συλλεξαι και ουχ ευρον27 A hetedik nap eljöttével is kimentek azonban néhányan a nép közül, hogy szedjenek, de nem találtak.
28 ειπεν δε κυριος προς μωυσην εως τινος ου βουλεσθε εισακουειν τας εντολας μου και τον νομον μου28 Azt mondta erre az Úr Mózesnek: »Meddig vonakodtok megtartani parancsaimat és törvényemet?
29 ιδετε ο γαρ κυριος εδωκεν υμιν την ημεραν ταυτην τα σαββατα δια τουτο αυτος εδωκεν υμιν τη ημερα τη εκτη αρτους δυο ημερων καθησεσθε εκαστος εις τους οικους υμων μηδεις εκπορευεσθω εκ του τοπου αυτου τη ημερα τη εβδομη29 Láthatjátok, hogy az Úr adta nektek a szombatot, és ezért ad nektek kétszerannyi eledelt a hatodik napon! Maradjon tehát mindenki otthon, ne menjen ki senki a helyéről a hetedik napon!«
30 και εσαββατισεν ο λαος τη ημερα τη εβδομη30 Erre szombati nyugalmat tartott a nép a hetedik napon.
31 και επωνομασαν οι υιοι ισραηλ το ονομα αυτου μαν ην δε ως σπερμα κοριου λευκον το δε γευμα αυτου ως εγκρις εν μελιτι31 Az ételt pedig mannának nevezte Izrael háza. Olyan volt, mint a koriander magva, fehér, és olyan ízű, mint a mézeskalács.
32 ειπεν δε μωυσης τουτο το ρημα ο συνεταξεν κυριος πλησατε το γομορ του μαν εις αποθηκην εις τας γενεας υμων ινα ιδωσιν τον αρτον ον εφαγετε υμεις εν τη ερημω ως εξηγαγεν υμας κυριος εκ γης αιγυπτου32 Azt mondta ezután Mózes: »Ezt parancsolta az Úr: Tölts meg vele egy ómert, és őriztesd meg azt a jövendő nemzedékek számára, hogy lássák azt a kenyeret, amellyel tápláltalak titeket a pusztában, amikor kihoztalak titeket Egyiptom földjéről!«
33 και ειπεν μωυσης προς ααρων λαβε σταμνον χρυσουν ενα και εμβαλε εις αυτον πληρες το γομορ του μαν και αποθησεις αυτο εναντιον του θεου εις διατηρησιν εις τας γενεας υμων33 Azt mondta azért Mózes Áronnak: »Végy egy edényt, tégy bele egy ómernyi mannát, és tedd az Úr elé, hogy őrizzék meg nemzedékeitek számára!«
34 ον τροπον συνεταξεν κυριος τω μωυση και απεθετο ααρων εναντιον του μαρτυριου εις διατηρησιν34 Amint az Úr parancsolta Mózesnek, Áron be is tette a szent sátorba, hogy őrizzék meg.
35 οι δε υιοι ισραηλ εφαγον το μαν ετη τεσσαρακοντα εως ηλθον εις γην οικουμενην το μαν εφαγοσαν εως παρεγενοντο εις μερος της φοινικης35 Negyven esztendőn át ették a mannát Izrael fiai, addig, amíg lakott földre nem jutottak. Ezzel az eledellel táplálkoztak, amíg el nem érték Kánaán földjének határait. –
36 το δε γομορ το δεκατον των τριων μετρων ην36 Az ómer tizedrésze az éfának.