Scrutatio

Mercoledi, 15 maggio 2024 - Sant'Isidoro agricoltore ( Letture di oggi)

ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΩΝ Β´ - 2 Cronache - Chronicles II 12


font
LXXKÁLDI-NEOVULGÁTA
1 και εγενετο ως ητοιμασθη η βασιλεια ροβοαμ και ως κατεκρατηθη εγκατελιπεν τας εντολας κυριου και πας ισραηλ μετ' αυτου1 Amikor aztán megerősödött és megszilárdult Roboám királysága, elhagyta az Úr törvényét ő és vele egész Izrael.
2 και εγενετο εν τω πεμπτω ετει της βασιλειας ροβοαμ ανεβη σουσακιμ βασιλευς αιγυπτου επι ιερουσαλημ οτι ημαρτον εναντιον κυριου2 Fel is vonult Roboám uralkodásának ötödik esztendejében Sesák, Egyiptom királya Jeruzsálem ellen (mert vétkeztek az Úr ellen)
3 εν χιλιοις και διακοσιοις αρμασιν και εξηκοντα χιλιασιν ιππων και ουκ ην αριθμος του πληθους του ελθοντος μετ' αυτου εξ αιγυπτου λιβυες τρωγλοδυται και αιθιοπες3 ezerkétszáz szekérrel és hatvanezer lovassal. A hadnépnek, amely vele jött Egyiptomból, a líbiaiaknak, a trogloditáknak és az etiópoknak, száma sem volt.
4 και κατεκρατησαν των πολεων των οχυρων αι ησαν εν ιουδα και ηλθεν εις ιερουσαλημ4 Elfoglalta a megerősített városokat Júdában és egészen Jeruzsálemig jutott.
5 και σαμαιας ο προφητης ηλθεν προς ροβοαμ και προς τους αρχοντας ιουδα τους συναχθεντας εις ιερουσαλημ απο προσωπου σουσακιμ και ειπεν αυτοις ουτως ειπεν κυριος υμεις εγκατελιπετε με καγω εγκαταλειψω υμας εν χειρι σουσακιμ5 Ekkor Semeja próféta bement Roboámhoz és Júda fejedelmeihez, akik Sesák elől menekülve Jeruzsálemben egybegyűltek, és így szólt hozzájuk: »Ezt üzeni az Úr: Mivel ti elhagytatok engem, azért én Sesák kezére hagylak titeket.«
6 και ησχυνθησαν οι αρχοντες ισραηλ και ο βασιλευς και ειπαν δικαιος ο κυριος6 Megdöbbentek erre Izrael fejedelmei a királlyal együtt és azt mondák: »Igazságos az Úr!«
7 και εν τω ιδειν κυριον οτι ενετραπησαν και εγενετο λογος κυριου προς σαμαιαν λεγων ενετραπησαν ου καταφθερω αυτους και δωσω αυτους ως μικρον εις σωτηριαν και ου μη σταξη ο θυμος μου εν ιερουσαλημ7 Amikor így az Úr látta, hogy megalázkodtak, szózatot intézett az Úr Semejához: »Mivel megalázkodtak, nem pusztítom el őket, hanem egy kis segítséget adok nekik, hogy ne Sesák keze által szakadjon Jeruzsálemre haragom.
8 οτι εσονται εις παιδας και γνωσονται την δουλειαν μου και την δουλειαν της βασιλειας της γης8 Mindazonáltal szolgálniuk kell neki, hogy tudják a különbséget az én szolgálatom s a föld országainak szolgálata között.«
9 και ανεβη σουσακιμ βασιλευς αιγυπτου και ελαβεν τους θησαυρους τους εν οικω κυριου και τους θησαυρους τους εν οικω του βασιλεως τα παντα ελαβεν και ελαβεν τους θυρεους τους χρυσους ους εποιησεν σαλωμων9 Sesák, Egyiptom királya csakugyan visszavonult Jeruzsálemből, de elvette az Úr házának és a király házának kincseit és mindenestül magával vitte: elvitte azokat az aranypajzsokat is, amelyeket Salamon készíttetett.
10 και εποιησεν ροβοαμ θυρεους χαλκους αντ' αυτων και κατεστησεν επ' αυτον σουσακιμ αρχοντας παρατρεχοντων τους φυλασσοντας τον πυλωνα του βασιλεως10 Ezek helyett a király rézpajzsokat készíttetett és azokat adta át a palota bejáratát őrző pajzsosok vezéreinek.
11 και εγενετο εν τω εισελθειν τον βασιλεα εις οικον κυριου εισεπορευοντο οι φυλασσοντες και οι παρατρεχοντες και οι επιστρεφοντες εις απαντησιν των παρατρεχοντων11 Valahányszor a király az Úr házába ment, eljöttek a pajzsosok, és felvették a pajzsokat, aztán meg ismét visszavitték azokat fegyvertárukba.
12 και εν τω εντραπηναι αυτον απεστραφη απ' αυτου οργη κυριου και ουκ εις καταφθοραν εις τελος και γαρ εν ιουδα ησαν λογοι αγαθοι12 Mivel tehát megalázkodtak, elfordult tőlük az Úr haragja és nem kellett teljesen elpusztulniuk, mert Júdában is akadtak jócselekedetek.
13 και κατισχυσεν ροβοαμ εν ιερουσαλημ και εβασιλευσεν και τεσσαρακοντα και ενος ετων ροβοαμ εν τω βασιλευσαι αυτον και επτακαιδεκα ετη εβασιλευσεν εν ιερουσαλημ εν τη πολει η εξελεξατο κυριος επονομασαι το ονομα αυτου εκει εκ πασων φυλων υιων ισραηλ και ονομα της μητρος αυτου νοομμα η αμμανιτις13 Roboám aztán ismét megerősödött és tovább uralkodott Jeruzsálemben: negyvenegy esztendős volt, amikor uralkodni kezdett és tizenhét esztendeig uralkodott Jeruzsálemben, abban a városban, amelyet kiválasztott az Úr Izrael valamennyi törzse közül, hogy oda telepítse nevét. Anyját, aki ammonita volt, Naámának hívták.
14 και εποιησεν το πονηρον οτι ου κατευθυνεν την καρδιαν αυτου εκζητησαι τον κυριον14 Gonoszat cselekedett és nem arra irányította szívét, hogy az Urat keresse.
15 και λογοι ροβοαμ οι πρωτοι και οι εσχατοι ουκ ιδου γεγραμμενοι εν τοις λογοις σαμαια του προφητου και αδδω του ορωντος και πραξεις αυτου και επολεμει ροβοαμ τον ιεροβοαμ πασας τας ημερας15 Roboám első és utolsó dolgai meg vannak írva és gondosan fel vannak jegyezve Semeja próféta és Addó látnok könyvében. Roboám és Jeroboám állandóan hadakoztak egymással.
16 και απεθανεν ροβοαμ και εταφη μετα των πατερων αυτου και εταφη εν πολει δαυιδ και εβασιλευσεν αβια υιος αυτου αντ' αυτου16 Amikor aztán Roboám aludni tért atyáihoz, eltemették a Dávid-városban és fia, Ábia lett a király helyette.